Καλοκαίρι του 2001: ο Πανιώνιος είναι σε διοικητική αποσύνθεση μετά την αποχώρηση των πολύ δυνατών οικονομικά αφών Χατζηιωάννου. Ο Σάκης Γερασιμίδης, που στην ουσία ήταν εκείνος που διοικούσε και επί Χατζηιωάννου, παίρνει την κατάσταση στα χέρια του, γνωρίζοντας ότι το έργο που αναλάμβανε είχε μεγάλο ρίσκο. Ευτυχώς για την «κυανέρυθρη» ομάδα τότε που παραχωρήθηκε στον Ολυμπιακό ο Θοδωρής Παπαλουκάς και εισπράχθηκαν κοντά στα 400 εκατ. δραχμές, ειδάλλως το μέλλον της θα ήταν ακόμη πιο ζοφερό.
Ο Γερασιμίδης είχε εκτός των άλλων το έργο να βρει και τον αντικαταστάτη του Λευτέρη Σούμποτιτς στην τεχνική ηγεσία. Πολλά ονόματα τέθηκαν υπόψη του, αλλά δεν υπήρχε κάποιος που να τον συγκινούσε ιδιαίτερα. Τελικώς, κατέληξε στον Παναγιώτη Γιαννάκη, αν και είχε αρκετές αμφιβολίες. Από μέσα του ο Γερασιμίδης πίστευε στον «δράκο», αλλά από την άλλη η πίστη του κλονιζόταν από το γεγονός ότι ο κάποτε μεγάλος άσος του παρελθόντος δεν είχε δουλέψει ποτέ σε σύλλογο μέχρι τότε, ενώ παράλληλα η έξωθεν καλή μαρτυρία για τις προπονητικές του ικανότητες δεν ήταν η καλύτερη δυνατή. Βλέπετε, μετά το διετές πέρασμα από την Εθνική ο Γιαννάκης είχε βρεθεί στο στόχαστρο πολλών και η κριτική που είχε δεχθεί ήταν αρνητικότατη.
Ο ίδιος ο 49χρονος -σήμερα- τεχνικός πάντα πίστευε στον εαυτό του. Πίστευε ότι στην προπονητική θα μπορούσε να κάνει ανάλογη καριέρα με αυτή που έκανε ως παίκτης. Κάτι που ελάχιστοι έχουν καταφέρει. Η άποψη είναι άλλωστε γνωστή: «Πολύ δύσκολα μεγάλος παίκτης γίνεται και σπουδαίος προπονητής». Τα παραδείγματα επιτυχημένων και στα δύο πόστα είναι μετρημένα στα δάκτυλα του ενός χεριού. Και ένα από αυτά είναι ο «δράκος».
Τα προπονητικά του δόγματα
Πηγαίνοντας στην Κέρκυρα, σε ένα από τα τουρνουά προετοιμασίας που είχε προγραμματίσει ο Πανιώνιος, του είχα επιστήσει την προσοχή στο ότι «θα πρέπει πάση θυσία να κερδίσεις στο ματς Κυπέλλου που ακολουθεί με την ΑΕΚ, γιατί ο κόσμος του Πανιωνίου θα γκρινιάζει». Του το είπα αυτό διότι έτσι ήταν τα πράγματα (πλέον δεν είναι) και γιατί υπήρχε ανάλογο παράδειγμα: στο ξεκίνημα της περιόδου 1996-1997, όταν οι Νεοσμυρνιώτες είχαν προσλάβει προπονητή τον Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου. Ο Πανιώνιος στα φιλικά τρέκλιζε, στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος έχασε στη Γλυφάδα από την ΑΕΚ του Ιωαννίδη και ο κόσμος απαίτησε και πέτυχε την απομάκρυνση του «Κόουτς Κ».
Στην παραπάνω επισήμανση, λοιπόν, ο «δράκος» μου είχε πει: «Ολα τα ματς έχουν το ενδιαφέρον τους. Μόνο που το θέμα είναι να φτιάξεις ομάδα, να βάλεις βάσεις και όχι να κερδίσεις ένα ματς. Πρέπει να βλέπεις το δάσος και όχι μόνο το δέντρο». Ο Πανιώνιος τελικά απέκλεισε την ΑΕΚ, τρεις μέρες, όμως, μετά γνώρισε την ήττα-αποκλεισμό στην Κυψέλη από τον Πανελλήνιο του Μάνου Μανουσέλη (τωρινού συνεργάτη του στον Ολυμπιακό) και όλη τη χρονιά η γκρίνια που είχε στη Νέα Σμύρνη ήταν μεγάλη. Κανείς δεν του συγχώρεσε τον αποκλεισμό από τους Κυψελιώτες. Ο «δράκος», όμως, δούλεψε ακατάπαυστα και έστω και αν ήταν εμφανείς οι αδυναμίες του σε θέματα τακτικής, έφυγε από την πλατεία έχοντας κάνει επιτυχημένο συλλογικό ξεκίνημα.
