Παλαιότερες

Ο «Μίκι Μάους» πάει για το μεγάλο κόλπο

SportDay

Συνήθως, μάνατζερ της χρονιάς στην Αγγλία αναδεικνύεται εκείνος που κάθε φορά κάθεται στον πάγκο της πρωταθλήτριας ομάδας. Η ανάδειξη του Αλεξ Φέργκιουσον, επομένως, ήταν κάτι απολύτως φυσιολογικό.

Πόσο, όμως, φυσιολογική θα ήταν η ανάδειξη του Αβραάμ Γκραντ; Του μάνατζερ της Τσέλσι, ο οποίος θα έχει μία ευκαιρία που δεν είχε ποτέ ο Μουρίνιο με τους «μπλε», στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, στο «Λουζνίσκι» της Μόσχας. Θεωρητικά μιλώντας, αν η Τσέλσι κερδίσει στον τελικό, ένα μέρος αυτής της επιτυχίας δεν θα πρέπει να πιστωθεί στον «Μίκι Μάους», όπως είναι το προσωνύμιο του Γκραντ; Ενός ανθρώπου που λίγο πολύ θεωρείται περίπου «αλεξιπτωτιστής» στον χώρο του πιο εμπορικού –και δύσκολου– πρωταθλήματος στον κόσμο. Κι αυτό γιατί ο Γκραντ δεν είναι ο τύπος του επαγγελματία προπονητή-μάνατζερ.

Στην Τσέλσι βρέθηκε χάρη στη γνωριμία του με τον Αμπράμοβιτς, του οποίου κέρδισε πολύ γρήγορα την εμπιστοσύνη. Αλλωστε, στην ομάδα επί Μουρίνιο ήταν ο τοποτηρητής του αφεντικού και ο σύνδεσμος –υποτίθεται– ανάμεσα στους παίκτες και τη διοίκηση. Εκείνο, όμως, που έκανε δεν ήταν άλλο από το να ελέγχει τον Πορτογάλο προπονητή τότε και να περιορίζει τις αρμοδιότητές του στο ποδοσφαιρικό τμήμα.

Οταν ο Αμπράμοβιτς έδιωξε τον Μουρίνιο, θεώρησε ότι σε μία ομάδα με τόσους καλούς ποδοσφαιριστές και με τους αυτοματισμούς που είχαν ήδη οι «μπλε», αυτό που χρειαζόταν ήταν ένας έμπιστος διαχειριστής, που δεν θα ζητάει κάθε λίγο και λιγάκι χρήματα για μεταγραφές. Ο γενικός διευθυντής της ομάδας, Πίτερ Κένιον, που ανέλαβε να κάνει την Τσέλσι ένα παγκόσμιο brand name –όπως είχε κάνει με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ– τον έπεισε ότι δεν μπορεί να ξοδεύει ασύστολα σε μεταγραφές για να ικανοποιήσει τα γούστα του Πορτογάλου και ότι ο σύλλογος χρειαζόταν ένα νοικοκύρεμα, για να γίνει μία μεγάλη αθλητική και εμπορική δύναμη.

Τα οικονομικά πέρασαν στα χέρια του Κένιον και το αγωνιστικό κομμάτι στον νοικοκύρη και διπλωμάτη με τους ποδοσφαιριστές «Μίκι Μάους». Και τι έκανε αυτός ο «παρίας» στον χώρο των μάνατζερ της Πρέμιερσιπ; Αξιοποίησε με τον καλύτερο τρόπο το υλικό της ομάδας, παρ' όλο που για μεγάλο χρονικό διάστημα είχε χάσει βασικά στελέχη του είτε από τραυματισμούς (Τέρι, Ντρογκμπά, Τσεχ, π.χ.) είτε από άλλους λόγους, όπως το Κόπα Αφρικα. Θα πρέπει επίσης να συνυπολογίσει κάποιος ότι ο Γκραντ δεν είχε τις εναλλακτικές λύσεις που είχε ο Φέργκιουσον και παρ' όλα αυτά έφτασε σε έναν τελικό Κυπέλλου, τον οποίο όμως έχασε, ένα πρωτάθλημα που επίσης έχασε στο τέλος και σε έναν τελικό Τσάμπιονς Λιγκ, που είναι μπροστά του. Και αν εκεί κερδίσει η Τσέλσι, δεν θα τον θυμούνται γι' αυτά που έχασε –που κανείς δεν θεωρούσε ότι «έπρεπε» να κερδίσει, όπως ο χαρισματικός και ιδιόρρυθμος Μουρίνιο– αλλά θα τον θυμούνται γι' αυτά που θα έχει κερδίσει.

Διακινδυνεύοντας μία πρόβλεψη, πιστεύω ότι ακόμα και αν νικήσει στον τελικό η Τσέλσι, ο Γκραντ θα αποσυρθεί από τον πάγκο, θα βρεθεί στο παρασκήνιο και θα τεθεί στη διάθεση του εργοδότη και φίλου του, που γνώρισε χάρη στη μεσολάβηση του Πίνι Ζάχαβι. Καθόλου άσχημα για έναν «αλεξιπτωτιστή», που χωρίς να παίξει ποτέ ποδόσφαιρο, ξεκίνησε την καριέρα του στους πάγκους πριν από 30 χρόνια από την παιδική ομάδα της Χάποελ Πέτα Τίκβα, της ομάδας του τόπου που γεννήθηκε, και το μεγαλύτερο επίτευγμά του ήταν δύο πρωταθλήματα στο Ισραήλ. Ενα με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ και ένα με τη Μακάμπι Χάιφα.

