Παλαιότερες

Το ποδόσφαιρο των μύθων

SportDay

Tο ποδόσφαιρο, όπως όλα τα πράγματα που κρύβουν μεγαλείο, είναι απλό. Και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο και εύπλαστο. Μπορεί να γίνει το ποδόσφαιρο των θρύλων, της τραγωδίας, της απόλαυσης, της πίκρας, της σύμπτωσης, της συνωμοσίας, της ανίας, των μύθων, της εξουσίας ή του κέρδους. 'Η και όλα μαζί. Για έναν πολύ απλό λόγο. Γιατί κουβαλάει μέσα του τον άνθρωπο, άρα και τα χαρακτηριστικά του. Οπως, όμως, ο άνθρωπος έτσι και ο χαρακτήρας του ποδοσφαίρου διαμορφώνεται από την επίδραση που ασκεί στο παιχνίδι το περιβάλλον.

Ενα περιβάλλον στο οποίο θα προέχει η απόλαυση του παιχνιδιού διαμορφώνει ένα ποδόσφαιρο συναρπαστικό, ένα ποδόσφαιρο ενδιαφέρον. Ενα περιβάλλον στο οποίο κυριαρχούν η επιδίωξη του κέρδους, η διαφθορά και η επιβεβαίωση της εξουσίας του ισχυρότερου μπορεί να διαμορφώσει ένα ποδόσφαιρο της καχυποψίας, της αθλιότητας, της βίας, της ανίας, εν ολίγοις ένα ποδόσφαιρο χωρίς κανόνες. Ενα ποδόσφαιρο-εμπόρευμα που μπορεί να είναι «καλό», αδιάφορο ή και κακό.

Ενα τέτοιο παιχνίδι που έχει παραδοθεί στην εμπορευματοποίηση δεν είναι δυνατόν να μην έχει τα είδωλά του. Τους «κράχτες» του. Μόνο που αυτά τα είδωλα έχουν μια λάμψη επίπλαστη, κατασκευασμένη. Μια λάμψη που διαρκεί όσο φέρνει χρήματα. Οταν πάψει να φέρνει κέρδος, σβήνει. Το ποδόσφαιρο πάντα είχε θέση για τους μύθους του. Μύθους, όμως, που ξεπερνούσαν τη διάρκεια μιας εφήμερης διασημότητας. Ο Ντέιβιντ Μπέκαμ και ο Κριστιάνο Ρονάλντο είναι διάσημοι.

Αλλά δεν έχουν τη στόφα του μύθου που κουβαλάνε ελάχιστοι ποδοσφαιριστές στο σύγχρονο παιχνίδι των μισθοφόρων. Ούτε ο Κριστιάνο Ρονάλντο ούτε ο Μπέκαμ θα πάρουν μία θέση στην καρδιά των οπαδών ανάλογη με αυτή που έχουν ο Γκιγκς και ο Ραούλ. Μία θέση που έχει ο Πάολο Μαλντίνι στις καρδιές των φίλων της Μίλαν. Ναι. Και ο Ραούλ και ο Γκιγκς κάνουν διαφημίσεις, έχουν χορηγούς.

Αυτή είναι η φύση του σύγχρονου παιχνιδιού. Ομως, αυτοί οι δύο δείχνουν ότι πιο πολύ αγαπούν το παιχνίδι -από το οποίο καλοπληρώνονται- παρά τα ευεργετήματα της διασημότητας και του μάρκετινγκ. Μολονότι πρόκειται για ποδοσφαιριστές κλάσης που θα μπορούσαν κάθε τέσσερα χρόνια να κάνουν και μια ακριβότερη μεταγραφή με περισσότερα χρήματα, αυτοί προτίμησαν τη δέσμευση και τη διάρκεια.

