Περίμενα καρτερικά χθες να διαβάσω τι είπε μετά το ματς ο προπονητής του Ολυμπιακού, Χοσέ Σεγούρα, όταν του τέθηκε η απλή ερώτηση «τι έχεις να πεις για τις δηλώσεις του Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι οι αιματολογικές του εξετάσεις δείχνουν ότι βρίσκεται σε κακή κατάσταση;». Ο Ισπανός, που δεν ξέρω αν είναι καλός ή κακός προπονητής, αλλά σίγουρα είναι σοβαρός άνθρωπος, απάντησε: «Είναι φυσιολογικό αυτή την εποχή η φυσική κατάσταση των παικτών να βρίσκεται σε χαμηλό επίπεδο, αφού έχουν ξοδέψει πολλές δυνάμεις όλη τη χρονιά. Μην ξεχνάτε ότι το πρώτο μέρος της σεζόν ήταν αρκετά σκληρό και η κόπωση είναι φυσιολογική. Εγώ καθημερινά βλέπω μεγάλη θέληση και προσπάθεια να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους. Δεν είναι τόσο σοβαρή η κατάσταση όσο περιγράφεται. Υπάρχει φυσική κατάσταση αλλά και ψυχολογία στην ομάδα και προσπαθούμε να ανεβάσουμε και τους δύο τομείς». Ο Σεγούρα θα είχε κάθε λόγο να απαντήσει ότι δεν σχολιάζει δηλώσεις ποδοσφαιριστών ή ότι δεν θέλει να μιλήσει για το θέμα, αφήνοντας περιθώρια για λογιών λογιών ερμηνείες, αλλά δεν το έκανε. Προτίμησε να πάρει μια ξεκάθαρη θέση και ξέρετε γιατί; Γιατί δεν τον πολυνοιάζει αν θα βρίσκεται στον Ολυμπιακό του χρόνου ώστε να ενδιαφέρεται για το τι γράφει ο Τύπος και πώς θα αποδοθούν οι ευθύνες μιας πιθανής αποτυχίας. Ο «Τζόλε» όμως και για τα δύο καίγεται.
Εκτίμηση
Πάντα εκτιμούσα τον Τζόρτζεβιτς γιατί δεν κρυβόταν από τους δημοσιογράφους. Το γεγονός ότι ως ποδοσφαιριστής ήταν πάντοτε τόσο άψογος, ώστε δεν τον άγγιζε η κριτική, θα μπορούσε να τον έχει οδηγήσει στο να πάρει από τον Τύπο αποστάσεις, όπως έκανε, π.χ., ο Ντέμης Νικολαΐδης όταν έπαιζε. Ο «Τζόλε», αντιθέτως, πάντα σεβόταν τη δουλειά των ρεπόρτερ και πάντοτε ήξερε τι να πει. Ακόμα και οι μπανάλ δηλώσεις που κατά καιρούς έκανε (του τύπου «εμείς θα γελάσουμε τελευταίοι») περιείχαν ένα κάποιο ρίσκο. Τις διάβαζες και έλεγες ότι αν όντως δεν γελάσει τελευταίος, θα γελούν οι άλλοι (που σπανίως τα λένε αυτά) μαζί του. Αλλά η πρόσφατη (αυτο)ηρωοποίησή του δεν είναι αντάξια της κλάσης του. Στα μάτια μου είναι η χειρότερη στιγμή της μεγάλης καριέρας του.
Γραμμές
Διάβασα αυτά που είπε πίσω από τις γραμμές. Αν έλεγε ότι νιώθει καταπονημένος και γι' αυτό ζητάει να βγει εκτός ομάδας, θα τον χειροκροτούσα. Ομως, ο «Τζόλε» είπε μάλλον το αντίθετο: ότι δηλαδή παίζει και ότι θα συνεχίσει να παίζει κάνοντας ό,τι μπορεί για να πάρει ο Ολυμπιακός το πρωτάθλημα, μολονότι νιώθει σε κώμα! Αυτό για εμένα είναι το ανάρμοστο της ιστορίας: αν, κύριέ μου, δεν αισθάνεσαι καλά γιατί, όπως λες, οι αιματολογικές εξετάσεις σου ήταν κακές, σήκωσε το χέρι και πες ότι έφτασε η ώρα να παίξει κανένας νεότερος, αλλά δεν μπορεί και να νιώθεις σε κώμα και να έχεις τη φανέλα του βασικού! Μια τέτοια συμπεριφορά δηλώνει ότι το μόνο που ψάχνεις είναι το άλλοθι μιας πιθανής αποτυχίας. Αν αύριο πάρεις το πρωτάθλημα, έτσι όπως τα λες, θα έχεις κάνει μια πράξη ηρωισμού. Αν δεν το πάρεις, έδωσες τα πάντα μολονότι νιώθεις ότι δεν σε βαστούν τα πόδια σου. Δηλαδή πάλι ήρωας είσαι. Σόρι, αλλά δεν θα πάρω.
