Αν ο φίλος μου ο Δημήτρης Μαύρος έκανε ένα γκάλοπ και ζητούσε από τον κόσμο να πει ποια είναι η πιο συνηθισμένη δήλωση ποδοσφαιριστή, τα αποτελέσματα δεν θα εξέπλητταν κανέναν. Το «κοιτάμε κάθε παιχνίδι ξεχωριστά και στο τέλος θα κάνουμε ταμείο» θα συγκέντρωνε ποσοστά Τσαουσέσκου. Θα ακολουθούσε το διαχρονικό «δεν έχει σημασία ότι εγώ πέτυχα το γκολ. Σημασία έχει ότι η ομάδα κέρδισε» και την τριάδα θα έκλεινε η αγαπημένη δήλωση «θέλω να αφιερώσω τη νίκη στον υπέροχο κόσμο μας και να τον ευχαριστήσω για τη συγκλονιστική του συμπαράσταση».
Επιτέλους, dear, βρέθηκε ένα αγόρι που έσπασε τον κανόνα, ο οποίος θέλει οι δηλώσεις των ποδοσφαιριστών να αποτελούν το καλύτερο υποκατάστατο του λεξοτανίλ. Αναφέρομαι φυσικά στον Βαγγέλη Μάντζιο. Ο γλυκός μου μίλησε στο περιοδικό «MAX» και ήταν έτσι όπως τον θέλω τον άντρα τον σωστό: ειλικρινής και με την καλή κουβέντα στο στόμα. Οπως βλέπεις και στο σκίτσο, αν πήγαινε στο παιχνίδι της συζύγου του μπουμπούκου, εκατομμυριούχος θα έφευγε.
Το πρώτο του σχόλιο αφορούσε στον Χάσε Μπάκε: «Ο άνθρωπος ήταν άσχετος. Ισως και να μην είχε καταλάβει πού είχε έρθει. Ισως να νόμιζε πως δεν προπονεί τον Παναθηναϊκό, αλλά μια γυναικεία ομάδα». Υπάρχει και η άλλη άποψη βέβαια, σύμφωνα με την οποία ο γοητευτικός Μπάκε ήταν απλώς 97 χρόνια πίσω από τον Δανιήλ. Μπορεί, δηλαδή, ο καλοκάγαθος Σουηδός να γνώριζε από το 2006 κιόλας ότι τρία χρόνια αργότερα ο Πατέρας θα έκανε τη δήλωση για τους παίκτες-μπαλαρίνες και είχε από τότε τροποποιήσει το πρόγραμμα προπόνησης με βάση τις απαιτήσεις ομάδας μπαλέτου, ώστε να προλάβει τις εξελίξεις. Μην απορείς, χρυσέ μου. Οι άνθρωποι που είναι μπροστά από την εποχή τους διαρκώς συκοφαντούνται. Ρώτα και τον Σκάζνι να σου πει...
Συνεχίζει ο Μάντζιος: «Εγώ τον αποκαλούσα "κατσαπλιά". Μου έδινε την εντύπωση πως δεν ήξερε πού πατούσε και πού βρισκόταν. Η μόνιμη ατάκα του ήταν "you're unlucky". Μία φορά, στην προπόνηση, δεν έπιασα καλά την μπάλα με το πόδι μου και το σουτ κατέληξε εκτός γηπέδου. Και γυρνάει και μου λέει "oh, you're unlucky". "Τι unlucky, μίστερ", του λέω, "η μπάλα δεν πέρασε ξυστά από τα τέρμα, βγήκε έξω από το γήπεδο"».
Ολοι μας λίγο-πολύ, sugar, είχαμε υποψιαστεί ότι ο Μπάκε ένα γρήγορο υπνάκο κατά τη διάρκεια των αγώνων πρέπει να τον έπαιρνε. Ούτε ο πρώτος που το κάνει είναι ούτε ο τελευταίος, άλλωστε. Εκείνο που δεν γνωρίζαμε μέχρι τώρα είναι την αλάνθαστη μέθοδο που επέλεγε για να φτάνει πάντα στην ώρα του στο ραντεβού με τον Μορφέα. Χάρη στον Μάντζιο λύθηκε κι αυτή η απορία μας. Ο Χάσε την ώρα του παιχνιδιού, αντί για προβατάκια, μάλλον θα μέτραγε «unlucky παίκτες». Μόλις έφτανε στον «unlucky Γκούμα» θα γλάρωνε το πουλάκι μου...
Ο Μάντζιος, στη συνέχεια, δείχνει πόσο ατρόμητος είναι, διότι δεν διστάζει να μιλήσει με τα καλύτερα λόγια για τον «Τζεμπούρ των φτωχών», τον αρρενωπό Εκι Γκονζάλες: «Ο Εκι ήταν πολύ παράξενος άνθρωπος. Οχι κακός, αλλά σίγουρα ιδιόρρυθμος και κωλόπαιδο». Χαρά που θα κάνει ο Εκι μόλις μάθει τις δηλώσεις του Βαγγελάκη! Πλέον, κεχαριτωμένε, δεν χρειάζεται να ανησυχούμε για το αν θα επιστρέψει ο καλός μου στον πολυμετοχικό το καλοκαίρι. Είτε έχει δοθεί δανεικός στη Ροζάριο Σεντράλ είτε όχι, ένα ταξιδάκι στη χώρα μας είναι πιο βέβαιο και από τον θάνατο ότι θα το κάνει. Για ψυχαγωγικούς λόγους...
