Aν σας ρωτήσουν ποιας χώρας το ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα είναι το θεαματικότερο, τι θα απαντήσετε; Εικάζουμε ότι θα επιλέξετε ανάμεσα σε Αγγλία και Ισπανία. Αν ρωτηθείτε ποια ομάδα παίζει φέτος το ομορφότερο ποδόσφαιρο στον κόσμο, πολύ δύσκολα θα πείτε κάτι διαφορετικό από «Μπαρτσελόνα». Κι αν το πείτε, συγγνώμη, αλλά μάλλον για κάποιο λόγο θα μισείτε πολύ την Μπάρτσα. Αλλη εξήγηση πού να βρεθεί;
Τι θα λέγατε, λοιπόν, εάν μαθαίνατε –ο γράφων το πληροφορήθηκε χάρη στον συνάδελφό του Ανδρέα Κυριακόπουλο– ότι τα ματς του πρώτου γύρου της Πριμέρα Ντιβιζιόν προσέλκυσαν 432.058 θεατές λιγότερους απ' όσους είχαν σπεύσει στις κερκίδες των γηπέδων της μεγάλης κατηγορίας της Ισπανίας κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα της περσινής σεζόν; Το κυριότερο: τι θα λέγατε εάν μαθαίνατε πως τις μεγαλύτερες απώλειες εισιτηρίων τις έχει φέτος η –εκθαμβωτική, στους αγώνες της- Μπάρτσα, με 7.438 θεατές λιγότερους κατά μέσο όρο ανά αγώνα;
Βεβαίως, οι μεγάλες απώλειες συντελούνται επί μεγάλων μεγεθών: φέτος τους αγώνες του πρώτου γύρου της Πριμέρα τίμησαν 5.317.329 άνθρωποι –δηλαδή ο μισός πληθυσμός της Ελλάδας. Ομως η προαναφερθείσα απώλεια των 432.058 θεατών συνιστά πτώση της τάξης του 7,5%. Οπως κι αν το δεις, είναι σημαντική κάμψη. Σε ό,τι αφορά την Μπαρτσελόνα: το «Καμπ Νόου», που εθεάθη κατάμεστο μόνο στον αγώνα των γηπεδούχων με τη Ρεάλ, γεμίζει κατά 60% ανά αγώνα. Ασφαλώς ένα αχανές γήπεδο χωρητικότητας 98.000 θέσεων σε μια πόλη με 1,6 εκατομμύριο κατοίκους δεν είναι η επιτομή της συνήθους αναλογίας. Το ίδιο, όμως, ίσχυε ανέκαθεν, άρα οι 7.438 θεατές λιγότεροι ανά παιχνίδι στο «Καμπ Νόου» κάτι σημαίνουν.
Είναι, λοιπόν, ανεξήγητη τούτη η μείωση της προσέλευσης κόσμου στις κερκίδες των ισπανικών γηπέδων, γενικώς, αλλά και στους εντός έδρας αγώνες της Μπάρτσα ειδικότερα; Είναι, αλλά μόνο στον νου όσων πιστεύουν το κλισέ πως οπωσδήποτε «το καλό ποδόσφαιρο φέρνει τον κόσμο στο γήπεδο», άντε με την αρωγή των καλών αποτελεσμάτων. Μη σπεύσετε καν να πείτε ότι η καλή μπάλα ήταν ανέκαθεν «αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη» για την προσέλκυση κόσμου στις κερκίδες. Μια φορά κι έναν καιρό δεν ήταν καν αναγκαία. Κάμποσες δεκαετίες πριν έβλεπες «τίγκα» το στάδιο Καραϊσκάκη και το γήπεδο της Λεωφόρου, ακόμα και σε περιόδους κατά τις οποίες Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός μόνο καλό θέαμα δεν προσέφεραν.
Σήμερα, το εάν και το πόσο συχνά θα πάει κάποιος στο γήπεδο είναι συνάρτηση πολλών παραμέτρων που δεν αφορούν καν το ποδόσφαιρο -την προσδοκώμενη ποιότητα του θεάματος ή την ισχύ της ομάδας. Είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό θέμα χρημάτων που περισσεύουν ή δεν περισσεύουν (παράμετρος πολύ σημαντική σε περιόδους οικονομικής κρίσης), επαρκούς ή μη ελεύθερου χρόνου, άλλων εναλλακτικών μορφών διασκέδασης, εθισμού στην ευκολία της τηλεόρασης, κ.λπ.
Οι σύλλογοι δεν μπορούν ασφαλώς να επιδράσουν σε αυτό το ευρύτερο status, είναι όμως σε θέση να κάνουν κάτι που εμπίπτει στη σφαίρα των αρμοδιοτήτων τους -πέραν της αυτονόητης υποχρέωσης να βελτιώνουν, όσο μπορούν, τις ομάδες τους: να προσφέρουν ελκυστικότερες τιμές εισιτηρίων.
Ειδικώς σε χώρες όπως η Ελλάδα, η ανάγκη φιλικότερων τιμών φαντάζει επιτακτική. Οι λόγοι έχουν επανειλημμένως αναλυθεί -ας μας επιτραπεί μόνο μία επισήμανση από τις πολλές (σχετικές) που θα μπορούσαν να γίνουν: σύμφωνα με πανευρωπαϊκή έρευνα που έχει μεν «ηλικία» 2-3 ετών, όχι όμως και ξεπερασμένα πορίσματα, δεν εργάζεται ποτέ την Κυριακή το 73% των Ευρωπαίων (στα 15 κράτη-μέλη). Στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόνο 57%. Η Κυριακή, ως γνωστόν, είναι η «κυρίως ημέρα» του ποδοσφαίρου. Μπορεί να μην πρόκειται για τον σημαντικότερο παράγοντα εξ όσων χρήζουν κάποιου «αντίβαρου», είναι όμως κάτι επιπρόσθετο ανασταλτικό.
Εκτός εάν οι ΠΑΕ κρίνουν ότι τα 8.359 εισιτήρια που κόβονται κατά μέσο όρο στα παιχνίδια της Super League είναι ένα είδος «ταβανιού», το οποίο δεν πρόκειται να «ψηλώσει» σε βαθμό επικερδή αν τυχόν προσφερθούν φθηνότερα εισιτήρια. Ομως κι αν ακόμα παραβλέπαμε την πολλαπλή σημασία του περισσότερου κόσμου στις κερκίδες για το ποδόσφαιρο, θα «σκοντάφταμε» σε μία σκέψη: σε καιρούς επαπειλούμενης όξυνσης της κρίσης και διεύρυνσης του αριθμού των θυμάτων της, οι λιγότεροι που πληρώνουν περισσότερα μπορεί πανεύκολα να μειωθούν κατά πολύ. Αν όμως περισσότεροι θεωρήσουν προσιτή την -κατά το μάλλον ή ήττον- τακτική επίσκεψη στο γήπεδο, οι πιθανότητες να παραμείνουν (αρκετοί) είναι μεγαλύτερες. Απλή λογική.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.