H Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ είναι η αγαπημένη μου ομάδα από το αγγλικό πρωτάθλημα. Με την εξαίρεση, όμως, της εποχής του Κένιον και στη συνέχεια όλης εκείνης της περιόδου που προηγήθηκε και ακολούθησε -για εξάμηνο- την πώληση της ομάδας στον Γκλέιζερ, η ομάδα που με ελκύει περισσότερο είναι η Αρσεναλ. Και με ελκύει με την έννοια ότι εκεί συμβαίνουν διάφορα ενδιαφέροντα πράγματα. Δεν παραβλέπω το γεγονός ότι κατά περιόδους η ομάδα του Βενγκέρ, με διαφορετική σύνθεση κάθε φορά, έπαιξε ίσως το πιο γοητευτικό ποδόσφαιρο των τελευταίων χρόνων.
Επειδή έχω αρκετές φορές ασχοληθεί με τα οικονομικά δεδομένα της Αρσεναλ και όλο το ιστορικό της μετακόμισης από το «Χάιμπουρι» στο «Emirates», αλλά και τις επιπτώσεις αυτής της μετακόμισης στην αγωνιστική ποιότητα των «κανονιέρηδων», προτιμώ να ασχοληθώ με το αγωνιστικό κομμάτι, που έχει και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Αλλωστε, αυτό που με ξεσηκώνει από την καρέκλα ή την κερκίδα είναι το ωραίο ποδόσφαιρο και όχι οι καλοί ισολογισμοί. Είναι μερικές φορές μυστήριο το γιατί η Αρσεναλ τις περιόδους που έπαιζε εξαιρετικό ποδόσφαιρο δεν μπόρεσε να πάρει τις διακρίσεις που της άξιζαν -και μιλώ κυρίως για τον ευρωπαϊκό τίτλο.
Στον οποίο έφτασε κοντά σε εκείνο τον τελικό στο Παρίσι, αλλά έπεσε πάνω στην καλύτερη χρονιά της Μπαρτσελόνα και μια λάθος διαιτητική απόφαση. Ετσι, δεν κατάφερε να πάρει ένα κύπελλο που ονειρεύονται χρόνια στο Λονδίνο. Και τη φετινή χρονιά υπήρξαν στιγμές που η Αρσεναλ έκρυψε την μπάλα. Αλλες στιγμές -περισσότερες μάλλον αυτές- παίζοντας με χαμηλότερης δυναμικότητας αντιπάλους έλειπε από το γήπεδο. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το μυστήριο αυτής της ομάδας. Η μελέτη των στατιστικών μπορεί να δώσει κάποιες απαντήσεις που δεν είναι τόσο επαρκείς ώστε να εξηγήσουν αυτόν τον παράδοξο ποδοσφαιρικό γρίφο.
Το πρόβλημα της Αρσεναλ δεν είναι η επίθεσή της. Μια χαρά τα πάει εκεί. Το πρόβλημα εντοπίζεται στα χαφ και την άμυνα. Η μεσαία γραμμή της μπορεί να έχει καλούς και ταλαντούχους ποδοσφαιριστές, αλλά δεν έχει δύναμη. Στην άμυνα τα πράγματα είναι πιο καθαρά. Εκεί υπάρχει και το πρόβλημα της ποδοσφαιρικής ποιότητας, που δεν είναι ανάλογη με εκείνη που έχουν οι «κανονιέρηδες» στις άλλες γραμμές τους. Εκτός, όμως, από την ποιότητα των ποδοσφαιριστών, νομίζω ότι υφίσταται και ένα πρόβλημα ωρίμανσης.
Είναι ωραίο αισθητικά και «παρήγορο» αγωνιστικά να βλέπεις μια ομάδα με χαμηλό μέσο όρο ηλικίας, αλλά αυτό έχει και επιπτώσεις. Οι ποδοσφαιριστές μικρής ηλικίας δεν έχουν ακόμα φτάσει στην ωρίμανση του χαρακτήρα τους αλλά και την αγωνιστική ωρίμανση, που είναι η προέκταση της ωριμότητας του χαρακτήρα. Στο παρελθόν πολλοί από τους μεγάλους προπονητές ξεκινούσαν να φτιάχνουν από την αρχή μια ομάδα και έδιναν ιδιαίτερο βάρος στους έμπειρους ποδοσφαιριστές της ομάδας και τον αρχηγό.