Η έμφαση στην άμυνα, η αυταπάρνηση, η τοποθέτηση του «εγώ» κάτω από την ομάδα ήταν και είναι μερικά από τα δόγματά του. Που τα είχε ως παίκτης, που τα έβαλε μπρος και στην προπονητική καριέρα του. Λένε πως «για να γίνεις σημαντικός προπονητής, πρέπει να σκοτώσεις τον παίκτη μέσα σου». Ο Γιαννάκης, όμως, δεν το έκανε αυτό και χρησιμοποιεί όλα τα παραπάνω στη μεγάλη προπονητική καριέρα που έχει ξεκινήσει εδώ και 11 χρόνια. Εχει, όμως, κι άλλα «μότο», που είναι επί της ουσίας. Το «μη βλέπετε χρόνο και σκορ, εκτός από το τελευταίο λεπτό», που λέει συχνά-πυκνά, το εννοεί και το παραεννοεί. Ο προπονητής του Ολυμπιακού θέλει από τους εκάστοτε παίκτες του να κάνουν στο παρκέ αυτά που δουλεύουν στις προπονήσεις. Χωρίς πανικό, χωρίς να κοιτάνε το ταμπλό, χωρίς να βιάζονται. Εξ ου και ο τρόπος παιχνιδιού του Γιαννάκη. Δεν θέλει γρήγορο παιχνίδι, προτιμάει το σετ, έστω και αν ως παίκτης ουκ ολίγες φορές έπαιρνε την μπάλα, τράβαγε... χειρόφρενο και πέταγε τριποντιές από τα 7 και 8 μέτρα. Το τελευταίο -ευτυχώς για τον ίδιο και τις ομάδες του- είναι κάτι που δεν εμπεριέχεται στην προπονητική φιλοσοφία του. Αντίθετα, ο 49χρονος προπονητής θέλει από τον παίκτη του και δη τον περιφερειακό του να κερδίζει φάουλ, να πηγαίνει συχνά στη γραμμή των βολών. Δεν νοείται γκαρντ για τον «δράκο» που να μην μπορεί να κάνει αυτό το πράγμα, γι' αυτό άλλωστε περιμένει πώς και πώς την επιστροφή του Μασιγιάουσκας, που ειδικά αυτό ξέρει να το κάνει καλά. Οπως και ο αγαπημένος του Ρόντρικ Μπλάκνεϊ, έστω σε μικρότερο βαθμό.
Η βελτίωση των νέων
Ενα επίσης από τα θετικά χαρακτηριστικά του νέου προπονητή του Ολυμπιακού είναι ότι βελτιώνει ατομικά τους παίκτες. Μπορεί να μην έχει δουλέψει σε πολλές ομάδες, αλλά τα παραδείγματα είναι αρκετά. Στον Πανιώνιο είχε φέρει, μεταξύ άλλων, τον Πολ Σίρλεϊ, έναν ψιλόλιγνο σέντερ από το Αϊόβα Στέιτ. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που πίστεψαν ότι το εν λόγω παλικαράκι θα μπορούσε να παίξει μπάσκετ της προκοπής. Η κατάληξη είναι ότι έφθασε μέχρι το ΝΒΑ, παίζοντας σε Σανς και Μπουλς. Στο Μαρούσι, όπου ο Γιαννάκης εντυπωσίασε, οι περισσότεροι έλεγαν «πού πας με Στεφανίδη, Κολώκα και αυτούς τους άγευστους Σέρβους Σμίλιανιτς και Πόποβιτς;». Η απάντηση δόθηκε μέσα στο παρκέ. Και ήταν εύγλωττη. Τα πιο τρανά, όμως, παραδείγματα είναι ο Σπανούλης με τον Σέκουλιτς. Ο πρώτος πήγε στο Μαρούσι από τη Λάρισα ως ένα σημαντικό ταλέντο. Ο Γιαννάκης κατ' αρχάς και έπειτα ο Ομπράντοβιτς τον έστειλαν στο ΝΒΑ. Οσον αφορά τον Σέκουλιτς, η ΑΕΚ τον άφησε ελεύθερο χωρίς πόνο ψυχής και ο «δράκος» τον τσάκωσε. Απλώς να αναφέρουμε ότι ο Σέρβος σέντερ έχει αυτή τη στιγμή σημαντικό ρόλο στη σπουδαία Ρεάλ Μαδρίτης.
Αυτό, η βελτίωση δηλαδή των νεαρών παικτών, είναι ένα στοιχείο πάνω στο οποίο ποντάρουν πολλοί οι άνθρωποι του Ολυμπιακού. Μία ματιά στο ρόστερ της ομάδας και θα καταλάβετε το γιατί: πλειάδα ταλαντούχων παικτών. Και στο βάθος το μεγάλο στοίχημα, ο Σοφοκλής Σχορτσιανίτης. Που παρεμπιπτόντως συνεχίζει την προσπάθειά του στην Ελβετία και όπως αναφέρουν οι πληροφορίες έχει χάσει ήδη κοντά στα 15 κιλά. Ενας παίκτης που, αν είναι καλά, κάνει τη διαφορά και που στα χέρια του Γιαννάκη όλοι πιστεύουν ότι θα γίνει ο γνωστός «Σόφο». Η ουσία είναι εν τέλει ότι ο Ολυμπιακός έχει να κερδίσει πολλά από τον νέο του προπονητή. Οπως και το αντίστροφο. Η συστηματική σκληρή δουλειά έχει πάρει πλέον τη θέση της χαλαρότητας και της πλακίτσας.
