Πριν από κάποια χρόνια είχα γράψει ότι ο κόσμος γέμισε από Lada και παιδιά επειδή ο πρώτος που έκανε παιδί είπε «Σπίτι χωρίς παιδιά δεν είναι σπίτι», και ο πρώτος που αγόρασε Lada είπε στον φίλο του «Αθάνατο. Πάρε να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο». Επειδή, λοιπόν, ο δεύτερος έκανε ή αγόρασε και είδε και αυτός τη γλύκα, για να μην είναι το μόνο κορόιδο το είπε και αυτός στον επόμενο. Και ο επόμενος στον επόμενο, και πάει λέγοντας. Γιατί το να προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου ότι αυτό που έκανες και είδες αξίζει τον κόπο είναι από τα πιο δυνατά ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Σε αυτή τη λογική και στην προσπάθεια «αυτοψησίματος» των παναθηναϊκών ότι αυτό που είδαν στο ΟΑΚΑ είναι ο νέος μεγάλος Παναθηναϊκός, τρία Ole! για την εμφάνιση. Με κάποια όμως απόσταση, το ματς του εναντίον της Σπάρτα ήταν μπάμιες για μπρέκφαστ. Ενα σωστό φαΐ σε λάθος χρόνο.
Το ζητούμενο για τον Παναθηναϊκό ήταν να παίξει μπάλα και να ενθουσιάσει τον κόσμο του, και όχι να προκριθεί, γεγονός που είχε σχεδόν εξασφαλίσει πριν από το μας. Μια υπερσυντηρητική εμφάνιση στο κυριακάτικο ματς με την ΑΕΚ, όπου ρόλο παίζουν οι βαθμοί, είναι δικαιολογημένη. Το να αντιμετωπιστεί όμως η συμπαθής Σπάρτα σαν μετενσάρκωση της Ρεάλ ήταν αδικαιολόγητο. Μια εμφάνιση που δημιούργησε υποψίες κυρίως για την ταχύτητα που μπορεί να παίξει ο εφετινός Παναθηναϊκός και δευτερευόντως για την ποιότητα της άμυνάς του.
Το μεγαλύτερο ερώτημα που άφησε, όμως, το χθεσινό ματς είναι το πόσο γρήγορη μπάλα μπορεί να παίξει ο Παναθηναϊκός με τον Καραγκούνη στη σύνθεσή του. Ο Καραγκούνης είναι ό,τι ήταν ο Ριβάλντο για τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ. Ο παίκτης που μπορεί να γυρίσει ένα χαμένο παιχνίδι. Αν όμως μια ομάδα θέλει να παίξει γρήγορα με τον Τυπάρα είναι πρόβλημα. Γιατί ο έρωτάς του στην μπάλα δεν είναι θεωρητικός αλλά προχωράει και στο αντικείμενο. Οταν η μπάλα φτάνει στα πόδια του «Κάρα», πρώτα θα σκεφτεί να την τρέξει, μετά θα σκεφτεί αν μπορεί να σουτάρει, και όταν σκεφτεί πάσα θα το σκεφτεί μόνο αν η πάσα είναι ασίστ. Το δεύτερο πρόβλημα που φάνηκε χθες είναι ότι με τον Σίλβα και τον Σιμάο ο Παναθηναϊκός γίνεται αργός και χωρίς φαντασία. Αμφότεροι κόβουν, αμφότεροι δεν πουλάνε την μπάλα, αλλά και αμφότεροι κάνουν το προβλέψιμο. Τρίτο και τελευταίο: αν το δίδυμο στο κέντρο της άμυνας είναι το Σαριέγκι – Βύντρας πράγματι η δουλειά του προπονητή είναι δύσκολη ιστορία. Γιατί όχι μόνο κανένας φίλαθλος ή δημοσιογράφος δεν το είχε σκεφτεί αλλά δεν το είχε πάρει πρέφα ούτε ο Πεσέιρο ολόκληρη την περσινή χρονιά. Οσο για την πάσα του Νίνη στον Γκάμπριελ πριν από το γκολ, είναι επιχείρημα ότι το να αφήνεις τον Νίνη στον πάγκο πρέπει να γίνει ιδώνυμο αδίκημα.
