Οι άνθρωποι που μας «κυβερνούν» ποδοσφαιρικά έχουν τη δυνατότητα, το προνόμιο και τη διάθεση να ανεβοκατεβάζουν τους τόνους, σαν να ανεβοκατεβάζουν τα ρούχα στην ντουλάπα. Εκείνοι βαράνε το ντέφι, εμείς χορεύουμε σαν τις αρκούδες. Αμολάνε ατάκες ή φερόμενες ως ατάκες, τις παίρνουν πίσω. Προγραμματίζουν ανοικτές προπονήσεις, μετά αποφασίζουν κλειστές προπονήσεις, αλλά με την παρουσία αντιπροσώπων των οργανωμένων.
Κάνουν ανακωχή στις συσκέψεις για τα μέτρα ασφαλείας και στη συνέχεια κηρύσσουν ανένδοτο για 15 παραπάνω ή 15 λιγότερες προσκλήσεις. Κατηγορεί ο ένας τον άλλον γι' αυτά που είπε τώρα, πέρυσι ή πρόπερσι, γι' αυτά που υπονόησε, γι' αυτά που σκέφτηκε. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν οι παραγοντοπατέρες είναι πως από τη στιγμή που βάζουν εκείνοι την πρώτη φιτιλιά στον κόσμο, το πράγμα φουντώνει αμέσως. Ακόμα κι αν οι ίδιοι αποφασίσουν να ηρεμήσουν την κατάσταση την επόμενη κιόλας μέρα, είναι πολύ αργά.
Σαν να πετάς ένα αναμμένο στουπί στα ξερά χόρτα κι επειδή πας και σβήνεις το στουπί, έχεις την προσδοκία ότι θα σβήσουν ταυτόχρονα και τα χόρτα, που έχουν ήδη λαμπαδιάσει. Είναι τουλάχιστον αφελές. Το γιατί ο κόσμος είναι γκαζωμένος και του αρκεί μια σπίθα για να φουντώσει, να πωρωθεί, να εξαγριωθεί ή να ξεφύγει τελείως είναι μια μεγάλη κοινωνικο-πολιτικο-οικονομική συζήτηση και έχει να κάνει με τον ψυχισμό του Νεοέλληνα, την παιδεία ή την έλλειψή της, τη διέξοδο που αναζητεί κάποιος που δεν περνά καλά στο σπίτι του και δεν την παλεύει και καμιά δεκαριά ακόμα πράγματα, που δεν είναι της παρούσης, ούτε της στιγμής ούτε της εφημερίδας.
Αυτό που έχει σημασία, πέρα από τους ποδοσφαιριστές, τους προπονητές, τον διαιτητή και τους βοηθούς του και το θέαμα, στο όνομα του οποίου όλοι πίνουμε νερό, αλλά τελικά βολευόμαστε με τα βαθμουλάκια κι αδιαφορούμε για το πώς ακριβώς ήρθαν, είναι η ψυχολογία του κόσμου. Σε όλες τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου η συντριπτική πλειονότητα των οπαδών περιμένει το μεγάλο τοπικό ντέρμπι για να δει μπάλα, να δει κατάμεστο γήπεδο, οπαδούς και των δύο ομάδων στις εξέδρες, να πάρει λίγο κλίμα, να δει τους ποδοσφαιριστές να υπερβάλλουν εαυτούς για τη νίκη.
Εδώ στο Ελλάντα η συντριπτική πλειονότητα περιμένει τα τοπικά ντέρμπι για να έχει ένα άλλοθι καφρίλας πριν και κυρίως μετά το παιχνίδι, ανάλογα με το αποτέλεσμα, τα διαιτητικά λάθη, το πόσο μεγάλη την έχει ο ένας ή ο άλλος παίκτης και πόσο παντελονάτος και μάγκας είναι αυτός που κλότσησε τον αντίπαλο στα μούτρα ή ύψωσε το μεσαίο του δάχτυλο στους αντίπαλους οπαδούς. Περιμένουμε τα παιχνίδια για να περιλάβουμε τη μάνα, την αδελφή, το σπίτι του αντίπαλου ποδοσφαιριστή, για να πούμε χυδαία ρατσιστικά σχόλια, ειδικά σε αυτόν που ξέρουμε ότι μπορεί να τσιμπήσει, να εκνευριστεί και είτε να μην παίξει καλά είτε να αποβληθεί –ιδανικά και τα δύο.
Για να πιέσουμε ψυχολογικά τον εκάστοτε Τάσο Κάκκο από το πρώτο πλάγιο που νομίσαμε ότι ήταν για μας και το έδωσε στους άλλους, ώστε να μην το ξανακάνει. Να κερδίσουμε με μουσαντέ πέναλτι στο 90'. Να μείνει ο αντίπαλος με 10, με 9, με 8. Αυτά γουστάρουμε. Επειδή εγώ προσωπικά όλα αυτά δεν τα γουστάρω καθόλου, είτε στο Καραϊσκάκη, είτε στο ΟΑΚΑ, είτε από τους δικούς μου, είτε από τους απέναντι, μπορώ απλώς να ελπίζω και να κάνω τον σταυρό μου. Οτι τη Δευτέρα θα έχουμε να συζητάμε μόνο για μπαλίτσα και για τίποτα παράπλευρο, παρελκόμενο ή παρεπόμενο. Ας ελπίσουμε όλοι μαζί κι ας πλακωθούμε στα σταυρολογήματα, μπας και πιάσει.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.