Η εμφάνιση του Ολυμπιακού με τη Μέταλιστ δεν μοιάζει με την εμφάνιση με τη Γαλατά, ούτε με αυτή που η ομάδα έκανε στο «Βικελίδης», όπου επίσης έχασε, ούτε φυσικά με εκείνη που είχε γίνει στο Παγκρήτιο εναντίον του υπέρμετρα σκληρού ΟΦΗ, ούτε βέβαια με εκείνη στο ντέρμπι με τον ΠΑΟ. Το ποτήρι είναι μισογεμάτο ή μισοάδειο, ανάλογα πώς το βλέπει κανείς. Μπορεί να πει κανείς ότι στην Ουκρανία φάνηκε μια σχετική πρόοδος ή ότι ο Ολυμπιακός εκτός έδρας μπορεί για την ώρα να παίζει άσχημα με λογιών λογιών διαφορετικούς τρόπους. Το σίγουρο είναι ότι το πρόβλημα δεν λύθηκε μετά τον περίπατο στο Καυτανζόγλειο: σας το είχα εγκαίρως επισημάνει.
Ας μιλήσουμε σήμερα λίγο τακτικά. Ποιο είναι το κοινό στοιχείο όλων αυτών των εκτός έδρας εμφανίσεων; Οτι ο Ολυμπιακός δεν σκόραρε. Αυτή η πανθομολογούμενη δυσκολία φαίνεται από τα γκολ που η ομάδα έχει πετύχει και στο πρωτάθλημα και στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ –όχι μόνο στον όμιλο, αλλά και κόντρα στην αδύναμη Νόρτζελαντ. Ο Ολυμπιακός έχει στο ΟΥΕΦΑ δέκα γκολ σε δύο ματς στο Καραϊσκάκη και μόλις δύο μακριά από αυτό. Στο δε πρωτάθλημα έχει 19 γκολ εντός έδρας και μόλις 4 εκτός, τρία εκ των οποίων τα έβαλε στον τρομοκρατημένο Ηρακλή.
Δράμα
Με κριτήρια πραγματικότητας (κι όχι αντιμετωπίζοντας τον Ολυμπιακό σαν μια υπερομάδα που πρέπει πάντα να κερδίζει), η ήττα από τη Μέταλιστ δεν αποτελεί κάποιο είδος δράματος. Σε συνδυασμό, όμως, με τις άλλες εμφανίσεις του Ολυμπιακού μακριά από το Καραϊσκάκη, απαιτεί προσοχή. Ο Ολυμπιακός στην Ουκρανία δεν έχασε επειδή αιφνιδιάστηκε στα πρώτα λεπτά, ώστε να του δώσουμε τη δικαιολογία του ταξιδιού ή του όντως κακού αγωνιστικού χώρου, και δεν έχασε επειδή απώλεσε στο γήπεδο την αυτοσυγκέντρωσή του –αυτό θα μπορούσα να το καταλάβω αν π.χ προηγούνταν στο σκορ και δεν κρατούσε το αποτέλεσμα. Ο Ολυμπιακός έχασε διότι δεν σκόραρε και δεν σκόραρε διότι, αντίθετα από το Καραϊσκάκη, δεν έφτιαξε πολλές φάσεις.
Μυστικό
Οταν μιλάμε για ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό (σε οποιοδήποτε πρωτάθλημα του κόσμου), είναι λογικό να παρατηρούνται διαφορές στην παραγωγή των φάσεων εντός και εκτός έδρας. Οι ομάδες που παίζουν για να κερδίζουν το κάνουν ευκολότερα στην έδρα τους. Αυτό είναι και το κλειδί για να λύσει κάποιος το μυστήριο του φετινού Ολυμπιακού: όποιος θέλει να καταλάβει τη διαφορά της απόδοσης εντός και εκτός έδρας πρέπει να κοιτάξει τι κάνει σωστά ο Ολυμπιακός στο Καραϊσκάκη. Εδώ είναι το μυστικό.
