Οταν ξεκινούσε ο φετινός μαραθώνιος του αγγλικού πρωταθλήματος, όλες οι προβλέψεις έκαναν λόγο για μία υπόθεση που αφορούσε τέσσερις ομάδες, τη γνωστή και ως «μεγάλη τετράδα» («Big Four») που αποτελούν οι Αρσεναλ, Τσέλσι, Λίβερπουλ και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Τώρα φαίνεται ότι ο τίτλος είναι μία υπόθεση που αφορά τις δύο τελευταίες ομάδες της τετράδας, κυρίως διότι τόσο η Αρσεναλ όσο και η Τσέλσι για διαφορετικούς λόγους δεν μπορούν να παλέψουν μέχρι τέλους.
Και στις δύο αυτές περιπτώσεις τα χρήματα έχουν παίξει ρόλο, αν και διαφορετικό σε κάθε περίπτωση. Στην Αρσεναλ εκείνο που προέχει είναι μία ορθολογική οικονομική διαχείριση που έχει επιβάλει η οικονομική οπτική του Βενγκέρ. Η Αρσεναλ πρέπει να έχει ένα κέρδος γύρω στα 24 εκατομμύρια ευρώ για να εξυπηρετεί τα χρέη που δημιούργησε με την ανέγερση του νέου γηπέδου. Βέβαια φέτος μπορεί να χρειαστεί λιγότερα μετά την πτώση των επιτοκίων, αλλά αυτή η οικονομική πραγματικότητα περιορίζει τις αγοραστικές δυνατότητες του Βενγκέρ και τον αναγκάζει να βασίζεται κυρίως σε νεαρούς ποδοσφαιριστές.
Αυτό έχει αποτέλεσμα να υπολείπεται του ανταγωνισμού, όπως ακριβώς και η Τσέλσι που τόσα χρόνια βάσιζε το αγωνιστικό της μοντέλο στα εκατομμύρια του Αμπράμοβιτς. Τώρα που ο Ρώσος έχει οικονομικούς «πονοκεφάλους», η ομάδα υφίσταται πολλούς περιορισμούς, με αποτέλεσμα οι δαπανηρές και ηχηρές μεταγραφές να αποτελούν παρελθόν. Ολη η πραγματικότητα που δημιουργεί η οικονομική κρίση δεν αφήνει ανεπηρέαστους τους βασικούς διεκδικητές του τίτλου, πράγμα που θα φανεί αργότερα, με τη Λίβερπουλ να ζορίζεται πρώτη, ιδίως αν δεν πάρει το πρωτάθλημα και δεν φτάσει ψηλά στο Τσάμπιονς Λιγκ.
Σε όλο αυτό το περιβάλλον ακούγεται τρελή η πρόταση της Μάντσεστερ Σίτι στη Μίλαν για την απόκτηση του Κακά. Πόσω μάλλον που, όπως δείχνει η οικονομική κρίση, οι ομάδες θα δουν τα έσοδά τους να μειώνονται. Μάλιστα η ανακοίνωση που εξέδωσε η ειδική υπηρεσία της Virgin, η οποία εξετάζει το κόστος που έχει για τους φιλάθλους η παρακολούθηση των αγώνων ποδοσφαίρου στην Αγγλία, αποτελεί άσχημο προμήνυμα. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, ύστερα από έρευνα σε δείγμα 4.000 κατόχων διαρκείας, το 24% από αυτούς σκέφτεται να μην ανανεώσει το διαρκείας του.
Παράλληλα, στην έρευνα σημειώνεται ότι ο μέσος όρος κόστους για την παρακολούθηση ενός αγώνα ανά φίλαθλο έχει διαμορφωθεί στις 95,60 στερλίνες. Στον πίνακα των ομάδων των οποίων οι οπαδοί σκέφτονται να μην ανανεώσουν τα διαρκείας τους, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται οι Γουέστ Χαμ, Νιούκαστλ, Μπλάκμπερν ακολουθούμενες κατά πόδας από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και στις τρεις τελευταίες η Σάντερλαντ, η Γουέστ Μπρόμιτς και η Γουίγκαν. Επιστρέφω στην πρόταση της Σίτι και αναρωτιέμαι –όπως και πολλοί άλλοι– για τις προοπτικές απόσβεσης μέρους της επένδυσης που κάνουν οι Αραβες στη Μάντσεστερ Σίτι.
Το σχέδιο «έχω χρήματα και αγοράζω ό,τι θέλω» δεν είναι συνταγή επιτυχίας. Το δοκίμασε ο Αμπράμοβιτς, που αγόραζε ό,τι ήθελε, αλλά στην κορυφή της Ευρώπης δεν ανέβηκε ποτέ, ούτε δημιούργησε καμιά δυναστεία στην Αγγλία. Βέβαια η Τσέλσι ισχυροποιήθηκε σε σχέση με το παρελθόν, αλλά χρωστά κοντά στα 600 εκατομμύρια ευρώ στον ιδιοκτήτη της, ο οποίος την πουλά αν βρεθεί κάποιος να του προσφέρει 350 εκατομμύρια. Το βασικό πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν οι Αραβες με τη Μάντσεστερ Σίτι είναι ότι δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο επιχειρηματικό σχέδιο διαχείρισης της ομάδας, η οποία δεν έχει και τις βάσεις εκείνες που θα της επέτρεπαν να αναπτύξει μία ολοκληρωμένη στρατηγική μάρκετινγκ.
