Tην περασμένη εβδομάδα μίλησε στον NovaΣΠΟΡ FM ο επικεφαλής των ακαδημιών της Αρσεναλ, ο οποίος βρίσκεται στην Ελλάδα το ίδιο χρονικό διάστημα που στην «Guardian» έδινε συνέντευξη ο επικεφαλής των ακαδημιών της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Μπράιαν ΜακΛερ (φωτό).
Ο Σκωτσέζος που έκανε πετυχημένη καριέρα ως ποδοσφαιριστής στη Σέλτικ και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ιδίως. Μάλιστα, πέρασε στην ιστορία του συλλόγου όταν στην πρώτη του χρονιά στη Γιουνάιτεντ, την περίοδο 1987-88, σημείωσε 24 γκολ και έγινε ο πρώτος ποδοσφαιριστής από την εποχή του Τζορτζ Μπεστ που σημείωσε περισσότερα από 20 γκολ σε μία περίοδο.
Και οι δύο είπαν πολύ ενδιαφέροντα πράγματα για τον τρόπο που οι δύο ομάδες αντιμετωπίζουν τα ζητήματα υποδομής και το πώς αντιλαμβάνονται την προοπτική αξιοποίησης των νεαρών ποδοσφαιριστών. Φυσικά, στα όσα δημοσιοποίησαν οι δύο υπεύθυνοι των ακαδημιών υπάρχουν διαφορές, οι οποίες έχουν να κάνουν κυρίως με την αγωνιστική φιλοσοφία των προπονητών τους.
Για παράδειγμα ο Βενγκέρ εφαρμόζει ένα μοντέλο «Αγιαξ», σύμφωνα με το οποίο όλες οι ηλικιακές ομάδες στις ακαδημίες αγωνίζονται με το σύστημα που αγωνίζεται η πρώτη ομάδα. Ο Φέργκιουσον δεν ακολουθεί την ίδια τακτική, μια και κατά καιρούς διαφοροποιεί το αγωνιστικό σύστημα της πρώτης ομάδας. Ομως η «διδασκαλία» κυκλοφορίας της μπάλας με πολλές πάσες και ο έλεγχος του ρυθμού του παιχνιδιού είναι εκείνα στα οποία πέφτει το μεγαλύτερο βάρος. Και οι δύο ομάδες, βέβαια, έχουν ένα εκτεταμένο δίκτυο σκάουτινγκ, τόσο μέσα στο νησί όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, έχοντας οργανώσει ακαδημίες που βρίσκονται σε στενή επικοινωνία με Λονδίνο και Μάντσεστερ.
Οσο κι αν φαίνεται γελοίο ή αυτονόητο, το πιο βασικό στοιχείο για την εύρυθμη λειτουργία των ακαδημιών, εκτός από νέους ανθρώπους σχετικούς με τη δουλειά, είναι τα γήπεδα, δηλαδή τα προπονητικά κέντρα. Αμέσως μετά είναι η χρηματοδότηση και η οργάνωση. Οι δύο ομάδες με τις οποίες ασχολούμαι σήμερα έχουν αποδείξει πως δεν φοβούνται να δώσουν χρόνο συμμετοχής σε ταλαντούχους ποδοσφαιριστές. Το αντίθετο, μάλιστα, το επιδιώκουν, αφού έτσι δικαιώνεται και η λειτουργία της ακαδημίας.
Η Αρσεναλ είχε τον χαμηλότερο μέσο όρο ηλικίας στην περασμένη διοργάνωση του Τσάμπιονς Λιγκ με 22,7 χρόνια, ενώ στη Γιουνάιτεντ ο Φέργκιουσον σε πάρα πολλά παιχνίδια φέτος έβαλε στην ενδεκάδα και 3 και 4 νεαρούς, με αποκορύφωμα τον ημιτελικό Κυπέλλου κόντρα στην Εβερτον. Οι νεαροί πλουτίζουν σε εμπειρίες και δεν είναι λίγες οι φορές που γίνονται βασικά στελέχη του ρόστερ. Κι αν κριθεί ότι είναι εξελίξιμοι αλλά χρειάζονται περισσότερες εμπειρίες, δίνονται δανεικοί.
