Δεν είναι πρωτότυπο, αλλά η συγκυρία στην οποία παρατηρείται το φαινόμενο έχει ενδιαφέρον. Πάντοτε η απαίτηση των οπαδών και των φιλάθλων τις περιόδους των μεταγραφών είναι να βάλουν οι πρόεδροι «βαθιά το χέρι στην τσέπη», για να φέρουν στις ομάδες καλούς ποδοσφαιριστές. Ή μεγάλα ονόματα, τα οποία τώρα πια μπορεί να έρθουν στην Ελλάδα μόνο στα τελειώματα της καριέρας τους ή αν δεν βρίσκουν πουθενά αλλού ένα καλό συμβόλαιο.
Η απαίτηση για μεταγραφές γίνεται πιεστικότερη όταν η απόδοση της ομάδας είναι κακή. Βέβαια, οι στόχοι και οι δυνατότητες μιας ομάδας καθορίζουν και τις απαιτήσεις. Αλλες απαιτήσεις υπάρχουν από μία ομάδα που κάνει πρωταθλητισμό, άλλες από μία που στοχεύει στο ΟΥΕΦΑ και άλλες από μία που θέλει να παραμείνει στην κατηγορία. Ας μείνουμε, όμως, στις περιπτώσεις των ομάδων που κάνουν πρωταθλητισμό. Εκεί που τόσο οι απαιτήσεις όσο και η πίεση είναι μεγαλύτερες.
Στην εποχή που το ποδόσφαιρο πέρασε από τον κόσμο ενός παιχνιδιού με πολλά χρήματα για λίγους στον κόσμο των επιχειρήσεων με πολλά περισσότερα χρήματα για ακόμα λιγότερους, οι φίλαθλοι και οι οπαδοί δεν έχουν κατανοήσει ακόμα πως οι ομάδες δεν μπορούν να συνεχίσουν την πορεία τους με τα παλαιά πρότυπα διοίκησης. Είναι επιχειρήσεις που πρέπει να φτάσουν κάποια στιγμή να «βγάζουν» οι ίδιες τα χρήματα που τους χρειάζονται.
Είτε για να καλύπτουν τα λειτουργικά έξοδα, είτε για να κάνουν μεταγραφές, είτε για να κάνουν επενδύσεις. Οι οπαδοί, μαθημένοι να προσεγγίζουν το παιχνίδι μέσα από τον πρόεδρο και την τσέπη του, δεν γνωρίζουν ότι αυτό το μοντέλο πέθανε. Το σχέδιο αδειοδότησης της ΟΥΕΦΑ το απαγορεύει. Ποιο; Το να βάζει ο πρόεδρος το χέρι στην τσέπη του και να κάνει μεταγραφές.
Οι μεταγραφές γίνονται με βάση τις οικονομικές δυνατότητες της ομάδας. Η Τσέλσι είναι μία ομάδα που χρωστάει κάτι περισσότερο από 500 εκατομμύρια ευρώ στον Αμπράμοβιτς. Χρήματα που ο Ρώσος μεγιστάνας έβαλε στην ομάδα. Και υπό μία έννοια είναι τυχερή, διότι πρόκειται για άτοκη οφειλή. Οταν, όμως, έγινε φανερό ότι καμία ομάδα-επιχείρηση (ακόμα και αν πρόκειται για μια ομάδα όπως η Τσέλσι) δεν μπορεί να βασίζεται σε καμία τσέπη, ο Αμπράμοβιτς πήρε τον Κένιον για να οργανώσει τις επιχειρηματικές προοπτικές του συλλόγου και την εμπορική επέκτασή του.
Ο Κένιον υποστηρίζει ότι το 2010 η ομάδα-επιχείρηση Τσέλσι θα μπορεί να καλύπτει τα έξοδά της. Δηλαδή μισθούς, συμβόλαια και λειτουργικά έξοδα. Από εκεί και έπειτα οι μεταγραφές γίνονται ανάλογα με τα κέρδη ή τα χρήματα που μπορεί να δανειστεί η ομάδα. Στην περίπτωση της Τσέλσι θα μπορούσε ο ιδιοκτήτης της να της δανείσει αντί να πάει στις τράπεζες, ας πούμε.