Ο Μίχελς ξεκινώντας το χτίσιμο του μεγάλου Αγιαξ διάλεξε το θεμέλιο του Βάσοβιτς στην άμυνα και την ίδια συνταγή ακολουθούσε και ο Κλαφ σε όλες τις ομάδες που ξεκινούσε να φτιάχνει απ' την αρχή. Ο Βενγκέρ έχει επιλέξει για αρχηγό της ομάδας του έναν εξαιρετικό ποδοσφαιριστή, τον Φάμπρεγκας, αλλά πολύ νεαρό για τέτοιο ρόλο. Π.χ. είναι εύκολο να «ζυγιστεί» η εμπειρία του Φάμπρεγκας και κυρίως το ειδικό βάρος που πρέπει να έχει ένας αρχηγός με τα αντίστοιχα στοιχεία του Βιεϊρά;
Ή του Ανρί; Είναι προφανές ότι ο αρχηγός μιας ομάδας πρέπει να είναι καλός ποδοσφαιριστής και να έχει το εκτόπισμα της προσωπικότητας που απαιτείται για να επιβληθεί στους συμπαίκτες του ή να απευθυνθεί στον διαιτητή, ακόμα και στους αντιπάλους. Μετά είναι και το άλλο. Το άθροισμα ηλικιακής και αγωνιστικής ωριμότητας της Αρσεναλ αυτή την εποχή είναι μικρότερο από όσο απαιτείται για να μπορέσει να έχει διάρκεια και να διεκδικήσει κάτι παραπάνω. Αυτό ο Βενγκέρ φυσικά και το γνωρίζει, αλλά οι δυνατότητες χειρισμού που έχει, οι δυνατότητες που έχει για να ανατρέψει αυτή την εικόνα, είναι πολύ περιορισμένες.
Ιστορίες για τα γήπεδα
Mια μεγάλη ομάδα θα πρέπει να έχει στη διάθεσή της ένα σύγχρονο γήπεδο, που θα μπορεί να προσφέρει επιπλέον δυνατότητες εμπορικής εκμετάλλευσης, ώστε να διευρύνει τις πηγές των εσόδων της. Τα έσοδα, σε μια εποχή που ο ανταγωνισμός έχει ενταθεί σε απίστευτο βαθμό και οι ομάδες είναι πρώτα απ' όλα επιχειρήσεις και μετά οτιδήποτε άλλο, είναι προδήλως σημαντικά. Ακόμα κι αν η ομάδα δεν μπορεί να έχει ιδιόκτητο γήπεδο, ένα σχέδιο που κοστίζει πολλά, καταφεύγει στην ενοικίαση, φροντίζοντας να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις όποιες εμπορικές δυνατότητες. Η ιδέα της ύπαρξης εμπορικών χώρων γύρω από τα γήπεδα έγινε απαραίτητη προσθήκη στα σχέδια των ομάδων για την ανέγερση νέων γηπέδων, μια και με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσαν να πείσουν τις τράπεζες να τους δανείσουν χρήματα για την πραγματοποίηση του σχεδίου τους.
