Σάββατο 17 Ιανουαρίου. 09:00 π.μ.: η φωνή του κούκου από το ρολόι ήχησε σαν μουσική στ' αυτιά μου. Η μεγάλη στιγμή είχε φτάσει. Κοίταξα με δέος την αφίσα του Αλέφαντου που έχω κρεμάσει πάνω από το κρεβάτι μου και το κορμί μου σπαρτάρησε από χαρά. Η θεία Λουκρητία με φίλησε σταυρωτά, όπως οι μάνες που αποχαιρετούν γεμάτες περηφάνια τον γιο τους προτού φύγει για το μέτωπο, και ξεκίνησα. Ο οδηγός μου, ο Θόδωρος, είχε ήδη φέρει από το βεστιάριο της οικογενείας τα ρούχα της φωτογράφισης: μία περικεφαλαία, ένα σπαθί και μία πανοπλία. Τα πάντα ήταν έτοιμα για να γραφτεί η πιο λαμπρή σελίδα στην ιστορία του ελληνικού Τύπου. Η αγωνία μου είχε χτυπήσει κόκκινο...
Μία ώρα αργότερα φτάσαμε στο μέρος της συνάντησης, τον Αρδηττό. Η καρδιά μου άρχισε να χτυπά πιο γρήγορα. Ηταν αλήθεια. Απέναντί μου ήταν ο μεγαλύτερος Ελληνας τεχνικός, ο Νικόλας ο Αλέφαντος. Παραλίγο να μην τον αναγνωρίσω, dear. Οχι επειδή ήμουν συγκινημένος, αλλά επειδή ο «Αλέ» από κοντά δείχνει τουλάχιστον δέκα χρόνια νεότερος. Ο καλός μου με ενημέρωσε, άλλωστε, ότι προσέχει ιδιαίτερα τον τρόπο ζωής του. Τρέχει 6-7 χιλιόμετρα κάθε μέρα και δεν κάνει καταχρήσεις, με αποτέλεσμα να διατηρείται πάντοτε σε φόρμα. Οχι όπως ο Παράσχος, που στο «σωσίβιό» του χωράνε τρεις νοματαίοι και περισσεύει και μια θέση...
Στα πέντε λεπτά που προχωρήσαμε μέχρι να βρούμε το κατάλληλο μέρος για τη φωτογράφηση ο ακριβός μου είχε προλάβει να μου αναλύσει με λεπτομέρειες τις τακτικές του Βαλβέρδε, του Τεν Κάτε και του Σάντος. Ενα τρίλεπτο ακόμα αν αργούσαμε, θα είχα μάθει απέξω και ανακατωτά πώς παίζουν όλες οι ομάδες της Σούπερ Λίγκας, ίσως και της Πρέμιερ Λιγκ. Ρούφηξα σαν σφουγγάρι κάθε του λέξη και ευχαρίστησα για άλλη μια φορά τον Θεό γιατί μου έδωσε τη δυνατότητα να ζήσω μια εμπειρία, την οποία έπειτα από χρόνια θα διηγούμαι στα εγγόνια του κομμωτή μου, του Λέλου. Ο θείος Αμάραντος, ο οποίος δεν έχει τη δική μου αυτοσυγκράτηση, ήδη σκέφτεται να πάει σε συναυλία του Νταλάρα με μπλουζάκι που θα γράφει: «Ηταν και ο ανιψιός μου στη φωτογράφηση του Αλέφαντου.
ΥΓ.: Ο ανιψιός μου δεν είναι ο Θέμης Σινάνογλου...».
Ο Νικόλας μου ήρθε φορώντας όχι την αγαπημένη κόκκινη μπλούζα του, αλλά μια φόρμα στα χρώματα του ουρανού. Με τη βία κρατήθηκε η camerawoman -η οποία με συνόδευε για να απαθανατίσει τις στιγμές- να μην του τη σκίσει και να την πάρει μαζί της, προκειμένου να έχει κάτι δικό του για το υπόλοιπο της ζωής της. Από πάνω ο χρυσός μου έβαλε τη στολή και η φωτογράφηση ξεκίνησε. Ηταν η στιγμή που από μέσα του βγήκε ο αληθινός του εαυτός...
Αυτός που ήταν πάντα καλά κρυμμένος στο βάθος της ψυχής του και περίμενε μια αφορμή για να ξεπροβάλλει. Δεν ήταν πλέον ο Αλέφαντος. Ηταν ο «Μεγαλέφαντος» που όλοι ονειρευτήκαμε. Μόνος εναντίον όλων. Ο Θωμάς Χρυσοχοΐδης, ο οποίος είχε την τιμή να φωτογραφίσει τον Νικόλα, είχε παρασυρθεί τόσο πολύ από το υπερθέαμα, ώστε έχασε το μέτρημα. Πρέπει να έβγαλε το λιγότερο διακόσιες φωτογραφίες και ήθελε και άλλες. Τον καταλαβαίνω.