Αποκαλύψεις
Μου έκανε επίσης τρομερά κακή εντύπωση ότι αυτού του είδους οι αποκαλύψεις έγιναν μετά την ήττα από την ΑΕΚ. Πριν από την ήττα, με βάση τις ίδιες διαρροές από τα αποδυτήρια του Ολυμπιακού, όλα έμοιαζαν ρόδινα, αφού «η ομάδα είχε ξυπνήσει μετά το ηλεκτροσόκ του προέδρου». Την Παρασκευή, πριν από το ντέρμπι, ένιωθαν όλοι τόσο καλά που πήγαν και για φαγητό για να δώσουν όρκους νίκης. Αυτά τα αποτελέσματα των εξετάσεων πότε τελικά βγήκαν; Αν βγήκαν πριν από τη φυγή του Λεμονή, τότε κάποιος θα έπρεπε να πει επίσημα στους δημοσιογράφους και στον κόσμο ότι ο προπονητής απολύθηκε γιατί αυτός και οι συνεργάτες του δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους. Αν βγήκαν μετά την απόλυσή του Λεμονή, τότε είναι μάλλον ανεπίτρεπτο να έχουν αγωνιστεί στο ντέρμπι ποδοσφαιριστές που φαίνεται ότι είναι σε τόσο κακή κατάσταση. Ενα μόνο είναι απίθανο: να βγήκαν οι εξετάσεις τη Δευτέρα μετά το ντέρμπι και να κλονίστηκε ο «Τζόλε» την Τρίτη, όταν έμαθε τα αποτελέσματα. Λίγη σοβαρότητα.
Υποψίες
Το κακό στην ιστορία είναι ότι ο «Τζόλε», ηθελημένα ή άθελά του, σπέρνει υποψίες με αυτά που λέει. Η χειρότερη υποψία είναι αυτή που προκύπτει αν αναλογιστεί κάποιος πώς γίνεται ο Ολυμπιακός να κέρδισε δύο ματς (τον Ατρόμητο και τον Λεβαδειακό) αν όντως οι παίκτες του είναι σε τέτοια κατάσταση. Ηταν «καμένοι» και αυτοί των αντιπάλων του ή σ' αυτά τα δύο ματς έγινε τίποτε άλλο;
Ολοι
Το ρωτάω ρητορικά: για μένα δεν υπάρχει τίποτα το ύποπτο. Ο Ολυμπιακός πιέστηκε στο πρώτο μισό της σεζόν. Εχει κάποιους παίκτες μεγάλης ηλικίας που έπαιξαν πιο πολύ απ' όσο μπορούν. Οπως ακριβώς είπε ο Σεγούρα: «Το πρώτο μέρος της σεζόν ήταν πολύ σκληρό» και όσοι είναι πάνω από τριάντα δύο ή έκαναν ελλιπέστατη προετοιμασία, γιατί άργησαν να αποκτηθούν, το πλήρωσαν. Πιστεύω ότι αν στο φετινό πρωτάθλημα των πολλών ασταμάτητων ματς κάνεις αιματολογικές εξετάσεις σε όλους τους ποδοσφαιρικές, οι βασικοί και αναντικατάστατοι θα φαίνονται κατάκοποι. Και αν είναι και πάνω από 35, σε κώμα...