Αυτή παραμένει μια πολύ διαδεδομένη πρακτική, κυρίως για τις ομάδες που δεν μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν την ανέγερση ενός νέου γηπέδου με ίδια κεφάλαια. Στην εποχή μας καμία ομάδα δεν βάζει από την τσέπη της τόσα χρήματα. Είναι και πολλά τα ρημάδια, επομένως η προσφυγή στον τραπεζικό, κυρίως, δανεισμό είναι η συνήθης πρακτική. Στο εξωτερικό, φυσικά, το κράτος δεν μπλέκεται καθόλου σε αυτή τη διαδικασία. Ούτε δανείζει χρήματα στις ομάδες, ούτε τους χαρίζει χώρους, ούτε μπαίνει εγγυητής στα τραπεζικά δάνεια. Αυτά, όμως, συμβαίνουν στο εξωτερικό. Εδώ τόσο το ίδιο το κράτος όσο και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, στο πλαίσιο της αντίληψης για τις σχέσεις πολίτη, επιχειρηματιών και κράτους -μια σχέση που καθορίζεται από τον βαθμό διαπλοκής σε ό,τι αφορά τη σχέση των πολιτικών με τα επιχειρηματικά συμφέροντα και την «πελατεία» στις σχέσεις πολίτη και πολιτικών-, επιφυλάσσουν μια άλλη προσέγγιση στο ζήτημα, αποδεικνύοντας ότι και το ποδόσφαιρο είναι κρατικοδίαιτο στην Ελλάδα.
Οπως με τη σύμβαση για το γήπεδο Καραϊσκάκη, που ψήφισαν τα δύο μεγάλα κόμματα της Βουλής, έτσι και στην περίπτωση του Βοτανικού, τα δύο μεγάλα κόμματα, που κάνουν κουμάντο στον δήμο, συμφωνούν στο περίφημο σχέδιο της διπλής ανάπλασης. Γι' αυτό το ζήτημα -την ανέγερση γηπέδων- έχω κατ' επανάληψη διατυπώσει τη θέση μου. Πίσω από τους χειρισμούς -πολιτικούς, οικονομικούς, νομικούς και επιχειρηματικούς- που έχει κάνει ο δήμος κρύβεται μια απλή αλήθεια. Ο δήμος είναι καταχρεωμένος σε τέτοιο βαθμό, που για να φτιάξει 50 στρέμματα πράσινο και να τα προσφέρει στους δημότες του πρέπει να του τα δωρίσει ένας επιχειρηματίας με το αζημίωτο... Με αυτό το τεράστιο σκάνδαλο του καταχρεωμένου δήμου θα ασχοληθεί κάποτε κανείς;
Το πρότυπο του οπαδού
Εχει ιδιαίτερη σημασία. Πιθανώς μεγαλύτερη για εκείνους που σχεδιάζουν την εμπορική στρατηγική της Πρέμιερσιπ, η οποία, αντιλαμβανόμενη την ανάγκη είσπραξης μεγαλύτερων εσόδων, συντηρεί ακόμα το ενδεχόμενο της διεξαγωγής μιας αγωνιστικής του πρωταθλήματος εκτός Αγγλίας. Ο βασικός χορηγός του αγγλικού πρωταθλήματος, η τράπεζα Barclays, έκανε μια έρευνα σε 32.000 φίλους του αγγλικού πρωταθλήματος από 185 χώρες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το 83% των φιλάθλων παρακολουθεί τα παιχνίδια σε ζωντανή μετάδοση, ενώ το 82% των ερωτηθέντων χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο για να πληροφορηθεί τα νέα της ομάδας του.
Ο καλύτερος από τους ποδοσφαιριστές που αγωνίζονται στο αγγλικό πρωτάθλημα, σύμφωνα με την έρευνα, είναι ο Φερνάντο Τόρες με ποσοστό 38%, στη δεύτερη θέση βρίσκεται ο Στίβεν Τζέραρντ και στην τρίτη ο Κριστιάνο Ρονάλντο. Το 54% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι ο ποδοσφαιριστής που θα ήθελε να δει να αγωνίζεται στο πρωτάθλημα της Πρέμιερσιπ είναι ο Λιονέλ Μέσι, ενώ το καλύτερο γκολ θεωρείται εκείνο του Μπέκαμ το '96 κόντρα στη Γουίμπλεντον από τη σέντρα του γηπέδου. Τέλος, σε ό,τι αφορά τον αγαπημένο προπονητή, με τεράστια διαφορά από τον δεύτερο στην πρώτη θέση βρίσκεται ο σερ Αλεξ Φέργκιουσον.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.