Πριν από 12 χρόνια παρέα με έναν Κύπριο δάσκαλο ζούσαμε την εμπειρία τού να βρίσκεσαι σε αυτοκίνητο με οδηγό τον μακαρίτη τον Κώστα Τσόγκα. Κάπου ανάμεσα στο «Πρόσεχε, Κώστα» και το «Αμάν Χριστέ και Απόστολοι», που ήταν τα φωνητικά όταν ο Τσόγκας οδηγούσε, θυμάμαι τον δάσκαλο να μου λέει ότι στην Κύπρο υπάρχει ένας 18χρονος φορ, που θα αφήσει εποχή και που ο Ολυμπιακός στου οποίου τη φιέστα κατευθυνόμαστε έπρεπε οπωσδήποτε να πάρει. Γνωρίζοντας ότι κάθε άνθρωπος που σε γνωρίζει έχει να πει για έναν παίκτη που παίζει στην ομάδα της γειτονιάς του, αλλά θα έπρεπε να παίζει στη Ρεάλ, δεν θα έδινα σημασία. Αν δεν είχα την εντύπωση ότι αυτό ήταν το τελευταίο ταξίδι της ζωής μου και ότι δευτερόλεπτα πριν χωθούμε κάτω από τις ρόδες του επόμενου φορτηγού το τελευταίο όνομα που θα έπαιρνα στο Big Nowhere ήταν του Μιχάλη Κωνσταντίνου από το Παραλίμνι.
Πριν από επτά χρόνια με την Αθήνα να καίγεται από τη ζέστη ο μεγαλύτερος ποδοσφαιρικός θρίαμβος στηνόταν στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Εικοσιπέντε χιλιάδες οπαδοί του Παναθηναϊκού υποδεχόντουσαν τη μεγαλύτερη μεταγραφή στην ιστορία του συλλόγου, τον Μιχάλη Κωνσταντίνου από τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης. Το «τριφύλλι» έβγαζε φανελάκι με το όνομα και τον αριθμό της φανέλας του Κύπριου, τα εισιτήρια διαρκείας εξαφανιζόντουσαν, ο Αγγελος Φιλιππίδης άδειαζε τις τσέπες του Βαρδή Βαρδινογιάννη, αλλά ο κόπος άξιζε. Ο Παναθηναϊκός έπαιρνε τον πιο περιζήτητο Ελληνα παίκτη, τον άνθρωπο που θα έβαζε τον Παναθηναϊκό ξανά στον δρόμο των επιτυχιών.
Το να φιλάει ο Σάββας Θεοδωρίδης παίκτη είναι τόσο είδηση όσο να φοράει λαμέ ο Λάκης Γαβαλάς. Ο Σάββας είναι πρόθυμος να φιλήσει κάθε παίκτη και κάθε επίδοξη μεταγραφή του Ολυμπιακού, φτάνει να πιστέψει ότι θα βοηθήσει στους στόχους της ομάδας. Το φιλί όμως που έδινε στον Μιχάλη Κωνσταντίνου πριν από τον τελικό με τον Αρη, περισσότερο από υπόσχεσης, έμοιαζε με φιλί αποχαιρετισμού. Περισσότερο συναισθηματικό από παθιασμένο. Οπως όταν αποχαιρετάμε ένα φίλο που ενώ λέμε ότι θα συνεχίσουμε μαζί, ξέρουμε ότι φτάνει το τέλος. Για ένα λεπτό ο Μιχάλης Κωνσταντίνου έπαιξε για τελευταία φορά ως παίκτης του Ολυμπιακού, αντικαθιστώντας τον Ντάρκο Κοβάσεβιτς, τον πρώτο σκόρερ του Ολυμπιακού, ο οποίος το προηγούμενο καλοκαίρι είχε αποκτηθεί ως αναπληρωματικός του.
«Και 250 χιλιάρικα;». «Μπορεί και 300…». Σύμφωνα με τον Κάρπετ, κύκλοι της πλατείας έλεγαν ότι ο Πανιώνιος έπρεπε να φτάσει σε τέτοια δυσθεώρητα ύψη για να αποκτήσει τις υπηρεσίες του Μιχάλη. Τριακόσια χιλιάρικα… Ούτε το πριμ πρωταθλήματος που είχε το συμβόλαιό του στον Παναθηναϊκό. «Αλλά τόσα παίρνει και ο Χούτος». Για την ακρίβεια τόσα δέχτηκε να παίρνει για να έχει την ευκαιρία να ξαναζωντανέψει την καριέρα του. Στα εκατομμύρια ευρώ όλοι είναι άνετοι, στα κατοστάρια όμως βλέπεις από τι είναι φτιαγμένοι, και στις επόμενες μέρες θα δούμε από τι μέταλλο φτιάχτηκε ο Μιχαλάκης.