Χώρος
Ακόμα και οι επικριτές του Βαλβέδρε, όσοι με πέντε ματς που είδαν σχημάτισαν άποψη, δέχονται ότι στο Καραϊσκάκη η ομάδα πρεσάρει ψηλά. Τι σημαίνει αυτό; Οχι μόνο ότι ο Ντιόγο, ο Μπελούτσι, ο Γκαλέτι, ο «Τζόλε» κυνηγούν τον αντίπαλο όταν αυτός προσπαθήσει να κατεβάσει μπάλα –αυτό από μόνο του δεν φτάνει. Το πρέσινγκ στην προκειμένη περίπτωση γίνεται αποδοτικό διότι είναι οργανωμένο: η προσπάθεια για κατοχή μπάλας συνδυάζεται με γνώση της θέσης του συμπαίκτη. Με άλλα λόγια, η πίεση στον αντίπαλο συνοδεύεται από τις κινήσεις όσων δεν συμμετέχουν στο πρέσινγκ στους κενούς χώρους. Θυμηθείτε τα γκολ του Ολυμπιακού για να το καταλάβετε. Με την ΑΕΚ κλέβει ο Ντιόγο, κινείται ήδη για να πάρει μπάλα ο Κοβάσεβιτς. Με τον ΠΑΟΚ κλέβει ο «Τζόλε» και κάνει αμέσως κίνηση ο Πατσατζόγλου στον κενό χώρο. Με την Μπενφίκα κλέβει ο Ντουντού και βγαίνουν στο ανοιχτό γήπεδο με μέτωπο στην εστία ο Γκαλέτι και ο Ντιόγο. Θεωρητικά αυτό θα 'πρεπε εκτός έδρας να λειτουργεί ευκολότερα, όμως δεν συμβαίνει. Γιατί; Διότι ο Ολυμπιακός δεν είναι εξίσου συμπαγής: οι γραμμές του δεν παίζουν κοντά κι αυτό είναι το πιο μεγάλο πρόβλημα.
Βοήθεια
Μια ομάδα κρατιέται συμπαγής ή όταν γυρνάνε οι επιθετικοί ή όταν (όπως θέλει ο Βαλβέρδε) ανεβαίνουν στην επίθεση οι πίσω γραμμές. Εξαιρώντας το ματς με τον Ηρακλή, στα άλλα εκτός έδρας ματς στη φάση που οι επιθετικοί πιέζουν δεν βγαίνουν σε βοήθειά τους οι μέσοι, διότι δεν τους σπρώχνει ανεβαίνοντας η αμυντική τετράδα. Με τη Μέταλιστ το τρέξιμο των επιθετικών από το 30' και μετά, όταν ο Ολυμπιακός ισορρόπησε, πήγε χαμένο –ο Μπελούτσι π.χ. έσκασε. Ακόμα κι όταν οι επιθετικοί κέρδιζαν την μπάλα από τους Ουκρανούς, ήταν πάντα μόνοι τους: κανείς παίκτης από τις πίσω γραμμές δεν ήταν κοντά για να πάρει την μπάλα! Αν μια άμυνα δεν έχει να φοβάται παίκτες που βγαίνουν από τα μετόπισθεν, εστιάζει την προσοχή της στους τρεις-τέσσερις επιθετικογενείς παίκτες: αν η απόδοση αυτών δεν είναι κάτι τρομακτικό, δεν είναι δύσκολο να τους ακυρώσει. Ενας να μην τραβήξει, η παραγωγική διαδικασία γίνεται πρόβλημα.
Πρόβλημα
Ανάλογο πρόβλημα υπάρχει και στην αξιοποίηση της μπάλας όταν η ομάδα τη στριφογυρίζει απέναντι στην αντίπαλη άμυνα. Ο Βαλβέρδε, έχοντας τον εκρηκτικό Ντιόγο, ζητάει από όσους μεταφέρουν την μπάλα να την πετάνε μεταξύ των δύο στόπερ, όπου σχεδόν πάντα κινείται ο Βραζιλιάνος. Ο Ντιόγο δεν περιμένει την μπάλα με πλάτη σχεδόν ποτέ: συνηθίζει να κινείται προς αυτή με μέτωπο στην εστία, βλέποντάς την μπροστά του. Ερχεται να γεμίσει τον χώρο σαν παίκτης του αμερικανικού φούτμπολ, που περιμένει την μπάλα από τον κουόρτερμπακ. Ετσι, και από μπαλιές των πλάγιων μπακ, σκοράρει τα δεύτερα γκολ με τον ΠΑΟΚ και την ΑΕΚ και έτσι προκαλεί και το γκολ με τον Πανιώνιο, δημιουργώντας τη φάση για τον Μπελούτσι. Αυτό διευκολύνεται να το κάνει διότι στο Καραϊσκάκη η προσοχή των αμυντικών πρέπει να είναι και στους άλλους: η λόμπα πάσα είναι μια αποδοτική κομπίνα, χωρίς να είναι η μόνη! Αν γύρω από τον Ντιόγο δεν υπάρχουν παίκτες (αν δηλαδή η ομάδα δεν είναι συμπαγής), όποιος κουβαλάει μπάλα έχει αυτό το γέμισμα προς τον Βραζιλιάνο ως μοναδική επιλογή. Ομως στο ποδόσφαιρο για κάθε μοναδική και προβλέψιμη επιλογή μπορεί να υπάρξει και μια καλή άμυνα.
