Πόσος καιρός χρειάζεται για να κριθεί η δουλειά ενός προπονητή; Με ποια κριτήρια εκτιμάται αν ένας τεχνικός θα μπορέσει να δώσει στην ομάδα περισσότερα από όσα έχει ήδη προσφέρει; Προφανώς και δεν νοούνται απαντήσεις καθολικής ισχύος –και αποδοχής– σε ερωτήματα όπως αυτά.
Μεταξύ μας, ο αριθμός των απαντήσεων τείνει στο… άπειρο. Εξαρτάται, φερ' ειπείν, από τα πρόσωπα–παράγοντες που κάθε φορά αποφασίζουν. Από τα μυαλά τους, τις προτεραιότητες που έχουν θέσει, τον σχεδιασμό τους (αν υπάρχει), το κατά πόσο «επείγονται» να εξευμενίσουν τμήμα της αδημονούσας κερκίδας ή να καλύψουν δικά τους λάθη.
Σε τελική ανάλυση, τι ακριβώς ψάχνουμε; Το τι γίνεται ή το τι πρέπει να γίνεται; Και ποιος ορίζει τα «πρέπει» μέσα σε αυτό το πέλαγος των διαφορετικών περιπτώσεων και συνθηκών; Υπάρχουν συνταγές; Οχι. Υπάρχουν απλώς πράγματα που καταλαβαίνεις απολύτως, εν μέρει, ελάχιστα ή καθόλου.
Ενίοτε, περισσότερο κι από μία ακατανόητη απόλυση προπονητή, σε εκπλήσσει η είδηση ότι κάποιος κινδύνεψε να «καρατομηθεί». Να, ας πούμε τον καιρό που ο Γ. Παπακώστας ήταν στην Καβάλα, αν δεν με απατά η μνήμη μου τα ρεπορτάζ ανέφεραν πως τον… πλεύρισε επικίνδυνα η απόλυση, επειδή η ομάδα ηττήθηκε στην Ξάνθη. Τότε η Καβάλα ήταν 4η και αήττητη στις αναμετρήσεις με Ολυμπιακό και ΠΑΟ!
Με τυπικά κριτήρια η απόλυση Κετσπάγια ήταν αδιανόητη: πολύ γρήγορα και με τον Ολυμπιακό αήττητο. Στην πραγματικότητα, όποιος «ακτινογραφούσε» σωστά την όλη κατάσταση κατανοούσε ότι το μεγάλο «φάουλ» ήταν η πρόσληψη του Τιμούρ. Τώρα «πυκνώνουν», λέει, οι γκρίνιες για τον Ζίκο. Εδώ φθάνουμε στα όρια του εξωφρενικού!
Από την αρχή της σεζόν ο Ολυμπιακός αγωνίζεται με σύστημα 4-1-3-2. Δηλαδή, «τέσσερις τραυματίζονται, ένας αποθεραπεύεται, αργότερα έρχονται οι τρεις, αλλά χάνουμε πάλι δύο». Με προϋπάρχουσες «τρύπες», όπως αυτή στην αριστερή πτέρυγα. Ο Ζίκο σουλούπωσε σε αδρές γραμμές την ομάδα και την τόνωσε ψυχολογικά. Ο Ολυμπιακός βρίσκεται στους «16» του Τσάμπιονς Λιγκ. Στην εγχώρια κούρσα απέχει δύο βαθμούς από τον ΠΑΟ, έχοντας «βγάλει», έτσι... μισός, ελαφρώς δυσκολότερο πρόγραμμα από τους «πράσινους».
Τι ακριβώς να καταλογίσουμε στον Ζίκο; Οτι το μονίμως εφημερεύον «ερυθρόλευκο» νοσοκομείο δεν αποκρυστάλλωσε καθαρή αγωνιστική φυσιογνωμία; Οτι ο Ζίκο δεν έμαθε ακόμη απ' έξω κι ανακατωτά τα χαρακτηριστικά όλων των παικτών του Ολυμπιακού, ώστε να κάνει τις καλύτερες δυνατές αλχημείες όταν ξεμένει από παίκτες; Α, ξέχασα… Είναι και ο αποκλεισμός από τις Σέρρες στο Κύπελλο.
