Πρώτον, ο Δαβίδ και ο Γολιάθ δεν είχαν τα ίδια όπλα. Ο Γολιάθ ξηγιότανε ρόπαλα και ο Δαβίδ σφεντόνα. Αν στο «Στάμφορντ Μπριτζ» η Τσέλσι έπαιζε ποδόσφαιρο και ο Ολυμπιακός πόλο, το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό. Δεύτερον, η ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Εβραϊκό βιβλίο… Και όσοι παρακολουθούμε Αδωνι και Λιακόπουλο ξέρουμε τι παραμύθι και προπαγάνδα ξηγιούνται οι Εβραίοι. Δηλαδή μέχρι και που πιστεύω ότι ο Δαβίδ ήταν σαν τον Σακίλ Ο'Νιλ και ο Γολιάθ σαν τον Λάκη Γαβαλά, αλλά οι Εβραίοι το κάνανε έτσι το story που να φαίνονται πρώτοι μάγκες της πιάτσας. Τρίτον, αν η ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ ήταν συνηθισμένη, θα είχαμε και Μοχάμεντ εναντίον Αλί, Χερνάντεζ εναντίον Πέρεζ και Μπουκουλουλά εναντίον Λούα Λούα. Θα είχαμε την ιστορία του Δαβίδ και του Γολιάθ να γίνεται στην Αραβία, την Αργεντινή και το Κονγκό. Μια, λοιπόν, που δεν τις ξέρουμε αυτές τις ιστορίες, καταλαβαίνουμε ότι και στο μέλλον θα πρέπει να βολευόμαστε με το Δαβίδ και Γολιάθ. Γιατί το Τσέλσι - Ολυμπιακός κατέληξε σε θρίαμβο του Γολιάθ, που πριν τεντώσει τη σφεντόνα ο Δαβίδ τον είχε ταράξει στη σφαλιάρα.
Ο λόγος είναι απλός. Αν ο δρόμος προς τη δόξα επιβάλλει μια ομάδα να ταμπουρώνεται στην άμυνα, με τρία αμυντικά χαφ μπροστά από τα στόπερ, δύο πλάγιους που να δίνουν βοήθειες στα μπακ και ένα φορ που να μην παραμελεί να γυρίζει στο κέντρο για να αλλάξει την μπάλα με τα χαφ, τότε ο Γιάννης Καρράς θα καθόταν στη θέση του Αμπράμοβιτς, ο Παντελίδης και ο Ντάγκας θα έπαιζαν στο Τσάμπιονς Λιγκ και η «Προό» θα έβγαινε σε χαρτάκια της Panini. Σίγουρα για μια ομάδα που νιώθει -και είναι- Δαβίδ του Τσάμπιονς Λιγκ ο μόνος τρόπος να προχωράει είναι με το μπετόν και το ταμπούρι, αλλά όποτε περνάει έναν ανώτερο αντίπαλο θα είναι η έκπληξη και όχι ο κανόνας.
Το μεγάλο πρόβλημα του Ολυμπιακού ήταν η διαφορά στην ποιότητα των παικτών. Ούτε ένας παίκτης του Ολυμπιακού δεν μπορεί, όχι να παίξει στην ενδεκάδα της Τσέλσι, αλλά έστω να κάτσει στον πάγκο της. Το γεγονός αντικατοπτρίζεται όχι μόνο στις ατομικές ικανότητες του κάθε παίκτη και στην ταχύτητα με την οποία κάνει κάθε κίνηση, αλλά και στη συλλογική εμπιστοσύνη των παικτών στο σύνολο. Αφαιρουμένου του Σέζαρ, που τα βγαλσίματά του στην μπάλα ήταν αποφασιστικά, αλλά οφείλονταν περισσότερο στον ελαφρύ ποδοσφαιρικό χαρακτήρα του και λιγότερο στην εμπιστοσύνη του στους συμπαίκτες του, οι υπόλοιποι έβγαιναν στην μπάλα δείχνοντας ότι λιγότερο τη διεκδικούν και περισσότερο σκέπτονται τι θα κάνουν όταν τη χάσουν.
Τέλος πάντων, η διαφορά των δύο ομάδων δεν δίνει περιθώρια ανάλυσης του ματς. Ωραίο ήταν όσο κράτησε για τον Ολυμπιακό, κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην ελπίδα, αλλά το τέλος της ευρωπαϊκής πορείας έδειξε ότι όταν οι Γολιάθ περιμένουν στην ουρά, οι Δαβίδ καλό είναι να πηγαίνουν σπίτια τους.
