Το να είναι αυστηρός ή επιεικής ο προπονητής έχει νόημα μόνο αν συνδυαστεί με το «πότε» και με το «με ποιους». Οσο εύκολα μπορεί να τερματίσει μια ομάδα στη μέση του πίνακα επειδή έγινε σκορποχώρι τόσο εύκολα μπορεί να τερματίσει στην ίδια θέση επειδή έγινε λόχος των πεζοναυτών.
Τον Δεκέμβριο του 2005 ο Γιάγια Τουρέ είχε φύγει για να παίξει στο Παναφρικανικό. Τον Φεβρουάριο του 2006 τον περίμεναν ακόμα να γυρίσει. Την Κυριακή ο Ολυμπιακός έπαιζε με την ΑΕΚ με έξι βαθμούς διαφορά. Μία νίκη τον έστελνε στους εννέα και μία ήττα ξαναέβαζε την ΑΕΚ στο πρωτάθλημα. Ο Τουρέ είχε επιστρέψει τη Δευτέρα. Η μισή κοινωνία την είχε «πέσει» στη διοίκηση του Ολυμπιακού να τον τιμωρήσει. Εγινε όμως μια «δήλωση» του Τουρέ, ότι είναι Ολυμπιακός από κούνια, είπε ο Σάββας ότι τον ξέρει στο Πασαλιμάνι από μικρό, η διοίκηση έκανε την παλαβή, ο Σόλιντ τον έβαλε και ο Ολυμπιακός είχε κερδίσει με 3-0. Διαταράχτηκε η πειθαρχία στα αποδυτήρια; Ούτε κάτι τέτοιο προκύπτει ούτε αμφιβολία ότι χωρίς τον Τουρέ ο Ολυμπιακός θα έπαιρνε δύσκολα το ματς.
Την επόμενη χρονιά ο μεγαλύτερος προπονητής που ήρθε στην Ελλάδα τα τελευταία 20 χρόνια, ο Λορένσο Σέρα Φερέρ, αναλάμβανε το τιμόνι της ΑΕΚ. Από την πρώτη μέρα ήταν φανερό ότι ο Φερέρ έβλεπε τους νεαρούς παίκτες του σαν κοτσιλιές και τους παλιότερους σαν κάτι μεγαλύτερο… Στον ενάμιση χρόνο που ο Φερέρ έμεινε στην ΑΕΚ η ομάδα πρέπει να είχε τη μεγαλύτερη πειθαρχία από την εποχή που ο Ευάγγελος Χέλμης ήταν έφορος και απειλούσε κάθε παίκτη του Ολυμπιακού που παρεκτρεπόταν ότι θα τον σοδομίσει. Ο Φερέρ ούτε καν μπορούσε να απειλεί ευχάριστα. Το μόνο που μπορούσε ήταν να κάνει τους παίκτες του να τον μισούν, γεγονός που έγινε γνωστό μετά την αποχώρησή του.
Το να γίνεται η πειθαρχία αυτοσκοπός είναι σαν να παίζεις ρουλέτα και να ασχολείσαι με την μπίλια. Οι επιτυχημένοι προπονητές, όπως δεν μπορεί να προσαρμόζουν τους παίκτες στο σύστημα αλλά το σύστημα στους παίκτες, δεν μπορούν να έχουν έναν τρόπο συμπεριφοράς. Το μόνο απαραίτητο είναι η συμπεριφορά τους να στέλνει καθαρά τα μηνύματα. Ο Ερνέστο Βαλβέρδε δεν θα μπορούσε για παράδειγμα να αντικαταστήσει τον Λέτο στο ημίχρονο; Δηλαδή τι θα γινόταν; Θα τον ζόριζε ο Ιωνικός; Προτίμησε όμως να κάνει τον Λέτο αλλαγή στο 20', για να φανεί ότι η αλλαγή δεν είναι της ρουτίνας αλλά της δυσαρέσκειας. Τα αποτελέσματα σύντομα θα φανούν. Αν ο Λέτο στρώσει, game για τον Ερνέστο. Αν ο Λέτο στρώσει και μαζί του οι υπόλοιποι, set για τον Ερνέστο. Αλλά αν ο Λέτο πει «δανεικός είμαι, τι με νοιάζει», συνεχίσει τα κόλπα, ο Ερνέστο κάνει πίσω και οι άλλοι το πάρουν είδηση, ο Βαλβέρδε θα χάσει game, set and match.