Μόνο που η οικονομική κρίση δημιουργεί πλέον διαφορετικά δεδομένα. Ο Αμπράμοβιτς, εξαιτίας των οικονομικών απωλειών που είχαν οι επιχειρήσεις του, είναι πιθανόν να αναγκαστεί να πουλήσει την ομάδα με ένα ποσό γύρω στα 300-350 εκατομμύρια ευρώ, αν φυσικά βρει αγοραστή πρόθυμο να διαθέσει τόσα χρήματα σε μία εποχή που υπάρχει διεθνώς πρόβλημα ρευστότητας και οι τράπεζες δεν δανείζουν χρήματα. Εδώ, στο ελληνικό ποδόσφαιρο, μέσα στη μακαριότητα της εσωστρέφειας και της άγνοιας, απαιτούμε οι πρόεδροι να βάλουν χρήματα για να κάνουν μεταγραφές, την ώρα που όλοι προσέχουν πού και πόσα χρήματα τοποθετούν.
Και ως επιχειρηματικό πεδίο το ποδόσφαιρο δεν παρέχει καμία ασφάλεια και κυρίως καμία οικονομική ανταπόδοση –έστω και μακροπρόθεσμα– των χρημάτων που ένας επιχειρηματίας ή ένα σύνολο επιχειρηματιών βάζουν σε μία ομάδα. Γιατί η αύξηση μετοχικού κεφαλαίου δεν είναι κάτι που μπορεί να συμβαίνει κάθε λίγο και λιγάκι. Ειδικά σε περιόδους κρίσης. Η περίπτωση της ΑΕΚ είναι ενδεικτική. Και θα αποδειχτεί και αποκαλυπτική των προθέσεων, τόσο των μετόχων της επιχείρησης όσο και του Δημήτρη Μελισσανίδη. Βλέπετε, πολλοί αγαπούν τις ομάδες τους, αλλά κανείς δεν είναι τόσο τρελός να σκορπάει εκατομμύρια για να ικανοποιήσει την «αρρώστια» κάποιων που θεωρούν ότι το ποδόσφαιρο είναι το σημαντικότερο πράγμα στη μίζερη ζωή τους.
Πρόβλημα χωρίς λύση;
Mε την ΑΕΚ δεν βαριέσαι ποτέ. Γιατί είναι τόσο συχνή η αλλαγή στόχων, προσώπων και καταστάσεων, που μοιάζει κάθε φορά να έχεις να κάνεις με διαφορετική ομάδα. Μια ομάδα που κάποτε ξόδευε πολλά για καφέδες και σήμερα ξοδεύει πολλά για ενοίκια γραφείων. Μια ομάδα που κάποτε ήταν υπερχρεωμένη, μετά σώθηκε από τον «λευκό ιππότη» και τώρα εμφανίζεται πάλι χρεωμένη. Η θητεία του Ντέμη Νικολαΐδη τελικά αποκαλύπτεται ότι δεν οδήγησε στην οικονομική ενδυνάμωση της ομάδας, αλλά εκείνο που ενοχλεί φαίνεται πως είναι ότι κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για τους εσφαλμένους οικονομικούς χειρισμούς, που δεν μπορεί να ήταν του Ντέμη μόνο.
Αυτό προκύπτει εκ του αποτελέσματος. Ενός αποτελέσματος που εμφανίζει την ομάδα με συνολικό άνοιγμα (μαζί με τις ρυθμισμένες οφειλές) –σύμφωνα με πληροφορίες– πάνω από 30 εκατομμύρια ευρώ. Ποιος θα απαντήσει στους φίλους της ομάδας για τον τρόπο που δημιουργήθηκε αυτό το άνοιγμα; Η συμπεριφορά του Ντέμη «μόνος μου και όλοι σας», μία συμπεριφορά που είχε ως ποδοσφαιριστής και που συχνά δημιουργεί ήρωες στο γήπεδο, δεν ήταν η καλύτερη επιλογή για τον διαφορετικό ρόλο και τις απαιτήσεις της προεδρίας μίας ομάδας.
