Την πρώτη φορά που πήγα στη Βαλένθια, τη γενέτειρα της παέγια, ήταν στην αρχή της δεκαετίας του '90, ένα χρόνο πριν από τους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης. Η πρωτεύουσα της Καταλωνίας είχε αρχίσει να αλλάζει πρόσωπο, να μεταμορφώνεται σε μία πανέμορφη πόλη και η Βαλένθια, η τρίτη σε πληθυσμό -και σπουδαιότητα σήμερα- πόλη της Ισπανίας, δίπλα της έμοιαζε με ζητιάνα απέναντι σε κοκέτα.
Το μόνο ενδιαφέρον πράγμα που είχαν κάνει στην πόλη τους οι Βαλενθιάνοι ήταν η εκτροπή του Τούρια, του ποταμού που διέσχιζε την πόλη. Η άδεια κοίτη του ποταμού μεταμορφώθηκε σε πάρκο με πεζόδρομους και πολύ πράσινο. Από τους Ολυμπιακούς και μετά, οι Βαλενθιάνοι εκμεταλλεύθηκαν τα κοινοτικά κονδύλια με πολύ αποτελεσματικό τρόπο και άρχισαν να ομορφαίνουν την πόλη τους, η οποία ξεκίνησε να αναπτύσσεται με γοργό ρυθμό. Σήμερα η πόλη, σε σχέση με την εικόνα του 1992, δεν έχει καμία απολύτως σχέση.
Ο επανασχεδιασμός της πόλης, η ελεγχόμενη οικιστική ανάπτυξη και οι εντυπωσιακές κατασκευές με έργα του Καλατράβα και άλλων σπουδαίων αρχιτεκτόνων είχαν αποτέλεσμα την επαναδημιουργία μιας πόλης τόσο ζωντανής, για την οποία οι Ισπανοί λένε «Vivir sin Dormir». Εκεί που οι άνθρωποι ζουν χωρίς να κοιμούνται. Για κάποιον που πηγαίνει να επισκεφθεί τη Βαρκελώνη, θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην επισκεφθεί τη Βαλένθια, ειδικά αν βρεθεί εκεί τον Μάρτιο, τότε που για δύο εβδομάδες γίνεται και η εντυπωσιακή γιορτή Las Fallas, η οποία -λένε ότι- γίνεται συνεχώς στην πόλη από τον Μεσαίωνα.
Οπως συνήθως συμβαίνει σε παρόμοιες περιπτώσεις, η ανάπτυξη της πόλης συμπαρέσυρε και την ποδοσφαιρική ομάδα της. Μία ομάδα που έχει τον γνωστότερο Ισπανό οπαδό, τον Μανόλο, που έχει το μπαρ του δίπλα στο γήπεδο των «νυχτερίδων». Αυτό είναι το παρατσούκλι της Βαλένθια, αν και πιο διαδεδομένο είναι το «Los Ches», κάτι σαν τα «κολλητάρια». Μόνο που τον τελευταίο χρόνο μόνο «κολλητάρια» δεν θύμιζαν οι ποδοσφαιριστές της ομάδας που έφθασε στο χείλος του υποβιβασμού.
Το ξεπέταγμα της ομάδας ξεκίνησε στο τέλος της δεκαετίας του '90, με τον ερχομό στον πάγκο της Βαλένθια του Κλαούντιο Ρανιέρι. Οι κινήσεις που έκανε ήταν αποτελεσματικές στο έπακρο. Ξεφορτώθηκε τον Ρομάριο από την επιθετική γραμμή της ομάδας, επένδυσε σε νέους ποδοσφαιριστές, έβαλε στην επίθεση τον ταχύτατο Κλαούντιο Λόπεζ, έκανε τον Μεντιέτα τον καλύτερο Ισπανό μέσο και κατέκτησε το Κύπελλο το 1999. Τον Ρανιέρι αντικατέστησε ο Αργεντινός Εκτορ Κούπερ, ο οποίος έδεσε την άμυνα της ομάδας και της έδωσε ταχύτητα, με αποτέλεσμα να φτάσει σε δύο τελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ, το 2000 και το 2001, αλλά τους έχασε και τους δύο.
Τότε παραιτήθηκε ο πρόεδρος Πέδρο Κορτές και τη θέση του πήρε ο Χάιμε Ορτι, που θα διώξει τον Κούπερ και θα φέρει στον πάγκο τον Μπενίτεθ. Δύο πρωταθλήματα Ισπανίας και ένα Κύπελλο ΟΥΕΦΑ σε τρεις σεζόν ήταν ο απολογισμός του Μπενίτεθ, που αποτέλεσε το διαβατήριό του για τον πάγκο της Λίβερπουλ. Η Βαλένθια όλα αυτά τα χρόνια δεν δίσταζε να ξοδεύει πολλά χρήματα. Η κακή διαχείριση, όμως, έχει δημιουργήσει στο ταμείο της ομάδας μία τρύπα 145 εκατομμυρίων ευρώ.