Ο «Αλέ» το καταχάρηκε. Μου εξομολογήθηκε ότι πάντα ήθελε να κάνει μια τέτοια φωτογράφηση και ότι από την πρώτη στιγμή που του το πρότεινα είχε βρει την ιδέα καταπληκτική. Οση ώρα μου μιλούσε, sugar, το πρόσωπό μου είχε φωτιστεί. Συνειδητοποίησα ότι πλέον είμαι ο επίσημος Κώστας Μπότος του Νικόλα και αυτό είναι το μεγαλύτερο παράσημο που θα μπορούσα ποτέ να αποκτήσω. Είμαι πολύ τυχερός τελικά.
Η φωτογραφία που βλέπεις στο κέντρο της σελίδας επελέγη για να κοσμήσει το εξώφυλλο του «SMS». Ηταν η τελευταία που τραβήχτηκε. Σαν και τώρα θυμάμαι την ιστορία της. Ο Χρυσοχοΐδης είπε στον Αλέφαντο τις μαγικές λέξεις: «Θέλω αυστηρό βλέμμα τώρα. Δεν είσαι ο Χατζάρας. Είσαι ο Νίκος ο Αλέφαντος». Ο καλός μου υπάκουσε και το αποτέλεσμα ήταν συγκλονιστικό. Αμέσως μετά πήγαμε σε ένα παρακείμενο καφενείο για τη συνέντευξη. Δώδεκα δημοσιογράφοι έκαναν από μία ερώτηση στον Νικόλα, με την κρυφή ελπίδα να τον φέρουν σε δύσκολη θέση. Ο γλυκός μου όμως τους ρούμπωσε, κανονικά και με τον νόμο. Οχι που θα τους άφηνε...
Οι άτυχοι της υπόθεσης, οι οποίοι έχασαν ξεκούραστα 12-0 από τον Νικόλα μου, ήταν οι Κώστας Γκόντζος, Γιώργος Χελάκης, Σωτήρης Κωσταβάρας, Τάσος Νικολογιάννης, Γιάννης Κυφωνίδης, Μιχάλης Τσόχος, Αντώνης Καρπετόπουλος, Κώστας Κετσετζόγλου, Γιώργος Μίνος, Γιάννης Τσαούσης, Στέφανος Χίος, Κώστας Βαϊμάκης. Το μενού περιελάμβανε τα πάντα: από τον περίφημο αγώνα της Λεωφόρου με τον Δούρο μέχρι το θέμα με τους γάμους των ομοφυλοφίλων. Πρόκειται για την πιο χορταστική συνέντευξη που έχει δώσει ποτέ ο πολυνίκης τεχνικός...
Ο «Αλέ» δεν ζορίστηκε σε κανένα σημείο της συνέντευξης. Πήρε φόρα και τους κατατρόπωσε όλους -πράγμα βέβαια που ήταν πιο σίγουρο και από τον θάνατο ότι θα συνέβαινε. Οι υπόλοιποι θαμώνες του καφενείου, όση ώρα κράτησε η μυσταγωγία, είχαν τα μάτια τους καρφωμένα στο αγόρι μου και τ' αυτιά τους τεντωμένα προσπαθώντας να ξεκλέψουν μία του λέξη. Παρ' ότι εγώ δεν ήθελα, γιατί ο γλυκός μου δεν είναι για χόρταση, δεν μπορούσα να το εμποδίσω λόγω ανωτέρας βίας. Ο κορυφαίος Ελληνας τεχνικός είχε ανάψει τόσο πολύ, που η φωνή του ακουγόταν τρία τετράγωνα παρακάτω. Είναι ο Θεός μου...
Το απόγευμα επέστρεψα στη μεζονέτα μου -σοφότερος και πιο ευτυχισμένος από ποτέ, ξάπλωσα στο κρεβάτι και αφέθηκα στην αγκαλιά του Μορφέα. Ηθελα να κοιμηθώ για να δω από την αρχή το όνειρο που είδα στον ξύπνιο μου. Ξέρω ότι σου είναι δύσκολο, όμως κάνε λίγο υπομονή ακόμα, λατρεμένε. Αύριο στο «SMS» που κυκλοφορεί μαζί με τη «SportDay» θα δεις «τα πάντα όλα». Ποιος στη χάρη σου...
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.