Λέγεται ότι κάποτε ένας Αμερικανός πρόεδρος ανέθεσε σε έναν πράκτορα της CIA να κάνει επιτόπια μελέτη για την επανάσταση του Κάστρο. Υστερα από καιρό η αναφορά που έδωσε περιέγραφε τα εξής: «Κύριε πρόεδρε, στο νησί δεν υπάρχει ανεργία, αλλά κανένας δεν δουλεύει. Κανένας δεν δουλεύει, αλλά σύμφωνα με τις στατιστικές εκπληρώνονται όλοι οι παραγωγικοί στόχοι.
Εκπληρώνονται όλοι οι παραγωγικοί στόχοι, αλλά δεν βρίσκεις τίποτε στα καταστήματα. Δεν βρίσκεις τίποτε στα καταστήματα, αλλά όλοι τρώνε. Ολοι τρώνε, αλλά όλοι παραπονιούνται διαρκώς ότι δεν υπάρχουν τρόφιμα. Ο κόσμος παραπονιέται διαρκώς, αλλά όλοι πάνε στην Πλατεία της Επανάστασης για να ζητωκραυγάσουν υπέρ του Φιντέλ Κάστρο». Αυτό το ιστορικό ανέκδοτο δείχνει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία την αντιφατικότητα της παρουσίας του Φιντέλ Κάστρο στη διεθνή πολιτική σκηνή για 50 χρόνια σχεδόν.
Μια παρουσία που τερματίστηκε προχθές με την ανακοίνωση που γνωστοποιεί την παραίτηση του Φιντέλ από την προεδρία της Κούβας και κλείνει το τελευταίο κεφάλαιο της ιστορίας του 20ού αιώνα που έμενε ανοικτό.
Μια παραίτηση που είχε δρομολογηθεί 20 μήνες πριν, όταν ο Κάστρο παρέδωσε την εξουσία στον αδελφό του για να μπει στο νοσοκομείο για μια σοβαρή χειρουργική επέμβαση. Είναι οπωσδήποτε αξιοθαύμαστο γεγονός το ότι ο Κάστρο μπόρεσε να επιβιώσει τόσα χρόνια μετά το αμερικανικό εμπάργκο το 1961 και ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, της χώρας που στήριζε στρατιωτικά και οικονομικά την Κούβα. Η ιστορία του Κάστρο ήταν από την αρχή μια μονομαχία με τους Αμερικανούς και τον καπιταλισμό. Από το 1952, όταν ο στρατηγός Μπατίστα, με την υποστήριξη των Αμερικανών, επέβαλε την εξουσία του με στρατιωτικό πραξικόπημα. Τότε ακριβώς εμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο ένας δικηγόρος από το Μαγιαρί, μια ανατολική επαρχία του νησιού, ο Φιντέλ Αλεχάνδρο Κάστρο Ρους. Οι ηγέτες των λαϊκών κινημάτων δεν ανήκουν συνήθως στις κατώτερες τάξεις. Ετσι και ο Κάστρο. Γόνος πλούσιας οικογένειας γαιοκτημόνων, ιδιοκτητών τεράστιας φυτείας ζαχαροκάλαμου, με ισπανικό αίμα (ο πατέρας του εγκαταστάθηκε στο νησί μεταναστεύοντας από τη Γαλικία), ο Φιντέλ δεν μπορούσε παρά να φοιτήσει στο καλύτερο καθολικό σχολείο, αργότερα σε ιησουιτικό κολέγιο και, βεβαίως, να συνεχίσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο.
Επέλεξε τη Νομική, θέλοντας να βοηθήσει την πατρίδα του και τους συμπολίτες του. Μέσα σε εννέα χρόνια κοινωνικοπολιτικής δράσης και 43 χρόνια ζωής ο Κάστρο είχε αποκτήσει στο νησί του τεράστια φήμη. Ο «δικηγόρος των φτωχών» (ουδέποτε είχε ζητήσει αμοιβή από όσους δεν μπορούσαν να του την προσφέρουν), με την κοινωνική ευαισθησία και τον ασαφή ακόμα τότε σοσιαλιστικό πολιτικό προσανατολισμό, θεώρησε ότι θα ήταν πιο χρήσιμος για τη χώρα του στα έδρανα του κοινοβουλίου. Ετσι, ύστερα από μόλις δύο χρόνια άσκησης του επαγγέλματός του διεκδίκησε το 1952 μια θέση στη βουλή. Μόνο που εκείνη τη χρονιά ο Μπατίστα ακύρωσε τις εκλογές, κηρύσσοντας το στρατιωτικό πραξικόπημά του.
Ο Κάστρο δεν μπορούσε να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια. Αποφάσισε να προβάλει ένοπλη αντίσταση κατά της δικτατορίας. Η πρώτη του προσπάθεια, με την επίθεση στο στρατόπεδο Μονκάδα, τον Ιούλιο του 1953, απέτυχε. Ο Φιντέλ συνελήφθη και φυλακίστηκε. Υστερα από λίγο του δόθηκε αμνηστία και εξορίστηκε στο Μεξικό. Εκεί γνώρισε τον Τσε και μαζί έφτιαξαν μια αντάρτικη ομάδα. Θα αποβιβαστούν ξανά στο νησί τον Δεκέμβρη του 1956 με 82 άνδρες και ένα μικρό ξύλινο γιοτ, το θρυλικό «Γκράνμα», και η επανάσταση θα ξεκινήσει. Θα τερματιστεί με τον θρίαμβο των επαναστατών και την ανατροπή του Μπατίστα την Πρωτοχρονιά του 1959.
