Tο χθεσινό ντέρμπι του μπάσκετ ανάμεσα στον Αρη και τον ΠΑΟΚ ήταν, απ' όλες τις απόψεις, μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να εστιάσει κανείς πάνω στους δύο αυτούς μεγάλους συλλόγους και γενικότερα στο μπάσκετ της Θεσσαλονίκης, που εδώ και κάποια χρόνια δείχνει να παρακολουθεί εξ αποστάσεως τις εξελίξεις.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 1ο: Η διαφορά δυναμικότητας που παρατηρείται ανάμεσα στις δύο ομάδες δεν στάθηκε ικανή να μειώσει τη φλόγα τόσο στην εξέδρα όσο και στον αγωνιστικό χώρο. Το γήπεδο, λοιπόν, ήταν κατάμεστο από οπαδούς του Αρη, οι οποίοι δεν έπαψαν στιγμή να κάνουν αισθητή την παρουσία τους με συνεχή συνθήματα και προτροπές για την κατάκτηση της νίκης. Αλλά και στο παρκέ οι δύο ομάδες αγωνίστηκαν με πάθος, ρυθμό και ένταση, που σίγουρα ικανοποίησαν θεατές και τηλεθεατές. Γενικά ήταν ένα ματς αντάξιο της παράδοσης που υπάρχει. Ενα ματς στο οποίο ο Αρης κατάφερε να κυριαρχήσει μόνο στο τελευταίο 10λεπτο.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 2ο: Μπορεί το πάθος στις εξέδρες να ήταν μεγάλο, αλλά ο κόσμος δεν ξεπέρασε τα σύνορα της ευπρέπειας και του «φερ πλέι», επιτρέποντας έτσι στους παίκτες και τους διαιτητές να παρουσιάσουν τον καλύτερο εαυτό τους. Αν μάλιστα συνυπολογίσει κανείς ότι στις θέσεις των επισήμων έδωσε το «παρών» σχεδόν ολόκληρο το Δ.Σ. του ΠΑΟΚ, τότε οδηγείται αβίαστα στο συμπέρασμα ότι τα βήματα προόδου που έχουν γίνει στον τομέα του αθλητικού πολιτισμού είναι τεράστια. Μπορεί, άραγε, να διανοηθεί κανείς ότι στο προσεχές ντέρμπι Παναθηναϊκός - Ολυμπιακός θα καθίσουν στα επίσημα του ΟΑΚΑ οι αδελφοί Αγγελόπουλοι; Ή ότι στη ρεβάνς του ΣΕΦ θα είναι μεταξύ των επισήμων ο Παύλος και ο Θανάσης Γιαννακόπουλος;
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ 3ο: Ο Αρης, έστω και με σημαντική δυσκολία στα 3/4 του αγώνα, κατάφερε να επιβάλει την ανωτερότητά του απέναντι στον «αιώνιο» αντίπαλό του. Πράγματι οι «κιτρινόμαυροι» αυτή τη στιγμή υπερέχουν αγωνιστικά του «Δικεφάλου» και έχουν σαφώς καλύτερες προοπτικές για μια υψηλή θέση στην τελική βαθμολογία του πρωταθλήματος. Αλλά το πρόβλημα είναι ότι η οροφή τους σταματά στην 3η θέση, την οποία θα δεκδικήσουν μαζί με τον Πανιώνιο, τον Πανελλήνιο, ενδεχομένως το Μαρούσι και (δεν αποκλείεται...) τον ΠΑΟΚ, εάν και εφόσον αυτός παρουσιάσει στη συνέχεια την αναμενόμενη βελτίωση. Ολ' αυτά περιγράφουν έναν Αρη σίγουρα κατώτερο της ιστορίας του και των απαιτήσεων των οπαδών του, αλλά ασφαλώς σε πλήρη αντιστοιχία με τις οικονομικές δυνατότητες που έχει η διοίκησή του.
