Αλήθεια, αν η οικονομική κρίση είχε μορφή μουσικού οργάνου, ποιο όργανο θα ήταν; Τι είπατε; Ηλεκτρική κιθάρα που εκπέμπει μελαγχολικά τις νότες του «Poor Man's Moody Blues» των Barclay James Harvest ή το «Help The Poor» του BB King; Μπουζούκι στο «Πάλιωσε το σακάκι μου» του Τσιτσάνη; Σιτάρ στην εισαγωγή του «Paint It Black»; Οτιδήποτε εκτός από πνευστό, διότι «μας έχει κοπεί η ανάσα»; Οτιδήποτε δεν χρειάζεται ηλεκτρικό ρεύμα, επειδή «μας γδέρνει η ΔΕΗ»; Φιλότιμες οι προσπάθειες, αλλά η σωστή απάντηση είναι διαφορετική: ακορντεόν.
Η οικονομική κρίση μοιάζει με ακορντεόν για δύο λόγους. Πρώτον, επειδή ο καθένας, αναλύοντάς την, ανοιγοκλείνει την «επικράτειά» της κατά το δοκούν. Δεύτερον, διότι με την επίκλησή της ανοιγοκλείνει και ο «ενδεδειγμένος» χρόνος εργασίας. Θυμάστε; Με το «καλημέρα» της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη, αναθερμάνθηκε η ιδέα να λειτουργήσουν τα εμπορικά καταστήματα τις Κυριακές και να επιμηκυνθεί –εν γένει– το ωράριο. Είχες την οικονομική κρίση, κινδύνευες και από τη νευρική: επιχειρηματίες, οι οποίοι ολημερίς κι ολονυχτίς μιλούσαν για τα ισχνά πορτοφόλια των καταναλωτών, αίφνης είδαν το φως το αληθινό. Ανακάλυψαν ότι το πρόβλημα του κόσμου δεν έγκειται στην έλλειψη χρήματος, αλλά στην αδυναμία του να πετύχει ανοιχτά μαγαζιά. Διότι, ως γνωστόν, τα ανοιχτά εμπορικά καταστήματα στην Ελλάδα σπανίζουν. Αν δεις ένα, απευθύνεσαι στον ιδιοκτήτη του χαμηλόφωνα και του λες ό,τι θα έλεγες και σε έναν αφηρημένο φίλο σου που κυκλοφορεί με ανοιχτό το φερμουάρ του παντελονιού του: «Μεγάλε, πας καλά; Το μαγαζί σου είναι ανοιχτό».
Τώρα όμως το ακορντεόν κλείνει. «Τώρα η αντιμετώπιση της κρίσης απαιτεί εβδομάδα μερικής απασχόλησης», διατείνεται ο κ. Κ. Μίχαλος, εκπρόσωπος των επιχειρηματιών της Αθήνας (ΕΒΕΑ) και στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας. Στο μισό ο εβδομαδιαίος εργάσιμος χρόνος, οι αποδοχές, τα ένσημα. Με όρους ποδοσφαιρικούς, πρόκειται για σύστημα 4-3-3. Τέσσερις ημέρες –συμπεριλαμβανομένης της αργίας– θα κάθεσαι και τρεις θα δουλεύεις. Το υπόλοιπο «τρία», με την προσθήκη «του Καράμπελα», είναι η απάντηση σε ένα μπανάλ, λαϊκίστικο, πεζό ερώτημα: «Τι στην ευχή θα παίρνω για να ζω;». Το γράφαμε από τον Οκτώβριο: όσα μεθοδευτούν στο όνομα της αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης σε πολλές περιπτώσεις θα είναι χειρότερα από την ίδια την κρίση.
