ΓΡΑΦΕΙ Ο ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΜΠΛΙΑΤΚΑΣ
Aλλα πράγματα –οντολογικά και υπαρξιακά– είχε στον νου του ο μεγάλος Νίκος Γκάτσος όταν έγραψε ότι «κάθε γενιά δική της θέλει να γενείς, ομορφονιά που δεν σε κέρδισε κανείς», στους στίχους της υπέροχης «Αθανασίας» του Μάνου Χατζιδάκι. Πλην, όμως, όσο να 'ναι, και κάθε γενιά φιλάθλων ζητεί τη δική της «Αθανασία». Της δικής της εποχή με τα ινδάλματα, τα σύμβολα, τις κοινωνικές συνθήκες, τη μόδα και κυρίως τα νιάτα που δεν γυρνούν πίσω.
Ο φίλαθλος αγαπά τις ομάδες με τους πρωταγωνιστές της δικής του εποχής. Αλλο όμως η Μπάρτσα του Ροναλντίνιο ή του Μέσι και άλλο αυτή προ 30 και πλέον ετών, με τον Κρόιφ να φορά τη φανέλα μπλαουγκράνα. Αλλο η Τσέλσι του Λαμπάρντ και του Τέρι και άλλο αυτή του αιώνιου συμβόλου της, του αείμνηστου Πίτερ Οσγκουντ, του Γουέμπ και του Πίτερ Μπονέτι.
Στη δεκαετία του 1970 λίγα ματς συγκίνησαν τους Θεσσαλονικείς όσο εκείνο το αξέχαστο ΠΑΟΚ - Μπαρτσελόνα για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ, με σκόρερ τον Γιώργο Κούδα στο 72'. Πενήντα χιλιάδες είχαν χωρέσει στην Τούμπα εκείνο το βράδυ της 16ης Σεπτεμβρίου 1975, σχεδόν καλοκαίρι ακόμα και τις μέρες της Διεθνούς Εκθεσης.
Ακουγες από τα μεγάφωνα τη σύνθεση της Μπάρτσα και πάγωνε το αίμα σου: Κρόιφ, Νέεσκενς, Ασένσι, Μάριο Μαρίνιο (σέντερ μπακ της εθνικής Βραζιλίας), Ούγκο Σοτίλ, Ρέσακ. Γι' αυτό και το μοναδικό γκολ ήταν πολύ γλυκό για όλους τους φιλάθλους, ανεξάρτητα συλλογικής προτίμησης, και σημειώθηκε στην εστία μπροστά από τις «χαμηλές» θύρες 7 και 8, προς τη μεριά της Κάτω Τούμπας. Είχα τη χαρά, μαθητής τότε, να είμαι στην 8 και χάρηκα το γκολ αυτό στο... πιάτο. Λίγα μέτρα από μένα σπαρταρούσε η μπάλα στα δίχτυα του Μόρα!
Δεν χώρα αμφιβολία ότι ο Γιώργος Κούδας, εκτός από την προσωπικότητα, τη σπάνια τεχνική και την ποδοσφαιρική ευφυΐα, το «είχε» και το γκολ. Είναι όμως στιγμές που σκέφτεσαι ότι πράγματι όλη η φύση συνωμοτεί για να μεγαλώσει η λάμψη των αυθεντικών λαϊκών ινδαλμάτων. Επιτρέψτε μου να διευκρινίσω: ο Κούδας ήταν αυτός που κατάφερε (ευτύχησε να πω;) να βάλει γκολ στα τρία πιο σπουδαία ματς της ιστορίας του «Δικεφάλου του Βορρά».
Εκτός από το ματς με την Μπαρτσελόνα των Κρόιφ, Νέεσκενς κ.ά., ήταν ο σκόρερ των δύο γκολ του ΠΑΟΚ στην τεραστίας σημειολογικής σημασίας για το βορειοελλαδικό ποδόσφαιρο νίκη με 2-1 επί του Παναθηναϊκού τον Ιούλιο του 1972 στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδος. Ο ΠΑΟΚ κατακτούσε το πρώτο του τρόπαιο και η μετάδοση του ασπρόμαυρου ΕΙΡΤ έστελνε την εικόνα εκείνης της τεχνικής, ταχύτατης, αέρινης ομάδας σε κάθε σπίτι.
Ο Κούδας έβαλε και δύο από τα τέσσερα γκολ στην επίσης αξέχαστη και εξόχως συμβολική νίκη του ΠΑΟΚ επί του Ολυμπιακού στο Καραϊσκάκη τον Ιανουάριο του 1976, αγωνιστική χρονιά την οποία ο ΠΑΟΚ άρχισε με τον θρίαμβο επί των Καταλανών και τελείωσε για πρώτη φορά ως πρωταθλητής Ελλάδος με τον Γκιούλα Λόραντ στον πάγκο του.
