Το «έπαιξε με κομμένο χιαστό στο "Καμπ Νόου"» ακολουθεί τον Γιώργο Καραγκούνη σαν παράσημο ηρωισμού. Μόνο που για να είσαι ήρωας, όταν συνεχίσεις να παίζεις με κομμένο χιαστό, πρέπει να έχεις πάρει την απόφαση με πλήρη γνώση των κινδύνων από την απόφασή σου. Οτι συνεχίζοντας να παίζεις θα επιδεινώσεις την κατάσταση του τραύματος και θα επιβραδύνεις την ημερομηνία που θα επανέλθεις. Επίσης, ακόμα και στην περίπτωση που ο παίκτης αποφασίσει να πάρει το ρίσκο, νομίζω ότι ο γιατρός που τον εξετάζει θα πρέπει να του το απαγορεύσει. Φυσικά η περίπτωση του Καραγκούνη είναι διαφορετική από την αντίστοιχη του Αλεξόπουλου.
Ο Καραγκούνης, αν θυμάμαι καλά, σηκώνεται και συνεχίζει κάνοντας τη χαρακτηριστική κίνηση του «δεν έχω τίποτα». Στην περίπτωση του Αλεξόπουλου το ιατρικό τιμ της ΑΕΚ μπαίνει στο γήπεδο, εξετάζει τον παίκτη και ο Αλεξόπουλος σηκώνεται και πάει δίπλα στον τέταρτο για να ξαναμπεί στο ματς. Δεν έχω την ιατρική παιδεία για να πω αν το ιατρικό τιμ θα έπρεπε να είχε διαγνώσει τον σοβαρό τραυματισμό του Αλεξόπουλου, αλλά νομίζω ότι σε αυτές τις περιπτώσεις οι υπεύθυνοι πρέπει να κάνουν την ασφαλή εκτίμηση, η οποία πάντα είναι για το χειρότερο. Ιδιαίτερα όταν ο τραυματισμός έχει τα στοιχεία του κλασικού που προκαλεί τους χιαστούς. Την προσγείωση στο ένα πόδι με το σώμα εκτός ισορροπίας και τον παίκτη να κοντράρει ρίχνοντας το βάρος στο γόνατο προσπαθώντας να σταθεί όρθιος.
Αν δείτε τη φάση του τραυματισμού του Αλεξόπουλου, θα διακρίνετε τις ομοιότητες με τον τραυματισμό του Λεοντίου, του Καραγκούνη και παλιότερα του Κυργιάκου. Κλασικότερη περίπτωση είναι του Λεοντίου, ο οποίος από το μαρκάρισμα του Λούα Λούα προσγειώνεται στο ένα πόδι από ψηλά και με μεγάλη πλευρική ταχύτητα. Ανεξάρτητα, πάντως, από τον τρόπο όπου στους τραυματισμούς των χιαστών υπάρχουν και άλλες περιπτώσεις, όπως το μαρκάρισμα από πίσω και το «κλείδωμα» του ποδιού στο πέσιμο, με κλασικότερη περίπτωση τον τραυματισμό του Ζιοβάνι από τον Σέμο, υπάρχει ένα άλλο χαρακτηριστικό.
Στη ζωντανή εικόνα, αλλά ακόμα πιο καθαρά στο slow motion της τηλεόρασης, διακρίνεις ένα τρέμουλο στο γόνατο. Σαν η κλείδωση να έχει λασκάρει. Από εκεί και πέρα το χάος. Γιατί δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει μεγάλος πόνος, όπως στο κάταγμα που προειδοποιεί για τη σοβαρότητα του τραυματισμού και το παίξιμο του γόνατου ο παίκτης το καταλαβαίνει, αν το καταλάβει, αμέσως όταν σηκώνεται για να ξαναμπεί στο ματς. Με το τελευταίο να μην είναι βέβαιο, γιατί αν είχε καταλάβει ο Αλεξόπουλος ότι είχε και πάθει χιαστούς μετά την προηγούμενη περιπέτεια του που τον είχε αφήσει εκτός γηπέδων για χρόνια, αμφιβάλλω αν θα δοκίμαζε να πατήσει το πόδι του.