Οπως στην περίπτωση Βάλνερ έτσι και με τον Ντούσαν Μπάγεβιτς οι νόμοι και διατάξεις του ποδοσφαίρου πρέπει να τηρούνται. Αν υπάρχει νόμος ή διάταξη που να τιμωρεί τον Παναθηναϊκό ή τον Μπάγεβιτς στη ΦΙΦΑ, ο Αρης έχει το δικαίωμα και οφείλει να καταφύγει στις πειθαρχικές επιτροπές, το CAS, ή όποιο άλλο όργανο πιστεύει ότι θα αποδώσει τη δικαιοσύνη. Στην περίπτωση του Παναθηναϊκού, ανεξάρτητα από το αν ο Μπάγεβιτς μείνει ή φύγει από τον Αρη, οφείλει να πάει για να ξέρουμε την αλήθεια. Σύμφωνα με το αθλητικό δίκαιο, ο Παναθηναϊκός είχε δικαίωμα να μιλήσει με τον Μπάγεβιτς ενώ απέμενε ένας χρόνος συμβολαίου; Οσο για το αστικό μέρος και πάλι ο Αρης μπορεί να καταφύγει στα δικαστήρια και να ζητήσει αποζημίωση, επειδή μία άλλη εταιρεία προσέγγισε έναν υπάλληλο της ΠΑΕ Αρης. Ολα τα υπόλοιπα «θα προσφύγουμε», «θα ζητήσουμε την τιμωρία» και τα σχετικά θυμίζουν την κλασική ελληνική απειλή «θα σε τυλίξω σε μια κόλλα χαρτί» που συνήθως δεν τυλίγουν ούτε σουβλάκι.
Ως προς το ηθικό μέρος περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ο Παναθηναϊκός μπορεί να κατηγορηθεί για έλλειψη φαντασίας. Υπάρχει φυσικά το ελαφρυντικό ότι με την αλλαγή στα διοικητικά ο Παναθηναϊκός χρειάζεται άμεσα τίτλο, αλλά ότι κρέμεται από τις διαθέσεις του Ντούσαν Μπάγεβιτς προδίδει την έμπρακτη ομολογία ότι οι προηγούμενες προσπάθειες να πάρει πρωτάθλημα με άλλους προπονητές σκόνταφταν στην πραγματικότητα. Οτι στην Ελλάδα το δυσκολότερο να φέρεις είναι έναν καλό προπονητή, με απόδειξη ότι ο πιο γνωστός που ήρθε τα δύο τελευταία χρόνια ήταν ο Λορένσο Σέρα Φερέρ, που αντιμετώπιζε την Ελλάδα σαν χώρα δεύτερης διαλογής. Ως προς τον χρόνο όμως που προσέγγισε ο Παναθηναϊκός τον Μπάγεβιτς δεν υπάρχει ψόγος. Εντελώς come il faux ο Παναθηναϊκός περίμενε να τελειώσει όχι μόνο το πρωτάθλημα, αλλά και το Κύπελλο-που ουδόλως τον αφορούσε- για να μη δώσει αφορμή στους παράγοντες του Αρη να παραπονιούνται ότι με την προσέγγιση στον προπονητή αποσπάσθηκε η προσοχή της ομάδας από τους στόχους της. Από πλευράς Παναθηναϊκού τηρήθηκε μια τακτική πολύ πιο κυριλέ από της ΑΕΚ στην περίπτωση του Δώνη, που, σύμφωνα με δηλώσεις του Ντέμη Νικολαΐδη, είχε επιλεγεί για προπονητής από τον Νοέμβριο και είχε κλείσει κάπου ανάμεσα στον Ιανουάριο και τον Μάρτιο.
Αναφερόμενος στα κλεισίματα συμβολαίων να τονίσω την κατάρα που ονομάζεται «πρόωρες ανανεώσεις». Οσο καταδικαστέα είναι η τακτική των ομάδων να πλησιάζουν παίκτες πολύ πριν από το εξάμηνο της λήξης των συμβολαίων τους -ο Λάμπρος Σκόρδας αναφέρθηκε στις περιπτώσεις του Κόκε και του Νάτσο Γκαρσία σε σχέση με την ΑΕΚ- το ίδιο καταδικαστέα είναι η τακτική της πρόωρης ανανέωσης συμβολαίων ένα και δύο χρόνια πριν από τη λήξη τους ώστε «η ομάδα να δέσει τον παίκτη».
