Ο τρόπος και το σκεπτικό με το οποίο οι ελληνικές ομάδες κάνουν τις μεταγραφές τους προφανώς και παρουσιάζουν διαφορές. Η πρώτη έχει να κάνει με το πορτοφόλι, το οποίο καθορίζει το εύρος των επιλογών, και η δεύτερη με τη λογική της επιλογής των μεταγραφικών στόχων. Ενας ακόμα παράγοντας που διαφοροποιεί τις μεταγραφές είναι η περίοδος κατά την οποία πραγματοποιούνται.
Οι «καλές» μεταγραφές γίνονται το καλοκαίρι και συνήθως τον χειμώνα αυτές που έχουν τον χαρακτήρα της προσθήκης στο αγωνιστικό υλικό μιας ομάδας. Ας παραμερίσουμε το ζήτημα με το πορτοφόλι, με τις οικονομικές δυνατότητες μιας ομάδας και ας δούμε λίγο τον τρόπο της επιλογής. Θεωρητικά, μια ομάδα, όταν διαπιστώσει κάποια κενά στο ρόστερ της, αναζητεί ποδοσφαιριστές που μπορούν να συμπληρώσουν τα συγκεκριμένα κενά.
Ποδοσφαιριστές που θα είναι πρώτης επιλογής ή που θα χρησιμοποιούνται ως αναπληρωματικοί ενός ποδοσφαιριστή της βασικής ενδεκάδας. Πολλές φορές ο ποδοσφαιριστής που επιλέγεται ως αναπληρωματικός είναι νεαρός και ταλαντούχος και το σκεπτικό της επιλογής του είναι να αποκτήσει εμπειρίες και να ωριμάσει ποδοσφαιρικά ώστε να ετοιμαστεί για τη βασική ενδεκάδα. Συνήθως, όταν οι ομάδες εντοπίζουν τους υποψήφιους για μεταγραφή ποδοσφαιριστές, τους παρακολουθούν για ένα χρονικό διάστημα, ώστε να εξακριβώσουν αν ο ποδοσφαιριστής εκπληρώνει τις προϋποθέσεις που θέτουν ο προπονητής και η ομάδα. Με τις ελληνικές ομάδες σπανιότατα συναντούμε τόσο σοβαρό προγραμματισμό και σε βάθος χρόνου. Να έχουν εντοπιστεί, δηλαδή, οι στόχοι ή ο στόχος και να παρακολουθείται για ένα χρονικό διάστημα ώστε να μπορούν να βγουν συμπεράσματα για τις δυνατότητες και την αξία του.
Φυσικά, θα πρέπει να παραδεχθεί κάποιος ότι τέτοιες δυνατότητες σκάουτινγκ, ειδικά αν ο υποψήφιος για μεταγραφή αγωνίζεται σε ξένο πρωτάθλημα, έχουν μόνο οι μεγάλες ομάδες, που έχουν και περισσότερα χρήματα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι ακολουθούν αυτόν τον δρόμο. Συνήθως, μεγάλες ή μικρές οι ομάδες, όταν πρόκειται για ξένο ποδοσφαιριστή, ψωνίζουν από τις λίστες διαφόρων μάνατζερ χωρίς να έχουν εικόνα οι ίδιες για τον ποδοσφαιριστή. Στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να δουν τον υποψήφιο μεταγραφικό στόχο να αγωνίζεται σε κάποιο παιχνίδι αλλά η παρακολούθηση σταματά εκεί.
Οι μικρές ομάδες, που έχουν και λιγότερες δυνατότητες, τις πιο πολλές φορές ψωνίζουν από τον σωρό, ελπίζοντας. Ή, πάλι, κάνουν επιλογές παρακινδυνευμένες που μπορεί να βγουν ή το αντίθετο. Στην επιλογή παίζει σημαντικό ρόλο ο μάνατζερ που προτείνει ποδοσφαιριστές. Αν έχεις να κάνεις με έναν μάνατζερ που ενδιαφέρεται απλώς για ένα καλό συμβόλαιο στον πελάτη του, ώστε να πάρει την προμήθεια, τότε ρισκάρεις. Αν, από την άλλη, έχεις να κάνεις με μάνατζερ που έχει μάτι και ο οποίος δεν ενδιαφέρεται να φτιάξει ένα δίαυλο επικοινωνίας με ομάδες και ποδοσφαιρικές αγορές, τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα.
Μία παράμερος που έχει ενδιαφέρον αφορά τους ταλαντούχους ποδοσφαιριστές που μεταγράφονται σε κάποια ομάδα, συνήθως μεγαλύτερη από εκείνην στην οποία αγωνίζονται. Και η παράμετρος αυτή έχει να κάνει με τις προοπτικές εξέλιξής του.
Αν η ομάδα στην οποία μεταγραφεί έχει ανθρώπους να δουλέψουν μαζί του για να βοηθήσουν στην ωρίμανση του ταλέντου ώστε ο ποδοσφαιριστής να μη μείνει στάσιμος. Και, φυσικά, μιλάμε για ποδοσφαιριστές που δεν είναι μεγαλύτεροι από τα 21. Τα τελευταία τρία χρόνια, πάντως, παρατηρούμε ότι ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟ, περισσότερο από τους υπόλοιπους, δίνουν μεγαλύτερο βάρος στο σκάουτινγκ και την παρακολούθηση αλλά τα αποτελέσματα είναι μέτρια ακόμα. Διότι οι μεταγραφές, έτσι κι αλλιώς, είναι ρίσκο. Ακόμα κι αν είναι από αυτές που λέμε «αεροδρομίου».