Οχι Ζυλ, Τζούλης
O Ζυλ Ντασσέν, ένας Μπάιρον του καιρού μας, έφυγε από τη ζωή, την ώρα που στην Ελλάδα εξαιτίας της επικαιρότητας του Μακεδονικού αρχίσαμε να ξανασυζητάμε για την ελληνικότητα. Ο Ντασσέν ήταν Αμερικανός, γιος ενός Ρωσοεβραίου κουρέα. Οταν υποχρεώθηκε από τον ΜακΚάρθι να φύγει από την Αμερική, έψαξε μια πατρίδα (στην πάντα φιλόστοργη Γαλλία). Στη συνέχεια έναν προορισμό, τον οποίο βρήκε στην αγκαλιά της Μελίνας, που τον έκανε πιο πολύ Ελληνα από όλους μας, κι ας τον φώναζε «Τζούλη» με την kinky τσαχπινιά της. Ο Ντασσέν υπηρέτησε την ιδέα της επιστροφής των Μαρμάρων, πάλεψε για το Μουσείο της Ακρόπολης, αγάπησε την ελληνικότητα πιο πολύ ίσως και από την Ελλάδα. Το πόσο τον γοήτευε η πατρίδα μας το καταλαβαίνεις ακόμα παρακολουθώντας το «Πολύ την Κυριακή»: η κάμερά του δεν κινηματογραφεί τη Μελίνα, τη φλερτάρει. Αυτό που παρακολουθούμε δεν είναι η κίνηση της μηχανής, αλλά το ίδιο το μάτι του συγγραφέα, τη λαγνεία του. Ο Ντασσέν την Ελληνοπούλα του την ποθούσε και μέσα από αυτή τη λατρεία για την αύρα της βρήκε τη δική του λύτρωση. Η Ελλάδα του είναι η Ελλάδα του μυαλού του.
Είναι εξαιρετικά αμφίβολο κατά πόσο η χώρα που ζούμε ανταποκρίθηκε στη λυτρωτική ιδεοληψία του Ντασσέν. Ο μέσος Ελληνας, που φανατίζεται με το πώς θα αποκαλούνται τα Σκόπια, γράφει στα παλιά του τα παπούτσια το Μουσείο της Ακρόπολης και την αναγκαιότητά του -αμφιβάλλω και αν θα πάει να το επισκεφτεί. Η επιλογή, δηλαδή η αγάπη, δεν λειτουργεί με ετικέτες. Ο Τζούλης, αντίθετα από μας, έφτασε στην ελληνικότητά του, τη βρήκε και την υπηρέτησε: θα τολμούσα να πω ότι αρνήθηκε την Αμερική του, τη Γαλλία του, την οικουμενικότητά του για το χατίρι μας και πολιτογραφήθηκε Ελληνας όχι για να μας πείσει ότι μας αγαπάει, αλλά γιατί το ένιωθε.
Αν θέλουμε να καταλάβουμε γιατί ο κόσμος δυσκολεύεται να κατανοήσει τα δίκια μας όλο και περισσότερο, καλό είναι να προβληματιστούμε γιατί ως χώρα χάσαμε τη γοητεία που τράβηξε τον Ντασσέν στην αγκαλιά της Μελίνας -τα βέτο και οι μαγκιές δεν θα μας σώσουν για πολύ: οι επιδείξεις της ορθότητας των θέσεών μας τονίζουν απλώς περισσότερο την παρακμή μας. Κάποτε, όταν ο Ζυλ λαχταρούσε να γίνει Τζούλης για να βρει τη σωτηρία της ψυχής του, κανείς δεν θα έθετε θέμα συζήτησης για το πόσο ελληνική είναι η Μακεδονία, δηλαδή η ελληνικότητά μας...
Καλύτερα όχι
Οι δύο Ισπανοί του Ηρακλή, ο Μαρκές και ο Ααρόν, ήθελαν την Τετάρτη το βράδυ να παρακολουθήσουν το ματς του Αρη με τον Ατρόμητο, γιατί και οι δύο έχουν ένα κακό ελάττωμα: τους αρέσει πολύ το ποδόσφαιρο. Οταν απευθύνθηκαν στους ανθρώπους του Αρη για να πάρουν προσκλήσεις, τους έγινε μια σύσταση να μην πάνε στο γήπεδο -η σύσταση έγινε φυσικά για το καλό τους, αφού ο Αρης δεν είχε κανένα πρόβλημα να τους φιλοξενήσει εντός γηπέδου, αλλά δεν μπορούσε να τους εγγυηθεί ότι θα μπουν και θα βγουν από το γήπεδο χωρίς πρόβλημα.
Κατά τ' άλλα, στον Αρη είμαστε υπέρ της μετακίνησης των φιλάθλων και απορούμε για τους νόμους του κράτους...
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.