Τέτοιοι ποδοσφαιριστές μού θυμίζουν αθλητές μεγάλων αποστάσεων που επιλέγουν τη δύσκολη διαδρομή. Που δεν συγκεντρώνει, βέβαια, την προτίμηση της τηλεόρασης, άρα και τη δημοσιότητα. Ο Κριστιάνο Ρονάλντο είναι σαν τον Μπολτ. Ενας κατοστάρης που κάνει σόου και δίνει πολλή τροφή στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Οι Ραούλ και Γκιγκς μοιάζουν με τον Κενεσίσα Μπεκέλε.

Που έχει τα ρεκόρ και τα μετάλλια, αλλά δυστυχώς τρέχει σε «αντιτηλεοπτικές» αποστάσεις. Ο Ραούλ έφτασε τα 32 και αγωνίζεται για 16η χρονιά με την ίδια φανέλα. Εσπασε το ρεκόρ σκοραρίσματος που είχε ο Αλφρέντο ντι Στέφανο -το μεγάλο σύμβολο της «βασίλισσας»- και ξεπέρασε το ρεκόρ των 708 συμμετοχών του Μανουέλ Σαντσίς. Στις διακρίσεις του περιλαμβάνονται τρία Τσάμπιονς Λιγκ, έξι πρωταθλήματα Ισπανίας και ο τίτλος του κορυφαίου σκόρερ στα Κύπελλα Ευρώπης.

Από την άλλη, ο Γκιγκς, που έκανε το ντεμπούτο του με τη Γιουνάιτεντ τον Μάρτιο του 1991, είναι ο μόνος ποδοσφαιριστής που έχει σκοράρει σε όλες τις περιόδους της Πρέμιερ Λιγκ, έχει πάρει το ρεκόρ εμφανίσεων με την ομάδα της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από τον Μπόμπι Τσάρλτον -ο αντίστοιχος Ντι Στέφανο για τους Αγγλους- έχει δύο Τσάμπιονς Λιγκ και έντεκα πρωταθλήματα και είναι ο ποδοσφαιριστής με τη μεγαλύτερη επιρροή ανάμεσα στους συμπαίκτες του.

Και οι δύο αυτοί ποδοσφαιριστές, συχνά, έχουν αναλάβει ή υποστηρίξει δράσεις κοινωνικού χαρακτήρα όχι επειδή θέλουν να «διαφημιστούν» στα μίντια, αλλά επειδή πιστεύουν σε αυτό που κάνουν. Και η εκτίμηση των φιλάθλων -όχι μόνο των ομάδων τους- είναι μεγάλη. Είναι ακριβώς αυτή η εκτίμηση που διαρκεί πολύ περισσότερο από τη λάμψη μιας εφήμερης δημοσιότητας και η οποία αποτελεί το υπόβαθρο του μύθου.

Μια δοκιμασία χωρίς τέλος

Eνας φίλος -ΑΕΚτσής από κούνια- και συνομήλικός μου έλεγε χθες με παράπονο και ανησυχία ότι από την ώρα που έφυγε ο Ντέμης η ΑΕΚ έχει μπει σε μια δοκιμασία, το τέλος της οποίας δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Η δική μου εκτίμηση είναι πως η ΑΕΚ είχε μπει σε δοκιμασία από την εποχή που ανέλαβαν ο Ντέμης και οι άνθρωποι που τον στήριζαν. Μόνο που τότε οι φίλοι της ομάδας ήταν αισιόδοξοι για την έκβαση της δοκιμασίας.

Μια αισιοδοξία που τελικά δεν δικαιώθηκε και το χειρότερο έδωσε τη θέση της στην απαισιοδοξία και το αδιέξοδο. Ο «Δικέφαλος» τα τελευταία δύο χρόνια χάνει συνεχώς έδαφος. Η διοικητική αστάθεια, η προχειρότητα στη διαχείριση των υποθέσεων της ομάδας και τα συνακόλουθα οικονομικά προβλήματα που προκαλούν έχουν τεράστια επίπτωση στο αγωνιστικό πρόσωπο της ΑΕΚ. Αντί η ομάδα να ενισχύεται, αποδυναμώνεται όλο και περισσότερο.

