Παλαιότερες

Το κράτος να πάρει διαζύγιο από τον πρωταθλητισμό

SportDay

Eπικρατεί η εντύπωση ότι οι δημοσιογράφοι δεν πρέπει να αρκούνται στην επισήμανση των κακώς κειμένων. Να μη στηλιτεύουν και καυτηριάζουν μόνο, αλλά να κάνουν και δημιουργικές προτάσεις σε σχέση με τα ζητήματα που απασχολούν το κοινωνικό σύνολο.

Κι όμως, αυτό είναι λάθος. Οχι γιατί οι άνθρωποι της ενημέρωσης δεν έχουν τη γνώση και την εμπειρία που απαιτούνται για τέτοιες παρεμβάσεις, αλλά διότι ακολουθώντας τον δρόμο της υπόδειξης, οι δημοσιογράφοι κινδυνεύουν, εφόσον οι απόψεις τους γίνουν αποδεκτές από την πολιτεία, να καταστούν και ελέγχοντες και ελεγχόμενοι - πράγμα εντελώς ασυμβίβαστο με τον ρόλο τους, που είναι αυστηρά ενημερωτικός και ελεγκτικός. Και τίποτα παραπέρα.

Εν γνώσει μου, λοιπόν, σήμερα θα καταστρατηγήσω αυτά που πιστεύω για τον τρόπο άσκησης της δημοσιογραφίας, στις επάλξεις της οποίας βρίσκομαι περισσότερα από 40 χρόνια. Και θα το κάνω διότι το θέμα που έχουμε μπροστά μας, δηλαδή το ντόπινγκ, δεν επιτρέπει σε κάποιον που έχει άποψη να μη μιλά. Διότι επί της ουσίας δεν νομιμοποιείται να προστατεύει τον εαυτό του όταν κινδυνεύει η αθλούμενη νεολαία του τόπου και όταν ολόκληρη η κοινωνία βρίσκεται υπό διαρκή εξαπάτηση.

Το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει, λοιπόν, είναι η σωστή ερμηνεία του Συντάγματος και ο πλήρης διαχωρισμός του αθλητισμού από τον πρωταθλητισμό. Διότι ο αθλητισμός είναι πράγματι κοινωνικό αγαθό που προστατεύεται και ενισχύεται από την πολιτεία, αντίθετα ο πρωταθλητισμός είναι επί της ουσίας μια πολύ εξειδικευμένη και επίπονη ενασχόληση, με στόχο της τη διαμέσου του αθλητικού αποτελέσματος εξυπηρέτηση προσωπικών (κυρίως οικονομικών) επιδιώξεων.

Ας μην παρασυρόμαστε από τα «για την Ελλάδα, ρε γαμώτο...» και καταλήγουμε εν θερμώ σε λάθος συμπεράσματα. Κανένας αθλητής δεν έχει σε πρώτη μοίρα την Ελλάδα όταν ξεκινάει να κάνει κάτι. Για τον εαυτό του το κάνει. Αλλά, φυσικά, όταν έρθει η μεγάλη στιγμή και ακούσει τον εθνικό ύμνο, και θα συγκινηθεί και θα δακρύσει και θα πει και μια κουβέντα παραπάνω... Κανείς δεν λέει ότι οι πρωταθλητές δεν έχουν αισθήματα ή δεν αγαπούν την πατρίδα τους. Απλώς κάποια στιγμή πλειοδοτούν σε εθνικοπατριωτισμό για απολύτως ευνόητους λόγους.

Σε αντίθεση, λοιπόν, με τον αθλητισμό, ο πρωταθλητισμός θα πρέπει να πάψει να ενισχύεται, είτε έμμεσα είτε άμεσα. Το κράτος είναι απαραίτητο να καταργήσει τα κίνητρα που έχει θεσπίσει για τους πρωταθλητές όχι μόνο διότι αποδεδειγμένα λειτουργούν ως προτροπή προς το ντοπάρισμα, αλλά και επειδή κάνουν τον ελεγκτικό ρόλο του εντελώς αναξιόπιστο.

Δεν μπορεί δηλαδή το κράτος από τη μία να λέει με τα κίνητρα που έχει καθιερώσει «φέρτε μου νίκες και μετάλλια», που όλοι ξέρουμε πώς επιτυγχάνονται, και από την άλλη να προσπαθεί να συλλάβει και να τιμωρήσει τους ντοπαρισμένους. Αυτά τα δύο δεν συμβιβάζονται.

Γι' αυτό είναι επιβεβλημένο να περιοριστεί στον ελεγκτικό ρόλο του και μόνο και όποιος θέλει να γίνει πρωταθλητής ας πάει να το κάνει με δικά του μέσα και με δική του ευθύνη, όπως ακριβώς συμβαίνει σε όλες τις δυτικές χώρες με σοβαρό καπιταλιστικό σύστημα.

