Οταν γνωρίζεις μια καινούργια γκόμενα, πρώτα απ' όλα δεν μαγεύεσαι από τις μικρές της χαριτωμένες συνήθειες; Οπως το ότι ενδιαφέρεται για την υγεία σου, λέγοντάς σου ότι πρέπει να καπνίζεις λιγότερο, ότι θέλει να τα περνάτε ωραία προτείνοντάς σου διάφορα ταξίδια και ότι δεν χορταίνει να αγκαλιάζει την κορμάρα σου; Επειτα από ένα χρόνο δεν σου σπάει τα τέτοια όταν δεν σε αφήνει να κάνεις ένα τσιγάρο χωρίς να σε μουρμουρίσει, όταν σε τραβολογάει στα πιο απίθανα μέρη κάθε Κυριακή και αργία και όταν την πιάνει το ερωτικό της όλες τις μέρες, αλλά ιδιαίτερα εκείνες που γυρίζεις ψόφιος από τη δουλειά; Δηλαδή δεν νιώθεις όπως οι οπαδοί του Πανιωνίου απέναντι στον Λίνεν;
Μετά τον πρώτο χρόνο του μέλιτος η σχέση των οπαδών του Πανιωνίου με τον Εβαλντ Λίνεν θα κριθεί φέτος. Πέρυσι τα πάντα ήταν ονειρικά. Ο Λίνεν ήταν η εναλλακτική πνοή στον πάγκο, έτοιμος να πειραματιστεί, να δώσει ευκαιρίες σε νέα παιδιά και να πανηγυρίσει τις νίκες της ομάδας σαν δημότης της Νέας Σμύρνης που μεγάλωσε βλέποντας ταινίες στο «Φιλίπ» και πίνοντας φραπέ στον «Αδωνι». Φέτος ο Λίνεν αντιμετωπίζεται σαν ένας ακόμα προπονητής. Καλός φυσικά, αλλά που και αυτός κάνει λάθη, όπως έχει αρχίσει να τα παρατηρεί η ιδιαίτερα μουρμούρικη κερκίδα κοντά στους επισήμους.
Μακριά από εμένα η άποψη ότι ένας προπονητής είναι υπεράνω κριτικής. Το κάναμε με τον Οτο Ρεχάγκελ και το αποτέλεσμα είναι να τον ρωτάς γιατί έκανε μια αλλαγή παίκτη και να ετοιμάζεται να σε δείρει. Υπάρχει όμως μια διαφορά ανάμεσα στην κριτική και τη συνολική αμφισβήτηση. Αλλο να κριτικάρεις τις αποφάσεις ενός επιτυχημένου προπονητή σε ένα ματς και άλλο να αμφισβητείς την ικανότητα του ίδιου προπονητή σε όλα τα ματς. Στην πρώτη περίπτωση εξετάζεις αν έκανε λάθος, ενώ στη δεύτερη αν είναι άχρηστος. Στην περίπτωση του Λίνεν μπορεί ο αποκλεισμός του Πανιωνίου από την Μπορντό να προήλθε και από λάθη του. Αλλά εκτός του ότι η περσινή πορεία του Πανιωνίου συγχωρεί τα όποια φετινά λάθη, και μόνο που το ματς της Νέας Σμύρνης πήγε «ένα» στο ημίχρονο «δύο» τελικό χωρίς να εκφραστούν υποψίες είναι βάλσαμο, ειδικά για τη Νέα Σμύρνη.
Οσο για το ματς του Αρη με τον Πανιώνιο, το θέμα δεν είναι οι παίκτες ή ο Μπάγεβιτς. Ανεξάρτητα από το ποιος θα καθόταν στον πάγκο του Αρη και ποιος θα έπαιζε με τη σημερινή δυναμικότητα των ομάδων, εάν η Μπάγερν χρειαζόταν αποτέλεσμα και έπαιζαν 100 φορές, τις 90 οι Γερμανοί θα κέρδιζαν με τρία γκολ διαφορά, τις δύο με λιγότερα, τις δύο θα έπαιρνε ισοπαλία ο Αρης, τη μία θα κέρδιζε και τις υπόλοιπες ο φωτεινός πίνακας θα γινόταν ταξίμετρο. Απλώς έγινε και όσοι επαναλάμβαναν ότι οι παίκτες της Μπάγερν κατέβαιναν παρεξηγημένοι και γι' αυτό ο Αρης είχε ελπίδες, να σημειώσω ότι με τη διαφορά δυναμικότητας των δύο ομάδων, αν οι Γερμανοί χώριζαν τη δεκαοκτάδα σε εννέα εννέα και πλακωνόντουσαν στα χαστούκια το ίδιο αποτέλεσμα θα ήταν.
