Το 'χα γράψει πριν από λίγες μέρες, αλλά παραμένει πάντα επίκαιρο. Πριν από μερικούς μήνες ρώτησαν τον σερ Αλεξ Φέργκιουσον ποιο είναι το μερίδιό του στις επιτυχίες της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ο Σκωτσέζος απάντησε ότι κανένας προπονητής δεν έχει πιο πολύ από το 25% στην επιτυχία μιας ομάδας –αλλά αυτό το 25% είναι μια απαραίτητη δουλειά, που αν δεν γίνει σωστά, η ομάδα είναι αδύνατο να πετύχει. Οταν μιλάμε για προπονητές, μιλάμε γι' αυτό το απαραίτητο 25%. Καλό είναι να το έχουμε στο μυαλό μας.
Ενας λόγος που ειδικά στην Ελλάδα συζητάμε διαρκώς για προπονητές είναι και γιατί δυσκολευόμαστε πάρα πολύ να καταλάβουμε ποια είναι η δουλειά τους, ποια η παρεμβατικότητά τους στη διάρκεια ενός αγώνα και ποιο το ποσοστό της συμμετοχής τους σε μια αποτυχία ή μια επιτυχία. Επειδή όλα αυτά είναι δύσκολα για τον κόσμο, πολλές φορές οι δημοσιογράφοι στήνουν γύρω από τον προπονητή το πανηγύρι του τρελού: ό,τι και να πεις κάποιος θα το πιστέψει και θα σου δώσει δίκιο. Η ευθύνη γι' αυτό ανήκει φυσικά και στις κατά κανόνα ανοργάνωτες ΠΑΕ: σπανιότατα μια ποδοσφαιρική εταιρεία έχει φροντίσει να εξηγήσει στον κόσμο με ποιο κριτήριο διάλεξε έναν προπονητή κι ο λόγος που αυτό συμβαίνει είναι γιατί συνήθως αυτό το κριτήριο απουσιάζει!
Κουτουρού
Πολλές από τις προσλήψεις προπονητών που έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια μοιάζουν να έγιναν στα κουτουρού. Αν ρωτήσεις έναν πρόεδρο ομάδας γιατί διάλεξε αυτόν που έχει και όχι έναν άλλον που του προτάθηκε, στην καλύτερη περίπτωση θα σου πει ότι τον κέρδισαν ο χαρακτήρας του κόουτς και τα χαρίσματα της προσωπικότητάς του. Λίγοι καταλαβαίνουν ότι οι προπονητές χρειάζονται για να εκτελέσουν ένα σχέδιο κι ότι αν μια διοίκηση ξέρει τι χρειάζεται, είναι εύκολο και να βρει τον πλέον κατάλληλο. Αν θέλει μια νεανική ομάδα, υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν να βελτιώνουν και να εμπιστεύονται πιτσιρίκους, αν θέλει μια ομάδα που να χάνει δύσκολα, μπορεί να βρει δεκάδες λάτρεις του κατενάτσιο. Αν θέλει μια ψυχωμένη ομάδα, μπορεί να διαλέξει κάποιον με βιογραφικό καλού εμψυχωτή. Αν ξέρεις τι θέλεις, είναι και εύκολο να το βρεις.
Τύχη
Ο Τεν Κάτε στον ΠΑΟ προέκυψε χωρίς καλά καλά κάποιος να γνωρίζει πώς αγωνίζονταν οι ομάδες του. Ο ΠΑΟ το καλοκαίρι έψαχνε λίγο αόριστα έναν «καλό» προπονητή, όπως όλες οι ελληνικές ομάδες –μέχρι τώρα δεν έχω ακούσει από καμία να λέει ότι ψάχνει έναν «κακό». Στην περίπτωση του ΠΑΟ το «καλός» ήταν συνώνυμο του «ακριβοπληρωμένος»: το μεγάλο συμβόλαιο ήταν το μόνο κοινό που υπήρχε μεταξύ των τεσσάρων–πέντε που υπήρχαν στη λίστα του Κώστα Αντωνίου. Με λίγη τύχη ο ΠΑΟ κατάφερε να βρει όντως έναν ικανό άνθρωπο, έναν προπονητή που ζητάει ενισχύσεις σε θέσεις και όχι συγκεκριμένους παίκτες, με νοοτροπία νικητή, εμπειρία και κυρίως με σχέδιο: ο Τεν Κάτε δεν ήταν μόνο αυτό που έλειπε από τον ΠΑΟ –το σπουδαιότερο είναι ότι μοιάζει να έχει το σχέδιο που έλειπε από τον ΠΑΟ! Θέλει μια ομάδα που να παίζει ανοιχτά με τους μικρούς, επιθετικά στην έδρα της, λίγο πιο σφιχτά στο Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά πάντα με προσωπικότητα και θετική σκέψη. Με όλα αυτά δεν νομίζω ότι διαφωνεί και ο χειρότερος των επικριτών του.