Σε ό,τι αφορά δε τις επιχορηγήσεις των αθλητικών ομοσπονδιών, θα πρέπει να περιοριστούν στα ποσά εκείνα που είναι απαραίτητα για την καλύτερη καλλιέργεια του κάθε αθλήματος, μη περιλαμβανομένου του σκέλους του πρωταθλητισμού. Δηλαδή να λέει η πολιτεία στις ομοσπονδίες: «Πάρτε λεφτά για τα περιφερειακά και εθνικά πρωταθλήματα και την ενίσχυση των συλλόγων που δίνουν δυνατότητα άθλησης στα παιδιά, αλλά για το κομμάτι της δραστηριότητάς σας που αφορά τη βιτρίνα -δηλαδή τα αντιπροσωπευτικά (εθνικά) συγκροτήματα και τους πρωταθλητές των ατομικών αθλημάτων τρέχατε να βρείτε χορηγούς για να τα φέρετε βόλτα».

Κάπως έτσι θα πάψει, εκτός των άλλων, ο πρωταθλητισμός να αποτελεί εθνική υπόθεση και φυσικά κρούσματα ντόπινγκ σαν αυτό που συγκλονίζει τώρα την άρση βαρών δεν θα ακουμπάνε το κράτος, ώστε να το καθιστούν υπόλογο και προς τα μέσα και προς τα έξω, όπως συμβαίνει σήμερα.

Ο πρωταθλητισμός είναι μια εντελώς ιδιωτική υπόθεση. Είναι μια καθαρά προσωπική επιλογή με πάρα πολλά ρίσκα, φοβερές προσπάθειες και θυσίες, αλλά και (σε πολλές περιπτώσεις) ανάλογες απολαβές. Ουσιαστικά είναι μια ιδιότυπη επαγγελματική επιλογή, στην οποία η παρέμβαση του κράτους νομιμοποιείται μόνο σε ό,τι αφορά τους κανόνες και τον έλεγχο. Δηλαδή «κάνε τη δουλειά σου καλά, διότι αν σε πιάσω, θα έχεις συνέπειες...».

Σήμερα, όμως, το κράτος δίνει προνόμια ακόμα και στους αθλητές του λυκείου, με αποτέλεσμα να μπαίνουν στα ΑΕΙ και ειδικότερα τις γυμναστικές ακαδημίες άλλοι τρέχοντας, άλλοι κολυμπώντας και άλλοι παίζοντας ποδόσφαιρο ή μπάσκετ. Γι' αυτό και η μάστιγα του ντόπινγκ κάνει θραύση στους αθλητές και αυτών των ηλικιών...

Μ' αυτά και μ' αυτά, λοιπόν, καταλήξαμε όχι απλώς να έχουμε έναν ντοπαρισμένο αθλητισμό, αλλά επί της ουσίας να αποτελούμε μια ντοπαρισμένη κοινωνία. Γιατί ποιος απέχει στ' αλήθεια από το φαινόμενο;

• Ο νεαρός αθλητής που θέλει να μπει σε κάποια σχολή, όχι!

• Οι γονείς του, που ανησυχούν για το μέλλον του και τι δουλειά θα κάνει, επίσης όχι!

• Ο προπονητής και το σωματείο, που θα αποκομίσουν και κάποιος κέρδος από ενδεχόμενη επιτυχία του, εκ του ασφαλούς όχι!

• Το παιχνίδι του φτωχού μετανάστη που δεν έχει στον ήλιο μοίρα, από χέρι όχι!

• Ο αθλητικός παράγων και ο πολιτικός, που επιδιώκουν αναγνώριση και προβολή, το «όχι» δεν το έχουν καν στο λεξιλόγιό τους...

• Οσο για την κοινή γνώμη, που παρακολουθεί είτε από την εξέδρα είτε από τις τηλεοράσεις και γενικά τα Μέσα, είναι εκείνη που με την απλόχερη επιδοκιμασία της δίνει το «έχει καλώς» για παρεκτροπές χωρίς όρια...

Λένε ότι όλοι τα ίδια κάνουν. Λάθος, μεγάλο λάθος. Σχεδόν σε καμία πραγματικά προοδευμένη χώρα δεν παρατηρείται το φαινόμενο του κρατικού αθλητισμού, που ανθεί τα τελευταία είκοσι χρόνια στην Ελλάδα. Η Γερμανία δεν εκμεταλλεύθηκε ούτε ίχνος από την κληρονομιά που της επιφύλαξε η πτώση του τείχους. Οσο για την Ιταλία, κυνηγάει ντοπαριστές και ντοπαρισμένους. Οχι μόνο με ελέγχους πριν και μετά τους αγώνες, αλλά σε αθλητικά κέντρα, σε γραφεία συλλόγων και ομοσπονδιών, στα πούλμαν που μεταφέρουν αθλητικές αποστολές, ακόμα και στα σπίτια τους. Η αστυνομία έχει την εξουσιοδότηση να μπουκάρει παντού και να κυνηγάει την ντόπα όπως και τα ναρκωτικά. Και αυτό συμβαίνει διότι έχουν αντιληφθεί ότι η ντόπα δεν είναι απλώς ανήθικη, αλλά σκοτώνει.

Ας διδαχθούμε, λοιπόν, κάτι, ειδικά από το ιταλικό μοντέλο, το οποίο αποτελεί πραγματική επανάσταση.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x