Aν είχα 10 ευρώ για κάθε φορά που ακούω αυτές τις μέρες τη γνωστή ερώτηση «κύριος, χάου γιου σι Μπερλίν δις γίαρ;», θα βρισκόμουν ήδη κάτω από έναν κοκκοφοίνικα στο Κουρασάο, σε τροπικές διακοπές πληρωμένες από το φιλοθεάμον κοινό του ελληνικού μπάσκετ.
Θα ήθελα, επίσης, ένα μπόνους για να βγάλω και τα πολύχρωμα κοκτέιλ: άλλα 10 ευρώ για κάθε φορά που αντικρίζω βλέμματα απορίας και κατάπληξης. «Μα, τι μας τσαμπουνάει αυτός για ΤΣΣΚΑ και για Μπαρτσελόνα», μοιάζουν να αναρωτιούνται οι αγαπητοί φίλοι που μου πιάνουν κουβέντα στον δρόμο, στο σινεμά, στις συναυλίες.
Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι να μάθουν τον νικητή του ελληνικού ημιτελικού. Παναθηναϊκός ή Ολυμπιακός; Ο τελικός είναι ήσσονος σημασίας. Το ζητούμενο είναι να φάμε τον εγχώριο οχτρό…
Καλώς ή κακώς, μέχρι εκεί φτάνει το μυαλό του Ελληνα. Ο Ολυμπιακός πλήρωσε ακριβά αυτή τη νοοτροπία, όχι τόσο το 1995 (όταν βρέθηκε αντιμέτωπος στον τελικό με την πανίσχυρη, και ουσιαστικά γηπεδούχο, Ρεάλ) όσο το 1994, τη χρονιά της ήττας του από τη νερόβραστη Μπανταλόνα στο Τελ Αβίβ.
Θυμάστε πώς πανηγύριζε ο Ιωαννίδης στο παρκέ του «Γιαντ Ελιάου» τη νίκη επί του Παναθηναϊκού στον ημιτελικό; Ακόμα και στα δικά του κύτταρα είχε κυριαρχήσει μια στρεβλή «βερσιόν» της πραγματικότητας. Τον νεανικό και άπειρο Ολυμπιακό του τον είχε προετοιμάσει όχι για να κερδίσει το τρόπαιο, αλλά για να ικανοποιήσει τους αφιονισμένους της κερκίδας και τους γραβατοφορεμένους χούλιγκανς που παροικούσαν την «ερυθρόλευκη» Ιερουσαλήμ. Kαι για να απογοητεύσει τους αντίστοιχους της απέναντι όχθης.
Το φαιδρό είναι ότι, ακόμα και σήμερα, πολλοί στον Πειραιά θυμούνται το Τελ Αβίβ όχι ως τραγωδία, αλλά ως... θρίαμβο. Ο ίδιος ο Ιωαννίδης χτυπάει τον κεφάλι του στον τοίχο. Γνωρίζει καλά ότι εκείνον τον Απρίλη έχασε τη μεγαλύτερη ευκαιρία της καριέρας του για να κατακτήσει ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών…
Η Μπανταλόνα του 1994 είναι η μοναδική ομάδα που κέρδισε το τρόπαιο, έχοντας προηγουμένως κερδίσει «εμφύλιο» ημιτελικό (επί της Μπαρτσελόνα). Δεν γινόταν διαφορετικά. Εκείνη τη χρονιά, το ένα ζευγάρι ήταν αμιγώς ελληνικό και το άλλο αμιγώς καταλανικό. Στο Τελ Αβίβ ζήσαμε το φάιναλ φορ των δύο πόλεων! Το χειρότερο όλων, από κάθε άποψη.
Οσοι άλλοι χρειάστηκε να υπερπηδήσουν γνώριμο εμπόδιο στον ημιτελικό ηττήθηκαν στον τελικό, όχι μόνο από την ισχύ του αντιπάλου (ο οποίος σε αρκετές περιπτώσεις ήταν θεωρητικά υποδεέστερος) όσο από τη φόρτιση των προηγούμενων ημερών και από την αδικαιολόγητη χαλάρωση (αποφόρτιση, αν όχι «χανγκόβερ») την οποία έφερε η πολυπόθητη νίκη επί του συμπατριώτη δύο ημέρες νωρίτερα. Δεν το έπαθε μόνο ο Ολυμπιακός του 1994 και του 1995, αλλά και η Μπανταλόνα το '92 στην Πόλη, η Μπαρτσελόνα το '96 στο Παρίσι, η Κίντερ το '99 στο Μόναχο…
Να γιατί απαντώ «ΤΣΣΚΑ» ή «Μπαρτσελόνα» σε όποιον μου ζητάει πρόβλεψη για το φάιναλ φορ. Το λέω και το εννοώ. Οταν δω ελληνική ομάδα να ξεπερνάει το «σύνδρομο του εμφυλίου», τότε θα τη χαρακτηρίσω φαβορί για την κατάκτηση του Κυπέλλου. Στη σκακιέρα του Βερολίνου, πάντως, ο Παναθηναϊκός και ο Ολυμπιακός ξεκινούν εξ ορισμού με τα μαύρα. Ούτε η ΤΣΣΚΑ είναι κατώτερή τους ούτε η Μπαρτσελόνα.
Μήπως –τώρα που το ξανασκέφτομαι– είναι καλύτερο το μεταξύ τους ζευγάρωμα; Αν μη τι άλλο, ο νικητής του ελληνικου ημιτελικού θα έχει αποφυγει ένα από τα μεγαθήρια της αλλοδαπής…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.