Το να φωνάζει ο εισαγγελέας παράγοντες για πράγματα που είπαν στο privacy των γραφείων τους, των αποδυτηρίων ή σε εκδηλώσεις προσκαλεσμένων είναι το λιγότερο υπερβολή. Σε μια κοινωνία που, όπως έλεγε και ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, το πρόβλημά της είναι ότι δεν τηρεί δημόσια τους νόμους, φράσεις που λέγονται ιδιωτικά, χωρίς πρόθεση να δημοσιοποιηθούν, είναι υπερβολή να σηκώνουν παρέμβαση. Γιατί τα λόγια του Σωκράτη Κόκκαλη στην ομιλία του στους παίκτες είναι βέβαιο ότι δεν ειπώθηκαν για να διαρρεύσουν. Αποδεικνύεται απ' το ότι σε κάθε εφημερίδα δημοσιεύτηκαν με παραλλαγές, γεγονός που δεν θα συνέβαινε αν με τα λόγια υπήρχε πρόθεση να περαστεί κάποιο μήνυμα.
Τα λόγια του Κόκκαλη ήταν το ίδιο σοβαρά όσο το γενέθλιο τραγούδι του Γιάννη Βαρδινογιάννη για το τι πρέπει να κάνουν οι παίκτες του Παναθηναϊκού στον gay τον Ολυμπιακό ή το της τάβλας άσμα του Κώστα Καραμανλή, που σε ένα δείπνο με συνεργάτες του αφηρημένος είχε αρχίσει να μουρμουρίζει το ίδιο hit που τραγούδησε ο Βαρδινογιάννης. Η άλλη πλευρά του λόφου είναι ότι οι επώνυμοι άνθρωποι ζουν σε γυάλινα σπίτια. Κάτι που θα πει ο ανώνυμος οπαδός και θα περιοριστεί στους τέσσερις τοίχους του καφενείου ή του γραφείου του, ο επώνυμος οφείλει να ξέρει ότι αν μαθευτεί θα πάρει άλλη διάσταση. Οπότε ως προς την αμέλεια ο Κόκκαλης είναι ένοχος. Το μόνο πάντως που καταλαβαίνω από την κλήση του Κόκκαλη στον εισαγγελέα ήταν το μήνυμα να πέσουν οι τόνοι και όχι να ασκηθεί δίωξη.
Αντίθετα, η επίσκεψη του Σοφοκλή Πιλάβιου στον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, που ο υπουργός αποκάλυψε στην εκπομπή με τον Κάρπετ, είχε αντικείμενο τη δίωξη όσων έστηναν ματς, την οποία η ελλιπής ελληνική έρευνα δεν είχε επιτρέψει. Είναι ταπείνωση του ελληνικού κράτους όχι μόνο να μην ανακαλύπτει το ίδιο τις ενδείξεις ότι ελληνικά ματς στήθηκαν για το στοίχημα, αλλά να παραπετάει τον πρώτο φάκελο που είχε στείλει η ΟΥΕΦΑ. Και είναι προς τιμήν του Πιλάβιου ότι αντί να προσπαθήσει να κουκουλώσει την υπόθεση, πήγε στον Χρυσοχοΐδη για να συζητήσουν τη στρατηγική που θα ακολουθηθεί. Η στρατηγική είναι και το ασθενές σημείο σε καθετί που επιχειρείται στην Ελλάδα. Θυμάμαι τον μακαρίτη τον Γιώργο Μαύρο να έχει κάνει δύο χρόνια δουλειά στο πώς αντιμετωπίζουν οι άλλες χώρες το πρόβλημα του χουλιγκανισμού και όταν επιστρέφει στην Ελλάδα να καταλαβαίνει ότι η δική μας υπηρεσία είναι ένα γραφείο με έναν αρχιφύλακα στη ΓΑΔΑ.