Οι παίκτες δεν έχουν κίνητρα, ούτε και όραμα. Και ο πρωταθλητισμός θέλει όραμα που να μπορεί να το υποστηρίξει η διοίκηση. Αυτή τη στιγμή η διοίκηση της ΑΕΚ είναι κάτι τόσο συμπαγές όσο ένα μελάτο αυγό και φυσικά ούτε λόγος για οράματα και άλλες τέτοιες πολυτέλειες. Ο μεγαλομέτοχος του «Δικεφάλου» δεν έχει χρόνο να ασχοληθεί με την ομάδα -και δεν νομίζω ότι το θέλει κιόλας- αφού εκείνο το οποίο τον ενδιαφέρει περισσότερο είναι να βρει κάποιον να του πουλήσει την ομάδα.

Οι πληροφορίες λένε ότι ακόμα μία φορά έχει βρεθεί επενδυτής για την ομάδα -που δεν είναι της γνωστής οικογένειας των Κύπριων Κροίσων- αλλά το κρίσιμο ερώτημα δεν έχει να κάνει με το ποσό των χρημάτων που είναι διατεθειμένος να δώσει για να αγοράσει την πλειοψηφία του πακέτου των μετοχών. Το κρίσιμο ερώτημα αφορά την αγάπη του για την ΑΕΚ και τη διάθεσή του να ασχοληθεί σοβαρά με την ομάδα.

Η επιλογή των «τοποτηρητών» δεν είναι λειτουργική, πόσω μάλλον αν πρόκειται για τίποτε μάνατζερς που θα αντιμετωπίσουν την ομάδα στεγνά, σαν επιχείρηση. Είναι επίσης δεδομένο ότι η ομάδα χρειάζεται σοβαρή οικονομική ενίσχυση για να μπορέσει να ανταγωνιστεί τους δύο πρωτοπόρους του πρωταθλήματος. Διαφορετικά, κάθε μέρα που περνάει η ΑΕΚ θα απομακρύνεται από την προοπτική διεκδίκησης του τίτλου και θα φυτοζωεί τρεφόμενη με τις σάρκες της, δηλαδή την ιστορία της.

Το κόστος της ανικανότητας

Μου αρέσει αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια με την οικονομική κατάσταση της χώρας. Και όταν γράφω «μου αρέσει» εννοώ ότι έχω πάψει να εκνευρίζομαι με το ύφος των πολιτικών όταν αναγγέλλουν την τραγικότητα της κατάστασης. Και ακόμη περισσότερο όταν υπογραμμίζουν την απόλυτη αναγκαιότητα της λήψης «σκληρών μέτρων», λες και απευθύνονται στους υπεύθυνους της κατάστασης, τους πολίτες.

Οι πολίτες δεν πληρώνουν τα ελλείμματα, αλλά την ανικανότητα εκείνων που τους κυβέρνησαν. Το κακό της ιστορίας είναι ότι οι ανίκανοι ποτέ δεν πληρώνουν, αλλά γίνονται τιμητές και κάνουν κριτική και υποδείξεις. Η κατάσταση αυτή θα συνεχίζεται όσο οι απαιτήσεις του πολίτη από εκείνους που θα τον κυβερνήσουν παραμένουν πολύ χαμηλές. Διαλέγουμε το αυτοκίνητό μας με πολύ μεγαλύτερη προσοχή απ' ό,τι εκείνους που θα μας κυβερνήσουν.

Αυτό είναι ένδειξη αδιαφορίας ή έλλειψης παιδείας. Μπορεί και τα δύο. Και όσο το ατομικό συμφέρον θα αξιολογείται ως σημαντικότερο από το συλλογικό, το αύριό μας θα χορεύει τάνγκο με εφιάλτες.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x