Κι όμως, κατά βάση ο Τύπος βρίσκει λογική την γκρίνια για τον Ζίκο –αν δεν την υποδαυλίζει κιόλας. Κατά βάση ο Τύπος δυσφορεί με τον Σάντος, που έχει φτιάξει έναν «άγονο» ΠΑΟΚ. Πόσο αληθεύει, πλέον, αυτό; Στο τέλος του πρώτου γύρου η παραγωγικότητα του –σταθερότατου στην 3η θέση– ΠΑΟΚ υστερεί μόνο έναντι των δύο «αιωνίων» και του Πανιωνίου. Η ομάδα έχει πετύχει όσα γκολ σημείωσε και η ΑΕΚ (19), μόνο που ο αθηναϊκός «Δικέφαλος» έχει άμυνα–σουρωτήρι (20 γκολ).
Στον αντίποδα όλης αυτής της τάσης να «σταυρώνουμε» προπονητές, βρίσκεται ο Μπάγεβιτς που ποτέ δεν φταίει. Τα λέγαμε και χθες. Τρεις, ακόμη, επισημάνσεις. Πρώτον: έτσι όπως βασανίζεται η ΑΕΚ, σε οικονομικό και διοικητικό επίπεδο, εξυπακούεται ότι δεν είναι ο Μπάγεβιτς το μεγάλο της πρόβλημα. Μέχρι στιγμής, όμως, ο Ντούσαν πιστοποιεί ότι είναι τμήμα του συνολικού προβλήματος κι όχι παράγοντας άμβλυνσής του.
Δεύτερον: το κακό είναι ότι σε κανέναν τομέα της δουλειάς του Μπάγεβιτς δεν φαίνεται επαρκές «φως». Μια φορά κι έναν καιρό (μακρινό) ο Ντούσαν φημιζόταν για πολλά. Οτι έπαιρνε το καλύτερο δυνατό από κάθε παίκτη. Οτι ενέπνεε την εκάστοτε ομάδα του. Οτι οι ποδοσφαιριστές τους οποίους διάλεγε κατά κανόνα τον δικαίωναν. Οτι εξασφάλιζε ένα μίνιμουμ σταθερής απόδοσης των ομάδων του. Οτι, ότι, ότι. Τι από όλα αυτά φαίνεται, αμυδρά έστω;
Τρίτον: τα διάφορα «μιλούν οι τίτλοι του πολυνίκη» μου θυμίζουν τις συζητήσεις μεταξύ ορισμένων –μεσόκοπων και γηραλέων– τύπων που είχαν πάει στη συναυλία του Φρανκ Σινάτρα, στο ΟΑΚΑ, το 1992. Οι μισοί δήλωναν θλιμμένοι επειδή με το ζόρι έβγαινε η φωνή του κι άλλοι μισοί απαντούσαν απαριθμώντας πόσα #1 είχε στην καριέρα του.
Βεβαίως, ποτέ δεν ξέρεις. Ενίοτε οι προπονητές, όπως και οι καλλιτέχνες, ανακάμπτουν εκεί που νομίζεις ότι παρήκμασαν οριστικά. Να, ο Νιλ Γιανγκ έβγαζε τραγικούς δίσκους από το 1980 έως το 1989, αλλά από τότε μέχρι σήμερα παράγει μια χαρά μουσική. Το ερώτημα είναι: έχει η ΑΕΚ λόγους να ποντάρει στην προσδοκία ότι θα ζωντανέψει ένα τοτέμ; Αμφιβάλλω. Το τοτέμ ίσως ζωντανέψει, αλλά αυτό δύσκολα θα γίνει στο ίδιο περιβάλλον (ομάδα), στο οποίο απέτυχε παταγωδώς. Κι ας διστάζουΜΜΕ να το πούμε…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.