Κάποιος έχει μείνει έστω και μια νύχτα σε κρατητήριο καταλαβαίνει τον πόνο τού να είσαι μέσα. Από τα απαράδεκτα κρατητήρια του τμήματος της Κυψέλης μέχρι το ησυχαστήριο του τμήματος του Βύρωνα, τα κρατητήρια της Ελληνικής Αστυνομίας έχουν την ικανότητα να σε κάνουν να νιώθεις ένοχος ακόμα κι αν δεν έχεις κάνει τίποτα. Σε μία εβδομάδα ξεκινάει η δίκη των 27 οπαδών που κατηγορούνται για τα επεισόδια της Λεωφόρου Λαυρίου, και όποιος έχει περάσει έστω και ένα βράδυ σε κρατητήριο δεν μπορεί παρά να εύχεται οι ένοχοι να τιμωρηθούν, αλλά αν υπάρχουν αθώοι να μην καταδικαστούν στη λογική της κοινωνικής εκδίκησης. Μιας πανίσχυρης δύναμης, που συνήθως αναφέρεται σαν «κοινή γνώμη» και κανένας δικαστής δεν αγνοεί.
Σε τέτοιες, όμως, περιπτώσεις ισχύει και το «όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες». Στις διαδηλώσεις, στα γήπεδα, σε κάθε χώρο και εκδήλωση όπου μπορεί να γίνει τσαμπουκάς, το να διαλέγεις με ποιους κάθεσαι είναι η διαφορά ανάμεσα σε κουρτίνες και κάγκελα. Πας μόνος στα εκτός έδρας ματς και κάνεις τον Γερμανό, πας στα εντός και κάθεσαι στην ήρεμη κερκίδα, και δεν ξέρω άνθρωπο να είχε ποτέ πρόβλημα. Πας εκδρομή με τους οργανωμένους και μετά ελπίζεις ότι θα τα γράψει ωραία ο Ελευθεράτος, πως σε συλλάβανε ενώ είχες πάει στο τμήμα για να ζητήσεις την ταυτότητα.
Το πόσο σημαντική είναι η συλλογική και ότι αν μπλεχτείς με μυστήριους για να ξεμπλέξεις θα πρέπει να βρεις τρύπα στο δεκάρικο έχει διατυπωθεί πολύ ωραία στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Johann Voss «Black Edelweiss». Το είχα διαβάσει πριν από κάποιον καιρό και είναι η αυτοβιογραφία ενός Γερμανού πιτσιρικά που πάει εθελοντής στα Waffen SS, αλλά όταν ο πόλεμος τελειώνει καταλαβαίνει ότι το τελευταίο που ενδιαφέρει είναι ποιος έκανε τι και πού. Σε τέτοιες περιπτώσεις σε παίρνει η μπάλα και καταλαβαίνεις ότι η δικαιοσύνη έχει μικρή απόσταση από την εκδίκηση.
