Παλαιότερες

Θείε Μπομπ, αλλού είναι οι ευκαιρίες...

SportDay

Θέλω να σφίξω το χέρι του «επικοινωνιολόγου» τού θείου Μπομπ ή τέλος πάντων εκείνου που του δίνει συμβουλές για τα θέματα δημοσιότητας. Πρέπει να είναι πολύ «έπιπλο» ο τύπος. Φαντάζομαι ότι θα είπε στον θείο Μπομπ ότι «οι Ελληνες είναι υπανάπτυκτοι. Βούρλα σκέτα. Ο,τι δουν στην τηλεόραση το πιστεύουν. Ρίξε τους ένα χαρτί στην κάμερα με πολλά μηδενικά, θα το καταπιούν αμάσητο και θα σε κάνουν θεό».

Και λίγα του είπε του θείου. Διότι, ως γνωστόν, ακόμη και τη γνησιότητα των χαρτονομισμάτων στην τηλεόραση τη δοκιμάζουμε. Οπως το εικοσάευρο το κολλάνε στο κούτελο του κλαρινιτζή στα πανηγύρια, έτσι κι εμείς. Μόλις πέσει στα χέρια μας πενηντάευρο, το κολλάμε στην οθόνη για να βεβαιωθούμε για τη γνησιότητά του. Ο θείος –υποψιάζομαι– έχει και άλλα χρήματα και μας έδειξε μέρος μόνον της περιουσίας του, διότι δεν υπάρχει οθόνη που να πάρει όλα τα μηδενικά του πλούτου του.

Ασε το άλλο: αν αποκάλυπτε όλα όσα έχει, μπορεί να του παραχωρούσαν ακόμη και την ίδια τη χώρα για να τη σώσει από το υπέρογκο δημόσιο χρέος. Πάντως, εκτός τηλεοράσεως, τα «εκατομμύρια» του θείου Μπομπ δεν πιστεύω ότι θα τα δούμε. Ακόμη και αν –με κάποιο τρόπο– αποκτήσει την πλειοψηφία των μετοχών της ΑΕΚ. Μάλιστα, αν συμβεί το δεύτερο, ο θείος Μπομπ θα είναι «νούλα» σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση επενδυτικών προτάσεων στο ποδόσφαιρο.

Και μη βιαστεί κάποιος να παρατηρήσει ότι ο θείος δεν βλέπει την ΑΕΚ σαν επένδυση, διότι αν συνέβαινε κάτι τέτοιο η ιστορία θα είχε τελειώσει μέσα σε δέκα μέρες από τη στιγμή που εκδηλώθηκε το ενδιαφέρον του. Ο θείος ως επένδυση τη βλέπει την ομάδα, μόνο που με δεδομένο το θεσμικό πλαίσιο του ελληνικού ποδοσφαίρου και την ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσει (το ελληνικό ποδόσφαιρο) με τους κάθε λογής επενδυτές, ο θείος θέλει να βάλει όσο το δυνατόν λιγότερα, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εξασφάλιση αυτών που θα βάλει, για να κερδίσει όσο το δυνατόν περισσότερα.

Εκτός αν το χόμπι του είναι οι αγαθοεργίες, οπότε –κιμπάρης άνθρωπος είναι– μπορεί να πετάξει στη «μαύρη τρύπα» και 40-50 μύρια από τα 95 που είδε η κάμερα, για να μνημονεύεται το όνομά του από κάθε ΑΕΚτσή, έπειτα από χρόνια, τα Ψυχοσάββατα.

Το ενδιαφέρον της ιστορίας βρίσκεται στην έρευνα που έκανε (αν έχει συμβεί τέτοιο πράγμα) ο θείος Μπομπ για τις οικονομικές προοπτικές της ΑΕΚ και τα συμπεράσματα στα οποία κατάληξε. Πότε, ας πούμε, η ομάδα-επιχείριση θα μπορεί να αποπληρώνει τα χρέη της και να κερδίζει τόσα που θα της επιτρέπουν να χρηματοδοτεί το κυνήγι των στόχων της. Διότι μπορεί η ΑΕΚ (και κάθε ΑΕΚ) να είναι «ιδέα», αλλά για να παίξεις στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο, πόσω μάλλον στο Τσάμπιονς Λιγκ, πρέπει να είσαι «ιδέα» με μπάτζετ.

Και σε αυτό το γήπεδο τα «μπάτζετ» δεν είναι τηλεοπτικά. Αλλιώς, είπαμε, θα είχε γεμίσει ο κόσμος με τύπους που θα έδειχναν μηδενικά στις τηλεοράσεις. Και για να βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους, επειδή αυτό το καλαμπούρι παρατράβηξε, ο θείος Μπομπ κάποια έρευνα με τις προοπτικές της ομάδας που θέλει να «σώσει» δεν έχει κάνει. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε κάνει και εμείς μία σοβαρή έρευνα για τα κίνητρά του.

Σε ό,τι αφορά τα χρεόγραφα με τα 6 μηδενικά και την «αγάπη» του για την ΑΕΚ, τι τον εμπόδιζε τον θείο Μπομπ –που εσχάτως έγινε Χαράλαμπος– να κάνει εκείνη τη δωρεά των 300, άντε 100 λέω εγώ, χιλιάδων ευρώ στην Ερασιτεχνική και να της επιτρέψει να πάρει ανάσα;

Η ιστορία αυτή από την αρχή είχε γυάλινα πόδια και θα έβγαζε πολύ γέλιο αν δεν έδειχνε την ελληνική κακομοιριά, την ευπιστία, την ιδιοτέλεια και την ανοησία ορισμένων που φυσικά βρήκαν και τα κάνουν. Στο τέλος τέλος, αν ο θείος Μπομπ ψάχνει μια ποδοσφαιρική επένδυση, με το ασφαλιστήριο ζωής που διαθέτει, ας πάει να αγοράσει την Πόρτσμουθ. Ομάδα της Πρέμιερσιπ είναι, μόλις 30 εκατομμύρια κοστολογείται, άλλα τόσα έχει χρέος, και από προοπτικές να φάνε και οι κότες του θείου Μπομπ. Εκτός αν οι ελληνοαμερικανικές κότες προτιμούν μόνο ελληνικό και ιδίως ΑΕΚτσήδικο καλαμπόκι.