Η Κούβα και ο Κάστρο μετά την επανάσταση
Το 1961 οι ΗΠΑ διακόπτουν τις διπλωματικές σχέσεις με το νησί. Για τους Αμερικανούς είναι ένα πολιτικό «κόκκινο μίασμα», ένα αγκάθι στα πλευρά της υπερδύναμης. Ο Κάστρο γίνεται στόχος της Ουάσινγκτον. Οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ απομυθοποιούνται όταν η απόβαση των πρακτόρων τους στον Κόλπο των Χοίρων την ίδια χρονιά, με στόχο την ανατροπή της κυβέρνησης Κάστρο, αποδεικνύεται φιάσκο, όπως ακριβώς και οι περίπου 637 ατελέσφορες απόπειρες εναντίον της ζωής του. Το 1962 το μικρό νησί της Καραϊβικής γίνεται το επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος όταν ο «κομαντάντε Φιντέλ» συμφωνεί με την τότε ΕΣΣΔ να εγκατασταθούν σοβιετικοί πύραυλοι στο έδαφός του. Τότε οι Αμερικανοί επιβάλλουν εμπάργκο στο νησί, που διαρκεί μέχρι σήμερα.
Η απειλή της «Κρίσης των Πυραύλων», όπως έμεινε γνωστή στην ιστορία, που έφερε κοντύτερα από ποτέ τον κόσμο στο πυρηνικό ολοκαύτωμα, εξαφανίστηκε όταν ο Χρουστσόφ και ο Κένεντι αποφάσισαν εν αγνοία του Κάστρο τη διάλυση των βάσεων. Ο Κάστρο και η επανάσταση στα πρώτα χρόνια πέτυχαν σπουδαία πράγματα, ιδιαίτερα στους τομείς της Παιδείας, της Υγείας και της Κοινωνικής Πρόνοιας. Η επανάσταση, όμως, άρχισε γοργά να μεταμορφώνεται σε ένα γραφειοκρατικό καθεστώς, ο Τσε το 1968 δολοφονήθηκε, οι όποιοι άλλοι ισχυροί σύντροφοι του Φιντέλ είχαν παραμεριστεί ή «εξαφανιστεί», όπως ο Σιενφουέγκος, και ο Κάστρο έγινε ένα σύμβολο εν ζωή.
Οι ικανότητές του να χειρίζεται με όφελος κάθε διπλωματική ένταση με τις ΗΠΑ ήταν αναμφισβήτητες. Ομως το ερώτημα που πλανάται μετά την αποχώρησή του αφορά τη φύση και τη βιωσιμότητα του «καστρικού μοντέλου» χωρίς τον Κάστρο. Η απομόνωση της Κούβας και ο οικονομικός μαρασμός που ακολούθησε τη διακοπή της σοβιετικής βοήθειας βύθισε τη χώρα σε δυσβάστακτη οικονομική κρίση.
Η εξάπλωση της πορνείας, της παραοικονομίας του δολαρίου και οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι τα συμπτώματα μιας προϊούσας αποσάθρωσης, απέναντι στην οποία το σημερινό καθεστώς μοιάζει ανήμπορο να αντιδράσει. Η Κούβα χάνοντας τον Φιντέλ περνά οριστικά στον 21ο αιώνα.
Αλλά, όπως και να έχει, θα είναι μια Κούβα διαφορετική. Και η μεγάλη πρόκληση θα είναι να μην ξαναγίνει αυτό που ήταν πριν από τον θρίαμβο της επανάστασης το 1959.
Μετά την ονομασία της ΠΓΔΜ, τι;
Η υπουργός Εξωτερικών, Ντόρα Μπακογιάννη, μετά τη συνάντησή της με τον μεσολαβητή του ΟΗΕ για το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ, κ. Νίμιτς, δήλωσε ότι «πηγαίνουμε σε μια διαπραγμάτευση με καθαρές θέσεις και ισχυρές όλες μας τις δυνατότητες». Σε μια διαπραγμάτευση, πάντως, είναι προτιμότερο να πηγαίνεις με ισχυρές θέσεις και καθαρές δυνατότητες, για να έχεις ελπίδες να κερδίσεις. Η δήλωση της κ. Μπακογιάννη προαναγγέλλει την αποδοχή μιας συμβιβαστικής λύσης, με την ΠΓΔΜ να είναι περισσότερο κερδισμένη. Το ερώτημα τώρα δεν είναι το ποιος έχει τις ευθύνες για το γεγονός ότι φθάσαμε μέχρις εδώ. Το κρίσιμο ερώτημα για την ελληνική διπλωματία είναι αν είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει την επόμενη πρόκληση, που είναι βέβαιο ότι θα εμφανιστεί στον ορίζοντα μόλις κλείσει το ζήτημα της ΠΓΔΜ. Και η επόμενη πρόκληση είναι βέβαιο ότι θα αφορά το Αιγαίο κατά πρώτο λόγο και τη Δυτική Θράκη κατά δεύτερο.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.