Ζητώ συγγνώμη για το γεγονός ότι αφηρημένος χθες έγραψα ότι το Παρίσι στα λατινικά ονομαζόταν Λούγκντονουμ και όχι Λουτέτσια. Είμαι βέβαιος ότι το λάθος θα πέρναγε στο ντούκου αν δεν υπήρχαν τα «Αστερίξ», τα οποία έμαθαν σε όλους τους Ελληνες τις ρωμαϊκές ονομασίες των πόλεων, περιλαμβανομένου και του αναγνώστη Κ.Κ., που πρώτος έκανε τη διόρθωση.
Στο μεταξύ, πρέπει να εξηγήσω τη σιωπή μου στα αμείλικτα ερωτήματα του Διονύση Ελευθεράτου. Ναι, καταλαβαίνω ότι ο Διονύσης έχει τα δίκια του. Μέσα του κρύβει περισσότερη οργή από αυτή του Τζέιμς Ντιν. Εξω η εμφάνιση είναι κάτι ανάμεσα σε μαχητή πόλεως και τον Δάκη, αν είχε μείνει άστεγος μια εβδομάδα στο Πεδίον του Αρεως. Ο λόγος του Διονύση κόβει σαν ξυράφι. Η γραφή του καίει σαν πελτές. Η φήμη του κάνει τους μπάτσους και τα ΜΑΤ να κλάνουν πατάτες. Αν ο Διονύσης ήξερε ισορροπία, θα είχε παίξει τον Τσε Γκεβάρα στα «Ημερολόγια μοτοσικλέτας». Αν αντί για πόδια είχε ρόδες, θα έκανε τη μοτοσικλέτα.
Ολα τα ανωτέρω γράφτηκαν μετά την απειλή του «Συλλόγου Φίλων Διονύση Ελευθεράτου Λαμίας και Περιχώρων», που με προειδοποίησαν ότι αν ξανακάνω πλάκα στον Διονύση θα μου επιτεθούν με σούβλες κοκορέτσια. Φίλοι του Διονύση, υποτάσσομαι. Θα αγοράσω ένα άσπρο κοστούμι όπως το ίνδαλμά σας, θα πάω να δω το «Mama mia» (ο Διονύσης ήδη έχει κλείσει εισιτήριο) και θα αγωνίζομαι για το δικαίωμα κάθε νέου να πηγαίνει στο γήπεδο, όχι με βεγγαλικά, αλλά με χειροβομβίδες.
Μια λοιπόν που αναφέρθηκα σε όπλα, θυμήθηκα μια ιστορία. Στους τελευταίους μήνες της προεδρίας του Ρίτσαρντ Νίξον μια από τις πιο κοινές κατηγορίες για τον χαρακτήρα του προέδρου ήταν του jock sniffer. Κυριολεκτικά σημαίνει «μυριστής σπασουάρ». Μεταφορικά, όμως, ο jock sniffer είναι ο καλός φοιτητής, που ξέρει όμως ότι είναι χάπατο αθλητικά και για να το ισοφαρίσει γυρνάει γύρω από τους παίκτες του αμερικανικού ποδοσφαίρου για να μοιάζει ένας από τα παιδιά. Ενα από τα μεγάλα κολλήματα της εναλλακτικής αριστεράς είναι η σαγήνη που νιώθει για οποιοδήποτε γκρουπ που ασκεί αντικρατική βία. Δώσε παιδιά με μαύρα, Μολότοφ, σπασμένες κάμερες και ΑΤΜ στους εναλλακτικούς αριστερούς και έχεις πολλαπλούς οργασμούς. Και κοίτα πλάκα! Στα ελληνικά λεξικά το «δημοσιογράφος» πέφτει ανάμεσα στο «δεσμοφύλακας» και το «δικαστής». Το «journalist» πηγαίνει σχεδόν μεσοτοιχία στο λεξικό με το «jock sniffer».