Μόνο λόγο ύπαρξης είχε να συντάσσει έγγραφα και να απαντά στις άλλες αστυνομικές διευθύνσεις, ώστε οι άλλες αστυνομίες να νομίζουν ότι έχουμε κι εμείς ειδική υπηρεσία χουλιγκανισμού. Επειτα από δύο χρόνια, το 2006, στη βράβευση που είχε γίνει στον Εργοτέλη ως την ομάδα με τα λιγότερα κρούσματα χουλιγκανισμού στην Α’ Εθνική Κατηγορία, είχα γνωρίσει έναν 35άρη αξιωματικό της Αστυνομίας που μου έλεγε ότι ανέλαβε να οργανώσει υπηρεσία, έχει στήριξη και προσωπικό και θα δούμε έργο. Λίγο καιρό αργότερα έγινε η δολοφονία στη Λεωφόρο Λαυρίου. Αϊντε πάλι κινητοποίηση, άιντε επιδρομές και δηλώσεις για την πάταξη του χουλιγκανισμού, άιντε να βλέπουμε τα όπλα και τις φούντες στην τηλεόραση και μετά τίποτα. Ο λόγος δεν είναι η «οργάνωση» που συνηθίζουμε να πιπιλάμε, αλλά οι στόχοι, πάντα σε σχέση με τον χρόνο. Το αντικείμενο είναι μέχρι το ολοκληρωτικό πάτημα του χουλιγκανισμού να υπάρξουν ενδιάμεσοι σταθμοί, ώστε να ελέγχεται η πρόοδος του προγράμματος. «Σε δύο χρόνια να έχουν μειωθεί τα σοβαρά επεισόδια κατά 60%. Μειώθηκαν 70%; Πετύχαμε. Κατά 40%; Αποτύχαμε με τα τσαρούχια».
Τώρα, ότι το θέμα της πάταξης του χουλιγκανισμού δεν είναι μόνο θέμα της Αστυνομίας δεν χρειάζεται να γραφτεί. Οταν οι διοικήσεις εξαρτώνται από τη διάθεση των οργανωμένων, οι δημοσιογράφοι τούς φοβούνται και οι πολιτικοί δεν βρίσκουν τον λόγο να χαλάσουν καρδιές ψηφοφόρων, ο ένας τα ρίχνει στον άλλον και όλοι μαζί δεν κάνουν τίποτα. Και μια ενδιαφέρουσα παράμετρος είναι ότι η κατάσταση έγινε χειρότερη με τη βελτίωση των Μέσων επικοινωνίας. Πρώτον, με το Ιντερνετ. Για να προσελκύσουν αναγνώστες, δημοσιογράφοι σε διάφορα blogs και sites βάζουν σχόλια αμοντάριστα. Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται μια ατμόσφαιρα μίσους, που αποκτά και κύρος με την υπογραφή του δημοσιογράφου που άνοιξε το θέμα. Δεύτερον, και προφανώς, με το ραδιόφωνο. Με τους «δημοσιογράφους» που έχουν κάνει καριέρα κάνοντας το ζωντανό jukebox, διαβάζοντας μηνύματα ό,τι κι αν γράφουν και ακροατές που στο όνομα του «καλαμπουριού» δηλητηριάζουν στις ανοιχτές γραμμές την ατμόσφαιρα.
Και φυσικά με τις εφημερίδες, που ψάχνοντας να βρουν πελάτες στον πάτο του αναγνωστικού βαρελιού κοντεύουν να δώσουν δωρεάν Mολότοφ για να πετάνε τα πουλάκια της κερκίδας. Αυτό όμως που χρειάζεται πάνω απ’ όλα είναι το θάρρος. Με όλα του τα καλά και τα κακά, ο Ντέμης Νικολαΐδης όταν αποφάσισε να στραφεί εναντίον των χούλιγκαν της ίδιας του της ομάδας το έκανε μέχρι τέλους, μέχρι τη μήνυση. Ούτε καν προσπάθησε να ωραιοποιήσει τη γλώσσα. Δεν είπε «θα τους καταγγείλω», αλλά «θα τους δώσω». Εμείς έχουμε κάνει φιλελευθερισμό τη δειλία, λέγοντας ότι δεν θέλουμε να μπλέκουμε τις αστυνομίες. Το θέμα του χουλιγκανισμού είναι περίπλοκο. Αν όμως ο καθένας κοιτάξει ποιος είναι ο δικός του ρόλος στην πάταξή του πριν ρίξει το κρίμα στους άλλους, όλα θα είναι πιο εύκολα.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.