Πατίνι
Με έναν τέτοιο προπονητή είναι εύκολο να του κάνεις και τη ζωή πατίνι. Μπορώ από τώρα να σας γράψω τα «λάθη» του Τεν Κάτε, όλα αυτά που θα του αποδοθούν έπειτα από το επόμενο στραβοπάτημα. Είναι εύκολο να πεις ότι ο Τεν Κάτε δεν προσέχει την αμυντική λειτουργία της ομάδας στα ματς μέσα στο ΟΑΚΑ και ως εκ τούτου οι αμυντικοί του εκτίθενται. Μπορείς να πεις ότι δεν έχει ένα σταθερό σχήμα και να επισημάνεις τις αλλαγές στις διατάξεις που έχει επιχειρήσει μέχρι τώρα: είναι αλήθεια ότι τα 'χει δοκιμάσει σχεδόν όλα. Είναι επίσης εύκολο να τον κατηγορήσεις επειδή παίζει με τον Σαλπιγγίδη στο πλάι, επειδή έβγαλε από την ενδεκάδα τον Μάτος, επειδή δεν εμπιστεύεται τον Ιβανσιτς ή ακόμα και τον Κλέιτον. Ολα αυτά θα είναι πάντα επίκαιρα με τον Τεν Κάτε –μπορεί να αλλάζουν τα ονόματα (ο Σαλπιγγίδης π.χ. να λέγεται Μάντζιος κι ο Μάτος π.χ. Σιμάο), αλλά πάντα οι επιλογές του κόουτς θα είναι σκληρές και οι μονιμοποιημένοι στην ενδεκάδα λίγοι. Γιατί έτσι δουλεύει ο Τεν Κάτε.
Κριτική
Πού θέλω να καταλήξω; Οτι η «κριτική» στον συγκεκριμένο προπονητή (όπως και στο σύνολο σχεδόν των προπονητών) είναι ένα πράγμα εύκολο, ιδιαίτερα αν δεν συνοδεύεται από μια προσπάθεια να εξηγηθεί η μεθοδολογία του, ο τρόπος της δουλειάς του. Ο δημοσιογράφος είναι ενδιάμεσος: αυτά πρέπει να εξηγεί. Αν δεν το κάνει, είναι παράγοντας, δηλαδή θέλει να κάνει επιλογές και αξιολογήσεις. Αυτό που βλέπω τα τελευταία χρόνια (ειδικά στον ΠΑΟ) είναι ότι διαμορφώνονται στρατόπεδα με βάση μια άποψη (που είναι πολλές φορές κάτι σαν το αλάθητο του Πάπα), χωρίς να γίνεται η παραμικρή προσπάθεια να εξηγηθεί τι κάνει ένας προπονητής και πόσο συνεπής είναι σε αυτό που έχει υποσχεθεί και πρεσβεύει. Στήνουμε ανθρώπους στον τοίχο και θεμελιώνουμε «κατηγορίες» βασιζόμενοι στο γεγονός ότι ο κόσμος δεν ξέρει με ποιους έχει να κάνει, πώς αυτοί δουλεύουν και τι τους ζητήθηκε. Κριτικάρουμε αποτελέσματα κι όχι προπονητές: υπάρχει διαφορά.
Εγκλημα
Οταν έφυγε ο Μπάκε, έγραψα ότι δεν μπορείς να κάνεις 5 μεταγραφές μετά τον Δεκαπενταύγουστο και να κρίνεις τη δουλειά ενός προπονητή στις επόμενες είκοσι μέρες. Πέρυσι, όταν μου εξήγησαν τι ζητήθηκε από τον Πεσέιρο, κατάλαβα πολλά για το κουραστικό και στρυφνό παιχνίδι της ομάδας: ποτέ δεν κατηγόρησα τον Πορτογάλο για τίποτα. Για τον Τεν Κάτε λέω μόνο ότι ο άνθρωπος είναι αξία, δηλαδή έχει όνομα και φήμη καλού προπονητή σε όλη την Ευρώπη. Μπορούμε παραγοντίζοντας να τον βγάλουμε άχρηστο, αλλά χαμένος θα βγει ο ΠΑΟ, όχι ο Ολλανδός.