Το θέμα με την εναλλακτική Αριστερά είναι το ου μπλέξεις. Γιατί όπως είναι μπλεγμένοι οι ίδιοι, σε χρόνο d/t θα σε έχουνε αποτρελάνει. Οποτε μου έρχεται στο μυαλό το μπλέξιμο της εναλλακτικής Αριστεράς με τον ντεμί υπόκοσμο, θυμάμαι την ιστορία του Μ.Π. πριν από 20 χρόνια. Μια χαρά κλέφτης μοτοσικλετών και αυτοκινήτων ήταν το παλικάρι, μέχρι που μπλέχτηκε με τις γκόμενες με τα μοβ. Τον ψήσανε οι γκόμενες ότι αντί να ασκεί την τέχνη του για ιδίον όφελος και να μετατρέπει τα BMW 312 και τα μπολντοράκια σε ανταλλακτικά, πρέπει να τα κάνει οχήματα της επανάστασης. Ετσι, λοιπόν, ντίρλα στη μαστούρα ο Μ.Π. βρέθηκε στο μπαλκόνι στη Νέα Ιωνία με μια οικογένεια για ομήρους και επειδή το παλικάρι δεν είχε καμία διάθεση για τσαμπουκάδες, βγήκε να διαπραγματευθεί την παράδοση. Βρέθηκε, λοιπόν, ένας αστυφύλακας και τον πυροβόλησε από το επάνω μπαλκόνι στην κορυφή του κρανίου. Και πάπαλα ο Μ.Π., που θα έπρεπε να ήξερε καλύτερα πράγματα να κάνει από το να μπλέκεται με τις φαρμακοκάντισσες.
Εκείνη την εποχή βγάζαμε το «Moto» με τον Χατζάρα. Οταν είχαμε μάθει τον θάνατο του Μ.Π. το σκεφτήκαμε και είπαμε να γράψουμε κάτι «εις μνήμην». Το τσακίσαμε όταν μας πήρε τηλέφωνο ο Γ.Χ., κολλητός του Μ.Π.: «Ρε μαλάκες, μην πάτε και γράψετε τίποτα. Εμείς μηχανάκια σηκώναμε. Μη μας βγει και όνομα ότι είμαστε κομμουνιστές».
Πριν από πέντε χρόνια, λοιπόν, με είχε προσκαλέσει ένα βράδυ ο Λεωνίδας Κύρκος στο σπίτι του. Εκείνος ήθελε να μιλήσουμε για ποδόσφαιρο, αλλά εγώ για πολιτική και ιδιαίτερα για την ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος μετά τον πόλεμο. Τέλος πάντων, τα βρήκαμε κάπου στη μέση. Από τις ιστορίες που είπε, αυτή που θυμάμαι είναι που περιέγραφε πώς είχε βρεθεί στη φυλακή το 1940. Μου έλεγε ότι στην ίδια πτέρυγα ήταν ένας ληστής της συμμορίας του Γιαγκούλα. «Λοιπόν, είχε μια διάθεση για μάθηση που δεν θα την πιστέψεις. Του δανείζαμε βιβλία, μας έκανε ερωτήσεις και παρ' όλο που ήταν εντελώς αμόρφωτος, ύστερα από κάποιον καιρό ήξερε το «Κεφάλαιο» του Μαρξ», μου είχε πει στο περίπου ο Κύρκος. Μια διδακτική ιστορία που δείχνει πόσο εύκολο είναι να παρασυρθείς στη φυλακή. Οπως έλεγε και ο Αχιλλέας στην εκπομπή του Διονύση, σε ένα μήνα είχε δει πράματα και θάματα να συμβαίνουν στη φυλακή. Και αν υπάρχει μια προτροπή για δικαστές που δικάζουν με τον νόμο του Ορφανού για τον χουλιγκανισμό, είναι «Προσέχετε πού τα στέλνετε αυτά τα παιδιά. Από ένα λάθος τους, από μια φωτοβολίδα που πέταξαν στο γήπεδο, μπορεί να καταστραφούν οι ζωές τους. Να μπουν στη φυλακή μια χαρά χούλιγκαν και να βγουν κομμουνιστές».
Tο «Ballis Fan Club of Athens» μου ζήτησε περισσότερες φωτογραφίες για τη γραβάτα με την οποία φωτογραφήθηκε ο Δημήτρης στη Διεθνή Εκθεση Αυτοκινήτου της Γενεύης. Μάλιστα, φίλοι μου, έχετε δίκιο. Η γραβάτα που φοράει ο Δημήτρης είναι ζωντανή. Ανεβαίνει στο καραφλό κρανίο του και κάνει το μαλλί, του γυαλίζει τα γυαλιά όταν θαμπώνουν και στις περιπτώσεις που ακόμα και οι δυνατότεροι από εμάς δεν μπορούν να «ανταποκριθούν», η γραβάτα μετατρέπεται σε dildo.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.