Το συμπέρασμα από τον τραυματισμό του Αλεξόπουλου είναι ότι και η πιο αμυδρή υπόνοια πρέπει να υποχρεώνει τους γιατρούς να απαγορεύουν στον παίκτη να συνεχίσει. Με το γόνατο στον άνθρωπο να παίρνει αφύσικες για πρώην τετράποδο πιέσεις, χιαστοί θα συμβαίνουν. Ας προσέχουν, όμως, οι γιατροί οι τραυματισμοί να μην επιδεινώνονται.
O Μανώλης συνεχίζει να φωνάζει «... και στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ να την πάει, αυτός εμένα δεν με ενδιαφέρει», αλλά η φωνή του έχει πνιγεί από τα «Ντούσαν, Ντούσαν». Ο κόσμος συγχωρεί, ξεχνάει ή τις περισσότερες φορές ακολουθεί. Πόσοι θα τολμούσαν πριν από 13 χρόνια να χειροκροτήσουν τον Ντούσαν Μπάγεβιτς μέσα στη Φιλαδέλφεια; Κάτι λιγότεροι από όσους θα τολμούσαν σήμερα να τον αποδοκιμάσουν στο ΟΑΚΑ. Μια δικαιολογία «αφού ζήτησε συγγνώμη», μια επίκληση της «κρίσιμης περιόδου που περνάει η ομάδα», μια παρακαλετή διάθεση «ο Μελισσανίδης θα έρθει μόνο αν δείξουμε ότι δεχόμαστε τον Μπάγεβιτς» και η νέα τάξη πραγμάτων ντύνεται με τον μανδύα του ρεαλισμού, της αγάπης για την ομάδα, με τη διαφορετικότητα να μένει στις καβάντζες για μελλοντικές χρήσεις.
Οτι ακόμα και στον Ολυμπιακό των 12 πρωταθλημάτων λένε ότι η ομάδα περνάει κρίση, επειδή μία χρονιά δεν βγήκε στο Τσουλού, δείχνει ότι η κουβέντα της μακαρίτισσας της κυρά Λένης «παιδί μου, από τότε που γεννήθηκα θυμάμαι την Ελλάδα να περνάει κρίση» ισχύει και στο ποδόσφαιρο. Πάντα οι κυβερνήσεις και οι διοικήσεις θέλουν τον κόσμο να πιστεύει ότι βρισκόμαστε σε κρίση για να μη ζητάνε πολλά. Και με αυτά που δίνουν, ξηγιούνται και ένα «κάντε τουμπεκί τώρα και πάρτε αυτά τα ολίγα και μην ενοχλείτε τους κυρίους που τα έδωσαν, γιατί μπορεί και να μην ξαναδώσουν».
Ρε, σ' αυτόν τον κανόνα δεν υπάρχει εξαίρεση. Είτε λέγεσαι Τζίγκερ και το πρώτο σου αυτοκίνητο είχε περισσότερα άλογα από την Ποντερόσα είτε λέγεσαι και Θοδωρής και Ζαγοράκης και το πρώτο σου αυτοκίνητο το πήρες με το δεύτερο επαγγελματικό σου συμβόλαιο και ήταν τρίτο χέρι, έτσι θα το παίξεις. «Είμαστε σε κρίση, ό,τι και να έρθει και απ' όπου και να είναι, καλοδεχούμενο και πού 'στε, παιδιά. Το οέ, οέ, οέ μια χαρά κάνει ρίμα με όλα τα ονόματα. Περιλαμβανομένου του "Γκαγκάτσης"». Ενας Κουτσιανικούλης αγοράζει την αγάπη; Τις περισσότερες φορές «ναι». Εδώ στην ΑΕΚ μια δεύτερη θέση την αγόρασε.
Μόνο που μερικές φορές ο κόσμος παίρνει ανάποδες και δεν λέει «ευχαριστώ». Στον Παναθηναϊκό αυτό είχε γίνει με τον Τάσο Μητρόπουλο. Αλλά ο Τάσαρος ήταν στα τελειώματά του και το ξεφωνητό δεν στοίχιζε τίποτα. Στον Ολυμπιακό το ξεφωνητό κράτησε μακριά από το Καραϊσκάκη τον Κυργιάκο. Μόνο που το «αλάνι» δεν είχε υπογράψει και όπως φάνηκε από την ΑΕΚ, η υπογραφή του ήταν ακριβή και ο Κόκκαλης, όταν είναι να γλιτώσει λεφτά, ακούει καλύτερα την εξέδρα. Στον ΠΑΟΚ, όμως, ο Κουτσιανικούλης είναι εκεί. Νέος, φέρελπις και ωραίος. Θα χειροκροτήσει η εξέδρα τον Γκαγκάτση, θα τον αποδοκιμάσει, θα τον αγνοήσει; Σύντομα, έως και το επόμενο ματς, θα το δούμε, αλλά επειδή οι αντιδράσεις του κόσμου είναι περισσότερο απρόβλεπτες από την κατεύθυνση της μπάλας στα πέναλτι του Αντζα, συγχωρήστε με, αλλά η μαντεψιά με ξεπερνάει.
