Παρακολουθώντας παιχνίδια μεταξύ εθνικών ομάδων έχω την εντύπωση ότι η παγκοσμιοποίηση μπορεί να θολώνει τα εθνικά ποδοσφαιρικά χαρακτηριστικά των ομάδων, αλλά η παράδοση, καθώς μεταφέρεται από προπονητές, ποδοσφαιριστές, αθλητικογράφους και φιλάθλους είναι αρκετά ισχυρή για να διατηρεί αυτά τα χαρακτηριστικά ευδιάκριτα.
Ακουγα τους Αντώνηδες εχθές που είχαν μία κουβέντα στην εκπομπή τους στο NovaΣΠΟΡ FM σχετικά με την παρατήρηση του Σκολάρι για την αισιοδοξία που είχαν οι Πορτογάλοι πριν από το παιχνίδι τους με τους Γερμανούς, στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα που έγινε πέρυσι στα γήπεδα της Αυστρίας και της Ελβετίας.
«Κατεβάστε λίγο τους τόνους», τους είχε πει ο Σκολάρι, «γιατί αυτοί έχουν 8 παίκτες πάνω από 1,85 και μεις 8 κάτω από 1,75». Αυτό τελικά μέτρησε στο παιχνίδι, αλλά δεν μπορεί να πει κάποιος ότι ο πιο ψηλός ή ο πιο δυνατός κερδίζει πάντα. Μάλιστα, όπως παρατήρησε ο Αντ. Πανούτσος, κάποια στιγμή η Γερμανία στη δεκαετία του '90 είχε τους πιο κοντούς μέσους, αλλά αυτό δεν είχε αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά της γερμανικής ομάδας.
Μάλλον γιατί η παράδοση που μεταφέρεται είναι τόσο ισχυρή που διατηρεί αυτά τα χαρακτηριστικά. Τα τελευταία χρόνια αρχίζω να πιστεύω πως κάθε χώρα ανακάλυψε αρκετά σύντομα, τις ποδοσφαιρικές της δυνατότητες αλλά παρ' όλα αυτά μοιάζει να μην τις εμπιστεύεται. Το βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο χαρακτηρίζεται από το έμφυτο ταλέντο και τον αυτοσχεδιασμό, όμως με το πέρασμα των χρόνων υιοθετεί την αμυντική οργάνωση των Ιταλών.
Το ιταλικό ποδόσφαιρο χαρακτηρίζεται από τον κυνισμό και τον ευφυή τακτικισμό και όμως θαυμάζει και φοβάται τη φυσική δύναμη των Αγγλων. Το αγγλικό ποδόσφαιρο χαρακτηρίζεται από την ενέργεια και το πείσμα, αλλά θεωρεί πως πρέπει να μιμηθεί την τεχνική των Βραζιλιάνων. Η ιστορία της ποδοσφαιρικής τακτικής, όπως ευφυώς σημειώνει στο βιβλίο του «Inverting the Pyramid» ο Τζόναθαν Γουίλσον, μοιάζει να είναι η ιστορία δύο ζευγαριών αντιθέσεων που συνδέονται.
Από τη μία πλευρά βρίσκεται το ζεύγος της αισθητικής απέναντι στο αποτέλεσμα και από την άλλη βρίσκεται η τεχνική με τη δύναμη. Το στοιχείο που επιτείνει τη σύγχυση αφορά εκείνους που ενώ γαλουχήθηκαν με την ποδοσφαιρική παιδεία η οποία αναγνώριζε την υπεροχή στην τακτική, είχαν την τάση να υιοθετούν μία περισσότερο δυναμική προσέγγιση στο παιχνίδι προκειμένου να σημειώσουν αποτελέσματα.
Αντιθέτως, εκείνοι που είχαν σαν βασικό ποδοσφαιρικό χαρακτηριστικό τους τη δύναμη, επέλεγαν τον ρεαλισμό της τακτικής. Και η ομορφιά του ποδοσφαίρου ή τουλάχιστον αυτό που αρέσει στον κόσμο να βλέπει, επαφίεται στην εκτίμηση του θεατή. Τα σκεφτόμουν όλα αυτά βλέποντας –με καθυστέρηση, αφού πλέον δεν μπορεί κάποιος να τα προλάβει όλα- το παιχνίδι της Βραζιλίας με την Αγγλία, στο Κατάρ.
Βέβαια, ήταν ένα φιλικό παιχνίδι που οργανώθηκε γιατί το Κατάρ θέλει να φτιάξει από τώρα κλίμα για την υποψηφιότητά του για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018. Ομως, ακόμη και σε τέτοια παιχνίδια και μάλιστα ανάμεσα σε τέτοιους αντιπάλους. Tο γόητρο είναι πολύ ισχυρό κίνητρο. Δεν το κρύβω ότι εκείνη η ομάδα που με ενδιέφερε περισσότερο ήταν η Βραζιλία, που τη θυμάμαι πολύ αχνά από το Μουντιάλ του '70 και μου έχει κάνει εντύπωση ο αργός τρόπος μετασχηματισμού αυτής της ομάδας.
Πως δηλαδή μοιάζει να θυσιάζει τα βασικά ποδοσφαιρικά της χαρακτηριστικά, τη θεαματικότητα του ατομικού ταλέντου, την ελευθερία δράσης και το επιθετικό πνεύμα, στον βωμό του αποτελέσματος. Ομολογώ ότι η τελευταία μεγάλη Βραζιλία που ανταποκρινόταν σε αυτά τα χαρακτηριστικά ήταν εκείνη του '82 που δεν έφθασε ούτε στην τετράδα. Και θυμάμαι και δύο ακόμη μεγάλες ομάδες του παρελθόντος που έπαιξαν σπουδαίο ποδόσφαιρο, όπως η Ουγγαρία του '54 και η Ολλανδία του '74, αλλά που δεν κέρδισαν τίποτε.