Οπως γίνεται λοιπόν αντιληπτό, έχουμε ήδη προσεγγίσει το μεγαλύτερο πρόβλημα, το οικονομικό, το οποίο δεν επιτρέπει στον Αρη να ανταγωνίζεται, όπως παλιά, τους μεγάλους του κέντρου και ταυτόχρονα να πρωταγωνιστεί και στην Ευρώπη. Κι αυτό επειδή ο Αρης και η Θεσσαλονίκη ολόκληρη δεν διαθέτουν τους παράγοντες εκείνους που θα εξασφάλιζαν την οικονομική βιωσιμότητα με επενδύσεις υψηλού επιπέδου. Και δεν αναφέρομαι απαραίτητα σε περιπτώσεις τύπου Γιαννακόπουλων ή Αγγελόπουλων, όχι. Αλλωστε, η δουλειά θα μπορούσε να γίνει και με πολύ μικρότερα μπάτζετ, αλλά με σωστές επιλογές και πολλή νοικοκυροσύνη. Οπως, δηλαδή, γίνεται εδώ και κάποια χρόνια στον Αρη, αλλά με μπάτζετ που δεν φθάνουν ούτε στο 1/10 των «πρασίνων» και των «ερυθρολεύκων».
Το γεγονός ότι ο ΠΑΟΚ αναγκάστηκε να αποδεχθεί τη συνδρομή ενός γυρολόγου παράγοντα του μπάσκετ, δηλαδή του Δρόσου, που πρώτα ήταν στον Σπόρτιγκ και κατόπιν στην ΑΕΚ, αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Η Θεσσαλονίκη δεν διαθέτει χρηματοδότες για το μπάσκετ, όπως δεν διέθετε και για το ποδόσφαιρο. Γι' αυτό και οι προσπάθειες στηρίζονται πια σε μια συλλογικότητα και στη λαϊκή συμμετοχή. Χωρίς αυτό να είναι απαραίτητα κακό. Ισα ίσα που θα μπορούσε να είναι πάρα πολύ καλό, αν η προσπάθεια άγγιζε σε βάθος την τοπική κοινωνία και αν ο επιχειρηματικός και εμπορικός κόσμος παρείχε συστηματική υποστήριξη, έστω στο μέτρο των δυνατοτήτων του.
Ενα άλλο πρόβλημα είναι ότι ο ίδιος κόσμος και οι ίδιοι οικονομικοί παράγοντες καλούνται να στηρίξουν και το μπάσκετ και το ποδόσφαιρο. Και όλ' αυτά σε μια Θεσσαλονίκη που δεν έχει τον πληθυσμό της πρωτεύουσας, ούτε και προσφέρει τις ίδιες δυνατότητες προβολής σε όσους αποφασίσουν να παίξουν το χαρτί του αθλητικού παραγοντισμού.
Το βασικότερο συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι ο υδροκεφαλισμός της χώρας πλήττει πολύ σοβαρά τον επαγγελματικό αθλητισμό της Θεσσαλονίκης, την οποία εδώ και χρόνια συνηθίσαμε να αποκαλούμε συμπρωτεύουσα, μπας και ενθαρρύνουμε το «εγώ» της και την αποπροσανατολίσουμε σε σχέση με τη θλιβερή πραγματικότητα που επικρατεί.
Ο Αρης και ο ΠΑΟΚ του 2009
Μετά την περσινή απώλεια της 3ης θέσης και τον αποκλεισμό από την Ευρωλίγκα, ο Αρης προχώρησε σε μια σχεδόν ριζική ανανέωση του έμψυχου υλικού του και στην επιστροφή ενός παλιού γνώριμου (του Αντρέα Ματσόν) στη θέση του προπονητή.