Οπως με ξεπερνάει και η λογική ότι ο Ολυμπιακός δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ για τον Κουτσιανικούλη. Ιδιαίτερα όταν η φράση συνοδεύεται από το επιχείρημα ότι ο Ολυμπιακός, όταν έμαθε τα λεφτά που ζητάει ο Εργοτέλης, δεν έκανε πρόταση. Με το φτωχό μου το μυαλό και με τον κίνδυνο να χαρακτηριστώ «υποκειμενικός ολυμπιακός δημοσιογράφος», πρέπει να πω ότι αυτό σημαίνει «ενδιαφέρομαι, αλλά δεν έχω ή δεν δίνω λεφτά για να ικανοποιήσω τους πόθους μου». Τώρα, για τον Παναθηναϊκό είναι μια άλλη ιστορία. Ο Χενκ Τεν Κάτε είχε πει κάποιες καλές κουβέντες για τον Κουτσιανικούλη, αλλά ο Αντωνίου δεν μπήκε στον κόπο ούτε να κοιτάξει την τιμή.
Επειδή, όμως, ο κίνδυνος να χαρακτηριστείς «ΥΟΔ» από τον πρόεδρο πάντα υπάρχει, να βάλω και μία θέση «ΑΟΔ». Η σωστή αντικειμενική ολυμπιακή δημοσιογραφική θέση, όπως μου έγραψε ο αναγνώστης Α.Λ., είναι ότι ο Σωκράτης Κόκκαλης έκανε ένα καλό συμβόλαιο με τον Τιμούρ Κετσπάγια. Σύμφωνα με το οποίο μπορεί να τον απολύσει ανά πάσα στιγμή τα επόμενα τρία χρόνια χωρίς αποζημίωση, ενώ από την πλευρά του ο Τιμούρης στην ίδια χρονική περίοδο, αν φύγει από τον Ολυμπιακό, θα πρέπει να πληρώσει αυτός αποζημίωση.
Σε αυτό το σημείο θα έπρεπε να σταματήσω για να μείνω «ΑΟΔ», αλλά ο διάολος με βάζει να προσθέσω και το υπόλοιπο που γράφει ο αναγνώστης: «... με τον Βαλβέρδε, όμως, ο πρόεδρος δεν είχε πάρει τις ανάποδες όταν ο Ισπανός τού είχε ζητήσει να μπορεί να φύγει στη μέση της σεζόν αν του έρθει πρόταση από μεγάλη ισπανική ομάδα;». Σε αυτό το σημείο, όταν το γράφεις, χαρακτηρίζεσαι «υποκειμενικός ολυμπιακός δημοσιογράφος», αποχαιρετάς το Τουρκολίμανο και το Πασαλιμάνι και τρως αστακομακαρονάδα στη Χασιά. Σ' αυτό το σημείο μπορεί να προστεθεί η «ΑΟΔ» άποψη ότι, αντίθετα με τον δειλό Ισπανό που δεν υπέγραφε το συμβόλαιο με το πριμ για την έξοδο στο Τσάμπιονς Λιγκ, ο Τιμούρης έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό του και το υπογράφει. Αλλά από την «ΥΟΔ» πλευρά, γιατί τι διακινδυνεύει ο Τιμούρ; Τη θέση που δεν έχει.
Aνεξάρτητα από τα προηγούμενα, θεωρώ τον Κετσπάγια καλή περίπτωση προπονητή για τον Ολυμπιακό. Πρώτον, είναι εργατικός. Δεύτερον, η πρόσληψή του στον Ολυμπιακό είναι επαγγελματική άνοδος. Τρίτον, έχει και την εκτίμηση των άλλων. Πέρυσι τον Δεκέμβριο σε ανύποπτο χρόνο και όταν ακόμα ο Κετσπάγια δούλευε, μου είχαν πει ότι είχε ενδιαφερθεί ακόμα και η Βέρντερ.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.