«Tο ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι που δεν έχει κανένα νόμο, καμία αλήθεια. Στο ποδόσφαιρο δεν κερδίζει πάντα ο δυνατότερος. Γι’ αυτό είναι τόσο αγαπητό. Κι αυτή την απουσία της αλήθειας, την απουσία του νόμου, κανείς μας δεν την καταλαβαίνει. Και προσπαθούμε να την εξηγήσουμε μιλώντας για το ποδόσφαιρο, αρθρογραφώντας γι' αυτό… και κανείς δεν καταφέρνει να το εξηγήσει...».
Αυτά είχε ισχυριστεί ο Μισέλ Πλατινί σε μια εξαιρετική συνομιλία-συνέντευξη με τη Γαλλίδα συγγραφέα Μαργκερίτ Ντιράς, η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Liberation» στις 13 και 14 Δεκεμβρίου 1987. Στην Ντιράς δεν άρεσε η χρήση της λέξης «αλήθεια» από τον Πλατινί και σε κάποιο σημείο της συνέντευξης του ζητεί να την αντικαταστήσει με κάποια άλλη. Ο Πλατινί επιλέγει τη λέξη «νόμο», αλλά συχνά στη διάρκεια της συνέντευξης επαναλαμβάνει τη λέξη «αλήθεια» διότι, προφανώς, αυτό έχει βιώσει ως ποδοσφαιριστής.
Η Ντιράς, που σημειωτέον δεν παρακολουθούσε ποδόσφαιρο αλλά είχε εντυπωσιαστεί από την ανταπόκρισή του στις μάζες, δεν διαμαρτύρεται στη συνέχεια για τη χρήση της λέξης «αλήθεια» και στο τέλος φτάνει να χαρακτηρίσει το παιχνίδι «τόσο δαιμονικό όσο και θεϊκό». Αυτοί οι δύο χαρακτηρισμοί της Ντιράς, που αποδέχθηκε και ο Πλατινί, δείχνουν την κλίμακα μέσα στην οποία κινείται το ποδόσφαιρο. Αν ο Θεός είναι το ένα άκρο, ο δαίμονας είναι το άλλο. Η υπερβολή, είτε στη χαρά για την επιτυχία του συλλόγου ή της εθνικής ομάδας είτε η απογοήτευση για την αποτυχία, είναι στη φύση του παιχνιδιού.
Το ποδόσφαιρο ευνοεί τα πάθη επειδή απαιτεί τη συναισθηματική εμπλοκή του φιλάθλου-οπαδού. Χωρίς αυτήν γίνεσαι ένας ουδέτερος παρατηρητής που παρακολουθεί το παιχνίδι in vitro. Και όταν το παρακολουθείς έτσι, δεν μπορείς να το κατανοήσεις. Οπως δεν μπορείς να το κατανοήσεις όταν γίνεσαι μέρος του. Φαντάζομαι ότι μάλλον αυτό εννοεί ο Πλατινί. Η συναισθηματική ταύτιση με την ομάδα για πολλούς κοινωνιολόγους και ψυχαναλυτές είναι ένα είδος αρρώστιας, που ίσως να έχει να κάνει με τη «δαιμονική» πλευρά του παιχνιδιού.
Προσωπικώς, διόλου δεν με ενοχλεί να αρρωσταίνω κάθε φορά που βλέπω τα γκολ του Χατζηπαναγή στον τελικό Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό, το τελευταίο γκολ του Δεληκάρη με τη φανέλα του Ολυμπιακού εναντίον του ΠΑΟΚ το 1979 –αν θυμάμαι καλά–, το γκολ του Μαραντόνα στους Αγγλους στο Μουντιάλ του ‘86 ή την αριστουργηματική προσποίηση του Πελέ στον Μαζούρκεβιτς στο Παγκόσμιο Κύπελλο του '70. Από την περασμένη εβδομάδα, βέβαια, σκέφτομαι όλο και περισσότερο τη «δαιμονική» πλευρά του ποδοσφαίρου, η οποία δεν έχει να κάνει σε τίποτα με την απογοήτευση που προέρχεται από τις ήττες.
Η δαιμονική πλευρά του παιχνιδιού έχει να κάνει κυρίως με την άκρατη εμπορευματοποίησή του. Μία εμπορευματοποίηση της οποίας η πιο στυγνή μορφή είναι αυτό το πείραμα που πάει να γίνει στην Πρέμιερσιπ, με το ποδόσφαιρο του περιπλανώμενου θιάσου, του ποδοσφαίρου-τσίρκου. Στο όνομα του χρήματος, του κέρδους. Κι αυτό το μικρόβιο που οδηγεί σε μια μετάλλαξη του παιχνιδιού, έχει αρχίσει να επεκτείνεται με πολύ γρήγορο ρυθμό. Στο δίπολο παιχνίδι-προϊόν, το βάρος και η σπουδαιότητα μετατοπίζονται στο προϊόν, όπως ακριβώς στο δίπολο ομάδα-επιχείρηση το βάρος πέφτει στο δεύτερο σκέλος.
Οι φίλαθλοι στην Αγγλία ετοιμάζονται να αντιδράσουν και σε πρώτη φάση έχουν απευθύνει επιστολές στους χορηγούς των ομάδων και του πρωταθλήματος, ρωτώντας τους αν συμφωνούν με την πρόταση της 39ης αγωνιστικής. Δεν βλέπω τον τρόπο με τον οποίο μπορούν να κλιμακώσουν τις κινητοποιήσεις τους, πέρα από την αποχή. Κι αυτό θα πρέπει να αρχίσει να απασχολεί και εμάς, τώρα που πάρα πολλοί ιδιοκτήτες έχουν ανακαλύψει την ελκυστικότητα της ομάδας-επιχείρησης.