Δεν είναι, μάλιστα, λίγες οι φορές που ποδοσφαιριστές από τις ακαδημίες αυτών των ομάδων πουλήθηκαν σε άλλες ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ ή της Τσάμπιονσιπ. Αν κάποιος παρακολουθήσει και τη μεταγραφική πολιτική των ομάδων, που βρίσκεται σε σύνδεση –σ' ένα σημαντικό βαθμό– με την πολιτική που έχουν στις ακαδημίες, θα παρατηρήσει ότι επιλέγουν κυρίως νεαρούς ποδοσφαιριστές. Και η επιλογή αυτή έχει μία πολύ σοβαρή οικονομική πτυχή, διότι όταν ένας νεαρός ποδοσφαιριστής εξελιχθεί και γίνει βασικό στέλεχος του ρόστερ ή και της πρώτης ομάδας, έχει υψηλή μεταπωλητική αξία. Το έχουμε δει να συμβαίνει κατ' επανάληψιν με τις επιλογές τόσο του Βενγκέρ όσο και του Φέργκιουσον.
Πόσο θα μπορούσε να πουληθεί τώρα ο Φάμπρεγκας, ας πούμε, που ήρθε 16 χρόνων στους «κανονιέρηδες»; Η Γιουνάιτεντ αγόρασε 12 εκατομμύρια τον Κριστιάνο Ρονάλντο στα 18 του και τον πούλησε πεντέμισι χρόνια αργότερα 94 εκατομμύρια. Και στα οικονομικά οφέλη υπολογίστε και τα όσα μπόρεσε να κερδίσει η Γιουνάιτεντ, τα δύο τελευταία χρόνια τουλάχιστον, από την «εξαργύρωση» της δημοτικότητας του Πορτογάλου.
Ο σερ Αλεξ έχει υποστηρίξει δημόσια αρκετές φορές την τελευταία τριετία ότι η Μάντσεστερ όταν πρόκειται να ξοδέψει πολλά χρήματα για ποδοσφαιριστή, θα το κάνει για παίκτες μικρότερους των 25, για να έχουν και μεταπωλητική αξία, ώστε η ομάδα αν δεν βγάζει κέρδος, να μην έχει ζημία τουλάχιστον.
Το νέο στοίχημα του Φέργκιουσον
Ο Αντόνιο Βαλέντσια, ο πλάγιος που αγόρασε η Γιουνάιτεντ από τη Γουίγκαν, θα αγωνιστεί στη θέση του Κριστιάνο Ρονάλντο, αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί αντικαταστάτης του Πορτογάλου. Είναι μία αξιόπιστη, σχετικά φθηνή, αλλά κυρίως έτοιμη αγωνιστική λύση για τον Φέργκιουσον. Ούτε ο 20χρονος Γάλλος Ομπερτάν μπορεί να θεωρηθεί αντικαταστάτης του Ρονάλντο, αλλά, σύμφωνα με τους σκάουτερ της Γιουνάιτεντ, έχει πολλές δυνατότητες εξέλιξης.
Το δίκτυο σκάουτινγκ της Μάντσεστερ, όμως, έχει εντοπίσει έναν 18χρονο Βραζιλιάνο που έχει πάρα πολλά κοινά αγωνιστικά στοιχεία με τον Ρονάλντο, κυρίως το γεγονός ότι είναι πολύ γρήγορος με την μπάλα στα πόδια και εξαιρετικός εκτελεστής φάουλ. Ο Φέργκιουσον πιστεύει ότι είναι το μεγαλύτερο ταλέντο αυτή τη στιγμή στη Ν. Αμερική και ως τέτοιο φυσικά έχει και ανάλογη τιμή.
Πρόκειται για τον Ντάγκλας Κόστα, που αγωνίζεται στην Γκρέμιο του Πόρτο Αλέγκρε και τον χαρακτηρίζουν «νέο Ροναλντίνιο», επειδή στην ίδια ομάδα αγωνιζόταν και ο Ροναλντίνιο πριν φύγει για την Ευρώπη. Η βραζιλιάνικη ομάδα έχει μεγάλα οικονομικά προβλήματα και θεωρεί πως πουλώντας το πιο «ακριβό» της περιουσιακό στοιχείο θα μπορέσει να «ανασάνει».