«Μην ανησυχείτε, αυτό το μέτρο θα αφορά μόνο εταιρείες που κινδυνεύουν να κλείσουν και θα ισχύσει για μικρά χρονικά διαστήματα εκτάκτου ανάγκης». Αυτό ισχυρίζονται οι πιστοί του. Εάν αναλύσει κανείς τις καθησυχαστικές (;) επεξηγήσεις τους, θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η σωτηρία κάμποσων επιχειρήσεων εξαρτάται από την εξοικονόμηση τεσσάρων ή πέντε χιλιάδων ευρώ. Ο.Κ., μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να έχουν έτσι τα πράγματα. Ας μου επιτραπεί, όμως, να πιστεύω ότι ο κανόνας είναι άλλος: αν θεσμοθετηθεί αυτή η «μόδα», την έκταση και τη χρονική διάρκεια της οποίας ουδεμία κρατική υπηρεσία θα ελέγχει, τότε θα ενσκήψει... επιδημία επιχειρήσεων που θα δηλώνουν ετοιμοθάνατες, ενώ στην ουσία θα επιθυμούν να αποτρέψουν μια απλή κάμψη κερδών. Να μετακυλήσουν το κόστος στους –τρομοκρατημένους και μόνο από τη λέξη «λουκέτο»– εργαζόμενους. Ως είθισται δηλαδή.
Ακριβώς επειδή «είθισται» εδώ και χρόνια, δεν πείθει η επίκληση της παρούσας οικονομικής κρίσης: ανάλογες ρυθμίσεις έχουν θεσμοθετηθεί από τις αρχές της δεκαετίας του '90 -άλλο θέμα το κατά πόσο «περπάτησαν». Μπορεί η κυρία Εύη Χριστοφιλοπούλου του ΠΑΣΟΚ να λέει ότι το κόμμα της «δεν θα επιτρέψει να γίνει η οικονομική κρίση άλλοθι της κυβέρνησης για την καταπάτηση των εργασιακών δικαιωμάτων», αν όμως ρίξει μια ματιά στον νόμο 2639/98 της κυβέρνησης Σημίτη, θα διακρίνει έναν εκλεκτό πρόγονο των ιδεών Μίχαλου και Σία. Υπήρχε μήπως καμιά οικονομική κρίση το 1998; Ισα ίσα, η ίδια η Εκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας για το '98 πιστοποιούσε πως (και) το έτος εκείνο είχε κυλήσει εν μέσω... πληθωρισμού κερδών. Και ας ήταν –πάλι κατά τα ειωθότα– καθηλωμένες οι πραγματικές αποδοχές των εργαζομένων.
Γιατί λοιπόν να πιστέψει κάποιος πως όλα αυτά τα καθιστά αναπόφευκτα η σημερινή οικονομική συγκυρία, αφ' ης στιγμής «ξεφύτρωναν» και την εποχή των των υψηλών κερδοφοριών; Και αν τότε ο πόλος των μισθωτών δεν αποκόμιζε κέρδη, πόσο λογικό ηχεί να καλείται σήμερα, στα δύσκολα, να συμπιεστεί κι άλλο; Βάσει στοιχείων του ΣΕΒ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 1990 το ποσοστό κέρδους των ελληνικών επιχειρήσεων ήταν 0,6% και στην ευρωζώνη 2,3% (το ποσοστό καθαρών κερδών επί των πωλήσεων, αφαιρουμένων των φόρων από τα κέρδη). Το 1999 το ποσοστό κέρδους στην Ελλάδα ήταν 5% και στην Ευρωζώνη 3,6%. Ποιος ξεχνά πως στην ίδια δεκαετία οι μισθοί καθηλώθηκαν με θρησκευτική ευλάβεια; Στην αρχή ήταν η Παλαιά Διαθήκη, η Συνθήκη του Μάαστριχ. Κατόπιν κατέφθασε η... Καινή, η ΟΝΕ.