Η αποθέωση του γερο-Χέντο
Την Τσέλσι είχαν για πρώτη φορά την ευκαιρία να δουν από κοντά οι Ελληνες φίλαθλοι τον Μάιο του 1971 στις δύο αναμετρήσεις (19 και 21 του μηνός) του τελικού του Κυπέλλου Κυπελλούχων απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης στο Καραϊσκάκη. (Ο πρώτος αγώνας είχε λήξει 1-1 και επειδή τότε δεν υπήρχαν ακόμα η παράταση και τα πέναλτι, έγινε και δεύτερο στον οποίο νίκησαν οι Λονδρέζοι 2-1 και πήραν το Κύπελλο.)
Πιο συγκινημένοι ήταν οι παλιότεροι Ελληνες φίλαθλοι που έβλεπαν έστω και αργά τη δοξασμένη Ρεάλ των πέντε σερί κατακτήσεων του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Μια Ρεάλ όμως που στο μεταξύ, όπως και σήμερα, είχε συρρικνωθεί ως αξία στο γήπεδο, παρά την παρουσία του Αμάνθιο και του Θόκο. Γι' αυτό και όταν μπήκε ως αλλαγή στον επαναληπτικό ο Χέντο, σε ηλικία 38 ετών πια, όλο το γήπεδο σείστηκε από το χειροκρότημα. Ο Χέντο ήταν παρών στην πρώτη «κούπα» πρωταθλητριών της Ρεάλ το 1956 (4-3 τη Ρεμς). Στα 1971 όμως πολλά είχαν αλλάξει: ο Αλφρέντο ντι Στέφανο είχε σταματήσει προ πολλού. Το ίδιο και ο Πούσκας, που ήταν πλέον προπονητής στον πάγκο του Παναθηναϊκού και περίμενε σε 12 μέρες τη δική του μεγάλη στιγμή: τον τελικό του «Γουέμπλεϊ», στις 2 Ιουνίου 1971!
Ζέστη και αδιαχώρητο επικρατούσαν και στα δύο ματς του Καραϊσκάκη (42.000 θεατές). Αρκετοί από τους νεότερους Ελληνες φιλάθλους ήταν με την Τσέλσι, καθώς ήταν πιο εξοικειωμένοι με το αγγλικό πρωτάθλημα. Τα βράδια του Σαββάτου το ΕΙΡΤ έδειχνε σε μαγνητοσκόπηση το δεύτερο ημίχρονο ενός αγώνα από την Αγγλία σε χορηγία, αν θυμάμαι καλά από το σποτάκι (που σήμαινε και το δικό μας καρδιοχτύπι), τη «ζιλέτ σούπερ σίλβερ»!
Την Τσέλσι εξάλλου την είχαν δει στην τηλεόραση οι Ελληνες σε εκείνους τους δύο (επίσης!) τελικούς, κανονικό και επαναληπτικό να νικά τη Λιντς και να κατακτά το Κύπελλο Αγγλίας 1970, γεγονός που της έδωσε το «εισιτήριο» για το Κυπελλούχων.
Στο γήπεδο είχαν βρεθεί και πολυάριθμοι όσο και θορυβώδεις Λονδρέζοι φίλοι που αποθέωσαν την ώρα της απονομής τον αρχηγό Ρον Χάρις, αλλά και τον χαφ Τσάρλι Κουκ που είχε εντυπωσιάσει. Πιο πολύ όμως έιχε αρέσει σε εκείνο το ματς ένας «δαντελένιος» μεσοεπιθετικός των «μπλε», ο Αλαν Χάντσον που… έφερνε στον Δεληκάρη. Στη συνέχεια όμως ο όμορφος και μακρυμάλλης Αλαν χάθηκε και δεν έγινε τοπ σταρ στο νησί.
Ηταν ο πρώτος ευρωπαϊκός τίτλος της Τσέλσι, αλλά ο δεύτερος, πάλι το Κυπελλούχων, άργησε πολύ. Ηρθε μόλις το 1998, εποχή Γκούλιτ και Τζιανφράνκο Τζόλα πια.
Η Τσέλσι ευτύχησε να έχει πιστούς παίκτες (Ρον Χάρις, 795 αγώνες με τους «μπλε» από το 1961 μέχρι το 1980 και Μπονέτι, 729 –οι πιο πολλές για γκολκίπερ– από το 1959 μέχρι το 1979).
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.