Μόνο και μόνο το γεγονός ότι η Σίτι βρίσκεται στην ίδια πόλη με τη δημοφιλέστερη, ίσως, ομάδα του κόσμου είναι αρκετό για να περιορίσει τις όποιες ελπίδες επιχειρηματικής επέκτασης της ομάδας. Οι Αραβες, φυσικά, έχουν υψηλή ρευστότητα σε καιρούς που δεν υπάρχουν χρήματα, αλλά χωρίς σοβαρό σχέδιο θα είναι σαν να ρίχνουν χρήματα σε μία «μαύρη τρύπα».
Η μάχη των μεγάλων
Για πάρα πολλά χρόνια η Adidas κυριαρχούσε στην αγορά της αθλητικής ένδυσης στην Ευρώπη και ειδικότερα στο ποδόσφαιρο. Ομως, ο μεγάλος αντίπαλος της γερμανικής πολυεθνικής, η αμερικανική πολυεθνική της NIKE, με το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994 αποφάσισε την εμπορική εισβολή στην Ευρώπη, καθώς είχε δημιουργήσει μία νέα σειρά προϊόντων για το ποδόσφαιρο? εκείνη τη χρονιά μάλιστα είχε υπογράψει και μία συμφωνία σπόνσορσιπ–μαμούθ με την εθνική Βραζιλίας.
Η Adidas αντέδρασε σχετικά αργά, όταν το 2006 εξαγόρασε την αμερικανική εταιρεία κατασκευής αθλητικών ειδών Reebok, για να χτυπήσει τη NIKE μέσα στην αμερικανική αγορά. Η NIKE απάντησε τον Οκτώβριο του 2007 εξαγοράζοντας την αγγλική UMBRO, που της έδωσε προνομιακή θέση στην αγγλική ποδοσφαιρική αγορά. Ο εμπορικός πόλεμος των δύο πολυεθνικών είναι διαρκής και πολύ σκληρός. Τα στελέχη των δύο εταιρειών ήδη προσπαθούν να υπολογίσουν το κόστος που μπορεί να έχουν από την αναμενόμενη πτώση των πωλήσεων, ύστερα από την οικονομική κρίση.
Μία πρόσφατη έρευνα η οποία έγινε με βάση την εικόνα που παρουσίασαν οι ποδοσφαιρικές ομάδες στην πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία στα πρωταθλήματα Αγγλίας, Γερμανίας, Γαλλίας, και Ιταλίας και στην Πριμέρα Ντιβιζιόν καθώς και στις 53 ομοσπονδίες που είναι μέλη της ΟΥΕΦΑ δείχνει ότι η NIKE έχει τα πρωτεία στην ευρωπαϊκή αγορά. Η αμερικανική πολυεθνική, που έχει ως βασικούς ανταγωνιστές τις δύο γερμανικές πολυεθνικές Adidas και Puma. Η NIKE έχει μερίδιο αγοράς που φτάνει το 13,2%, την ώρα που η Adidas και η Puma ακολουθούν με ποσοστό 11,9%.
Αν όμως οι ομάδες που έχουν προτιμήσει τη NIKE συνδυαστούν με τις ομάδες που ντύνονται από την UMBRO, τότε το μερίδιο της αμερικανικής πολυεθνικής αυξάνεται στο 22,1%. Σχεδόν σε όλες τις χώρες, ακόμη και στη Γερμανία, η NIKE είναι πρώτη στις προτιμήσεις των ομάδων, έχοντας 8 σε σχέση με τις 6 της Adidas, η οποία όμως έχει τις 3 μεγαλύτερες, Μπάγερν, Αμβούργο και Σάλκε. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Πρέμιερσιπ που οι τέσσερις μεγάλοι είναι μοιρασμένοι. Λίβερπουλ και Τσέλσι με την Adidas, Αρσεναλ και Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με τη NIKE. Η μόνη χώρα που οι τέσσερις μεγάλοι κατασκευαστές, συμπεριλαμβανομένης και της UMBRO, δεν έχουν τα πρωτεία, είναι η Ιταλία, όπου τα πρωτεία έχουν η Errea και η Asics.
Εγκλημα χωρίς ένοχο;
Οι συνεχιζόμενες «πολεμικές επιχειρήσεις» του Ισραήλ στη Λωρίδα της Γάζας δεν προξενούν έκπληξη για τη θηριωδία τους. Πρόκειται για μία καθαρή σφαγή, για την οποία κάποιοι πρέπει να πληρώσουν. Να οδηγηθούν ως εγκληματίες πολέμου στο Διεθνές Δικαστήριο. Η λεγόμενη διεθνής κοινότητα επί μέρες ανέχεται αυτό το μακελειό και μετά και τον χθεσινό βομβαρδισμό του κτιρίου προσφύγων του ΟΗΕ είναι αφάνταστα προκλητική και υποκριτική συνάμα η έκφραση οδύνης από τη Μέρκελ και τον Μπράουν.
Οπως επίσης απαράδεκτη και προσβλητική είναι και η ηλίθια δικαιολογία που έφερε το Ισραήλ περί «λάθους», την ώρα που επρόκειτο για ένα υπολογισμένο χτύπημα. Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο η σφαγή αυτή δείχνει και την απόλυτη αποτυχία του ΟΗΕ, που ως διεθνής οργανισμός για τη διατήρηση της ειρήνης έχει γίνει εφάμιλλος με την Κοινωνία Των Εθνών. Το Διεθνές Δίκαιο πλέον είναι, όπως είπε κυνικά κάποιος, η έκφραση των συμφερόντων κάποιου μαζί με το άθροισμα των ενόπλων δυνάμεών του.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.