Ηταν το σωτήριο έτος 1953, όταν συνέβησαν στην Ελλάδα τα εξής ενδιαφέροντα: κατέφθασαν τα πρώτα ελικόπτερα, υποτιμήθηκε η δραχμή και έγινε κοσμαγάπητο το τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη «Τα καβουράκια». Με τις φωνές της Μπέλλου και του Μπίνη. Σήμερα το ελικόπτερο θεωρείται ατραξιόν των φυλακών Κορυδαλλού. Η δραχμή δεν υπάρχει πλέον. Αντ' αυτής έχουν υποτιμηθεί για τα καλά, με τα επιτόκια-νάνους, οι απλές καταθέσεις στις τράπεζες. Οσο για τα «Καβουράκια», αυτά είναι –προ πολλού– η πιο διαδεδομένη μελωδία ελληνικού τραγουδιού, στις τάξεις των φιλάθλων και των «τροβαδούρων» των γηπέδων.
Επειτα από την περιήγηση που κάναμε τις τελευταίες ημέρες, πρώτον, στη μουσική του κινηματογράφου, δεύτερον, στην ποπ, ροκ, ρέγγε, ντίσκο, κάντρι και γκόσπελ και, τρίτον, στην αγγλική ποδοσφαιρική–μουσική «διαπλοκή», ήρθε η ώρα να… επαναπατριστούμε. Επικεντρώνοντας σήμερα στα ελληνικά τραγούδια, των οποίων οι μελωδίες ήχησαν ή ηχούν στα γήπεδα, συναντάμε πριν απ' όλους τον Τσιτσάνη. Και πριν απ' όλα (τα τραγούδια), τα «Καβουράκια» του.
Αυτά πια δεν είναι καβουράκια, αλλά... γαϊδουράκια: φορτώνεις πάνω τους το όποιο πάθος, άχτι ή αίτημα έχεις! Πρώτοι τα προσέγγισαν οι φίλοι του Παναθηναϊκού στα χρόνια 1992-94, δηλαδή την εποχή της κυριαρχίας της ΑΕΚ στο ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα. Οι οπαδοί του «τριφυλλιού» επιθυμούσαν τότε να σαρκάσουν τη σφικτή οικονομική πολιτική της διοίκησης Βαρδινογιάννη. Στα χείλη τους, πάντως, τα «Καβουράκια» επιζούσαν σχετικώς... αρτιμελή, μια και το μισό ρεφρέν παρέμενε αλώβητο: «Κι όλο κλαίνε τα καβουράκια, στου προέδρου τα τσεπάκια». Ποιοι έκλαιγαν αργότερα; Είτε «τα βαζελάκια στου ΟΑΚΑ στα σκαλάκια», κατά το σύνηθες «ερυθρόλευκο» πικάρισμα έπειτα από το 1996, είτε άλλοι ηττημένοι.
Η ίδια μελωδία προσφέρθηκε να διακηρύξει την ανυπομονησία των οπαδών να δουν σηκωμένο κάποιο... τιμημένο, άρτι κατακτηθέν τρόπαιο. Των φίλων του ΠΑΟΚ το 2001 (Κύπελλο), των «ομολόγων» τους του Ολυμπιακού το 2003 (πρωτάθλημα), κ.ά. Ε, κατόπιν έφθασε το Euro του 2004 και τα «Καβουράκια» ήχησαν μέσα σε λίγες ημέρες περισσότερο κι απ' όσο έχει τραγουδηθεί το «It's A Long Way To Tipperary» στην Ιρλανδία από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο έως σήμερα.
Με τα «Καβουράκια» οι «γαύροι» δηλώνουν ότι «τον Μάη θα 'ναι ωραία με την "κούπα" στον Περαία». Στον ίδιο ρυθμό οι οπαδοί κάθε ομάδας διαβεβαιώνουν ότι δεν ξενερώνουν ποτέ, ότι δεν ξεχνούν κάποιο θρίαμβο, ότι, ότι, ότι... Α, κάτι ακόμα: το άσμα χρησιμοποιήθηκε το 2005 για να διατυπωθεί η «πρόβλεψη» πως το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα θα συγκρουόταν με το αντίστοιχο της Βραζιλίας στον τελικό του Μουντιάλ της Γερμανίας (2006). Είναι αυτό που λέμε, «δεν δάγκωνες τη γλώσσα σου;». Εστω και με δαγκάνες κάβουρα...
Πάντως, πριν ακόμα φύγει απ' αυτόν τον κόσμο ο Τσιτσάνης (Ιανουάριος 1984), ο σκοπός ενός –τουλάχιστον– τραγουδιού του ακουγόταν ήδη στις κερκίδες γηπέδων από τα... Τέμπη και νοτιότερα. Η «Ομορφη Θεσσαλονίκη» (του 1950) διασκευάστηκε ούτως ώστε να παραδοθεί ο Πύργος ο Λευκός στις... σεξουαλικές ορέξεις οπαδών. Κυρίως των φίλων του Ολυμπιακού, όταν η ομάδα τους αντιμετώπιζε –κι αντιμετωπίζει– τον ΠΑΟΚ. Τσιτσάνη επιστράτευσαν κάποτε και οι ΠΑΟΚτσήδες, αλλά για ειδικό λόγο: το 1988 κατέφυγαν στη «Γερακίνα», για να εκφράσουν τη... χαιρέκακη αγαλλίαση που ένιωσαν, όταν η Τρέισερ του Μιλάνου επικράτησε του Αρη στον ημιτελικό του φάιναλ φορ των πρωταθλητριών ομάδων μπάσκετ Ευρώπης.
