Παλαιότερες

Δύσκολοι καιροί για το «ο πρώτος είναι το παν...»

SportDay

Η ανάγκη, βλέπεις. Χάρη στους Αγώνες του Πεκίνου ανακαλύψαμε την ξεχασμένη –εδώ και χρόνια– αρετή της προσπάθειας. Εστω κι αν αυτή οδηγεί απλώς στην 8η ή την 9η θέση. Εστω και ανόρεχτα, εκφωνητές και σχολιαστές προσαρμόστηκαν. Δεν έλειψαν, βεβαίως, οι ελληνοπρεπέστατες «κορόνες» που πάσχιζαν να πείσουν ότι η τρίχα μας όφειλε να «γίνει κάγκελο» από εθνική συγκίνηση, όταν αθλητές μας απέφευγαν την τελευταία ή μία από τις τελευταίες θέσεις κάποιου αγωνίσματος. Η εθνική ανατριχίλα στον αθλητισμό, βλέπετε, είναι σαν τον σερίφη του Φαρ Ουέστ: πρώτα πυροβολεί και κατόπιν ρωτά. Δύσκολο να το αποφύγεις. Ως γνωστόν, πρώτα βγαίνει η ψυχή και κατόπιν το χούι.

Εκείνο που «δεν βγήκε» με τίποτα φέτος, εκείνο που παρέμεινε ερμητικά κλειστό στο σεντούκι με τις διαχρονικές αρλούμπες, ήταν το φαιδρό δόγμα πως «ο πρώτος είναι το παν κι ο δεύτερος τίποτε». Με τελική συγκομιδή τεσσάρων μόλις μεταλλίων, εκ των οποίων κανένα χρυσό, το αναμάσημα του προαναφερθέντος κλισέ θα φάνταζε ως αυτοσαρκασμός. Πώς να αντέξει τον αυτοσαρκασμό η σοβαροφανής, βλοσυρή «εθνική φιλολογία», αυτή που αναζητεί μονίμως φυλετικές και γονιδιακές εξηγήσεις αθλητικών επιτυχιών;

Παρά το δόγμα Φανής Χαλκιά («σωτήριον» έτος 2004), ας μου επιτραπεί η δυσπιστία: δεν νομίζω ότι χρειάστηκε να μετακομίσουν οι δώδεκα θεοί από τον Ολυμπο στο Κιλιμάντζαρο, για να κερδίσουν τρεις αφρικανικές χώρες περισσότερα μετάλλια από τα δικά μας κι άλλες δύο να χαρούν από ένα χρυσό. Τα πράγματα ανέκαθεν ήσαν πολύ πιο απλά κι απ' όσο τα παρουσίαζαν οι ιερείς του «τεχνοκρατικού εθνικισμού», ο οποίος ειδικά στα χρόνια της πρωθυπουργίας Σημίτη είχε... ξεσαλώσει: «Εχουμε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, φτιάξαμε την ισχυρή Ελλάδα της ΟΝΕ, ε, γι' αυτό σαρώνουμε και μετάλλια». Ω, ναι, γι' αυτό, μην πάει ο νους σας σε τίποτε άλλο... Αδημονώ να πληροφορηθώ πολλά για τους δείκτες οικονομικής ισχύος ή έστω για την αρτιότητα των αθλητικών υποδομών χωρών όπως η Τζαμάικα, η Κένυα, το Καζακστάν –όλες κέρδισαν πολλαπλάσια μετάλλια απ' όσα εμείς.

Κρατικό κύρος, φυλετικοί κι εθνικοί μύθοι, «ανωτερότητα» κοινωνικοοικονομικών συστημάτων: ανέκαθεν όλα αυτά επιζητούσαν επιβεβαίωση στις αθλητικές επιτυχίες –Ολυμπιακές και μη. Παιδαριώδες κι απατηλό μεν, συνεχές δε. Σε ολόκληρο τον 20ό αιώνα. Εάν πρέπει οπωσδήποτε να βρούμε ένα ορόσημο-εκκίνηση, ας μνημονεύσουμε τους Αγώνες του Λονδίνου το 1908. Επειτα από δύο μίζερες διοργανώσεις στο Παρίσι (1900) και το Σεντ Λούις (1904), κατά τις οποίες οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήσαν ταπεινό συμπλήρωμα ισάριθμων Εκθέσεων, οι Βρετανοί αποφάσισαν να σώσουν τον θεσμό από τον πρόωρο μαρασμό. Πώς; Τους ενέταξαν σε μία εθνική «σταυροφορία».

Οι Αγγλοι το 1908 πέτυχαν μια εξαιρετική –για τα μέτρα της εποχής– διοργάνωση, κάνοντας ταυτοχρόνως αβίωτο τον βίο των Αμερικανών αθλητών που αντιμετώπιζαν απύθμενη εχθρότητα και μεροληψία. Σκοπός των Βρετανών ήταν να δείξουν πως η «σιτεμένη» αποικιοκρατία της γηραιάς Αλβιώνας δεν είχε «ξοφλήσει». Οτι οι αναδυόμενες ΗΠΑ δεν θα κυριαρχούσαν τόσο εύκολα. Για να διακρίνουμε την απολαυστική πτυχή τέτοιων «μαχών γοήτρου», θα πρέπει να ταξιδέψουμε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου και δη στο 1972. Την 1η Σεπτεμβρίου ο «δυτικός ελεύθερος κόσμος» πανηγύριζε τον... πολιτικό θρίαμβό του: ο Αμερικανός σκακιστής Μπόμπι Φίσερ «διέλυσε» τον Μπορίς Σπάσκι, τερματίζοντας έτσι την αδιάλειπτη σοβιετική κυριαρχία στο σκάκι. Εννέα ημέρες αργότερα, ο «υπαρκτός σοσιαλισμός» γλεντούσε τη... δικαίωσή του: οι Σοβιετικοί είχαν συγκεντρώσει περισσότερα μετάλλια από τους Αμερικανούς στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου κι επιπλέον τους είχαν αποσπάσει το χρυσό στο μπάσκετ. «Βαρυσήμαντες»... πολιτικές διελκυστίνδες που κρίνονταν σε μία κίνηση της στιγμής, λες και παίζονταν στα ζάρια.

Ορισμένες κοινωνίες βαρέθηκαν το πολύ το παραμύθι. Αλλες όχι τόσο. Η πενιχρή συγκομιδή μεταλλίων δεν ενδείκνυται για δραματικές υποσχέσεις. Είναι απλώς ευκαιρία να απαλλαγούμε από την ευκολία της φανφάρας γενικώς –όχι μόνον αυτής την οποία ποτίζουν θεωρίες για το μοναδικό DNA μας. Στον απόηχο του Μουντομπάσκετ 2005 ακούγαμε συνεχώς πόσο διαφορετικός θα ήταν ο τελικός, εάν αγωνιζόταν ο Ζήσης –κι ας έλειπε από τους Ισπανούς κοτζάμ Γκασόλ! Σε τούτο το τουρνουά είδατε πώς στάθηκαν στα δύο τελευταία παιχνίδια τους οι Αργεντινοί και οι Ισπανοί, δίχως τον Τζινόμπιλι και τον Καλντερόν αντιστοίχως; Ας διδαχθούμε και τίποτα!

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x