Είχε διαφανεί από το τέλος της αγωνιστικής περιόδου ότι η Βαλένθια αυτό το καλοκαίρι με τις κατάλληλες προσφορές δεν θα δίσταζε να ξεπουλήσει τα μεγάλα της αστέρια. Η Βαλένθια προσπαθεί να ξαναχτίσει μία ανταγωνιστική ομάδα και να ξορκίσει εντάσεις σαν αυτές ανάμεσα στον Κούμαν και τους ποδοσφαιριστές την περασμένη σεζόν, που παραλίγο θα την έστελναν στη Β' κατηγορία. Δύσκολη αποστολή. Χρειάζονται χρόνος, τύχη, χρήμα και άνθρωποι με όραμα και ικανότητες. Και τα «κολλητάρια» δεν τα έχουν ακόμα.
Ληστεία με τον νόμο
Πριν από περίπου δέκα ημέρες διάβαζα σ' ένα ρεπορτάζ εφημερίδας την ενόχληση που διοχέτευαν σε δημοσιογράφους οι ιδιοκτήτες των σούπερ μάρκετ για τον τρόπο με τον οποίο τα ΜΜΕ καλύπτουν τις απαλλοτριώσεις προϊόντων από τα ράφια των καταστημάτων που κάνουν διάφορες ομάδες πολιτών.
«Πρόκειται για κοινούς κλέφτες που τα ΜΜΕ αντιμετωπίζουν σαν Ρομπέν των Δασών». Προφανώς, όταν παίρνεις κάτι από ένα κατάστημα χωρίς να πληρώσεις, πρόκειται για κλοπή, για ποινικό αδίκημα. Το ενδιαφέρον στοιχείο, όμως, στη συγκεκριμένη ιστορία αφορά τον χρόνο και την αιτία εκδήλωσης αυτών των απαλλοτριώσεων. Τόσο καιρό που οι ιδιοκτήτες των σούπερ μάρκετ αισχροκερδούσαν, κλέβοντας ασύστολα τους πελάτες τους και συσσωρεύοντας υπερκέρδη, δεν τους είδα να ενοχλούνται. Και οι αντιδράσεις των πελατών δεν έφθαναν στα άκρα επειδή τότε -ακόμα- μπορούσαν, έστω και με δυσκολία, να τα βγάλουν πέρα. Ακόμα και όταν οι «προσφορές» ήταν παραπλανητικές και οι τιμές στο ράφι «άλλαζαν» μυστηριωδώς στο ταμείο. Οταν η οικονομική κατάσταση για τα νοικοκυριά χειροτέρεψε, οι πολίτες ήλπιζαν ότι θα μπορούσε η κυβέρνηση να τους προστατέψει -ως όφειλε- από την αισχροκέρδεια. Η κυβέρνηση, όμως, συνεχίζει μια θαυμαστή επίδειξη ανικανότητας, ενώ δεν δείχνει διατεθειμένη να πάρει το μέρος του πολίτη. Οπότε, ο αγανακτισμένος πολίτης που βλέπει συνεχώς ότι τον περιφρονούν και τον κλέβουν, με τον ακτιβισμό προσπαθεί -όχι να κλέψει από τα ράφια προϊόντα για λογαριασμό του- αλλά να δημοσιοποιήσει και να ευαισθητοποιήσει το κοινωνικό σύνολο με μία τέτοια ενέργεια. Εκτός από τη δυσαρέσκεια των ιδιοκτητών σούπερ μάρκετ, στον Τύπο τις τελευταίες ημέρες καταγράφεται -πάντα με τη δημοσιογραφική μέθοδο του «σύμφωνα με πληροφορίες»- η ανησυχία των τραπεζιτών για τον αυξανόμενο όγκο καθυστερήσεων των πληρωμών και των δόσεων των δανείων και των πιστωτικών καρτών. Οταν όμως οι τραπεζίτες δημιουργούσαν και έριχναν στην αγορά επισφαλή τραπεζικά προϊόντα ή χορηγούσαν δάνεια και κάρτες -προσβλέποντας στο κέρδος από το ακριβό χρήμα που έδιναν, το ακριβότερο στην Ευρώπη- χωρίς προσεκτική εξέταση των οικονομικών δυνατοτήτων του πελάτη τους, δεν ενοχλούνταν καθόλου, έτσι;
Ο τίτλος που απονέμεται καλοκαίρι
Δεν λέω, είναι πολύ ευχάριστο αυτό που γίνεται το καλοκαίρι με τη μεταγραφική περίοδο. Είναι ευχάριστο και για τους οπαδούς που διαβάζουν ονόματα και ονειρεύονται μεγαλεία, αλλά και για τις εφημερίδες που -παραδοσιακά- αυτή την περίοδο σημειώνουν τις υψηλότερες πωλήσεις. Επίσης, είναι ενδιαφέρουσα η προσπάθεια κάποιων εφημερίδων να δημιουργήσουν εντυπώσεις για την ομάδα που κάνει τις πιο τρανταχτές επιλογές -που συνοδεύονται από εκατομμύρια συνήθως- αυτή την περίοδο. Η ανακήρυξη του πρωταθλητή το καλοκαίρι, μετά την ολοκλήρωση των μεταγραφών, είναι μία κίνηση που μπορεί να κολακεύει τον οπαδό-πελάτη αλλά παραμένει μια τρανταχτή ανοησία. Κανένας τίτλος δεν απονέμεται στην αρχή μιας διοργάνωσης, όσο κι αν ανάμεσα στους συμμετέχοντες μπορεί να υπάρχει κάποιος που ξεχωρίζει, κυρίως επειδή το γήπεδο, το παιχνίδι δηλαδή, παραμένει ακόμα ο κυριότερος κριτής.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.