Τι γίνονται οι πρώην ποδοσφαιριστές;

Ηπιο συνηθισμένη απάντηση είναι προπονητές, αν και πολλοί μένουν στον χώρο του ποδοσφαίρου είτε ως τεχνικοί διευθυντές, μέλη προπονητικής ομάδας ή σκάουτερ. Ομως, με τι ασχολούνται όσοι όταν κρεμάσουν τα παπούτσια τους απομακρύνονται από το ποδόσφαιρο;

Με τις επιχειρήσεις που ενδεχομένως δημιούργησαν με τα χρήματα που αποκόμισαν από την καριέρα τους, όσοι από αυτούς κέρδισαν αρκετά και είχαν και τη σύνεση να τα διαχειριστούν. Σε κάποιες, ελάχιστες, περιπτώσεις κάποιοι από αυτούς που σταματούν, υποκύπτουν στην κατάθλιψη και στις καταχρήσεις, με αλκοόλ ή με ναρκωτικά.

Ο Γκασγκόιν είναι μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις αυτής της κατηγορίας, στην οποία δεν ανήκει ο Κρέιγκ Τζόνστον. Ο πρώτος Αυστραλός ποδοσφαιριστής που έκανε καριέρα τόσο υψηλού επιπέδου, μια και αγωνίστηκε με επιτυχία στη Λίβερπουλ της καλής εποχής, με την οποία πήρε ένα Κύπελλο, ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών και πέντε πρωταθλήματα. Σε ένα δημοψήφισμα που έκαναν οι φίλοι της Λίβερπουλ, τον κατέταξαν στην 57η θέση ανάμεσα στους 100 καλύτερους ποδοσφαιριστές που πέρασαν από την αρμάδα του «Ανφιλντ», παρά το γεγονός ότι σταμάτησε το ποδόσφαιρο στα 28 του χρόνια.

Ο Τζόνστον, 48 χρόνων σήμερα, παρά το γεγονός ότι έβγαλε χρήματα από το ποδόσφαιρο, δεν «κάθισε» ποτέ πάνω σε αυτά. Υπήρξε και συνεχίζει να είναι ένας ανήσυχος άνθρωπος, με ένα μυαλό που γεννά διαρκώς καινούργιες ιδέες. Να σημειώσω ότι ο Τζόνστον είναι ο άνθρωπος που σχεδίασε το μοντέλο ποδοσφαιρικών παπουτσιών της Adidas «predator», μία σειρά με ψυγεία για μίνι μπαρ ξενοδοχείων και κάποια έπιπλα κουζίνας και κάποια στιγμή έφθασε να έχει φτιάξει από τις επιχειρηματικές ιδέες του μία περιουσία, η οποία ξεπερνούσε τα 4 εκατ. ευρώ. Από εκεί θα βρεθεί στο άλλο άκρο όταν μία μεγάλη επένδυση σε ποδοσφαιρικές ακαδημίες έπεσε έξω, έμεινε χωρίς σπίτι, τον άφησε η γυναίκα του και κοιμόταν για 5 μήνες στο γκαράζ ενός φίλου του.

Εκεί που άλλοι θα αγκάλιαζαν μία μποτίλια ουίσκι, ο Τζόνστον μπόρεσε να σταθεί στα πόδια του και να ξαναρχίσει τη ζωή του. Τώρα βρίσκεται στη Φλόριντα των ΗΠΑ, όπου ασχολείται με το παλιό πάθος του, τη φωτογραφία, και μάλιστα τα πηγαίνει πολύ καλά. Μία πολύ ενδιαφέρουσα ζωή που θα μπορούσε θαυμάσια να γίνει ταινία.

Κώδικας «κονόμα»

Η επιτυχία του βιβλίου του Νταν Μπράουν «Κώδικας ντα Βίντσι» είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα. Εχει μεταφραστεί σε 44 γλώσσες και έχει πουλήσει περισσότερα από 40 εκατομμύρια αντίτυπα. Είναι, ίσως, το δεύτερο μπεστ σέλερ της παγκοσμιοποίησης μετά τον Χάρι Πότερ. Ομως δεν είναι λογοτεχνία. Σύμφωνα με τις τελευταίες έρευνες σε Ευρώπη και Αμερική, η ανάγνωση γενικά και ειδικότερα της λογοτεχνίας, την οποία ανταγωνίζονται άμεσα τα ηλεκτρονικά μέσα ψυχαγωγίας, υποχωρεί κυρίως στις μεγάλες δυτικές χώρες την τελευταία εικοσαετία.

Υπάρχει, όμως, μία εξαίρεση: οι πωλήσεις των αστυνομικών μυθιστορημάτων ή μυθιστορημάτων που κινούνται στον άξονα της συνωμοσιολογίας. Σε έναν κόσμο που έχει γίνει ιδιαίτερα πολύπλοκος και του οποίου μία «εικόνα» απόλυτα ψευδής καλλιεργείται και προωθείται από τα MME, όπου καταγράφεται μία σημαντική αύξηση των οικογενειακών εξόδων για τους τομείς του οπτικοακουστικού εξοπλισμού και των ηλεκτρονικών μίντια και όπου παρατηρείται η επικέντρωση των ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων γύρω από το σπίτι και τις ατομικές πρακτικές εις βάρος των συλλογικών δράσεων, η υποχώρηση της λογοτεχνίας είναι αναμενόμενη. Και τη θέση της παίρνει η τυπωμένη τηλεοπτική υπερβολή. Που αποφέρει τεράστια κέρδη.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x