Πήρα ένα e-mail από τον αναγνώστη Ν.Β., που ανάμεσα σε άλλα αναφέρεται στη διαφορά ανάμεσα στην απλή αναφορά και την ανάλυση της είδησης. Είναι η αντίστοιχη διαφορά ανάμεσα στην κατασκοπεία και την ανάλυση της πληροφορίας. Που οι μεγάλοι αναλυτές της εποχής του Ψυχρού Πολέμου μπορούσαν να βγάζουν τα πιο απίθανα συμπεράσματα από τα πλέον φαινομενικά ασύνδετα στοιχεία. Φτάνει, όμως, τα στοιχεία να είναι πραγματικά και όχι φουσκωμένες εντυπώσεις.
Στην καλύτερη των περιπτώσεων υπάρχει κάποια είδηση «αυτόπτη μάρτυρα», τύπου «πέρναγα το πρωί από την εθνική οδό και είδα τρεις αστυφύλακες να βαράνε τρεις Κινέζους. Ο κόσμος είχε σταματήσει και διαμαρτυρόταν». Στη χειρότερη παίρνουν την είδηση από κάπου αλλού και την παρουσιάζουν σαν δική τους. «Κοιτάξτε, λοιπόν, τι έγινε στην Αφρική με ένα παιδάκι που το κατάπιε βόας». Σαν να έχει το paparas.blogspot ανταποκριτή στην Αφρική. Και για να φανεί ότι έχει δική του ενημέρωση, δεν βάζει καν το Μέσο από το οποίο πήρε την είδηση για να μπορέσεις να εκτιμήσεις τη σοβαρότητά της.
Το σκεφτόμουνα με την «είδηση» για την πριν από μία εβδομάδα σύλληψη του Τζιγκάνοβιτς με την υποψία ότι ήταν ο Παλαιοκώστας. Η οποία είδηση κυκλοφορεί στο Ιντερνετ σε όποια παραλλαγή προτιμάτε. Οτι τον συνέλαβαν «έξω από την Αθήνα», «στον δρόμο της επιστροφής», «έξω από τα Τρίκαλα», με «αυτοκίνητο», «με Πόρσε», «με τζιπ», «με αυτοκίνητο που έμοιαζε με του Παλαιοκώστα». Με τους περισσότερους να συμφωνούν ότι ήταν ένα «θηριώδες τζιπ», που έχω την εντύπωση ότι το γράψανε πρώτα στην «Espresso» και μετά όλα τα λαγωνικά του Ιντερνετ πλακωθήκανε στο copy paste.
Πόσο έμεινε μέσα ο Τζιγκάνοβιτς; Εδώ η διαφορά φτάνει μόνο σε ώρες, με τους μετριοπαθείς να ξεκινάνε από τη «μία ώρα», τους πιο large να πηγαίνουν στις «δύο ώρες» και τους επιφυλακτικούς να γράφουν ένα «κρατήθηκε για ώρες» και να ησυχάζουν. Και λέω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό: τι μέτραγε εδώ; Η είδηση ή αυτό που θέλαμε να είναι είδηση; Δεν χρειάζεται να απαντήσω. Καλά να ακούγεται και ό,τι μαλακία και να είναι δεν πειράζει.
