Σάββατο 4 Ιουλίου. 10:00 π.μ. Η θεία Λουκρητία με ξύπνησε με την ίδια αγάπη και τρυφερότητα που ο θαλαμοφύλακας ξυπνά τον φαντάρο για να πάει στη σκοπιά. Μου έφτιαξε μια πορτοκαλάδα και ένα αυγό χτυπητό για να πάρω δυνάμεις και στη συνέχεια χτύπησε δυνατά τα ροδοκόκκινα μάγουλά μου, δίνοντάς μου το σύνθημα: «Σήμερα γίνεσαι δημοσιογράφος». Με φίλησε στο μέτωπο και με παρέδωσε στον Θόδωρο, τον οδηγό μου, για να με μεταφέρει στον τόπο του ραντεβού. Σε λίγα λεπτά θα έβλεπα τον Τσιτσάνη της δημοσιογραφίας, τον ανυπέρβλητο Μανώλη Μαυρομμάτη…
Μισή ώρα αργότερα στο γραφικό Κολωνάκι η κυκλοφορία σταμάτησε. Οι περαστικοί κοκάλωσαν και ο ουρανός σκοτείνιασε. Μια οπτασία φάνηκε στο βάθος του δρόμου. Με βήμα ανάλαφρο ερχόταν προς το μέρος μου. Φορούσε καναρινί μπλουζάκι, μπεζ παντελόνι και στον ώμο είχε ένα μπλε σακάκι. «Σε λίγο θα είμαι μαζί σας», φώναξε από μακριά και συνέχισε να μιλάει στο κινητό τηλέφωνό του. Η Σίσσυ, η φωτογράφος, μου έσφιξε το χέρι για να μου δώσει κουράγιο και με παρακάλεσε να αναβάλω για λίγο τη λιποθυμία, διότι βιαζόταν και δεν θα προλάβαινε να με συνεφέρει…
Κοίταξα τον «Μανόλο» με δέος και συνειδητοποίησα ότι ο τηλεοπτικός φακός τον αδικεί. Από κοντά δείχνει τουλάχιστον 20 χρόνια νεότερος και από μακριά 20 πόντους ψηλότερος. Υστερα απ' τις τυπικές συστάσεις ξεκίνησε η φωτογράφηση. Η Σίσσυ του έδινε οδηγίες, ο Μανώλης άκουγε προσεκτικά τόσο την ίδια όσο και το ένστικτό του και στο τέλος φυσικά αυτοσχεδίασε. «Δεν ξέρει τι θα πει Μαυρομμάτης», μου είπε χαμογελώντας πριν ετοιμαστεί για την επόμενη πόζα του.
Η Σίσσυ είδε ένα εγκαταλειμμένο κτίριο και του ζήτησε να πάρει θέση μπροστά απ' την πόρτα του για να τον φωτογραφίσει. Ο Μανώλης πλησίασε, αλλά στη θέα του λουκέτου που υπήρχε πάνω στην πόρτα αντέδρασε: «Εγώ μπροστά και πίσω μου το λουκέτο; Ας το αφήσουμε καλύτερα. Θα πουν ότι εγώ το έκλεισα». Η πυγμή του με μάγεψε ακόμα περισσότερο…
Μόλις ολοκληρώθηκε η φωτογράφηση μου έκανε νόημα να τον ακολουθήσω για να κάνουμε μια βόλτα στο σπίτι του (ο καλός μου έτσι αποκαλεί το Κολωνάκι). Ανά τρία βήματα σταματούσε για να χαιρετήσει φίλους, γνωστούς, θαυμαστές και θαυμάστριες και αφού συνομίλησε για λίγα λεπτά και με τον Σοφοκλή Πιλάβιο, καθίσαμε σε μια καφετέρια για τη συνέντευξη.