Είναι καλή η παγκοσμιοποίηση;
στην αρχή οι διάφοροι θεωρητικοί του νεοφιλελευθερισμού προσπαθούσαν να μας πείσουν ότι η παγκοσμιοποίηση είναι μια κατάσταση νομοτελειακή. Φυσικά, παρέλειπαν να σημειώσουν ότι υπήρξαν συγκεκριμένες πολιτικές αποφάσεις που –με τη βοήθεια των τεχνολογικών εξελίξεων– δημιούργησαν ένα δεδομένο θεσμικό πλαίσιο για τη λειτουργία των αγορών και τις κινήσεις του κεφαλαίου, που μετακινείται από χώρα σε χώρα ελεύθερα και χωρίς περιορισμούς και ελέγχους.
Μετά άρχισε να γίνεται μια προσπάθεια για να πειστούμε ότι η παγκοσμιοποίηση είναι καλή για όλους. Ολα τα στοιχεία, όμως, δείχνουν πεντακάθαρα ότι ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία ο πλούτος δεν ήταν τόσο μεγάλος και ποτέ δεν είχε συγκεντρωθεί σε τόσο λίγα χέρια. Το κεφάλαιο έχει πετύχει μία ολοκληρωτική νίκη επί της μισθωτής εργασίας. Η εργασία σήμερα, παντού στον κόσμο, αντιμετωπίζεται ως οποιοδήποτε άλλο εμπόρευμα. Στο προπύργιο της παγκοσμιοποίησης στον αναπτυγμένο κόσμο, τις ΗΠΑ, το πλουσιότερο 1% των Αμερικανών κατέχει 190 φορές περισσότερο πλούτο από το μέσο νοικοκυριό, με βάση τα στοιχεία του Economic Policy Institute. Στην Ευρώπη υπολογίζεται ότι το 50% των εργαζομένων είδε απώλειες στο εισόδημά του τα τελευταία πέντε χρόνια. Σύμφωνα με μία έκθεση του διεθνούς οργανισμού εργασίας, που δημοσιοποίησε πέρυσι τον Γενάρη το περιοδικό «ΓΑΛΕΡΑ», «ένας στους δύο περίπου εργαζόμενους του πλανήτη αμείβεται με λιγότερα από δύο δολάρια την ημέρα».
Κάποιοι από αυτούς έγιναν πλουσιότεροι, επειδή σήμερα κερδίζουν κάποια δολάρια παραπάνω απ' ό,τι πριν, και έτσι σβήστηκαν από τις επίσημες λίστες των φτωχών. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα εκατομμυρίων Κινέζων που σβήστηκαν από τη λίστα των επίσημα φτωχών, μια και μετακομίζουν από τις άθλιες συνθήκες της υπαίθρου στα γκετοποιημένα διαμερίσματα και στις παραγκουπόλεις των αστικών κέντρων, με συνθήκες δουλειάς και διαβίωσης που απλώς ξεπερνούν το όριο της επίσημης στατιστικής φτώχειας. Αν τώρα αυτό, σύμφωνα με τους νεοφιλελεύθερους, είναι η καλή πλευρά της παγκοσμιοποίησης, τότε η κακή είναι κάτι που απασχολεί τους σκλάβους ή τους νεκρούς.
Οχι άλλες μεταρρυθμίσεις
Αυτή η κυβέρνηση από την αρχή της προηγούμενης θητείας της μας τα είχε κάνει τσουρέκια με την αναγκαιότητα αυτού που ονόμαζε «μεταρρυθμίσεις» και οι οποίες υποτίθεται ότι θα βελτίωναν την οικονομία και της χώρας και των πολιτών. Μέχρι τώρα εκείνο που εννοεί ως μεταρρύθμιση η κυβέρνηση είναι η ιδιωτικοποίηση κερδοφόρων οικονομικά κρατικών επιχειρήσεων, χωρίς να αιτιολογεί αυτή την επιλογή της. Παράλληλα, δίνει με επιτυχία εξετάσεις αυταρχισμού και αντιδημοκρατικότητας. Μέσα σε όλο το τηλενταβαντούρι για την υπόθεση Ζαχόπουλου και κάποια εκατομμύρια που βγαίνουν από μαύρες σακούλες και μπαίνουν σε τραπεζικούς λογαριασμούς για μεγαλύτερη άνεση, η κυβέρνηση ψήφισε και νέο εκλογικό νόμο. Ξέρετε, πρόκειται γι’ αυτό το υπόδειγμα που δίνει πριμ 50 έδρες στο πρώτο κόμμα, στο όνομα της δημοκρατίας και φυσικά της προώθησης των μεταρρυθμίσεων. Από την κυβέρνηση που έχει σήμα κατατεθέν την ανικανότητα και τη διαφθορά και θα κάνει τα σκάνδαλα της θητείας της χάντρες για κομπολόι.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.