Με εξαίρεση την Ιρλανδία και τη Φινλανδία, το ελληνικό κεφάλαιο παρουσίασε το 2005 την υψηλότερη κερδοφορία στην Ευρωπαϊκή Ενωση των «15». Με εξαίρεση την Πορτογαλία και την Τουρκία, η ελληνική κοινωνία εμφανίζει τους μεγαλύτερους δείκτες οικονομικής ανισότητας: το πλουσιότερο 20% διαθέτει εισόδημα έξι φορές μεγαλύτερο από το φτωχότερο 20%, όταν ο μέσος αντίστοιχος συντελεστής στην Ευρώπη είναι 4,8. Και αν έως εδώ οι εξαιρέσεις πηγαίνουν δυο δυο σαν τους Χιώτες, η κοροϊδία την οποία εκπέμπει ένα πατροπαράδοτο καθεστωτικό μύθευμα «πάει σύννεφο». Το παραμύθι πως «βαρίδι στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων είναι το υψηλό κόστος εργασίας».
Ποιο «κόστος»; Στην Ευρωπαϊκή Ενωση των «15» η Ελλάδα παρουσιάζει το χαμηλότερο κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Το κόστος αυτό αντιστοιχεί στο 75% του μέσου πανευρωπαϊκού –μιλώντας πάντα για τους «15». Ορεξη να 'χει κανείς να διαβάζει και τα στοιχεία του ΟΟΣΑ για τη σταθερή μείωση του μεριδίου της εργασίας στο συνολικό προϊόν. Φοβερό δεν είναι; Το ελληνικό κεφάλαιο έχει επιβάλει μισθούς που ρέπουν περισσότερο προς τα της Ανατολικής Ευρώπης (πού πήγε, βρε Καραμανλικοί, εκείνο τον «ανήκομεν εις την Δύσιν»;), διατηρεί επί 15 και πλέον χρόνια πανύψηλα ποσοστά κέρδους και κατόπιν του φταίει το... εργατικό κόστος για την ελλιπή ανταγωνιστικότητά του!
Επιστροφή στο θέμα της ιδέας Μίχαλου, με μία υπενθύμιση-επισήμανση: πολλές ελληνικές επιχειρήσεις έχουν επιδείξει σπάνιο ταλέντο υποκριτικής, υποδυόμενες τις «ετοιμοθάνατες». Πριν από καμιά δεκαριά χρόνια, σε περίοδο αγροτικών μπλόκων, άφθονες εταιρείες ζητούσαν από το κράτος επιχορηγήσεις, ευνοϊκές ρυθμίσεις, παρατάσεις προθεσμιών για εξόφληση χρεών στο Δημόσιο κ.λπ. Τους είχαν φέρει «στο αμήν» τα μπλόκα, έλεγαν. Κάμποσες από τις «απεγνωσμένες» επιχειρήσεις δεν επηρεάζονταν στο ελάχιστο από τους κλεισμένους δρόμους κι άλλες είχαν αντικείμενο άσχετο με τη συγκεκριμένη εποχή. Ακόμα και επιχειρήσεις θερινού τουρισμού «κλαίγονταν». Φανταστείτε τι θα γίνει αν αναχθεί σε θεσμό το «4-3-3» του Μίχαλου.
ΥΓ.: Μαθαίνω πάντως ότι μεροκάματα θα προσφέρει τα Σαββατοκύριακα ο Πανούτσος. Συγκροτεί μια εταιρεία security με την ονομασία «ΤΝΤ». «Τάξη-Νόμος-Ταϊλάνδη». Θα δρα στα γήπεδα, υποχρεώνοντας τους θεατές να μπαίνουν γυμνοί από τη μέση και πάνω, ώστε να μην μπορούν να καλύψουν με τίποτε τα πρόσωπά τους. Οσοι οπαδοί δυστροπούν θα τιμωρούνται με οριστική κατάσχεση της μπλούζας τους. Δεν ξέρω αν ο Αντώνης θα πληρώνει με ευρώ ή με μπλούζες, αλλά στην εποχή του Αλογοσκούφη και του Μίχαλου καμία δουλειά και κανένας τρόπος αμοιβής δεν είναι ντροπή.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.