Μετέχω και θα μετέχω σε κάθε απεργία της ΕΣΗΕΑ μόνον και εάν είναι συντεχνιακή. Είμαι πρόθυμος να πέσω στα αναχώματα της Ακαδημίας δίπλα στον Πάνο Σόμπολο, να μετάσχω στο εκτελεστικό απόσπασμα που θα σκοτώσει τους απεργοσπάστες, να γίνω άνθρωπος-βόμβα που θα τινάξει το αυτοκίνητο της Φάνης Πάλλη-Πετραλιά, φτάνει οι απεργίες και οι στάσεις εργασίας να γίνονται για συντεχνιακές διεκδικήσεις. Επίσης θα δουλεύω όχι μόνο κανονικά, αλλά και overtime τη μέρα που η ΕΣΗΕΑ θα κηρύξει απεργία για τις κάμερες στους δρόμους, την πολιτική των Αμερικανών στο Ιράκ, το φαινόμενο του θερμοκηπίου ή κάθε άλλο λόγο που δεν εντάσσεται στις αυστηρά οριζόμενες διεκδικήσεις μιας συντεχνίας. Υπάρχουνε δεκάδες κόμματα και οργανώσεις για να εκφράσω τις δημοκρατικές μου ανησυχίες και αιτήματα, και κέφι και χρόνος να υπάρχει και εκδηλώσεις διαμαρτυρίας γίνονται συχνά. Ο μόνος όμως τρόπος να απεργούν ομαδικά οι δημοσιογράφοι είναι οι διεκδικήσεις να παραμείνουν περιορισμένες στον χώρο του κλάδου. Τα ανωτέρω σε απάντηση κάποιων mail που με κούρδιζαν ότι τώρα που σφίξανε τα γάλατα συντάχθηκα με τους Τσοχοχελάκηδες και με τους Τραβόλτες του Ελευθεράτου. Οπως και σε άλλα που ανέφεραν, ότι μια φασιστική κυβέρνηση μόνο φασιστικές αποφάσεις μπορεί να παίρνει. Το τελευταίο σηκώνει επίσης συζήτηση.
Μέσα στην άγνοιά του πολύς κόσμος έχει συνδυάσει τον φασισμό, που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με τη Ν.Δ., με την πλουτοκρατία, που έχει και παραέχει, αφού εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ματσών. Οποιος ενδιαφέρεται για τη σχέση του φασισμού ή πιο συγκεκριμένα του εθνικοσοσιαλισμού με το κεφάλαιο, δεν έχει παρά να διαβάσει την εισαγωγή του βιβλίου του Joachim Fest «The face of the third reich», που προσδιορίζει το γερμανικό εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα σαν αντιπαράθεση της μικροαστικής τάξης εναντίον της κληρονομικής αριστοκρατίας και του κεφαλαίου.
Το «φασιστικό» ή «φασίστας» έχει περάσει στην ελληνική γλώσσα σαν per se βρισιά, χωρίς να εξετάζεται τι σημαίνουν οι συγκεκριμένες λέξεις. Χωρίς μάλιστα να δίνεται το ελαφρυντικό της λανθασμένης εφαρμογής της θεωρίας, όπως δίνεται ενίοτε από τους αριστερούς στους αναρχικούς με τη φράση «βέβαια, ξέρω και πραγματικούς αναρχικούς, που δεν έχουν σχέση με τους κουκουλοφόρους που κάνουν τα επεισόδια». Επίσης, αν πούμε ότι η εφαρμογή του φασισμού αυτά τα αποτελέσματα έχει, γιατί λέμε ότι ο κομουνισμός είναι μια σωστή θεωρία που εφαρμόστηκε λανθασμένα στη Σοβιετική Ενωση με αποτέλεσμα τα σταλινικά εγκλήματα; Το ίδιο λογικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο εθνικοσοσιαλισμός είναι μια σωστή θεωρία που εφαρμόστηκε λάθος στην Ιταλία και τη Γερμανία.
Τελευταίο και απλοϊκότερο είναι το επιχείρημα ότι φασίστας είναι αυτός που απαγορεύει στους υπόλοιπους να εκφράσουν τη γνώμη τους. Δεν θα αναφερθώ στα κομουνιστικά καθεστώτα, που στην περίπτωση της Σοβιετικής Ενωσης ακόμα και πίνακες ζωγραφικής εξαφανίζονταν, επειδή εξέφραζαν παρηκμασμένη τέχνη, κάτι που ακριβώς με τις ίδιες σχολές ζωγραφικής συνέβαινε και στη ναζιστική Γερμανία, αλλά στον λόγο και τη δημοκρατία. Στην οποία ελληνική δημοκρατία πρόσφατα ο Κώστας Πλεύρης καταδικάστηκε επειδή προέτρεπε τους πολίτες στη βία με το βιβλίο του «Εβραίοι. Ολη η αλήθεια».
