Ο προημιτελικός των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 ήταν μια βραδιά τραυματική, οδυνηρή. Στην κατάφωτη αρένα του ΟΑΚΑ είχαν μαζευτεί 22.000 θεατές, σχεδόν όλοι Ελληνες, αποφασισμένοι να δώσουν φτερά σε μια ομάδα που είχε πάρει διαζύγιο με τις επιτυχίες. Ηταν φανερό διά γυμνού οφθαλμού ότι υπήρχε ταλέντο και προοπτική, έλειπε όμως ένα χαμόγελο της τύχης, μια συγκυρία ευνοϊκή, μια νίκη που θα ξόρκιζε την κατάρα έξι ετών και θα έδινε νέα πνοή στο ελληνικό μπάσκετ. Ενας νικηφόρος προημιτελικός.
Η Αργεντινή ήταν πανίσχυρη και το απέδειξε δύο μέρες αργότερα, όταν σκαρφάλωσε στο πιο ψηλό σκαλί του Ολυμπιακού βάθρου. Εκείνο το βράδυ, όμως, βρήκε τον μάστορά της. Η ελληνική ομάδα μπήκε στο παιχνίδι οπλισμένη με θάρρος και σιγουριά και άνοιξε διψήφια διαφορά, μολονότι τα μακρινά της σουτ εύρισκαν σίδερο. Το κοινό χόρευε και ο δρόμος για τα ημιτελικά έμοιαζε ορθάνοιχτος.
Τότε συνέβη αυτό που φοβόμουν, αγχωμένος και αμίλητος σε μια γωνιά της εξέδρας Τύπου. Η ομάδα μας φοβήθηκε τον ίσκιο της και τα φαντάσματα που εμφανίστηκαν από το πρόσφατο παρελθόν: Ντιζόν, Αττάλεια, Στοκχόλμη. Οταν δύο τρίποντα του Πέπε Σάντσες και μερικά καλάθια του Χέρμαν έστησαν την Αργεντινή στα πόδια της, άρχισε το τρέμουλο.
Η Εθνική μας άφησε το +11 να ξεγλιστρήσει από τα δάχτυλά της και επέτρεψε στην Αργεντινή να προσπεράσει. Ενα τρίποντο του Χατζηβρέττα μείωσε τη διαφορά στον πόντο, αλλά η Αργεντινή κέρδισε φάουλ και ο Σκόλα αξιοποίησε τις βολές, μέσα σε γήπεδο που έτριζε συθέμελα από τις αποδοκιμασίες. Τι παγωμένο αίμα! Η ελληνική ομάδα χρειαζόταν πια ένα τρίποντο για να ισοφαρίσει. Ο Αλβέρτης δοκίμασε σουτ απελπισίας, αστόχησε. Η πρόκριση έκανε φτερά και το όνειρο έγινε εφιάλτης…
«Αφού δεν τα καταφέραμε ούτε απόψε, δεν θα τα καταφέρουμε ποτέ», λέγαμε σκασμένοι από τη στενοχώρια 2-3 ώρες μετά τον αγώνα. Κανένας από τη δημοσιογραφική συντροφιά δεν τόλμησε να αρθρώσει αντίρρηση. Ακόμα και οι πιο αισιόδοξοι είπαμε «τετέλεσται».
Αλλά ένα χρόνο αργότερα, οι… τελειωμένοι καμάρωναν απαστράπτοντες στον ευρωπαϊκό χώρο.
Ποιος να το φανταζόταν! Η ήττα από τους καθ’ όλα άξιους και συμπαθείς Αργεντινούς στο ΟΑΚΑ ήταν η τελευταία πράξη της «πέτρινης» εξαετίας, αυλαία μιας εποχής που άφησε πληγές αλλά και διδάγματα. Από το 2005 και μετά η Εθνική δεν ξαναέχασε προημιτελικό. Τους κερδίζει ακόμα κι όταν μοιάζει ημιθανής, όπως στο αλησμόνητο περσινό γκραν γκινιόλ με τη Σλοβενία στη Μαδρίτη. Τα φαντάσματα δεν μένουν πια εδώ.
Η Αργεντινή του Πεκίνου έχει μέσα της το dna της ομάδας που κατέκτησε τον Ολυμπιακό τίτλο του 2004, αρκετούς παίκτες από εκείνη (Τζινόμπιλι, Ντελφίνο, Σκόλα, Ομπέρτο, Πριχιόνι), τη μαχητικότητα, την πείρα, την αυτοπεποίθηση. Δεν είναι όμως καλύτερη από την Ολυμπιονίκη της Αθήνας. Της λείπει το βάθος σε όλες σχεδόν τις θέσεις, καθώς και η ποιότητα αναπληρωματικών όπως οι Χέρμαν, Σάντσες. Η Εθνική μας δεν έχει πια το αβαντάζ της έδρας, αλλά η βελτίωσή της σε σχέση με την προηγούμενη Ολυμπιάδα είναι εμφανής ακόμα και σε τυφλό. Ηρθε, νομίζω (εύχομαι, ελπίζω…), η δική της σειρά. Η πληγή του 2004 μπορεί να έκλεισε, αλλά η δίψα για ρεβάνς δίνει πρόσθετο κίνητρο σε όσους την έζησαν στο πετσί τους: Γιαννάκης, Παπαλουκάς, Διαμαντίδης, Ζήσης, Τσαρτσαρής, Σπανούλης, Φώτσης έμειναν άυπνοι εκείνη τη νύχτα…
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.