Σε πρώτη ματιά το δημοσίευμα της «Daily Star» μοιάζει αστείο. Προσφορά 23 εκατομμυρίων ευρώ της Τσέλσι στον Ολυμπιακό για τον Ντιόγο. Το απίθανο στην προσφορά δεν βρίσκεται στην αξία του παίκτη, αλλά στο πώς ήρθε στο μυαλό του Σκολάρι ο Ντιόγο. Από το ένα ματς που έπαιξε εναντίον του Αστέρα Τρίπολης και από τα προβλήματα που δημιούργησε στον Λαζαρίδη; Σε δεύτερη σκέψη όμως το δημοσίευμα δεν μοιάζει τόσο απίθανο και ο λόγος είναι ότι ο Ντιόγο, προτού πάει στον Ολυμπιακό, είχε απασχολήσει αρκετά τους Αγγλους. Τόσο που πριν μεταγραφεί στον Ολυμπιακό το «Sky Sports» είχε γράψει ότι ο τεχνικός διευθυντής της Πορτουγκέσα δήλωνε ότι είχε απορρίψει πρόταση της Αρσεναλ. Επίσης το «Sky Sport» στο ίδιο ρεπορτάζ προσέθετε ότι για τον παίκτη είχαν ενδιαφερθεί η Σπόρτινγκ, η Μπενφίκα και η Φιορεντίνα.
Ενα στοιχείο που βοηθάει τον Ντιόγο στην καριέρα του είναι και η εμφάνισή του. Η οποία εμφάνιση είναι ένας από τους πιο συμπτωματικούς παράγοντες, αλλά ορισμένες φορές καθοριστικός για την καριέρα ενός παίκτη. Για παράδειγμα, εκτός του ταλέντου, το χαμόγελο με τα προτεταμένα δόντια του Ροναλντίνιο τον βοήθησε να αναγνωρίζεται στο γήπεδο. Το ίδιο ισχύει με το πρόσωπο του Κριστιάν Ρονάλντο, που ενώ εκ πρώτης όψεως είναι «baby face», στη δεύτερη ματιά δίνει εκείνο το αλάνικο που γοητεύει τους ποδοσφαιρόφιλους. Επίσης μπορεί να συμβαίνει και το αντίθετο, φτάνει το παρουσιαστικό να ταιριάζει με τον ποδοσφαιρικό χαρακτήρα. Διότι για κάποιο μυστήριο λόγο, που αδυνατώ να αναλύσω, το «ο δολοφόνος με το αγγελικό πρόσωπο» πάντα τραβάει, αλλά το «ο άγγελος με το διαβολικό πρόσωπο» δεν γεμίζει ούτε τη μικρή αίθουσα του «Δαναού». Απόδειξη ο Βίνι Τζόουνς, που όταν έπαιζε στη Γουίμπλεντον ήταν ο ποδοσφαιριστής που οι Αγγλοι λάτρευαν να μισούν. Τόσο πολύ μάλιστα που για να εξακολουθούν να τον βλέπουν συνέχισε την καριέρα του στον κινηματογράφο.