Σόρι
Σόρι αν σας κούρασα με λεπτομέρειες –μία στις τόσες επιβάλλεται. Αύριο θα πούμε για διαιτητές…
Η επιστροφή
Αν μπορούσα, το Σαββατοκύριακο θα πήγαινα στα Γιάννενα να δω την επιστροφή του Αναστόπουλου στην ενεργό δράση, την «πρώτη» του στους Ζωσιμάδες, που παραμένει το γήπεδο που ως προπονητής μεγαλούργησε. Προφανώς ο «Αναστό» δεν μπορεί να θεωρείται εχθρός στα Γιάννε να. Αντίπαλος ναι, εχθρός με τίποτα. Οποιος παρακολουθεί τη Β' Εθνική ξέρει ότι με την παρουσία του «Αναστό» το πρωτάθλημα είναι σαν να ξεκίνησε τώρα. Η Καβάλα έχει καλή ομάδα και διεκδικεί την άνοδο. Πήγαινε καλά και με τον Μάουρερ, αλλά ο Γερμανός δεν μπορούσε να της δώσει τον ηλεκτρισμό και την ενέργεια που υπόσχεται η παρουσία του Αναστόπουλου. Από την άλλη, η «πρώτη» του «Αναστό» είναι κανονικό ψυχόδραμα. Ο ΠΑΣ έχει μια πολύ καλή ομάδα, διεκδικεί μια άνοδο που ένας Θεός ξέρει πώς την έχασε πέρυσι, μοιάζει στα χαρτιά φαβορί.
Ομως με τον Αναστόπουλο φαβορί δεν υπάρχουν: όπου πάει, η δική του παρουσία μεταβάλλει τους όρους και τη συζήτηση. Το θέμα δεν είναι πόσο καλός θα είναι ο ΠΑΣ και πώς και πόσο θα του αντισταθεί η Καβάλα, αλλά τι θα κάνει ο «Αναστό». Σε αυτόν θα είναι στραμμένα από εδώ και πέρα τα μάτια και η προσοχή όλων. Και γι' αυτό ο φίλος μου έχει επιτυχίες στη Β' Εθνική, ειδικά σε ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό: διότι η παρουσία του ανατρέπει συνήθως τα δεδομένα –για την ακρίβεια, το μεγάλο ζήτημα γίνεται ο ίδιος ο κόουτς, που μπορεί να διαχειριστεί τις εντάσεις της συγκεκριμένης κατηγορίας καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον.
Αν δεν ήταν στην Καβάλα ο «Αναστό», το ματς των «Αργοναυτών» στα Γιάννενα θα ήταν ένα από εκείνα που η ομάδα άνετα θα μπορούσε να χάσει, μια και η έδρα του βασικού της ανταγωνιστή είναι σχεδόν απόρθητη. Με τον «Αναστό» το ματς απέκτησε μια άλλη διάσταση. Θα έχει ενδιαφέρον πώς θα τον υποδεχτεί ο κόσμος, τι θα πει στα τοπικά ραδιόφωνα πριν αρχίσει το παιχνίδι, πώς θα τον αντιμετωπίσουν οι πρώην παίκτες του –μερικοί τον λατρεύουν. Στα Γιάννενα, καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, γνωρίζουν πως ο κόουτς είναι ο μεγάλος σταρ της κατηγορίας.
Αν παρασυρθούν και ξεχάσουν ότι ο αντίπαλος είναι η Καβάλα και όχι ο «Αναστό», θα μπλέξουν και μάλιστα άσχημα, μια και ο κόουτς θα 'χει φέρει το πράγμα στα μέτρα του.
Λυπάμαι που δεν προλαβαίνω να πάω. Το ματς είναι για τον καθένα που αγαπά το ελληνικό ποδόσφαιρο με όλες τις ιδιοτροπίες του, από αυτά που δεν χάνονται.
Ολα διορθώνονται
Πέρα από τον καθιερωμένο καβγά δύο γαλαντόμων που αγάπησαν τη διαιτησία περισσότερο από το ποδόσφαιρο (αναφέρομαι στον Γιάννη Κομπότη και τον Πέτρο Θεοδωρίδη), το συμβούλιο της Σούπερ Λίγκας ήταν ήσυχο. Για τα διαιτητικά η Λίγκα αποφάσισε να ζητήσει από την ΕΠΟ να μην πάρει καμία απόφαση όσον αφορά την παραμονή ή μη του Ψυχομάνη στο (ιστορικό) συμβούλιο της επόμενης Πέμπτης και από την άλλη να παρατείνει τη θητεία του Μπίκα μέχρι το τέλος της σεζόν. «Γιατί δεν ζητάει ο Πηλαδάκης από την ΕΠΟ κάποιες αλλαγές τώρα;», ρώτησα κάποιον εκ των διοικούντων, «ο Γκαγκάτσης πριν φύγει μπορεί να σας κάνει τη χάρη», είπα. «Η πιο μεγάλη χάρη που μας κάνει είναι ότι φεύγει», μου απάντησε. «Φεύγοντας όλα θα διορθωθούν αυτόματα!».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.