Συχνά μιλάμε και γράφουμε για την εμπορευματοποίηση του ποδοσφαίρου, πρακτική που ήρθε από τις ΗΠΑ, οι οποίες βρίσκονται στην πρωτοπορία της εμπορικής εκμετάλλευσης των σπορ. Η εμπορευματοποίηση δεν είναι το μόνο που δανειστήκαμε από τους Αμερικανούς σε ό,τι αφορά τα σπορ, αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι τόσο η εμπορευματοποίηση όσο και διάφορα άλλα πράγματα που καθορίζουν συμπεριφορές και στάσεις απέναντι στον αθλητισμό (π.χ. ντόπινγκ) θα τα υιοθετούσαν –νομοτελειακά– και η Ευρώπη και ο υπόλοιπος κόσμος.
Ας πούμε ότι η αμερικανική προσέγγιση στον αθλητικό ανταγωνισμό, που υποστηρίζει ότι «ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος τίποτα», είναι συμβατή με την αντίληψη της κοινωνικής συμβίωσης που οι ΗΠΑ δάνεισαν στον υπόλοιπο κόσμο, σύμφωνα με την οποία «ο νικητής τα παίρνει όλα» («The winner takes it all», μεγάλη επιτυχία κάποτε και των ABBA). Αυτό το καταναγκαστικό μότο για τον πρώτο που είναι τα πάντα και τον δεύτερο που είναι ένα μηδενικό, στη δική μου αντίληψη είναι μια προτροπή για νίκη με κάθε μέσο.
Σημασία έχει ο σκοπός, ο οποίος από την εποχή του Μακιαβέλι είναι γνωστό ότι αγιάζει τα μέσα. Βέβαια, για την επίτευξη του σκοπού, εκτός από τα μέσα, είναι πολύ καλό να γνωρίζεις όλα τα δεδομένα που τον αφορούν, ώστε να χρησιμοποιήσεις αυτά που πρέπει τότε που πρέπει.
Κάποτε στο ποδόσφαιρο τα μόνα στατιστικά στοιχεία που χρησιμοποιούσαμε ήταν ο αριθμός από τα σουβλάκια που τρώγαμε βλέποντας το παιχνίδι της ομάδας μας από την τηλεόραση και οι μπίρες που πίναμε όταν ήταν να γιορτάσουμε μια νίκη. Αυτά τα νούμερα τα μετρούσαμε μόνοι μας, χωρίς τη βοήθεια κάποιας Prozone ή κάποιου προγράμματος που μπορούσε να τρέξει στον υπολογιστή. Ασε που δεν υπήρχαν τότε υπολογιστές...
Τώρα, φυσικά, το ποδόσφαιρο είναι ένα τελείως διαφορετικό σπορ. Για την ακρίβεια, είναι ένα προϊόν που κοστίζει αρκετά και μπορεί να αποφέρει ακόμα περισσότερα, γεγονός που επιβάλλει μια τελείως διαφορετική προσέγγιση στο παιχνίδι-προϊόν. Μια προσέγγιση περισσότερο ολοκληρωμένη, άρα και περισσότερο επιστημονική. Μια προσέγγιση στην οποία κυριαρχούν τα στατιστικά στοιχεία.
Ολες οι μεγάλες ομάδες –και αρκετές μικρές– χρησιμοποιούν ήδη μοντέλα στατιστικής ανάλυσης που μπορούν να δώσουν μια εξήγηση για το πώς μια ομάδα κέρδισε, πώς έχασε, ποια είναι η καλή της πλευρά στο γήπεδο, πού χωλαίνει η ανάπτυξή της, τι ποσοστά αξιοποίησης ευκαιριών έχει, πόσα χιλιόμετρα καλύπτουν μέσα στο γήπεδο στη διάρκεια του αγώνα οι ποδοσφαιριστές της, ακόμα και τη γραμμή στην οποία η ομάδα χρειάζεται ενίσχυση και ποιους ποδοσφαιριστές μπορεί να αναζητήσει για την κάθε θέση στις μεταγραφές.
Δεν είναι λίγοι οι ποδοσφαιριστές που –όπως οι τηλεστάρ αναζητούν τα ραβασάκια της AGB με τα ποσοστά τηλεθέασης– αναζητούν πλέον τους πίνακες με τα στατιστικά τους. Αυτό αποκαλύπτει μια αυξανόμενη εμμονή με τα στατιστικά στοιχεία, που καθορίζουν σχεδόν τα πάντα. Ομως τα στατιστικά, που υπολογίζονται με τρόπους που έχουν επινοήσει άνθρωποι, δεν διασφαλίζουν το αποτέλεσμα. Πολλές φορές τα αποτελέσματα κρίνονται από την τύχη, από έναν αστάθμητο παράγοντα ή από την ενέργεια ενός ποδοσφαιριστή που αντικαθιστά κάποιον με καλύτερα στατιστικά.
Σκέφτομαι ότι ένας ταλαντούχος νεαρός ποδοσφαιριστής, από αυτούς που χρειάζονται ενθάρρυνση ή μια πατρική συμβουλή, δεν θα έχει τύχη με κάποιον προπονητή που είναι παθιασμένος με τα στατιστικά. Προφανώς, η βοήθεια των στατιστικών είναι χρήσιμη, αλλά αν φτάσει να καθορίζει τα πάντα, τότε το παιχνίδι-προϊόν θα μεταμορφωθεί σε μια παράθεση από άψογες στατιστικά νίκες –που θα γεμίζουν τα ταμεία–, αλλά μάλλον βαρετές για όσους επιζητούν το θέαμα.