Εκεί που η συνεργασία είναι επιβεβλημένη επιλογή. Από την ώρα που το κεφάλαιο «Ντέμης» έκλεισε, με πρωτοβουλία και του ιδίου, επειδή προφανώς έβλεπε την καταστροφή να πλησιάζει, θα έπρεπε οι μέτοχοι της ομάδας να αποφασίσουν τι θέλουν να κάνουν και πώς θα το κάνουν. Ακόμα, όμως, δεν έχουν αποφασίσει τίποτα. Ούτε, βέβαια, έχουν ενημερώσει τους φίλους της ομάδας για το τι πρόκειται να κάνουν. Η χρονιά φέτος είναι χαμένη. Για μένα ήταν χαμένη από την αρχή.
Το από εδώ και πέρα, όμως, είναι σκοτεινό κι άγνωστο, τόσο αγωνιστικά όσο και διοικητικά. Και αυτή η αβεβαιότητα διογκώνει τα προβλήματα με την ευθύνη όσων τώρα διοικούν. Οι προκλήσεις για την ΑΕΚ αυτή τη στιγμή είναι διοικητικές πρώτα από όλα. Αυτοί που διοικούν, «οι μέτοχοι», έχουν σχέδιο και διάθεση να καλύψουν τις οικονομικές απαιτήσεις που γεννά η φιλοδοξία –και η ιστορία– μίας ομάδας να κάνει πρωταθλητισμό; Και αν δεν έχουν, υπάρχει κάποιος που θα μπορούσε να πάρει τη θέση τους και να αναλάβει τις ευθύνες τους; Ο Δημήτρης Μελισσανίδης το καλοκαίρι, σύμφωνα με τις πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν και δεν διαψεύσθηκαν, ήταν πρόθυμος να βάλει στην ομάδα 70 εκατομμύρια ευρώ και να αναλάβει το μάνατζμεντ. Θα έκανε κάτι ανάλογο και τώρα; Ή μήπως τώρα όποιος αναλάβει είναι τρελός ή λαμόγιο;
Μια καλά μελετημένη σφαγή
Αυτό που συμβαίνει στη Λωρίδα της Γάζας δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια προμελετημένη σφαγή. Μία από τις πολλές στις οποίες έχει επιδοθεί τα τελευταία χρόνια το Ισραήλ, με το γελοίο πρόσχημα της άμυνας. Αμυνας στην οποία δεν θα ήταν αναγκασμένο να καταφύγει, αν είχε δώσει στους Παλαιστινίους τα εδάφη τους. Η αντίδραση της λεγόμενης «διεθνούς κοινότητας» είναι αφάνταστα υποκριτική και εξόχως απάνθρωπη. Δεκαοκτώ ολόκληρους μήνες η περίφημη «διεθνής κοινότητα» δεν ενοχλήθηκε καθόλου από τον αποκλεισμό της Γάζας.
Οσοι δεν αντιδρούν σε αυτό το έγκλημα που διαπράττει το Ισραήλ είναι συνένοχοι. Στο πρόσφατο παρελθόν η «διεθνής κοινότητα» επενέβη στρατιωτικά στη Σερβία και το Ιράκ για να υπερασπιστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη Δημοκρατία. Εδώ; Η υπεράσπιση της Δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων φαίνεται ότι έχει αφεθεί στη διακριτική ευχέρεια των Ισραηλινών. Οι τελευταίοι αρχίζουν να μοιάζουν όλο και περισσότερο με τους σφαγείς τους 60 χρόνια πριν.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.