Οση ώρα ο Μανώλης μου μιλούσε για την Ευρωβουλή, τον Καραμανλή, τα επόμενα σχέδιά του, τις ατάκες και τα λάθη (;) που έγραψαν ιστορία κατά τη διάρκεια των περιγραφών του, το μυαλό μου ταξίδευε στις θρυλικές μεταδόσεις του. Η φωνή του σερβιτόρου, «κύριε Μαυρομμάτη, καλημέρα σας», με επανέφερε στην πραγματικότητα. Ο «Μανόλο» του έδειξε το κασετοφωνάκι και δεν μίλησε. Εκείνος επέμεινε: «Κύριε Μαυρομμάτη, δεν μας μιλάτε;». Ο καλός μου συννέφιασε…
Στην όγδοη απόπειρα του επίμονου σερβιτόρου να τον καλημερίσει δεν κρατήθηκε: «Δεν βλέπεις ότι δίνω συνέντευξη στον νεαρό; Δηλαδή τι θες, να διακόψω τη συνέντευξη για να σε καλημερίσω; Δεν μπορείς να περιμένεις να σου πω καλημέρα πέντε λεπτά αργότερα;». Ε, μα πήγαινε γυρεύοντας κι αυτός…
Καταλαβαίνω, αγαπητέ αναγνώστη, ότι είναι μαρτύριο για σένα να περιμένεις μια μέρα ακόμα για να διαβάσεις στο «SMS» την απολαυστική συνέντευξη του αγαπημένου «Μανόλο». Για να απαλύνω λίγο τον πόνο σου δημοσιεύω σήμερα μερικά λόγια σοφίας του Μαυρομμάτη, τα οποία λόγω χώρου δεν μπήκαν στο «SMS» (ας όψεται ο Βαϊμάκης, ο οποίος δεν δέχτηκε να μου δώσει και τις 32 σελίδες του περιοδικού, να ξεκλέψω κι άλλες τόσες από τη «SportDay» για να μην πάει ούτε μία λέξη του «Μανόλο» χαμένη). Μανώλης Μαυρομμάτης unplugged:
«Τη δική μου σχολή δεν μπορούν να την ακολουθήσουν οι άλλοι για δύο λόγους. Εγώ σπούδασα στην Ιταλία. Αρα εκείνο το μουσικό της ιταλικής γλώσσας είναι έμφυτο πλέον. Αρα, όπως λέω σε πολλούς νέους, όταν οι Αγγλοι μετέδιδαν το Αγγλικό πρωτάθλημα άκουγες ένα όνομα τώρα και ένα έπειτα από πέντε λεπτά. Εγινε τότε μια μεγάλη ανάλυση, γιατί αυτοί δεν έχουν τον ρυθμό ενός μεγάλου πρωταθλήματος, όπως το αγγλικό».
«Είναι γιατί οι αγώνες γίνονται το Σάββατο στην Αγγλία, που είναι μέρα αργίας στην ουσία. Εκεί, λοιπόν, οι Αγγλοι έπιναν τσάι, φορούσαν παντόφλες, κάθονταν, διάβαζαν τους "TIMES" και έβλεπαν και τον αγώνα, που μεταδιδόταν στις 12 το μεσημέρι. Δεν μπορούσε, λοιπόν, ο άλλος που έκανε την περιγραφή να τους ενοχλήσει με τον ρυθμό Λατίνου. Και αυτό, λοιπόν, ήταν "τσάι, παντόφλες, TIMES". Στη συνέχεια, όμως, ήρθε η εξέλιξη. Επρεπε να ζουν το ποδόσφαιρο. Αυτό, λοιπόν, το έκανα εγώ με το να κάνω τον κόσμο να είναι μέσα στο γήπεδο».
«Η θητεία μου στην Ευρωβουλή οπωσδήποτε με βοήθησε να γνωρίσω καινούργιο κόσμο, πολλά πρόσωπα. Και για έναν δημοσιογράφο ή έναν αθλητικό συντάκτη, που με τις βαθμολογίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και τις έρευνες του London School of Economics ή του Βελγικού Πανεπιστημίου ULB με ανέδειξαν πρώτο ευρωβουλευτή σε απόδοση, εννοώντας 100% στα 50 χρόνια της Ευρωπαϊκής Ενωσης σε όλα, ψηφοφορίες, παρουσίες, προτάσεις, ε, νομίζω ότι είναι μια μεγάλη τιμή που αντανακλά και στον άνθρωπο ο οποίος επέλεξε εμένα, τον Κώστα τον Καραμανλή».
Είμαι ευλογημένος, φίλε αναγνώστη. Μέσα σε λίγους μήνες ο Υψιστος με αξίωσε να πάρω συνέντευξη από δύο δασκάλους, της μπάλας και του σπικάζ, τον Νίκο Αλέφαντο και τον Μανώλη Μαυρομμάτη. Μετά τον Ολυμπο και το Εβερεστ, κανονικά το επόμενο βήμα θα έπρεπε να είναι να πάρω, στην επόμενη ζωή, συνέντευξη από έναν απ' τους 10 Μεγάλους Ελληνες του ΣΚΑΪ. Γιατί από τους εν ζωή μόνο ο Βερνίκος απέμεινε…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.