Tην ώρα που ετοιμαζόμουν για το γραφείο, άκουσα τυχαία τις πρώτες φράσεις του μεσημεριανού αθλητικού δελτίου της ΝΕΤ: «Παρελθόν αποτελεί για την τεχνική ηγεσία τής...». Ξεχνώντας προς στιγμήν ότι στην κρατική τηλεόραση «αθλητισμός» σημαίνει πλέον ποδόσφαιρο, νόμισα ότι η είδηση αφορούσε την Εθνική ομάδα μπάσκετ. Φευ, όμως, το όνομα που ακούστηκε από τα χείλη του παρουσιαστή δεν ήταν του Παναγιώτη Γιαννάκη, αλλά αυτό του Λορένσο Σέρα Φερέρ. Η ποδοσφαιρική ΑΕΚ ψάχνει για καινούργιο προπονητή. Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και για την Εθνική ανδρών στο μπάσκετ. Αλλά, σσσστ, αυτό δεν είναι ανακοινώσιμο.
Για να μην παρεξηγηθώ, διευκρινίζω ότι δεν επιθυμώ διαζύγιο του Γιαννάκη από την «επίσημη αγαπημένη». Κάθε κίνηση που αποτελεί σφαλιάρα στον οπαδισμό είναι σε αυτές εδώ τις στήλες ευπρόσδεκτη. Αντιλαμβάνομαι, όμως, ότι τέτοιου είδους βήματα παραείναι τολμηρά για την αθλητική μπανανία όπου ζούμε. Το ίδιο πιστεύει και ο Γιώργος Βασιλακόπουλος, ο οποίος θέλει να κρατήσει την Εθνική ομάδα μακριά από την πολύχρωμη ζούγκλα της μισαλλοδοξίας.
Ωστόσο, αρνείται να ξεκαθαρίσει δημόσια τη θέση της Ομοσπονδίας. Η μοναδική ένδειξη που έχουμε για τις προθέσεις της (του) είναι μία δήλωση-χρησμός στα ερτζιανά. Στο μεταξύ, ο Γιαννάκης κλοτσάει το μπαλάκι στην κερκίδα, ελπίζοντας ότι αυτό θα καταλήξει στην απέναντι πλευρά. Θα πρέπει λοιπόν να περιμένουμε μια τυχαία συνάντηση ανάμεσα στους δύο για να μάθουμε τι μέλλει γενέσθαι; Δεν είναι αστεία αυτά τα πράγματα, είναι -για την Εθνική ομάδα- τραγικά.
Αν υπάρξει (προσωρινή, για να βγει η χρονιά) αναθέρμανση του ειδυλλίου, αυτή θα ξεκινάει από την ανυπαρξία εναλλακτικών λύσεων ανάλογου βεληνεκούς. Αλήθεια, ποιος Ελληνας προπονητής θα μπορούσε να δώσει λύση στο πρόβλημα εν ριπή οφθαλμού; Πριν από τέσσερα χρόνια ο Αργύρης Πεδουλάκης θεωρήθηκε ικανός να αναλάβει την Εθνική ομάδα, ωστόσο κατέβηκε από το «τρένο» όταν είδε τον Γιαννάκη να έρχεται «από το κάγκελο» και να τον προσπερνάει στην κούρσα της διαδοχής του Ιωαννίδη. Η έκτοτε καριέρα του είναι αξιόλογη, αλλά δεν τυφλώνει κανέναν. Είναι πάντως από τους λίγους Ελληνες προπονητές με πείρα Ευρωλίγκας.
Το ίδιο ισχύει για τον Φώτη Κατσικάρη, ο οποίος θεωρείται στην πιάτσα ανερχόμενη δύναμη, αλλά δεσμεύεται από τη Βαλένθια με απαγορευτικό παράλληλης απασχόλησης συμβόλαιο και δεν σκοπεύει να εγκαταλείψει την Ισπανία. Παράθυρα υπάρχουν, αλλά χρειάζεται κόπος και ευρηματικότητα για να ανοίξουν. Αγγίζουν, πάντως, τα όρια της γελοιότητας: «Σε προσλαμβάνουμε τον Ιούνιο, σε απολύουμε τέλος Αυγούστου, σε προσλαμβάνουμε ξανά το επόμενο καλοκαίρι και πάει λέγοντας».
Από τους προπονητές που εργάζονται στην ελληνική Α1, ορισμένοι έχουν αναπνεύσει αέρα Ευρώπης (Ζούρος, Αγγέλου, Φλεβαράκης, Μαρκόπουλος), αλλά τους λείπει το ειδικό βάρος που απαιτείται για τη θέση. Ο Λευτέρης Κακιούσης υπενθυμίζει τη θητεία του στο πλευρό του Γιαννάκη, ο Γιώργος Καλαφατάκης τα 15 χρόνια του στην Α1, ο Κώστας Πιλαφίδης την προπονητική του φιλοσοφία, ο Βαγγέλης Αλεξανδρής το μπαρούτι που έχει στα πνευμόνια του, ο Γιώργος Μπαρτζώκας τη σύγχρονη ματιά του, ο Θανάσης Σκουρτόπουλος το ταλέντο του. Αλλά ας μην κρυβόμαστε, κανένας από αυτούς τους καλούς φίλους δεν έχει σοβαρές ελπίδες να λάβει το χρίσμα, εκτός των Κατσικάρη, Πεδουλάκη.
Ξένος προπονητής στην Εθνική ομάδα; Μοντέλο Ρεχάγκελ; Δεν αποκλείεται, αλλά... του χρόνου. Αν εξαιρέσουμε τον Ομπράντοβιτς και ίσως τον Σάκοτα, κανένας άλλος δεν προφταίνει να βάλει τη σφραγίδα του στην ομάδα και να περάσει τη φιλοσοφία του στους Ελληνες διεθνείς μέσα σε λίγες εβδομάδες. Και κανένας πρωτοκλασάτος δεν θα έβαζε πρόθυμα το κεφάλι του σε τέτοιον ντορβά.
Ποιος απέμεινε; Ο Παναγιώτης Γιαννάκης. «Ιδανική λύση», θα πουν κάποιοι. Ιδανική ίσως, αλλά... και μοναδική; Τι λέει ο έχων το καρπούζι και το μαχαίρι;
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.