Οι δείκτες του ρολογιού έδειχναν τέσσερις παρά δέκα. Ο αγέλαστος κουρσάρος από το μακρινό Μοντεβίδεο είχε συμπληρώσει τους… προλόγους (δεν θέτει ποτέ ερωτήσεις, δεν απαιτεί απαντήσεις) του Γιώργου Μίνου. Οι συνάδελφοι είχαν τηρήσει και πάλι το fair play για τον αγαπητό Γιώργο, ο οποίος νιώθει μόνος και έρημος στην ελληνική ποδοσφαιρική απεραντοσύνη μετά την αποχώρηση του Γιώργου Καζναφέρη. Το ψυχολογικό τραύμα θα μπορούσε να ήταν ακόμη μεγαλύτερο, αν ο διεθνής σταρ δεν είχε «στρατοπεδεύσει» στην Ξάνθη.
Ο Γιώργος, ο δικός μας, αφού «ξετίναξε» με καθοριστικές ερωτήσεις τον Πάμπλο δεν-χαμογελώ-ποτέ Γκαρσία και τον ανάγκασε να μασάει τα λόγια του με τις σκωπτικές διαπιστώσεις του για το μεγάλο του ταλέντο, τον πήρε από το χέρι, μαζί με τον Παναγιώτη. Ο παλίκαρος Ολυμπιονίκης μας, με τον Γιώργο παρέα, τον έσωσε από τους δημοσιογράφους που ήταν έτοιμοι να τον κατασπαράξουν, όταν διαπίστωσαν ότι δεν έχει να πει τίποτε απολύτως για το παρελθόν του. Ούτε για τα παιδικά του χρόνια στην Τούμπα, ούτε για τον Σύνδεσμο Φίλων ΠΑΟΚ στο Μοντεβίδεο. Το χτύπημα κάτω από τη μέση ήρθε όταν ο Πάμπλο αποκάλυψε ότι γνωρίζει τέσσερις παίκτες του ΠΑΟΚ. Μόνο τέσσερις; Κι όταν λέει ότι τους γνωρίζει, τι ακριβώς εννοεί; Τους γνωρίζει από μικρός; Είχε κρεμάσει αφίσες στο παιδικό του δωμάτιο; Μήπως κάποιος από αυτούς ήταν ένα από τα ινδάλματά του;
Ποιοι είναι αυτοί οι τέσσερις τυχεροί; Μην είναι ο Ζαγοράκης; Δεν μπορεί, θα τον ξέρει για τα ανδραγαθήματά του με την Εθνική. Για ποδοσφαιριστή θα τον υπολογίζει ακόμα. Εδώ που τα λέμε, δεν έχουμε δει ακόμα τι συμβαίνει φέτος, αλλά από κάποιους περσινούς πιο ποδοσφαιριστής είναι ο Ζαγοράκης… Ο Πάμπλο, αν εννοούσε τον Ζαγοράκη, καλά έκανε. Και τον Βρύζα θα γνωρίζει, που κι αυτός έχει σταματήσει. Τι απογοήτευση, αν λέει ότι γνωρίζει τέσσερις ποδοσφαιριστές του ΠΑΟΚ και τελικά διαπιστώσει ότι οι δύο έχουν σταματήσει.
Φρουρούμενος από τον Παναγιώτη τον Ολυμπιονίκη και τον Γιώργο τον Μίνο (αποτελεί και επίθετο και ιδιότητα) οδεύει προς την έξοδο. Το ηλεκτρονικό μάτι από τις γυάλινες πόρτες τον «ανίχνευσε» και θα αυτές άνοιξαν διάπλατα για να διαβεί το σκαλοπάτι της απόλυτης ευτυχίας, έτοιμος να πέσει στις αγκαλιές των οπαδών του ΠΑΟΚ. Προηγουμένως είχε πάρει τα μέτρα του. Απαγορεύονται τα κόκκινα καπελάκια με διαφήμιση, διότι δεν είμαστε ο Σάκης Ρουβάς ούτε ο Κώστας Μαρτάκης να ανοίγουμε το πουκάμισο μέχρι τον αφαλό για να φαίνεται το ξυρισμένο στήθος. Θα μας φορέσει ΠΑΟΚτσήδικο καπελάκι κάποιος από τους οπαδούς και φροντίζουμε να φοράμε μπλουζάκι άσπρο ή μαύρο, για να πηγαίνει με το κασκόλ του ΠΑΟΚ, το οποίο θα είναι κι αυτό ευγενική χορηγία των οπαδών. Αυτό είναι: οδηγός άφιξης στο αεροδρόμιο «Μακεδονία».
Οι πόρτες ανοίγουν και ο Πάμπλο έχει κάνει το μετέωρο βήμα του πελαργού. Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το ποδαρικό του και ο Παναγιώτης ο Ολυμπιονίκης τραβά το χειρόφρενο.
«Στοπ!», φωνάζει με τη στεντόρεια φωνή του. «Βγάλτε του το ρολόι, αμέσως», διατάζει. Ο Πάμπλο δεν-σηκώνω-κουβέντα Γκαρσία δεν κατάλαβε γιατί σήμανε συναγερμός. Πού να ήξερε ότι είχε μπροστά του ένα φύλακα-άγγελο. Ο Παναγιώτης ο Ολυμπιονίκης τον προστάτεψε. Αυτή τη φορά ήταν εκεί για να μειώσει τις «απώλειες». Επαθε και έμαθε. Οχι ο ίδιος, αλλά ο Μουσλίμοβιτς. Βγήκε από το αεροπλάνο με καπέλο και ρολόι. Ακουσε 150 φορές τον όνομά του («Ζλάταν, Ζλάταν») και έπεσε στις αγκαλιές των ΠΑΟΚτσήδων. Ηταν η στιγμή που «σταμάτησαν του ρολογιού οι δείκτες», όπως τραγούδησε η Ρένα Κουμνιώτη. Του δικού του ρολογιού. Το καπέλο ήταν ευτελές. Του το πήραν. Εψαχνε να βρει και το ρολόι του. Αναρωτιόταν αν το είχε φορέσει όταν ξύπνησε το πρωί. Μα, δεν το βγάζει ποτέ. Ούτε κι αυτός που το φοράει από την περασμένη εβδομάδα και ακόμη φωνάζει «Ζλάταν, Ζλάταν». Καλή του ώρα όπου κι αν βρίσκεται. Φοριέται και στο δεξί σαν κόσμημα. Ο Πάμπλο έκρυψε το ρολόι του και απογειώθηκε.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.