Η καταδίκη του Πλεύρη και τριών συντακτών του «Ελεύθερου Τύπου» στηρίχθηκε στο κατηγορητήριο σύμφωνα με το οποίο το βιβλίο του «προέτρεπε σε πράξεις και ενέργειες δυνάμενες να προκαλέσουν μίσος και βία κατά προσώπων και ομάδων μόνο λόγω εθνικής καταγωγής και ιδιαίτερα κατά των Εβραίων». Κατά πρώτον υπάρχει κάτι άτοπο. Η αποδοχή ότι το «Εβραίος» υποδηλώνει φυλετική καταγωγή και όχι θρήσκευμα. Η αποδεκτή από τη δημοκρατία θέση είναι ότι το «Εβραίος» δηλώνει το θρήσκευμα και μόνο το «Ισραηλίτης» την καταγωγή. Είναι και η θέση που συμφέρει τις εβραϊκές μειονότητες στα διάφορα κράτη όταν κατηγορούνται ότι ενώ είναι πολίτες μιας χώρας εξυπηρετούν τα συμφέροντα μιας άλλης, του Ισραήλ. Οσο για το κομμάτι του κατηγορητηρίου στο οποίο βασίστηκε η καταδίκη του Πλεύρη, ότι με το βιβλίο του προτρέπει σε πράξεις βίας, η υπεράσπισή του ήταν ότι δεν υπάρχει ούτε ένα απόσπασμα που να ζητάει να σκοτώσουν Εβραίους, αλλά το μόνο που κάνει είναι να αρνείται ότι υπήρξε ολοκαύτωμα. «Να βγάλετε νόμο όπως στη Γερμανία, που η άρνηση του ολοκαυτώματος τιμωρείται, και τότε να με καταδικάσετε», ήταν η υπεράσπιση του Πλεύρη, που φυσικά καταδικάστηκε.
Συμπέρασμα; Ολα τα πολιτικά συστήματα αφήνουν την ελευθερία του λόγου, φτάνει να λες πράγματα που δεν τα ενοχλούν. Προσωπική γνώμη; Ανάμεσα όμως στα συστήματα, αν είσαι από τους ανθρώπους που δεν μπορούν να συγκρατηθούν από το να πουν τη γνώμη τους, καλύτερη η δημοκρατία. Ανάμεσα στο να φας 14 μήνες με τριετή αναστολή ή το να καταλήξεις στο Μπούχενβαλντ να μαθαίνεις βιολί ή στη Σιβηρία να γράφεις το «Μια μέρα στη ζωή του Αντώνη Πανούτσου», δώσε μου τριμελές εφετείο και πάρε μου την ψυχή.
Κάθε σύστημα υπερασπίζεται την ύπαρξή του απαγορεύοντας στους αντιπάλους του να μιλάνε πέραν ενός σημείου, αλλά η μέθοδος υπεράσπισης είναι αυτή που προσδιορίζει τη βιαιότητά του. Στη ναζιστική Γερμανία ένα ζευγάρι 20χρονων φοιτητών είχε εκτελεστεί με απαγχονισμό επειδή είχαν κυκλοφορήσει αντικαθεστωτικά φυλλάδια στο πανεπιστήμιο. Στην Σοβιετική Ενωση ακόμα και ορθόδοξοι κομουνιστές συγγραφείς, που είχαν εξυμνήσει τον Στάλιν, όπως ο Ιλία Ερεμπουργκ, βρέθηκαν σε δυσμένεια και έχασαν τα προνόμια τους όταν γραμματέας του κόμματος έγινε ο Χρουστσόφ. Στην Κίνα, επειδή η έκδοση βιβλίων ήταν ιδιαίτερα ελεγχόμενη, δεν υπήρξαν καταδίκες για αντιεπαναστατική συγγραφή βιβλίων, αλλά ο τρόπος που αντιμετωπιζόταν το βιβλίο μπορεί να ανιχνευθεί σε μετέπειτα έργα Κινέζων συγγραφέων. Με καλύτερο παράδειγμα το «Ocean of words» του Ha Jin, που περιγράφει τη θητεία του ως συνοριακού φρουρού με μόνη συντροφιά μια επίτομη αγγλική εγκυκλοπαίδεια.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.