Οταν τελειώσουν οι δικαιολογίες
Στην προχθεσινή αγωνιστική, στην οποία λίγο-πολύ τα αποτελέσματα ήταν αναμενόμενα, εκτός από την ήττα της ΑΕΚ, θέλω να ξεχωρίσω δύο περιστατικά. Τη δεύτερη κίτρινη του Μαυρογενίδη –που αυτομάτως έγινε κόκκινη– στο παιχνίδι του Ηρακλή με τον Ατρόμητο. Δέχθηκε αδιαμαρτύρητα την κάρτα, έδωσε το χέρι στον διαιτητή που ήταν δίπλα του και έφυγε για τα αποδυτήρια, σκύβοντας το κεφάλι.
Το δεύτερο περιστατικό αφορά εκείνο το δολοφονικό μαρκάρισμα του Γεωργιάδη στον Καράμπελα, στο ντέρμπι της Τούμπας. Επειδή ούτε ο Μαυρογενίδης αλλά ούτε ο Γεωργιάδης στη διάρκεια της καριέρας τους επένδυσαν στην τσαμπουκαλίδικη συμπεριφορά μέσα στο γήπεδο, πρέπει να πω ότι θα περίμενα από τον Γεωργιάδη να δώσει μία εξήγηση –που δεν το είχε κάνει μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές–, να ζητήσει συγγνώμη για την κακιά στιγμή. Διότι δεν μπορώ να δεχθώ ότι το έκανε σκοπίμως. Στην ΑΕΚ, τώρα.
Η ήττα στη Λάρισα ήρθε χωρίς να μπορεί κάποιος, ακόμα και για τον φανατικότερο οπαδό του «Δικεφάλου» να πρόκειται, να τη φορτώσει στη διαιτησία. Είναι δεδομένο ότι όταν θες να πάρεις το πρωτάθλημα πρέπει να δείξεις χαρακτήρα στα παιχνίδια της περιφέρειας. Τα ντέρμπι στον πρώτο γύρο ο «Δικέφαλος» τα έχασε και με εμφανίσεις όπως αυτή του περασμένου Σαββάτου δεν πείθει ότι μπορεί να κερδίσει κάτι περισσότερο από αυτά στον δεύτερο γύρο. Αν μάλιστα προστεθούν ένα ή δύο ατυχή αποτελέσματα, το πουλάκι πέταξε. Η γκρίνια, βέβαια, έχει αρχίσει από τώρα που ο «Δικέφαλος» βρίσκεται 4 βαθμούς πίσω από τους «πράσινους» και ίσως βρεθεί 5 πίσω από τους «ερυθρόλευκους», αν το ματς του Ολυμπιακού με την Καλαμαριά ξαναγίνει και οι «κόκκινοι» κερδίσουν. Το να προσπαθεί κάποιος να ανακαλύψει τον φταίχτη για την απώλεια του περασμένου Σαββάτου, δεν εξυπηρετεί σε τίποτα την προσπάθεια των «κιτρινόμαυρων» να κατακτήσουν το πρωτάθλημα.
Οι ευθύνες και τα εύσημα απονέμονται στο τέλος μιας προσπάθειας. Το μεγάλο πρόβλημα της ΑΕΚ είναι ότι δεν αποτελεί ένα ομοιογενές σύνολο, με αποτέλεσμα να μεγεθύνονται τόσο τα αρνητικά όσο και τα θετικά. Και όταν η υπερβολή είναι βασικό γνώρισμα της αγωνιστικής σου συμπεριφοράς, τότε οι δικαιολογίες δεν πείθουν. Και μαρτυρούν μία διάθεση μετατόπισης των ευθυνών.
Ο Τσίπρας αγχώνει
Ενα από τα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση μετά την εκλογή του Αλέξη Τσίπρα στην προεδρία του ΣΥΝ ήταν η αντίδραση του ΠΑΣΟΚ και του ΚΚΕ. Μια αντίδραση τόσο γρήγορη που δείχνει ότι αυτή η εκλογή απορρυθμίζει και ενοχλεί. Ισως επειδή μπορεί να ενεργοποιήσει στο εσωτερικό και των δύο αυτών κομμάτων αιτήματα που δεν ανήκουν στην ατζέντα των ηγεσιών, γεγονός που μπορεί να υπονομεύσει την ενότητα δράσης. Μία ενότητα που στο ΚΚΕ όταν αμφισβητείται αντιμετωπίζεται με περιθωριοποιήσεις και διαγραφές, ενώ στο ΠΑΣΟΚ, στην κατάσταση στην οποία βρίσκεται τώρα η ενότητα –δράσης και φυσιογνωμίας–, είναι ζητούμενο. Στον ΣΥΝ, πάντως, η πρόκληση δεν βρισκόταν στην εκλογή Τσίπρα, όσο στην πολιτική πρόταση που θα τη συνοδεύσει. Μετά το 1989 η Αριστερά μπορεί να έκανε κριτική και καταγγελίες, αλλά δεν ήταν σε θέση να αρθρώσει προτάσεις. Θα ήταν κρίμα και πολιτική απογοήτευση η πρόταση διακυβέρνησης της Ριζοσπαστικής Αριστεράς να συρρικνωθεί στην εκλογή ενός νέου ανθρώπου στην προεδρία του ΣΥΝ.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.