Η λογική των συμβολαίων στο ποδόσφαιρο είναι ότι νοικιάζεις τις υπηρεσίες σου για δεδομένο χρόνο και μετά, αν η δουλειά σου έχει εκτιμηθεί, βγαίνεις στην ελεύθερη αγορά να δεις πόσο αξίζεις. Η πρόωρη όμως ανανέωση του συμβολαίου εξασφαλίζει την ομάδα ότι ο παίκτης «δεν θα φύγει τζάμπα». Αν ο παίκτης αρνηθεί να ανανεώσει πρόωρα το συμβόλαιό του, η διοίκηση της ομάδας του το εκλαμβάνει σαν διάθεση φυγής. Οπότε αυτό που συμβαίνει είναι να βάλει τον παίκτη στον πάγο, βγάζοντάς τον από την ομάδα για να τον εκβιάσει να το ανανεώσει, αφού με την απραξία θα χάσει αξία στην αγορά. Το αποτέλεσμα είναι η αιώνια σκλαβιά και όποιος αμφιβάλλει μπορεί να ρωτήσει παίκτες του Αιγάλεω, ή η αναίτια διαθεσιμότητα, και δεν χρειάζεται παρά να θυμηθούμε την περίπτωση του Αντώνη Νικοπολίδη, τον οποίο ο Παναθηναϊκός είχε αδρανοποιήσει μήνες πριν από τους αγώνες της Εθνικής για το Euro του 2004.
Η λύση στο πρόβλημα της πρόωρης ανανέωσης συμβολαίων είναι απλή. Να μην αναγνωρίζεται κανένα συμβόλαιο που έχει υπογραφεί πριν από τη λήξη του προηγουμένου. Και για να μην υπάρχουν κόλπα με συμβόλαια που υπογράφτηκαν με μεταγενέστερες ημερομηνίες, έγκυρα συμβόλαια θα είναι αυτά που υπογράφτηκαν μετά τη λήξη των προηγουμένων με υπογραφή του ποδοσφαιριστή παρουσία συμβολαιογράφου ή της επιτροπής της ΕΠΟ που επισημοποιεί τα συμβόλαια. Φυσικά κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει από τις ΠΑΕ που βολεύονται με το σημερινό σύστημα, αλλά μόνο από τον ΠΣΑΠ. Ο οποίος, έχω την εντύπωση, ότι δεν περνάει και την πιο δυναμική φάση του…
Οπως και η αθλητικογραφία. Πριν από λίγο καιρό, μιλώντας με μια φίλη μου καθηγήτρια, άκουσα μια ιστορία. Ενας μαθητής της, στόκος με δυνατότητα συγκέντρωσης μικρότερης της σκουληκαντέρας, της είχε πει «Κυρία, μην ανησυχείτε. Εγώ δεν θέλω να σπουδάσω. Θέλω να γράφω σε αθλητική εφημερίδα». Μου το έλεγε και γέλαγε. Δεν κατάλαβα τον λόγο. Οποιοσδήποτε μπορεί να λέει «Βάζουμε τώρα μία άνω τελεία» στο ραδιόφωνο, να διαδηλώνει ότι «σέβεται τον λαό του Α.Ο. Λάσπης» και να κάνει τη Δέσποινα Μοιραράκη την εποχή των μεταγραφών, μπας και κάποιος ενδιαφερθεί και αγοράσει παίκτη της ομάδας που καλύπτει, μπορεί να μη διαπρέψει, αλλά το μεροκαματάκι θα το βγάζει.
Η θέση πάντως του Αντρέ Βγενόπουλου να ενωθούν η «Πράσινη» και το «Derby«, σαν να ήταν τα Υπουργεία Συγκοινωνιών και Αιγαίου στην ίδια κυβέρνηση είναι έτη φωτός μπροστά. Μέχρι τώρα οι εφημερίδες ζητούσαν τη συνένωση, κυρίως τοπικών ομάδων. Επειδή συνήθως οι συνενώσεις σκαλώνουν στο όνομα, η λογική πρόταση είναι «Το πράσινο Derby». Εκτός αν πάνε σε πιο ροκ ονόματα, όπως το «Πράντερ» ή το «Ντέρμπινη».
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.