Σαν να ήταν χρόνια στον Ολυμπιακό
Για το ντεμπούτο του Παναγιώτη Γιαννάκη στον πάγκο του Ολυμπιακού από αγωνιστικής πλευράς τα είπαμε και χθες και τα λέμε σήμερα σε άλλες στήλες. Εκείνο όμως που μας έκανε εντύπωση περισσότερο από οτιδήποτε άλλο ήταν η αποθεωτική υποδοχή που του επιφύλαξαν οι περίπου 10.000 φίλαθλοι που βρέθηκαν την Τετάρτη στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Μία υποδοχή που θα ταίριαζε «λουκούμι» στον Γιάννη Ιωαννίδη, στον Μίλαν Τόμιτς, στον Ντέιβιντ Ρίβερς ή, τέλος πάντων, σε οποιονδήποτε δόξασε κατά το παρελθόν τα ερυθρόλευκα χρώματα. Ετσι επιτάσσει η ελληνική νοοτροπία. Δεν το συζητάμε καν ότι τέτοια και ακόμα πιο θερμή υποδοχή θα έπρεπε να λάβει, ούτως ή άλλως, ο «δράκος» αν ο κόσμος έπαιρνε ως -μοναδικά- δεδομένα την τεράστια προσωπικότητά του, την μπασκετική υπόστασή του και το μεγαλείο του γενικά ως ανθρώπου του αθλητισμού.
Απλά -πάντα για την ελληνική νοοτροπία- ο Γιαννάκης ήταν και ως παίκτης και ως προπονητής απέναντι από τον Ολυμπιακό. Δεν είναι λίγοι εκείνοι οι φίλαθλοι της πειραϊκής ομάδας που δεν έβλεπαν και δεν βλέπουν με καλό μάτι την παρουσία του επειδή έχει παίξει στον Παναθηναϊκό.
Γι' αυτό λοιπόν μας έκανε μεγάλη εντύπωση η θέρμη με την οποία έγινε αποδεκτός ο 49χρονος τεχνικός από τον κόσμο του Ολυμπιακού. Είχαν όμως τους λόγους τους οι «ερυθρόλευκοι» για να αντιδράσουν όπως αντέδρασαν, κάτι το οποίο εννοείται ότι το έκαναν γιατί έτσι αισθάνονταν και όχι επειδή έπρεπε να το κάνουν. Εχουμε και λέμε:
α) Το μπάσκετ του Ολυμπιακού τούς έχει πικράνει τα τελευταία χρόνια με την απόλυτη κυριαρχία του Παναθηναϊκού. Στο πρόσωπο του Γιαννάκη βλέπουν τον άνθρωπο που μπορεί να δώσει το σχετικό τέλος.
β) Ηταν τόσο μεγάλη η αγανάκτησή τους για την ομάδα του Πίνι Γκέρσον (τον οποίο και αυτοί έδιωξαν στην ουσία), που όποιος και αν ήταν ο επόμενος προπονητής, θα τον δέχονταν με θέρμη. Πόσω μάλλον που αυτός είναι ο Γιαννάκης, ο οποίος -ειδικά με την Εθνική- έκανε πράματα και θάματα. Αρα κρίνεται ικανός να φθάσει την ομάδα στην κορυφή.
γ) Ο «δράκος», όπως αναφέραμε, δεν υπήρξε ποτέ στέλεχος του Ολυμπιακού. Πάντοτε όμως ή σχεδόν πάντοτε (εξαίρεση η περίοδος κατά την οποία έπαιξε στον Παναθηναϊκό...) ειδικά οι Πειραιώτες φίλαθλοι της ομάδας τον ένιωθαν δικό τους παιδί. Γαλουχημένος και μεγαλωμένος σε ένα γειτονικό σωματείο του Ολυμπιακού, τον Ιωνικό, και σε μία περιοχή, όπως είναι η Νίκαια, όπου ο Ολυμπιακός έχει πολλούς φιλάθλους, δεν ήταν αδικαιολόγητο που πολλοί «ερυθρόλευκοι» τον είχαν στην καρδιά τους.
Κάπως έτσι εξηγείται το μαγικό βράδυ που έζησε προχθές ο Γιαννάκης. Σε ένα γήπεδο στο οποίο πριν από περίπου 20 χρόνια γνώρισε την πρώτη μεγάλη επιτυχία της καριέρας του με την κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ. Σήμερα στον ίδιο χώρο καλείται να δημιουργήσει μία νέα αυτοκρατορία. Ο χρόνος θα δείξει αν θα τα καταφέρει. Το μέταλλο πάντως του πρωταθλητή το έχει.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.