Βρε, πώς αλλάζουν οι καιροί

Στον κόσμο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου η δεκαετία που ολοκληρώνεται φέτος θα καταγραφεί ως η δεκαετία της μεγάλης σπατάλης. Απίστευτα ποσά ξοδεύτηκαν για μισθούς, συμβόλαια, μεταγραφές ή ακόμη και εξαγορές ομάδων. Αυτή η δεκαετία που πέρασε ανέδειξε όσο καμιά άλλη το «όραμα» της οικονομικής ανάπτυξης, την οποία χρηματοδοτούσαν τα δάνεια.

Οι υπερβολές και οι ανισότητες έγιναν το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της. Ανισότητες που έφθασαν σε προκλητικό –αν όχι προσβλητικό– σημείο με ποδοσφαιριστές οι οποίοι αμείβονταν με εκατομμύρια και φορολογούνταν με συντελεστή 20%. Επρεπε να συμβεί μία τόσο σοβαρή και εκτεταμένη οικονομική κρίση για να κάνει φανερές τις σάπιες βάσεις πάνω στις οποίες στηρίχθηκε η «ποδοσφαιρική ανάπτυξη» της τελευταίας δεκαετίας. Βέβαια, η τάση για την υπερβολή και τη σπατάλη έχει τις ρίζες της την περασμένη δεκαετία.

Ξεκίνησε με την πρώτη συμφωνία πώλησης τηλεοπτικών δικαιωμάτων και ενισχύθηκε μετά την εφαρμογή του νόμου Μποσμάν. Αν κάποιος θέλει να μελετήσει αυτή την ιστορία οικονομικής ανάπτυξης, δεν έχει παρά να κοιτάξει το πρωτάθλημα της Πρέμιερ Λιγκ και να κάνει τις συγκρίσεις. Αναφέρω ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα αυτής της τρέλας.

Ο εβδομαδιαίος μισθός του Μπέργκαμπ, όταν μεταγράφηκε στην Αρσεναλ το 1995 ήταν 15.000 στερλίνες. Ο εβδομαδιαίος μισθός ενός ποδοσφαιριστή του διαμετρήματος του Μπέργκαμπ σήμερα –ας πούμε του Τζον Τέρι– φθάνει τις 160.000! Είναι πια γνωστό σε όλους ότι η συντριπτική πλειονότητα των ποδοσφαιρικών επαγγελματικών ομάδων στην Ευρώπη βασανίζεται από χρέη και ελλείμματα που έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητά τους. Δείτε την περίπτωση της Λίβερπουλ φέτος, για παράδειγμα, αλλά και όλης της κορυφής της Πρέμιερ Λιγκ.

Η ισχυρή οικονομικά και ασυναγώνιστη μέσα στο γήπεδο τετράδα της περασμένης εξαετίας παρουσιάζει μεγάλες ρωγμές και αυτό έχει ως αποτέλεσμα ένα πρωτάθλημα στο οποίο περιορίζονται οι ανισότητες και γίνεται περισσότερο απρόβλεπτο. Δυστυχώς, δεν πιστεύω, όμως, ότι η κρίση θα σταθεί αφορμή να επανεξεταστούν το περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργεί και αναπτύσσεται το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Γεγονός που θα το πλήξει ανεπανόρθωτα.

Οι γιορτές των παιδιών

Το είχα υποψιαστεί πολύ πριν αποκτήσω παιδί. Για τα χαρακτηριστικά των γιορτών λέω. Που αφορούν κυρίως τα παιδιά και δευτερευόντως τους διαιτολόγους. Οι αγιοβασίληδες, τα πολύχρωμα φωτάκια και οι στολισμοί, η «αναγκαιότητα» των δώρων, τα «παραδοσιακά» στοιχεία, όλα διαμορφώνουν ένα σκηνικό χαράς –πολλές φορές κάπως «υποχρεωτικό»– μέσα στο οποίο τα παιδιά νιώθουν καλύτερα από τον οποιονδήποτε.

Αυτό σημαίνει και παροξυσμό κατανάλωσης, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα –ή τουλάχιστον είχε– δανεισμό χωρίς όρους ή με ελαστικότατους όρους. Εκείνο που με αφήνει απορημένο όλα αυτά τα χρόνια έχει να κάνει με το υπερβολικό φαγητό των ημερών. Καταλαβαίνω πως η γιορτή σηκώνει ιδιαιτερότητες, αλλά αυτό είναι ένα πρόσχημα που οι Ελληνες συχνά χρησιμοποιούμε για να δικαιολογήσουμε υπερβολές «αδικαιολόγητες».

Πάντως, το πράγμα τα τελευταία χρόνια είχε ξεφύγει. Αν, μάλιστα, κάποιος παρατηρήσει τα δελτία ειδήσεων της τελευταίας πενταετίας και τα συγκρίνει με τα φετινά, θα διαπιστώσει πόσο έχει περιοριστεί –σε έκταση και ένταση– το ρεπορτάζ αγοράς, αποτέλεσμα, κυρίως, της οικονομικής κρίσης.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x