Αναφερόμενος σε ομάδες να προσθέσω ότι μόλις τελείωσα το διάβασμα του «The French Foreign Legion», του Douglas Porch. Είναι καμιά επτακοσαριά σελίδες, θα μπορούσε να ήταν διακόσιες σελίδες μικρότερο και οι αναγνώστες να μάθουν τα ίδια, αλλά το θέμα είναι ενδιαφέρον. Κυρίως γιατί εκτός από τέσσερα-πέντε πράγματα οι περισσότεροι δεν ξέρουν και πολλά για τη Λεγεώνα. Πριν ξεκινήσω το διάβασμα του βιβλίου ήξερα: 1) Το «Υπό Δύο Σημαίας» σε κλασικό, που είναι ένα συμπαθητικό βικτοριανό παραμύθι για ρομαντικές μάχες, εξόριστους ευγενείς και γκόμενες που μπαίνουν μπροστά σε σφαίρες αποσπασμάτων για να σώσουνε τον αγαπημένο τους (τρομάρα στις δικές μας), 2) Το «Beau Geste», άλλη ρομαντικούρα, αυτή τη φορά κινηματογραφική, που έχει γυριστεί τρεις φορές σε φιλμ και μία για την τηλεόραση, και η καλύτερη ταινία είναι του '39 με τον Γκάρι Κούπερ, 3) Το «Η Πτώση», του Εμίλ Ζολά, και πάλι σε «Κλασικό». Από τα πολύ σένια σχεδιασμένα «Κλασικά» με λίγο και από πολιτική όταν ο γεροφαντάρος περνάει σουβλάκι τον πιτσιρικά καλύτερό του φίλο που την έχει πάει με την πλευρά της Κομμούνας μετά τη γαλλική ήττα από τους Γερμανούς. Ετσι, για μαθαίνουν οι νεότεροι τι παθαίνουν όσοι μπλέκονται με κομμουνιστάς, 4) Την καταστροφή της Λεγεώνας στο Τιεν Μπιεν Φου από τους Βιετμίνχ του στρατηγού Γκιαπ. Για να μαθαίνουν και πάλι νεότεροι πώς ξηγιούνται οι κομμουνισταί όταν παίρνουν το πάνω χέρι, 5) Την επιθεωρησιακή επέμβαση της Λεγεώνας από το Τσαντ εναντίον των «απλήρωτων χωροφυλάκων» της Κινσάσα, 6) Το πόσο ωραία, τύφλα να έχουν οι πελάτες του MG, πίνουν οι λεγεωνάριοι, όπως το είχα παρακολουθήσει live στο Κάλβι της Κορσικής, 7) Το «Η μάχη της Αλγερίας», του Ποντεκόρβο, μια εξαιρετική ταινία που έχω δει δύο φορές, τη δεύτερη τύφλα στο Paris Pullman στο Λονδίνο, με αποτέλεσμα να γελάμε με τον Νικολάκη τον Συνετό και να κοντέψουν να μας πετάξουν έξω από τον κινηματογράφο.
Χάρη, λοιπόν, στο βιβλίο έμαθα πάρα πολλά και ενδιαφέροντα. Οπως, για παράδειγμα, ότι αντίθετα με τα κοινώς θρυλούμενα οι λεγεωνάριοι μετά τα πέντε χρόνια της θητείας τους δεν παίρνουν αυτόματα το γαλλικό διαβατήριο. Οτι και στη Λεγεώνα ο ήλιος καίει για μας τους gay, και ένας λοχίας αυτοκτόνησε όταν είδε τον αγαπημένο του φαντάρο να τα έχει φτιάξει με άλλον. Και κυρίως ότι ο μύθος της Λεγεώνας σαν καταφύγιο ευγενών που για μυστηριώδεις λόγους είχε ατιμαστεί το όνομά τους και εύρισκαν τη λύση στην ανωνυμία του λεγεωνάριου ήταν αυτό που λέει και η λέξη: μύθος. Οι περισσότεροι ήταν τα αποβράσματα της Γης που κατατάσσονταν στη Λεγεώνα επειδή δεν μπορούσαν να βρουν αλλού δουλειά. Με την ανάλογη συμπεριφορά. Στο βιβλίο αναφέρεται ότι η Λεγεώνα είχε βραβευτεί από την Αμερικανική Ενωση για τα Δικαιώματα των Ζώων μετά τη δημοσίευση μιας φωτογραφίας που έδειχνε έναν λεγεωνάριο να μεταφέρει ένα εγκαταλειμμένο γιαϊδουράκι στις πλάτες του. Το αναφέρει ένας λεγεωνάριος στα απομνημονεύματά του προσθέτοντας ότι ο διοικητής της Λεγεώνας είχε δεχτεί το μετάλλιο με τη φράση «οι περισσότεροι λεγεωνάριοι έχουν μαζί τους ένα pet». Το θέμα, όμως, ήταν για πόσο. Γιατί στα ίδια απομνημονεύματα αναφέρεται η περίπτωση ενός λεγεωνάριου που προσπάθησε να στραγγαλίσει, να μαχαιρώσει, και επειδή δεν το κατάφερνε σκότωσε τη γάτα του πατώντας την στο κεφάλι επειδή του είχε φάει το συσσίτιο.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.