Το ομολογώ: είμαι φαν των Ολλανδών μέχρι τα μπούνια. Εγινα Μίλαν στην Ιταλία όταν ο Ράικαρντ με τον Γκούλιτ και τον τιτανο-μεγιστο-τεράστιο Μάρκο φαν Μπάστεν δίδαξαν πώς παίζεται το σύγχρονο ποδόσφαιρο. Εκαστος στο είδος του: ο Ράικαρντ έκοβε και έραβε άλλοτε στην άμυνα και κυρίως στο κέντρο. Ο Γκούλιτ έφτιαχνε κι άνοιγε διαδρόμους. Κι ο Μάρκο μπροστά «σκότωνε» τις άμυνες.
Με το κεφάλι, με το δεξί, με τ' αριστερό. Αλλά, κυρίως, με απαράμιλλο στυλ, με έναν τρόπο τόσο μοναδικό, τόσο ξεχωριστό, που δεν έχει καταφέρει κανείς να αντιγράψει τόσα χρόνια μετά. Για τους ανθρώπους που κάτι τους θυμίζει το όνομά του ο Φαν Μπάστεν είναι απλώς «αυτός που έβαλε εκείνο το υπέροχο γκολ στον Ντασάεφ». Για μένα είναι ο επιθετικός που άλλαξε το ποδόσφαιρο το ίδιο: απέδειξε ότι δεν χρειάζεται να είσαι απαραίτητα «παλαιστής», να παίρνεις παραμάζωμα τους αμυντικούς ή να είσαι ο πιο γρήγορος του γηπέδου για να είσαι μεγάλος σκόρερ. Αρκεί ένα πάντρεμα φινέτσας, ταλέντου και υψηλού I.Q.
Ο Ρούουντ φαν Νιστελρόι δεν ήταν ποτέ Φαν Μπάστεν. Ούτε ντελικάτος ούτε με καμιά ιδιαίτερη κίνηση εκτός περιοχής, ντρίμπλα πού και πού, ταχύτητα κάτω του μετρίου. Εχει, όμως, μερικά κοινά με τον Μάρκο πέρα από την κοινή καταγωγή τους και το ενδιάμεσο «φαν»: και οι δυο «μύριζαν» το γκολ σαν λαγωνικά, ήταν εκεί που έπρεπε για να «χαϊδέψουν» την μπάλα και να τη στείλουν στο πλεκτό.
Μερικές φορές έκαναν το δύσκολο να φαίνεται γελοίο -εκεί που άλλοι επιθετικοί ιδρώνουν και ξεϊδρώνουν, κάνουν υπερπροσπάθεια για να φτάσουν στην μπάλα και κινδυνεύουν να ψηλώσουν 10 πόντους από την υπερέκταση του ποδιού, αυτοί έσπρωχναν την μπάλα στα δίχτυα γιατί, πολύ απλά, ήταν εκεί που έπρεπε πριν φτάσει σ' αυτούς η μπάλα.
Θα αναρωτηθείτε για ποιο λόγο με έπιασε τόσο μεγάλη Ολλανδο-λαγνεία στα καλά καθούμενα. Δεν είναι καθόλου καλά καθούμενα, όταν υπάρχει η πληροφορία ότι η Γαλατά πάει να πάρει τον Φαν Νιστελρόι από τη Ρεάλ. Με τον Ολλανδό να έχει ένα χρόνο ακόμα και τον Πέρεθ να θέλει να κάνει ένα δυναμικό «ντου» με «γκαλάκτικος» μικρότερης ηλικίας και μεγαλύτερης εμπορικής αξίας και αξιοποίησης, είναι αρκετά πιθανό ο Ρούουντ να γίνει... Τούρκος. Και δεν καταλαβαίνω όταν στην Ελλάδα συζητάμε για πρώην ποδοσφαιριστές τύπου Κρέσπο και Μοριέντες, για 35χρονους τύπου Κρουζ και σχεδόν ανέφικτες περιπτώσεις σαν τον Πιζάρο και τον Σισέ, γιατί δεν σκέφτηκε κανείς την περίπτωση του Φαν Νιστελρόι.
Για να μην ξεχνιόμαστε: ο Ολλανδός είναι 33 ετών. Εχει αναδειχθεί πρώτος σκόρερ σε όσα πρωταθλήματα έπαιξε, στην Ολλανδία, στην Αγγλία και στην Ισπανία. Είναι παίκτης περιοχής που βάζει γκολ με κάθε πιθανό και απίθανο τρόπο. Διαθέτει εμπειρία και κλάση που δεν βρίσκεις σε πολλούς εν ενεργεία επιθετικούς. Είναι συμπατριώτης του Τεν Κάτε. Εχει ένα χρόνο συμβόλαιο ακόμα (όπως ο Ζιλμπέρτο) και ίσως μια προσπάθεια απόκτησής του να έχει πολλά κοινά με του Βραζιλιάνου: λίγα λεφτά στην ομάδα του, αρκετά στον ίδιο και τον μάνατζέρ του.
Ομως, όποιος τον αποκτήσει θα έχει ένα πράγμα ως δεδομένο: ότι ξεκινάει τη χρονιά με «κάβα» καμιά εικοσαριά γκολ. Αν τα έβαλε στην Αγγλία και την Ισπανία, με τόσο καλούς αμυντικούς και τόσο προβεβλημένους και ικανούς παρτενέρ δίπλα του, αμφιβάλλει κανείς ότι στην Ελλάδα τα 20 γκολάκια θα τα έχει για πρωινό;
Για τον Φαν Μπάστεν, ο οποίος σταμάτησε την μπάλα ουσιαστικά στα 26 του, κουτσουρεμένος από τα «χάδια» των Ιταλών αμυντικών, δεν μάθαμε ποτέ πού θα τερμάτιζε το κοντέρ αν έπαιζε 6-7 χρόνια παραπάνω. Για τον Φαν Νιστελρόι ξέρουμε ότι σηκώνει βάρη και δεν κλατάρει. Μακάρι να τον βλέπαμε στην Ελλάδα να παραδίδει μερικά μαθήματα στους επιθετικούς των 5, 6 και 7 γκολ, τους οποίους έχουμε βαφτίσει «μπόμπερς» επειδή ανοίγουν διαδρόμους και κάνουν πέντε «ποδιές» κι έξι τακουνάκια τη χρονιά.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.