Η «νέα» Βραζιλία είναι...
Ο πρώτος που έκανε τη σχετική επισήμανση νομίζω πως ήταν ο Τοστάο όταν κατηγόρησε τον Ντούνγκα ότι μεταμόρφωσε τη Βραζιλία σε ένα αντίγραφο της Ιταλίας. Αυτή την άποψη ενίσχυσε ο προπονητής της εθνικής Αγγλίας, ο Φάμπιο Καπέλο, μετά το παιχνίδι των δύο ομάδων στο Κατάρ, που δήλωσε πως η πενταετής παραμονή του Ντούνγκα ως ποδοσφαιριστή στη Serie A τον δίδαξε τη σπουδαιότητα του ιταλικού ρεαλισμού.
Η αλήθεια είναι πως αυτό που είχα κωδικοποιήσει στο μυαλό μου για την εκρηκτική δημιουργικότητα του παιχνιδιού των Βραζιλιάνων, εδώ και αρκετά χρόνια έχει δώσει τη θέση του σε μία πιο μηχανιστική προσέγγιση για την οποία υπάρχει εξήγηση. Ειδικά σε αυτή την ομάδα.
Ο Ντούγκα, ο προπονητής και δημιουργός της, που ήταν η ανασταλτική δύναμη στη μεσαία γραμμή της Βραζιλίας που πήρε τον παγκόσμιο τίτλο στο Μουντιάλ του '94, έχει θυσιάσει το ελεύθερο και θεαματικό ποδόσφαιρο στον βωμό του αποτελέσματος.
Η Βραζιλία της φουλ επίθεσης έγινε μία ομάδα που τώρα δίνει βάρος στην άμυνα και τις αντεπιθέσεις. Ο Κακά, λίγο πριν από το παιχνίδι εναντίον της Αγγλίας στο Κατάρ, δήλωσε κάτι που είναι φανερό ότι έχει περάσει στο DNA αυτής της ομάδας: «Το πιο σημαντικό είναι να νικήσουμε και μετά να προσπαθήσουμε να ευχαριστήσουμε τον κόσμο. Αλλά πρέπει πρώτα από όλα να διασφαλίσουμε τη νίκη».
Οι αλλαγές που έχει κάνει σε αυτή την ομάδα ο Ντούνγκα ισοδυναμούν με μία πολιτιστική επανάσταση στο ποδόσφαιρο. Είχε πει μετά την επικράτηση της Βραζιλίας στο Κύπελλο Συνομοσπονδιών, τον περασμένο Ιούνιο: «Η βασική μου επιδίωξη ήταν να πάρω ποδοσφαιριστές που ήταν σταρ στους συλλόγους τους και να τους κάνω εργάτες σε αυτήν την ομάδα».
Είχε διαπιστώσει ότι η ομάδα που παρέλαβε από τον τεχνικό του 2006, τον Παρέιρα, είχε έλλειμμα ομαδικότητας και η δική του αντίληψη για το ποδόσφαιρο λέει πως όταν μια ομάδα έχει υψηλό βαθμό συνοχής, τότε μπορεί να αναδειχθεί και το ατομικό ταλέντο. Αν όμως δεν υπάρχει ομαδικότητα, τότε και το ατομικό ταλέντο βυθίζεται μαζί με όλη την ομάδα. Ενα καθαρά ιταλικό σκεπτικό σε ό,τι αφορά την τακτική. Αυτή η αλλαγή δεν οφείλεται μόνο στον χαρακτήρα και τις απόψεις του προπονητή.
...μiα ευρωπαϊκή ομάδα
Μπορεί ο Ντούνγκα να έφτιαξε μία ομάδα κατ' εικόνα και κατ' ομοίωση του στυλ που είχε όταν αγωνιζόταν, αλλά σε αυτό δεν θα πρέπει να συνάντησε μεγάλες δυσκολίες, αν συνυπολογίσει κάποιος ότι όλοι οι Βραζιλιάνοι ποδοσφαιριστές αγωνίζονται στην Ευρώπη.
Εχουν εθιστεί σε ένα πολύ περισσότερο πειθαρχημένο ποδόσφαιρο από αυτό που παίζεται στη Λατινική Αμερική και έτσι ταιριάζουν εύκολα στη φιλοσοφία του Ντούνγκα, που θεωρεί πως η εθνική δεν είναι υπόθεση ταλέντου ή επιδεξιότητας μόνο, αλλά κυρίως μία ιστορία αποτελεσματικότητας και δέσμευσης.
Στο Κύπελλο Συνομοσπονδιών, η Βραζιλία του Ντούνγκα έδειξε πως προσέχει πολύ την άμυνά της και ότι μόλις κερδίσει την μπάλα βγαίνει πολύ γρήγορα στην αντεπίθεση. Εκεί που το ταλέντο των Βραζιλιάνων κάνει τη διαφορά. Ενα ταλέντο που είναι οπωσδήποτε σημαντικό όπλο, αλλά αν δεν συνδυαστεί και με άλλα πράγματα –σύμφωνα με την αντίληψη του Ντούνγκα- δεν μπορεί να φέρει αποτελέσματα.
Αυτός ο τρόπος παιχνιδιού δεν αρέσει στους Βραζιλιάνους φιλάθλους, πρώτα από όλα, αλλά η γκρίνια τους πνίγεται σε αποτελέσματα όπως το 3-1 επί της Αργεντινής. Ο Ντούνγκα έχει βρει τη συνταγή. Μένει να δούμε αν θα δουλέψει του χρόνου στη Ν. Αφρική.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.