«Ντρούμπου, ντρούμπου, ντρούμπου, ντρου, πώς γ...ει ο ΜακΑντου». Ο Αμερικανός ΜακΑντου –υπενθυμίζουμε– ήταν κορυφαίος παίκτης της Τρέισερ. Εκτοτε η «Γερακίνα» ακούγεται σποραδικώς στις κερκίδες. Με το ίδιο ρήμα, βεβαίως, αλλά με άλλους στον ρόλο του... επιβήτορα. Π.χ. «τα "βαζέλια" σας γ...ν», ή τα «χανούμια» ή τα «γαυράκια». Συνήθως ηχεί όταν οι οπαδοί των αντίστοιχων ομάδων έχουν ακούσει διάφορα υποτιμητικά, αλλά η εξέλιξη του αγώνα τούς επιτρέπει να πάρουν το αίμα τους πίσω.
Δύο ακόμα «τσιτσανικοί» ρυθμοί δίνουν παλμό στις κερκίδες, αλλά δίχως σόκιν στιχουργικές παρεκτροπές. «Τι τα θες, τι τα θες, δεν αλλάζουμε μυαλά – πάντοτε θα έχουμε τριφύλλι στην καρδιά». Το τραγουδούν οι φίλοι του ΠΑΟ στον ρυθμό του «Είμαστε Αλάνια» (του 1951). Το «Απόψε στις Ακρογιαλιές» (του 1968) έγινε ΑΕΚτσίδικο –και μόνο– προσκλητήριο. Το ρεφρέν παρέμεινε σχεδόν άθικτο: «Ελα να νιώσεις πώς είν' η ζωή κι όλα τα ωραία μεσ' τη σκεπαστή».
Με πέντε τραγούδια ο Τσιτσάνης προηγείται στο ελληνικό chart των εγχώριων γηπέδων. Δεύτερος, ο Διονύσης Σαββόπουλος, με τρία. Απαντα δημοφιλέστατα στις τάξεις όλων των οπαδών. Με το «Ας Κρατήσουν Οι Χοροί» (του 1983) αναμειγνύεται η λατρεία προς την ομάδα με τη… λαγνεία προς τις μητέρες των απέναντι.
Με τον «Καραγκιόζη» (του 1974) υμνείται η ομάδα, αλλά χλευάζεται και ο αντίπαλος εάν τυχόν δεχθεί πολλά γκολ γρήγορα: «...είσαι μόνο ένας, τρία στο εικοσάλεπτο δεν έφαγε κανένας». Οσο για το «Ντιρλαντά», επειδή η αφηγηματική φύση του προσφέρεται για πολλά λογάκια, ανέλαβε «ειδικές αποστολές». Στο μπάσκετ.
Το 'χει μοίρα του «Ντιρλαντά», φαίνεται, να γίνεται «Μήλον της Εριδος». Τον Οκτώβριο του 1970 ο Σαββόπουλος κι ο Παναγιώτης Γκινής, καπετάνιος καλυμνιώτικου σπογγαλιευτικού, έφθασαν μέχρι το γραφείο του εισαγγελέα διεκδικώντας την πατρότητα του κομματιού. Δυόμισι δεκαετίες αργότερα το «Ντιρλαντά» έγινε αντικείμενο διελκυστίνδας «γαύρων» και «βάζελων». Με φόντο τα φάιναλ φορ του μπάσκετ σε Τελ Αβίβ και Σαραγόσα, οι μεν και οι δε «κόλλησαν» στο «Ντιρλαντά»!
Τον Απρίλιο του 1994, προτού αναμετρηθούν οι «αιώνιοι» στον ημιτελικό του φάιναλ φορ, οι οπαδοί των «ερυθρολεύκων» αφιέρωσαν στους «πράσινους» στιχάκια των οποίων ο αριθμός θύμιζε... Ερωτόκριτο. Η προειδοποίηση πως χάρη στον Σιγάλα οι «βάζελοι» θα έφτυναν «της μάνας τους το γάλα» συμπεριλαμβανόταν στις... ευγενέστερες αποστροφές του εν λόγω «ποιήματος».
Ο Ολυμπιακός επικράτησε του Παναθηναϊκού, αλλά ηττήθηκε στον τελικό. Ακριβώς το ίδιο συνέβη και την επόμενη χρονιά στο φάιναλ φορ που διεξήχθη στη Σαραγόσα. Είχε έρθει η ώρα να ριχτούν με τα μούτρα οι οπαδοί του ΠΑΟ στη στιχουργική, ώστε να κάνουν το «Ντιρλαντά» καμπάνα πειράγματος, αισιοδοξίας, αλλά και αυτοκριτικής.
Τα δύο πρώτα επιτεύχθηκαν ως εξής: «Το πρώτο ευρωπαϊκό / ο ΠΑΟ θα το πάρει / οι "γαύροι" πήγαν τελικό / και πήραν το πα...ρι». Την αυτοκριτική την ανέλαβε η «b side», η άλλη εκδοχή του «Ντιρλαντά» εκείνη την εποχή. Με αποδέκτη τον Παύλο Γιαννακόπουλο: «Στο Τελ Αβίβ ταξίδεψα / στη Σαραγόσα πήγα / όμως αυτό που ήθελα / Παύλο μου, δεν το είδα / Παύλο θεέ, κανόνισε / να στρώσει η ομάδα / το πρώτο Ευρωπαϊκό / να έρθει στην Ελλάδα». Ε, ως γνωστόν ο Παύλος κανόνισε...
Τσιτσάνης και Σαββόπουλος, λοιπόν, κυριαρχούν στο… airplay των κερκίδων –χρειαζόταν ειδική μνεία στους δυο τους. Αύριο το υπόλοιπο ελληνικό ρεπερτόριο των γηπέδων.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.