Ζητάει 25 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η Γιουνάιτεντ προσφέρει 8,5 και μία σειρά από μπόνους, αν η εξέλιξη του ποδοσφαιριστή είναι ανάλογη. Ο Κόστα αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα της μεταγραφικής πολιτικής της Γιουνάιτεντ, η οποία ξοδεύει χρήματα για νεαρούς ταλαντούχους ποδοσφαιριστές οι οποίοι μπορούν αργότερα να έχουν υψηλή μεταπωλητική αξία. Η Μάντσεστερ βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την Γκρέμιο εδώ και αρκετό καιρό, μια και είχε ζητήσει στην αρχή τον παίκτη δανεικό.
Η αγγλική ομάδα είναι η μόνη που έχει προχωρήσει τόσο πολύ και ο Φέργκιουσον πιστεύει πως μπορεί να ρίξει αρκετά την τιμή που ζητεί η Γκρέμιο, την οποία θεωρεί υπερβολική. Δύο ακόμα στοιχεία που παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Το σκάουτιγκ της Μάντσεστερ είχε εντοπίσει τον ποδοσφαιριστή εδώ και ένα χρόνο και ενδεικτικό του ενδιαφέροντος του σερ Αλεξ είναι ότι τις διαπραγματεύσεις κάνει ένας πολύ ικανός μάνατζερ που έχει καλές σχέσεις με τους Βραζιλιάνους, ο Κρις Ναθάνιελ, στους πελάτες του οποίου περιλαμβάνονται ποδοσφαιριστές όπως ο Ρίο Φέρντιναντ και ο Ρομπίνιο. Για τον ποδοσφαιριστή ενδιαφέρθηκε και η Μάντσεστερ Σίτι, αλλά αφενός δεν επενδύει τόσα πολλά σε νέους και αφετέρου προτιμά τόσα χρήματα να τα δώσει για έτοιμο παίκτη.
Πολλά λόγια για το τίποτα
Χωρίς αμφισβήτηση, ο Τύπος και τα media δίνουν αυτό που λέγεται «τόνος» στην καθημερινότητα. Διαμορφώνουν, δηλαδή, την ημερήσια διάταξη του δημόσιου διαλόγου. Στα αθλητικά πράγματα ο τόνος συνήθως δίνεται από τα πρωτοσέλιδα ή από το «κλίμα» που βγαίνει από τις ζωντανές εκπομπές των ραδιοφώνων. Σπάνια, βέβαια, στα πρωτοσέλιδα εμφανίζονται τα ζητήματα ουσίας, που συχνά δεν κρίνονται ιδιαίτερα εμπορικά.
Φέτος το καλοκαιρι συμβαίνουν ένα σωρό ενδιαφέροντα πράγματα στον αθλητικό κόσμο, έτσι μου κάνει εντύπωση πόσος πολύ χρόνος ξοδεύτηκε σε ραδιόφωνα και πόσος χώρος σε εφημερίδες για το γεγονός ότι ο Παυλής κοιμήθηκε ένα πρωί και έχασε την προπόνηση.
Ο αθλητικός Τύπος είναι δέσμιος των στερεοτύπων και του επουσιώδους ή του αυτονόητου σε πολύ μεγάλο βαθμό επειδή αυτό το στυλ «πουλάει». Το έχει συνηθίσει το κοινό, μου λένε. Δηλαδή τι έχει συνηθίσει; Να διαβάζει δηλώσεις σαν αυτή του Τεν Κάτε, που είπε ότι έγινε καλή δουλειά στην προετοιμασία;
Δηλαδή τι θα μπορούσε να πει; Αν ο κόσμος έχει «συνηθίσει» να διαβάζει τέτοια πράγματα, ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι κι εμείς έχουμε «συνηθίσει» τη δουλειά μας. Κι αυτό θα πρέπει να μας προβληματίσει.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.