Είναι νύχτα, είσαι αστυφύλακας σε μπλόκο στην περιοχή των Τρικάλων, όπου ξέρεις ότι τριγυρίζει ο Παλαιοκώστας, και βλέπεις να πλησιάζει ένα αυτοκίνητο που μοιάζει με τις περιγραφές. Τι θα κάνεις; Θα κοιτάξεις μέσα στο αυτοκίνητο το ύψος του οδηγού και αν σου μοιάζει για ψηλός θα τον αφήσεις να συνεχίσει; Θα πλησιάσεις να δεις καλύτερα με τον κίνδυνο να φας σφαίρα στη μούρη; Θα το τραβήξεις το κουμπούρι για να είσαι ασφαλής. Και ξαναλέω εγώ με το φτωχό μου το μυαλό: ας πούμε ότι δεν το τραβάει ο αστυφύλακας το κουμπούρι και στο αυτοκίνητο είναι ο Παλαιοκώστας, που αποφασίζει ότι βαρέθηκε να δραπετεύει και του την μπουμπουνάει. Τι θα γράφει ο κάθε ξύπνιος την επόμενη;
«Ο μαλάκας ο μπάτσος πήγε να δει από το παράθυρο ποιος οδηγάει και ο Παλαιοκώστας του το έδειξε». Σκέφτεται διαφορετικά ο αστυφύλακας και καλού κακού το τραβάει το κουμπούρι. Και στο αυτοκίνητο δεν είναι ο Παλαιοκώστας, αλλά ο Τζιγκάνοβιτς. Τι θα γράφει ο κάθε ξυπνητζής; «Τράβηξε το πιστόλι στον μπασκετμπολίστα». Ολα τα ανωτέρω και όλες οι αποφάσεις πρέπει να παρθούν στα δευτερόλεπτα που κάνει ένα αυτοκίνητο μέχρι να σταματήσει, και όχι με την πίεση που έχει ο παίκτης όταν χτυπάει το πέναλτι, αλλά με την πίεση που νιώθει ο άνθρωπος όταν ξέρει ότι η επόμενη απόφασή του μπορεί να είναι η τελευταία.
Βέβαια, στο εξωτερικό οι αστυφύλακες είναι καλύτερα εκπαιδευμένοι. Σωστά; Εν μέρει. Στο εξωτερικό ένα πράγμα στο οποίο τους εκπαιδεύουν είναι να τραβάνε το κουμπούρι με ευκολία. Στα μεγάλα κυνηγητά με την Baader Meinhof η γερμανική αστυνομία είχε καθαρίσει μέχρι και τρεις άσχετους. Κάνανε μπούκα σε ένα σπίτι, τρομοκρατημένος ο ένοικός του πήδαγε από το παράθυρο, bang und adios. Εκανε σήμα ένα αστυνομικό αυτοκίνητο σε ένα αγροτικό, ο αγκρίκολας δεν είχε δίπλωμα και γκάζωσε, γκαζάνκα και να ζούμε να το θυμόμαστε το παλικάρι. Εδώ τα κουμπούρια για να τα βγάλουνε πρέπει να πέσεις σε Μανιατάκι που του πρόσβαλες τη μαμά.
Οσο για την αξιοπιστία των αυτόπτων μαρτύρων, δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε την ιστορία με τον θάνατο του Αλέξη Γρηγορόπουλου τον περασμένο Δεκέμβριο. Ούτε στην απόσταση που πυροβόλησε ο αστυφύλακας δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν οι αυτόπτες μάρτυρες. Ενα φαινόμενο που είναι γνωστό σε όσους έχουν ασχοληθεί με την Ιστορία. Που η καταγραφή των εμπειριών των αυτόπτων μαρτύρων έχει νόημα μόνο όταν είναι από πολλούς και σε πολλούς τόπους. Για παράδειγμα, στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο στη μεγάλη επίθεση των Βρετανών στο Σομ, όπου 14 χιλιάδες άτομα είχαν σκοτωθεί την πρώτη ώρα, στρατιώτες που βρισκόντουσαν στο μέτωπο σε ενάμισι χιλιόμετρο απόσταση περιέγραψαν την ημέρα σαν «απόλυτα ήσυχη».
Είναι το φαινόμενο που ονομάζεται Fog of War. Ομίχλη του Πολέμου. Η ομίχλη που σκεπάζει μεγάλα κομμάτια της μάχης. Με τον θρύλο να είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της έρευνας. Για παράδειγμα, στο Δάσος της Αργκον το 1916 γεννήθηκε ο μύθος της «Χαμένης Αμερικανικής Ταξιαρχίας». Οτι ένα τάγμα αποκόπηκε και ποτέ δεν βρέθηκε ούτε ένας στρατιώτης του. Σε σημείο που αργότερα, στη δεκαετία του '70, είχε γραφτεί ότι μπορεί να τους απήγαγαν εξωγήινοι. Στην πραγματικότητα ούτε τάγμα ήταν και από τη μονάδα 200 άτομα επέζησαν. Ο μύθος, όμως, είναι πιο δυνατός από την αλήθεια. Ακόμα και όταν οι επιζώντες εμφανιζόντουσαν και έλεγαν ότι 200 επέζησαν, αυτοί που γουστάρανε δράμα κλείνανε τα αυτιά και συνεχίζανε.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.