Μία βασική διαπίστωση είναι ότι με παίκτες όχι καλύτερους από τους περσινούς προσπαθεί να πετύχει καλύτερα αποτελέσματα από πέρυσι. Ισως είναι υποβοηθητικό το γεγονός ότι δεν σηκώνει το βάρος της Ευρωλίγκας. Και σίγουρα θα του βγει σε καλό το ότι οι παίκτες του είναι λιγότερο κορεσμένοι από τους προκατόχους τους. Το πιο θετικό είναι, πάντως, ότι ο Ματσόν ξέρει πού βρίσκεται και πώς θα πετύχει τους στόχους. Γι' αυτό η άμυνα και το αγωνιστικό πάθος είναι τα στοιχεία που σημαδεύουν το παιχνίδι της ομάδας.
Αν θελήσουμε, τώρα, να προχωρήσουμε σε λεπτομέρειες σε σχέση με το έμψυχο υλικό, θα πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής:
• Ο Μάρσαλ είναι ο τύπος του παίκτη που βάζει φωτιά στα καλάθια και την εξέδρα.
• Ο Κλαρκ είναι ένας πλέι μέικερ που δημιουργεί λιγότερο απ' όσο εκτελεί.
• Ο Σέκουλιτς ξέρει να βάζει την μπάλα στο καλάθι, αλλά αδυνατεί να κυριαρχήσει μέσα στη ρακέτα.
• Ο Νέλσον αποτελεί δύναμη στα ριμπάουντ, αλλά τίποτα παραπάνω.
Γενικά είναι μια ομάδα με καλή ισορροπία, η πορεία της οποίας θα εξαρτηθεί εν πολλοίς και από τη συνεισφορά των Ελλήνων παικτών της. Ο Αργυρόπουλος (λόγω Κλαρκ...) θα χρειαζόταν περισσότερα δημιουργικά στοιχεία στο παιχνίδι του. Την ίδια υπέρβαση καλούνται να κάνουν και οι Τσαλδάρης, Ηλιάδης και κυρίως ο πρώτος. Αντίθετα, ο Αγαδάκος θα πρέπει να προσθέσει τη δύναμη που στερείται ο Σέκουλιτς και ο Μπάρλος την εκτελεστική δεινότητα που δεν διαθέτει ο Νέλσον.
Για τον ΠΑΟΚ, λόγω ριζικών αλλαγών μέσα στο καλοκαίρι που πέρασε, τα πράγματα έγιναν κάπως βιαστικά, με αποτέλεσμα, εκτός από υπομονή, να χρειάζονται και ορισμένες διορθωτικές κινήσεις. Το βέβαιο είναι, πάντως, ότι ο Πεδουλάκης σε βάθος χρόνου μπορεί να διορθώσει τα όποια λάθη και να φέρει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Αλλωστε, στον αγώνα με τον Αρη φάνηκαν πολύ καθαρά τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης.
Το κυριότερο πρόβλημα του «Δικεφάλου» είναι ότι, ενώ διαθέτει τέσσερις πλάγιους παίκτες (Γκρέγκορι, Ντιαρά, Βασιλειάδης, Κυρίτσης), τρία πλέι μέικερ (Μουλαομέροβιτς, Καυκής, Χαρίσης) και τρεις σέντερ (Τομάσεβιτς, Μαρμαρινός, Γουέσον), δεν έχει ούτε ένα γνήσιο σούτινγκ γκαρντ στη διάθεσή του, με αποτέλεσμα να υστερεί σε ισορροπία και δημιουργία.
Το πρόβλημα, μάλιστα, γίνεται ακόμα μεγαλύτερο από τη στιγμή που οι πλέι μέικερ δεν έχουν την απαιτούμενη πληρότητα.
Προς αντικατάσταση οδεύει ο Τομάσεβιτς, αλλά αν ο διάδοχός του είναι επιπέδου Μουλαομέροβιτς, καλύτερα να μη γίνει τίποτα.
Ο ΠΑΟΚ, πάντως, πρέπει να διώξει ένα τριάρι και να πάρει ένα σούτινγκ γκαρντ...
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.