Μια παρέα
Oταν έφυγε ο Λίνεν από τον Πανιώνιο, είχα γράψει ότι το πρόβλημα της ομάδας της Νέας Σμύρνης είναι ότι μερικές φορές μοιάζει περισσότερο με οικογένεια παρά με εταιρεία. Πήρα τότε (στο karpetshow@yahoo.gr) πολλά mail από φίλους Νεοσμυρνιώτες που με κατηγορούσαν ότι κατά κάποιον τρόπο προστάτευα τον Λάμπρο Χούτο αντί να τον επικρίνω για το ότι «έφαγε» τον Γερμανό προπονητή. Χθες παραιτήθηκε από τον Πανιώνιο και ο διάδοχος του Λίνεν, δηλαδή ο Τάκης Λεμονής. Πριν παραιτηθεί είχε ζητήσει να αντικατασταθούν ο Σταματόπουλος, δηλαδή ο βοηθός που βρήκε και κράτησε δίπλα του, ο Τσέλιος, ο τεχνικός διευθυντής της ομάδας, και ο Χριστόφορος Μαυρόπουλος, γενικός διευθυντής της ΠΑΕ και από χθες και πρόεδρος. Δεν ξέρω τι προκάλεσε την οργή του Λεμονή –μου λένε ότι δεν δέχτηκε κάποιες παρατηρήσεις που του έγιναν από τους (θεωρητικά) προϊσταμένους του. Υποθέτω ότι οι παρατηρήσεις αυτές πρέπει να ήταν πολύ σκληρές, γιατί εγώ θυμάμαι ότι στον Ολυμπιακό ο Λεμονής είχε δείξει μια αξιοθαύμαστη αντοχή στο να δέχεται π.χ. τις δημόσιες υποδείξεις όχι μόνο του Ιλια Ιβιτς, αλλά ακόμα και του καθ' όλα σεβαστού Σάββα Θεοδωρίδη, ο οποίος πέρυσι μετά το πρώτο ματς του Ολυμπιακού με τη Λάτσιο είχε δηλώσει ότι η ομάδα πρέπει να παίζει πιο επιθετικά.
Επειδή ο Λεμονής είναι ο ίδιος άνθρωπος, ελπίζω αυτή τη φορά να έγινε κατανοητό το πρόβλημα: όταν κάποιος βρίσκεται σε μια εταιρεία καταλαβαίνει ευκολότερα την ιεραρχία της και τη δέχεται προσαρμόζοντας τη συμπεριφορά του. Οταν νιώθει ότι βρίσκεται κάπου όπου όλα είναι λίγο πιο χύμα, ή εντάσσεται στο γενικότερο οικογενειακό (ή ακόμα και παρεΐστικο) κλίμα ή φεύγει. Προφανώς ο Λεμονής δεν μπορούσε να είναι μέλος μιας μεγάλης παρέας –δεν έπαιρνε από λόγια: δεν τον κατηγορώ.
Η φυγή του Λίνεν έβγαλε στην επιφάνεια προβλήματα τέτοιου είδους. Ο Κωνσταντίνος Τσακίρης δεν οργάνωσε κάποιο μικρό στρατό στελεχών που θα διοικήσουν την ΠΑΕ, αλλά εμπιστεύθηκε κάποιους ανθρώπους που εκτιμάει και θεωρεί φίλους του. Το πράγμα όσο ο φίλος Λίνεν απολάμβανε μια καθολική εμπιστοσύνη δούλεψε, μετά –και με τη βοήθεια του φίλου Χούτου– κάπου όλα μπλέχτηκαν. Οι παρέες γράφουν ιστορία, αλλά η διοίκηση μιας ΠΑΕ δεν είναι εύκολο πράγμα. Ομως στην περίπτωση του Πανιωνίου το συγκεκριμένο μοντέλο, επειδή βασίζεται στην ανιδιοτέλεια και τις καλές προθέσεις, μοιάζει το πλέον κατάλληλο ή για την ακρίβεια το μόνο που υπάρχει.
Ψυχραιμία, μια και στις καλύτερες παρέες προκύπτουν καμιά φορά προβλήματα…
Το 'θελε πολύ…
Ελαμπε από ευτυχία ο Γιώργος Κασναφέρης όταν παρέλαβε το βραβείο του καλύτερου διαιτητή της (περασμένης) σεζόν στη γιορτή του ΠΣΑΤ. Ο Κασναφέρης το είχε απωθημένο να κερδίσει το συγκεκριμένο βραβείο και κάθε φορά που έβλεπε τον Κύρο Βασσάρα να βραβεύεται στη συγκεκριμένη εκδήλωση έτρωγε τα νύχια του. Γι’ αυτόν αυτό το βραβείο ήταν σημαντικότατο, αφού δινόταν και από δημοσιογράφους κι ο «Κάσνα» εκτός των άλλων υπήρξε πάντοτε και δημοσιογραφικότατος! Χρόνια ο άνθρωπος αναρωτιόταν τι έπρεπε να κάνει για να το κερδίσει και κάποιοι κακεντρεχείς απαντούν πως ήταν σχετικά απλό: έπρεπε να σταματήσει!
(Πάντως αν κρίνω από την ποιότητα των τωρινών διαιτητών, μπορεί να το κερδίσει και του χρόνου: και φέτος διαιτητικά ο καλύτερος είναι…)
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.