Ο Μάντζιος, πάντως, δεν δείχνει να ανησυχεί. Γι' αυτό και διηγείται με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τον τσακωμό που είχαν οι δυο τους κατά τη διάρκεια προπόνησης της ομάδας. Σύμφωνα με τον Βαγγέλη, ο Εκι ξεκίνησε το ρεσιτάλ του με μια-δυο απότομες κουβέντες στον Θεοδωρίδη, συνέχισε με δυο-τρία καντήλια στον Λεοντίου και ολοκλήρωσε δείχνοντας την αγάπη του και στον Βαγγέλη, όταν εκείνος του ζήτησε τον λόγο:
«Σταματάει να τρέχει, έρχεται προς το μέρος μου και, λέγοντάς μου τα κλασικά λατινοαμερικάνικα, "de puta madre" και τα λοιπά, μου λέει ξαφνικά "πάμε έξω να το λύσουμε οι δυο μας". Του λέω "καλά, χαζός είσαι, θα σταματήσουμε την προπόνηση για να πάμε να πλακωθούμε; Παιδιά είμαστε;"». Για να μην έχεις την άποψη μόνο της μιας πλευράς, επίτρεψέ μου, honey, να σου παρουσιάσω και την εκδοχή του Γκονζάλες για το ίδιο συμβάν. Είμαι λάτρης των νταήδων και έχω εντρυφήσει στον αθέατο κόσμο τους. Εμπιστεύσου με...
Κρατάμε το «de puta madre» (εις τον κύβο όμως) και περνάμε στον διάλογο: Εκι: «Πάμε έξω, ρε καργ... να σου ξηγηθώ φιστίκι αργεντίνικο και πάρε κι ένα καθαρό σώβρακο μαζί, να 'χεις να αλλάξεις». Μάντζιος: «(Σιγή. Να του πήγε)». Επιστρέφω στην περιγραφή του Βαγγέλη, πολυαγαπημένε:
«Εν τω μεταξύ, να έχει κολλήσει πάνω μου, αλλά επειδή είναι 1,70, το κεφάλι του μετά βίας έφτανε μέχρι τον λαιμό μου. Κι εκείνη τη στιγμή πάει να μου ρίξει κουτουλιά. Το πιστεύεις; Την έφαγα ξώφαλτσα επειδή, όπως σου είπα, δεν μπορούσε λόγω ύψους να στοχεύσει, οπότε του ρίχνω ένα σκαμπίλι και φεύγει κάτω. Μετά μπήκαν και μας χώρισαν».
Υποψιάζομαι ότι ο Μάντζιος διηγήθηκε όλο το περιστατικό για να καταλάβουμε όλοι ότι είναι –αν και δεν του φαίνεται επειδή καμπουριάζει ελαφρώς– δυο μέτρα παλικάρι. Αν πάντως ο Γκονζάλες δεν δίστασε να τα βάλει με έναν τύπο τρία κεφάλια ψηλότερο, φαντάσου τι θα έκανε αν έβρισκε μπόσικο κανέναν Φώντα Γήττα, που θα τον έφτανε κιόλας. Εγώ πολύ θα ήθελα να μάθω. Ο Φώντας όχι...
Ο Βαγγέλης όμως, πιστέ μου αναγνώστη, δεν περιορίζεται στο να κρίνει μόνο τους άλλους. Γι' αυτό προχωρά σε μια σκληρή, πλην όμως γενναία αυτοκριτική, απαριθμώντας τα σημαντικότερα μειονεκτήματά του, τα οποία πρέπει να δουλέψει: «Το ότι μερικές φορές εκνευρίζομαι εύκολα. Εχω παίξει και ξύλο αρκετές φορές, εκτός γηπέδων. Και επίσης νιώθω κάποιες φορές πως παίρνουν τα μυαλά μου αέρα και προσπαθώ να το περιορίσω».
Κάποιος κακοπροαίρετος θα μπορούσε να πει ότι ο Βαγγέλης ξέχασε ένα-δύο ακόμα. Οπως το ότι βγαίνει κάθε τρεις και λίγο οφσάιντ, ξεχνιέται και τραβιέται συνέχεια έξω από την περιοχή, δεν έχει κάνει ποτέ ένα μεγάλο σερί καλών παιχνιδιών κ.λπ. Κουταμάρες λέω εγώ. Ολα αυτά δεν είναι μειονεκτήματα, αλλά μικρά ψεγάδια που επιβεβαιώνουν την ανθρώπινη φύση ενός αγοριού που για Θεός ξεκίνησε, αλλά η αδυσώπητη μοίρα τον έστειλε στον κόσμο των θνητών. (Η επιρροή του Βέργη στον τρόπο γραφής μου είναι πλέον εμφανής. Πρέπει να το κοιτάξω αυτό.)
Μπαμ Μπαμ και Κάτω
Ο σοφός Νινιάδης, dear, κατέληξε ότι η καλύτερη περίπτωση από αυτές που είδε στη Βραζιλία είναι ο Μπαμ Μπαμ και Κάτω, που βλέπεις στη φωτογραφία. Πρόκειται για κυνηγό, ο οποίος χάρη στο εκτόπισμα και την τεχνική του μπορεί να γίνει ο ιδανικός παρτενέρ του Ντιόγο στην επίθεση του σωκρατικού. Μετά τους αγώνες, μάλιστα, θα ακούει τα παράπονα και τον πόνο των οπαδών μέχρι τελικής πτώσεως. Συνηθισμένα τα βουνά...
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.