Στον Παναθηναϊκό μας αρέσει να παίζουμε με τις λέξεις: αμυντικός-Hummer, επιθετικός-Ferrari, ξανά μανά αμυντικός-Killer, ένας αντι-τέτοιος, ένας σαν τον άλλον, γύρω γύρω όλοι στη μέση ο Μανώλης. Αν ο παίκτης σου βγει Hummer, Ferrari, Porsche ή κάποιο άλλο ακριβό αυτοκίνητο, μπορείς μετά να καμαρώνεις για την επιλογή σου και τις προγραμματικές σου δηλώσεις.
Αλλά υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να βαφτίσεις Hummer τον Χρήστο Μελίσση, Ferrari τον Ροντρίγκο Σόουζα, να διαπιστώσεις τελικά ότι ο πρώτος είναι Skoda κι ο δεύτερος Lada και να την κλείσεις την αντιπροσωπία. Αλλωστε, ο πρόεδρος στα πλοία ειδικεύεται και τα αυτοκίνητα ίσως να μην είναι το φόρτε του.
Τα πράγματα είναι απλά: βλέπεις τις οικονομικές δυνατότητές σου ως ομάδα, τους παίκτες που μπορείς να δελεάσεις ως επίπεδο πρωταθλήματος, κοιτάζεις τους άμεσους ανταγωνιστές σου και το ένδοξο παρελθόν σου και βαράς στον σταυρό. Διότι αν π.χ. ψάχνεις ή ψάξεις κάποια στιγμή για επιθετικό, είναι δόκιμο να πεις «ψάχνω για τον αντι-Βαζέχα», τον παίκτη δηλαδή που πλήρωσες ελάχιστα και πρόσφερε τα μέγιστα επί μεγάλη σειρά ετών.
Αλλά επειδή λαχεία σαν τον Βαζέχα δεν κληρώνουν κάθε χρόνο, πολύ καλά έκαναν το καλοκαίρι κι έβαλαν το χέρι βαθιά στην τσέπη για να φέρουν τον Σισέ, δηλαδή ένα σπουδαίο παίκτη σε καλή ηλικία, αλλά όχι τόσο σπουδαίο ή τόσο μικρής ηλικίας που να ακούει Ελλάδα και να κόβει λάσπη.
Στο θέμα του αμυντικού, όμως, μας διακρίνει μια υποκρισία. Πρακτικά τι συνέβη; Ο Παναθηναϊκός έχασε τον Μέλμπεργκ το καλοκαίρι, το έχει μετανιώσει πικρά, βλέποντας τόσο τις δικές του αδυναμίες στην άμυνα όσο και τις εμφανίσεις του Σουηδού στον Ολυμπιακό, αλλά και το πόσο έχει βελτιωθεί πλάι του ο Αβραάμ και ψάχνει ακριβώς αυτό: έναν αμυντικό με την κλάση, την ποιότητα, το βιογραφικό και τις παραστάσεις του Μέλμπεργκ.
Ας το πούμε, χωρίς να ντρεπόμαστε, όλοι κάνουν λάθη: άλλος προτίμησε τον Σαΐνιο κάποτε αντί του Κατσουράνη, άλλος τον Κόβατς αντί του Σηφάκη, άλλος είπε «έλα, μωρέ, ποιος Διαμαντίδης, αυτός του Ηρακλή;» κι άλλος δεν πήρε τον Στέλιο Γιαννακόπουλο, διότι νόμιζε ότι πήγαιναν να του «φορτώσουν» μαζί και κάποιον Τζόρτζεβιτς. Κι ας πούμε ότι Μέλμπεργκ δεν βρίσκεις κάθε μέρα, ειδικά τον Γενάρη που τα περισσότερα πρωταθλήματα (πλην Γερμανίας, Ρωσίας, Ουκρανίας και Σκανδιναβίας) είναι στο φόρτε τους.
Και ο Μαρτσένα είναι ένα πουλί που πέταξε πια μακριά. Κι ο Ντούριτσα, ο Γίρανεκ και οι λοιποί «δικοί μας άνθρωποι» τελικά καταλάβαμε ότι δεν είναι top class. Γιατί να πέφτουμε στη λούμπα της υποκρισίας για δεύτερη κολλητή φορά και να λέμε ότι θέλουμε έναν αμυντικό-killer «σαν τον Σωτήρη Κυργιάκο»; Τι μας απαγορεύει να πούμε το όνομά του, αν θεωρούμε ότι πληροί όλες αυτές τις προδιαγραφές που έχουμε θέσει ως ιδανικές; Δεν ξέρω αν είναι αυτό που θέλει η ομάδα, αλλά δεν είναι και δική μου δουλειά.
Αυτοί που κοουτσάρουν, που ψάχνουν παίκτες και που πληρώνουν, είναι οι αρμόδιοι να το αποφασίσουν. Το καλοκαίρι ακούστηκε ότι κάποιοι τον ήθελαν, κάποιοι δεν τον ήθελαν, κάπου σκάλωσε το πράγμα –όπως έγινε και με τον Τεν Κάτε– και ο Κυργιάκος πήγε στη Λίβερπουλ.
Αραγε, τώρα συντρέχουν ακόμα οι ίδιοι λόγοι ή οι ίδιες ενστάσεις; Μήπως φοβόμαστε το πέσιμο όλων αυτών που δεν βλέπουν τις επιστροφές με καλό μάτι; Μήπως ανησυχούμε πώς θα εμφανίσουμε ως «σωτήρες» αυτούς που κάποτε αποκαλέσαμε «λούζερς» και «γενιά της Ριζούπολης»; Και τελικά, για πόσο ακόμα θα αφήνουμε τις αγκυλώσεις, τις εσωστρέφειες και τις φαγωμάρες να κάνουν κουμάντο και να «παίζουν μπάλα» σε αυτή την ομάδα;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.