Αυθαίρετες εκτιμήσεις
Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα, αλλά είναι κάτι που συμβαίνει πάντα όταν μια παρέα στήνεται μπροστά από την τηλεόραση, συνήθως για την παρακολούθηση κάποιου παιχνιδιού.
Ενα παιχνίδι αξιολογήσεων, σαν εκείνο που κάναμε –όσοι το κάναμε παλιότερα– με τις λίστες για ένα σωρό πράγματα. Από πράγματα ή πρόσωπα που έμπαιναν σε μια κατηγορία με τον τίτλο «τα καλύτερα» ή «τα αγαπημένα».
Με αφορμή το χορταστικό παιχνίδι της Αιγύπτου με το Καμερούν, το ερώτημα αφορά τους πέντε καλύτερους Αφρικανούς ποδοσφαιριστές. Που αγωνίστηκαν στην Ευρώπη, φυσικά, μια και εκεί καταξιώνεται ένας Αφρικανός ποδοσφαιριστής. Αυθαίρετη εκτίμηση προφανώς, αλλά ο γράφων θεωρεί ότι ο κορυφαίος Αφρικανός ποδοσφαιριστής προερχόταν από τη Μοζαμβίκη, μόνο που τον καιρό που αγωνίστηκε η χώρα του ήταν πορτογαλική αποικία. Πρόκειται φυσικά για τον Εουσέμπιο, έναν από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές του κόσμου –και όχι μόνο της Αφρικής–, που αγωνίστηκε στην Μπενφίκα και την εθνική Πορτογαλίας μαζί με τον συμπατριώτη του, Μάριο Κολούνα.
Ο Εουσέμπιο, που είχε βγει πρώτος σκόρερ στο Μουντιάλ του '66, ήταν αυτός που οδήγησε την Μπενφίκα στον ευρωπαϊκό τίτλο του 1962 και ήταν ο κάτοχος του ρεκόρ των γκολ με την εθνική Πορτογαλίας, με 41 σε 64 παιχνίδια, μέχρι πριν από λίγους μήνες, όταν ο Παουλέτα του πήρε το ρεκόρ. Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι ο Εουσέμπιο κατέχει ένα άλλο εντυπωσιακό ρεκόρ, μια και σημείωσε 727 γκολ στο πρωτάθλημα αγωνιζόμενος σε 715 παιχνίδια!
Μετά τον Εουσέμπιο –και όχι κατ' ανάγκην με αυτή τη σειρά–, θα τοποθετούσα τον Ζορζ Γουεά (φωτό), που ψηφίστηκε κορυφαίος ποδοσφαιριστής στην Ευρώπη και τον κόσμο και πέτυχε σπουδαία πράγματα, με τη Μίλαν κυρίως, τον Ροζέ Μιλά, που συνεχίζει να έχει το ρεκόρ του γηραιότερου ποδοσφαιριστή που πέτυχε γκολ σε τελική φάση του Παγκοσμίου Κυπέλλου και έλαμψε στο Μουντιάλ του 90 σε ηλικία 38 χρόνων, τον Αλγερινό Ραμπά Ματζέρ, που έκανε αίσθηση με την Αλγερία στο Μουντιάλ του '82 και τέλος θα έβαζα στην πεντάδα και τον Γκανέζο Αμπντί Πελέ.
Φυσικά, για την πεντάδα υπάρχουν ακόμα τρεις σοβαρές υποψηφιότητες από ποδοσφαιριστές που βρίσκονται στην αγωνιστική δράση, αλλά είναι ακόμα νωρίς για να αξιολογηθούν τελεσίδικα. Μιλάω για τους Ετό, Ντρογκμπά και Εσιέν.
Η τελευταία άμυνα
Η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης κάθε φορά που τα κόμματα της αντιπολίτευσης την κατηγορούσαν για σκάνδαλα, η τελευταία της άμυνα, ήταν ότι όλες οι υποθέσεις οδηγούνται στη Δικαιοσύνη, της οποίας η κυβέρνηση σέβεται την ανεξαρτησία. Από την εποχή που η κυβέρνηση απέκτησε το δικαίωμα να διορίζει την ηγεσία της Δικαιοσύνης, ας μου επιτραπεί να διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις γι' αυτή την περιβόητη «ανεξαρτησία» και αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης στη διερεύνηση υποθέσεων στις οποίες εμπλέκονται κυβερνητικά στελέχη. Η κατάληξη της υπόθεσης των τηλεφωνικών υποκλοπών, του μεγαλύτερου σκανδάλου της μεταπολεμικής ιστορίας, είναι χαρακτηριστική. Ετσι, δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος για τη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης Ζαχόπουλου και των σχετιζομένων με αυτήν. Οπως επίσης δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι ισχύει η πρωθυπουργική διαβεβαίωση πως η κυβέρνηση δεν εκβιάζει και δεν εκβιάζεται, τη στιγμή κατά την οποία δύο από τους σπουδαιότερους συνεργάτες του πρωθυπουργού έχουν σημαντική εμπλοκή στην υπόθεση.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.