Eνας ακροατής του ραδιοφωνικού Fight Club είπε όλη την πικρή αλήθεια μέσα σε λίγες λέξεις: «Στα 100 χρόνια της ομάδας, που τον επόμενο αιώνα της θα τον δουν τα εγγόνια μας και αν, δεν έχουμε τίποτα να λέμε στα παιδιά μας. Σαν να μην έγιναν». Δυστυχώς, κάπως έτσι είναι τα πράγματα. Μέσα σε γκρίνιες και αντιπαραθέσεις, κρίσεις κι επικρίσεις, λάβαρα που κατέβηκαν και διαφημιστικά λάβαρα που αναρτήθηκαν, η εκδήλωση θύμισε ένα αποτυχημένο πάρτι που οργανώνεται με προσδοκίες και καταλήγει στις 2 τη νύχτα με ανοικτή τηλεόραση και τους 6 τελευταίους καλεσμένους να βλέπουν «Sex and the City». Κάποιος άλλος έστειλε μήνυμα στην εκπομπή που έλεγε «τι χάλια είναι αυτά; Τα 100 χρόνια του Ολυμπιακού θα είναι ένα ατελείωτο πάρτι που θα κρατήσει ένα χρόνο». Σωστό κι αυτό. Και δεν είναι μόνο ότι ο Ολυμπιακός παίρνει τίτλους στο ποδόσφαιρο με τη σέσουλα, είναι θέμα τόσο οργάνωσης από την ομάδα όσο και ανταπόκρισης από τον κόσμο του. Ο Ολυμπιακός άλλωστε, ακόμα και στα «πέτρινα χρόνια», είχε 60.000 κόσμο στο ΟΑΚΑ. Δεν περίμενε πολυμετοχική διοίκηση για να πάει στο γήπεδο.
Η απόδοση ευθυνών και ο καταλογισμός λαθών ποτέ δεν ήταν ούτε το φόρτε μου ούτε η επιδίωξή μου. Αρα δεν με νοιάζει ποιος φταίει σε ποσοστό 55% και ποιος στο υπόλοιπο. Ούτε μπορώ να ταυτιστώ με τα δημοσιεύματα τη μιας ή της άλλης εφημερίδας που είναι στα χαρακώματα, διότι έχω φίλους και στην «Πράσινη» και στο «Derby». Δεν ξέρω αν επιβεβαιώνεται στον Παναθηναϊκό το ρητό «όπου λαλούν πολλοί κοκόροι» κι αν ήρθε η ώρα της πρώτης σοβαρής ρήξης –ελπίζω πως όχι. Δεν ξέρω αν κάποιοι θέλουν να βγουν πιο μπροστά διότι αισθάνονται ότι είναι στο περιθώριο και κάποιοι να πάνε λίγο πιο πίσω, διότι έχουν κι άλλα πράγματα να κάνουν, φαντάζομαι πιο σοβαρά, όπως π.χ. το να βγάλουν λεφτά από τις επιχειρήσεις τους.
Τελικά δεν έχω καταλάβει αν το «φρούτο» της πολυμετοχικότητας λειτουργεί ή δυσλειτουργεί, αν έχει δυναμική ή έχει μπλοκάρει, αν έχει μέλλον ή σύντομα θα γίνει παρελθόν. Θα δείξει πολύ σύντομα, είτε έτσι είτε αλλιώς.
Αυτό που επιβεβαιώνεται για μία ακόμη χρονιά είναι ότι ο μεγαλύτερος εχθρός του Παναθηναϊκού είναι ο εαυτός του. Και πέρυσι και φέτος, όπως και παλιότερα. Οι ήττες φέρνουν γκρίνιες, οι γκρίνιες φέρνουν ήττες, αλλά στην ομάδα αυτή συμβαίνει και το εξής παράδοξο: ακόμα και οι νίκες φέρνουν γκρίνιες. Γιατί έπαιξε έτσι, ποιους έβαλε, γιατί δεν έβαλε τους άλλους, γιατί ήρθαν αυτοί που ήρθαν κι έφυγαν οι άλλοι, γιατί δεν έφυγαν κι άλλοι και δεν ήρθαν οι παράλλοι. Αποτέλεσμα αυτού; Ο «ενιαίος και αδιαίρετος Παναθηναϊκός», ο «Πειθαρχία - Αγάπη - Ομόνοια» που είχε πει ο Γιώργος Βαρδινογιάννης πριν από λίγους μήνες είναι «μακέτο» και σε κουβέντα να βρισκόμαστε. Η «αποκαθήλωση» των ευρω-λαβάρων είναι απλά η αφορμή, το φιτίλι για να ανάψει ο δυναμίτης. Η μία ατάκα που ξεκινάει τον καβγά. Και μετά το σκηνικό θυμίζει σαλούν της Αγριας Δύσης, με σπασμένα μπουκάλια και τραπέζια σε σχηματισμούς μάχης.
Η γιορτή δεν είχε κόσμο. Δεν είχε Red Hot Chilli Peppers –φαντάζομαι ότι το «Red» έπαιξε κάποιο λόγο– ούτε όμως Green Day. Δεν είχε ένα σπουδαίο φιλικό αγώνα. Δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο μαντάτο για το γήπεδο. Δεν έγινε καν στα 100 χρόνια της ομάδας, αλλά πλέον στα 101, όπως περίπου κόβουμε την πρωτοχρονιάτικη βασιλόπιτα Φλεβάρη μήνα. Δεν είχε παλμό και ενθουσιασμό. Δεν είχε τα σωστά λάβαρα στη θέση τους. Θα πει κάποιος, βέβαια, ότι «μια γιορτή ήταν και τίποτα παραπάνω, μην το κάνουμε μεγαλύτερο θέμα απ' ό,τι είναι». Το πάρτι μπορεί να πάει στραβά. Η ομάδα, όμως, δεν έχει άλλα περιθώρια να πάει στραβά. Πρέπει κάποια στιγμή να βγει από τον χωματόδρομο και να πατήσει άσφαλτο. Ακόμα κι αν η διαδρομή είναι μεγάλη, έχει κίνηση και έχει αργήσει να φτάσει στον προορισμό της.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.