Όταν χάνεις στο 18’ 2-0, το παιχνίδι είναι στα χέρια του διαβόλου και όχι τα δικά σου. Αυτό το παθαίνεις όχι τόσο γιατί επιθετικά δεν «τραβάει» η ομάδα, αλλά, γιατί πρώτα από όλα, το κέντρο σου δεν κόβει ούτε με…βαλέ (ατάκα που έχει πρώτος πει ο Κώστας Νικολακόπουλος) και δεύτερον, γιατί ο στόπερ σου αναγκάζεται να βγαίνει από την περιοχή και να κυνηγάει τον προσωπικό αντίπαλο του στην πλάγια γραμμή. Άρα η προώθηση του ξεχασιάρη Λεονάρντο στην φάση του πρώτου γκολ και η όχι και μεγάλη διάθεση να μαρκάρει στη σέντρα του δευτέρου τέρματος (όπου πάντως έκανε και κάποιος άλλος αντίπαλος κίνηση δίπλα του, χωρίς να βοηθά κανείς), δεν μπορούσε να καλυφθεί με τα αμυντικά χαφ που έχει τώρα ο Ολυμπιακός. Ο Παπαδόπουλος δεν ήξερε που να πρωτοπάει και να μαζέψει και, ήταν φυσικό, να εκτεθεί τόσο στη φάση του πρώτου γκολ, αλλά και μετά το δεύτερο γκολ, όταν ο Σόσιν μένει με τον Λεονάρντο και πιάνει την κεφαλιά που μπλοκάρει ο Νικοπολίδης, ενώ ο Αβραάμ έχει βγει δεξιά για να κόψει. Οπότε όλα ξεκινάνε και τελειώνουν από τη μεσαία γραμμή. Ο Ολυμπιακός, όπως και στα φιλικά, δεν έχει παιχνίδι από τον άξονα και μόνο με σέντρες δεν γίνεται προκοπή, ειδικά όταν ο άλλος έχει ταμπουρωθεί πίσω και περιμένει με καλούς ποδοσφαιριστές στο ψηλό παιχνίδι. Μα πάνω απ’ όλα, δεν μπορεί να κλέψει μπαλιές και να «καταστρέψει» το παιχνίδι του αντιπάλου. Οπότε η πίεση που θέλει ο 44χρονος τεχνικός του, με αυτού του είδους τους παίκτες, μπορεί να γίνει μόνο σε ταινία «επιστημονικής φαντασίας».
Ο Βαλβέρδε δε νομίζω πως έχει καταλάβει ακριβώς το υλικό που έχει. Ο πρώτος υπεύθυνος σαφώς και είναι ο Σωκράτης Κόκκαλης για αυτούς που ακόμα δεν έχει πάρει στην ομάδα και για έναν προγραμματισμό που δεν υπάρχει. Όταν, όμως, βλέπεις έναν προπονητή να μην έχει παρουσιάσει πρόοδο με το υλικό που έχει και, πολύ περισσότερο, να μην παρουσιάζει σημεία βελτίωσης, έστω και χωρίς τους ποδοσφαιριστές που του λείπουν σε ένα σεβαστό διάστημα, τότε υπάρχει πρόβλημα. Η επιμονή σε έναν Όσκαρ που δεν «τραβάει» και είναι αργός για τα σύγχρονα στάνταρ του ποδοσφαίρου είναι ενοχλητική, όσο και εκείνη για τον Αλόνσο, στο διάστημα που δοκιμαζόταν. Ο Αβραάμ με τον Ζεβλάκοφ, παρότι είχαν μια επιτυχημένη παρουσία (θεωρητικά) μαζί στο ματς με την Χετάφε, δεν ήταν το πλέον ενδεδειγμένο δίδυμο. Ο Άντζας (μαζί με τον Κυργιάκο είναι οι δύο εντός Ελλάδος κορυφαίοι αμυντικοί) έμεινε έξω. Μα φάνηκε σαφώς ότι δεν είχε διαβάσει την αντίπαλη ομάδα. Με σέντρες που γίνονταν «βούτυρο στο ψωμί» για τον Δέλλα και με έναν μόνο παίκτη στην περιοχή μετά το 2-0, τι θα μπορούσε να περιμένει; Όσο για τον Μήτρογλου, άλλοι είδαν θετικά το ότι ο νεαρός πήρε πρωτοβουλία να χτυπήσει το πέναλτι. Όμως, όταν ο προπονητής θέλει Γκαλέτι, πρέπει να χτυπάει ο Γκαλέτι ή οποιοσδήποτε άλλος. Αυτό το κρούσμα πλήττει, κυρίως, την εικόνα του προπονητή.
Ένας νορμάλ Ολυμπιακός, με τη βοήθεια της έδρας του, μπορεί να «ανατρέψει» την κατάσταση στη ρεβάνς. Αυτό που με προβληματίζει, ακόμα και για αυτήν τη δυνατότητα, πάντως, είναι η αμυντική λειτουργία. Η Ανόρθωση μπορεί να πανικλοβληθεί αν πιεστεί σωστά η άμυνά της και «κοπεί» και το κέντρο της. Το ερώτημα είναι αν ο Ολυμπιακός μπορεί να μη φάει γκολ, ώστε αυξήσει τις πιθανότητες για «ανατροπή».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.