Ο παίκτης που μπορεί από παρουσιαστικό και ταλέντο να κάνει καριέρα στο εξωτερικό στον ρόλο του καλού παιδιού είναι ο Σωτήρης Νίνης. Πρώτον, από φάτσα είναι κλασικό pop idol. Αντίθετα με τον Ράμος, για παράδειγμα, που αν τον έβλεπα αφίσα σε δωμάτιο κοριτσιού θα φώναζα τον ψυχαναλυτή, ο Σωτήρης Νίνης άνετα θα μπορούσε να είναι μέλος σε boys group, τύπου New Kids on the Block ή Back Street Boys. Δεύτερον, έχει σώμα κοντά στον μέσο άνθρωπο. Οι φίλαθλοι εντυπωσιάζονται από τα διάφορα αθλητικά «τέρατα», αλλά λατρεύουν αθλητές που μοιάζουν με κοινούς ανθρώπους και επιτρέπουν φαντασιώσεις. «Τι παιχταράς θα ήμουνα αν μπορούσα να πετυχαίνω την μπάλα με τις τρεις». Τρίτον, και καλύτερο, ο Σωτήρης Νίνης μοιάζει ως χαρακτήρας του «Boy’s Own». Του περιοδικού της Religious Tract Society στα τέλη του αιώνα που προήγαγε το βικτωριανό ήθος και τα οφέλη της δουλειάς. Ιστορίες με μούτσους, οι οποίοι χάρη στην πειθαρχία και τον ηρωισμό τους κάποτε γινόντουσαν ναύαρχοι, και νεαρών ιεραποστόλων, οι οποίοι μέχρι να τελειώσει το διήγημα είχαν κάνει χριστιανούς μια ντουζίνα φυλές από Λούα Λούα. Το πιο εντυπωσιακό, όμως, στοιχείο του Νίνη είναι η αίσθηση του fair play.
Από τις μεγαλύτερες κατάρες του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι η βουτιά και ξάπλα. Παρατηρήστε ένα ελληνικό και ένα άλλο ευρωπαϊκό ματς και μετρήστε τις φορές που κάποιος παίκτης πέφτει και δεν σηκώνεται μέχρι να μπουν το ιατρικό τιμ και οι τραυματιοφορείς. Νομίζω ότι στα ελληνικά ματς έχουν μέχρι και πέντε τέτοιες διακοπές ανά ενενηντάλεπτο. Αντίθετα, στα μεγάλα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα για να μπει το ιατρικό τιμ πάει να πει ότι μία στις δύο φορές ο παίκτης είναι πάπαλα. Για κάποιο λοιπόν μυστήριο λόγο ο Σωτήρης Νίνης είναι ο πρώτος Αλβανός που μεγάλωσε στην Ελλάδα και έχει αντίληψη public school του ποδοσφαίρου. Είτε πέφτει είτε τον «πέφτουνε», σηκώνεται και δίνει το χέρι στο κλασικό «Nice challenge old boy». Αν μείνει κάτω, πάει να πει ότι η κατάσταση είναι σοβαρή. Ακόμα λοιπόν και σήμερα που οι Αγγλοι ανέχονται το θέατρο, και για παράδειγμα αναφέρω τον Κριστιάνο Ρονάλντο που σε άλλη εποχή θα τον έπαιρναν με τις τομάτες, το «σφίγγω τα δόντια και συνεχίζω» πουλάει.
Ενας άλλος παίκτης που ιδιαίτερα πριν από μερικά χρόνια θα μπορούσε να κάνει καριέρα στην Αγγλία είναι ο Ισμαέλ Μπλάνκο. Εχει μια άλλη αρετή που στο παρελθόν θαυμαζόταν στο νησί. Το no nonsense. Κάνει τα τελείως βασικά που πρέπει να κάνει το φορ. Ενα, δύο, τρία «σντουπ», διότι το φορ που κάνει πάνω από τρία βήματα με την μπάλα το φέρνει προς το «Μύκονος και σήκωμα και κεφαλιά». Επίσης από φάτσα με το μαλλί και το μουσάκι «γράφει», χωρίς να φτάνει στα extremes. Λίγη τύχη να είχε και να είχε γεννηθεί δέκα χρόνια μετά τον Τόνι Κασκαρίνο, θα έμπαινε σε pub Isle of Dogs και οι οπαδοί της Μίλγουολ θα στεκόντουσαν σε ημιανάπαυση.
Οσο για το ποιοι παίκτες έχουν δικαίωμα να σηκώνουν το κεφάλι στον ουρανό και να φτύνουν για το μοντέλο που διάλεξε ο Πλάστης, κατά τη γνώμη μου είναι ο Ράμος και ο Μήτρογλου. Ας πούμε ότι ο σκάουτερ γυρίζει, συναντάει τον πρόεδρο και του λέει να πάρουνε τον παίκτη. Και ο πρόεδρος βλέπει το DVD και του απαντάει: «Ποιος είναι;». Και να μη γυρίζουν την πλάτη για να φανεί ο αριθμός και ο σκάουτερ να πρέπει να τους περιγράψει…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.