Οι πορείες ορισμένων ποδοσφαιριστών μοιάζουν με παραμύθια. Η μοίρα τούς έχει ευνοήσει τόσο πολύ που συχνά προκαλούν τόσο τον φθόνο όσο και τον θαυμασμό. Η πορεία του Πάολο Μαλντίνι, ενός ποδοσφαιριστή που βρίσκεται στα ευρωπαϊκά γήπεδα περισσότερα από 20 χρόνια, είναι η πιο συναρπαστική –ίσως– από οποιουδήποτε άλλου σύγχρονου Ιταλού ποδοσφαιριστή.
Δεν είναι μόνον οι τίτλοι, οι εμφανίσεις, τα χρόνια, τα ρεκόρ, η δημοσιότητα. Είναι κυρίως η πίστη στη φανέλα ή lifetime commitment –η διά βίου δέσμευση, όπως λένε και οι Αγγλοι, με την ομάδα–, γεγονός εξαιρετικά σπάνιο για επαγγελματία ποδοσφαιριστή του σήμερα. Στα γραφεία της Μίλαν υπάρχει μια μεγάλη ασπρόμαυρη φωτογραφία που δείχνει τον αρχηγό των «ροσονέρι», τον Μαλντίνι, να σηκώνει το Κύπελλο Πρωταθλητριών.
Το μικρό του όνομα είναι Τσέζαρε και είναι ο πατέρας του Πάολο, ο οποίος φοράει σήμερα το περιβραχιόνιο του αρχηγού στην ομάδα του Μιλάνου. Η φωτογραφία είναι από το 1963, μετά τη νίκη της Μίλαν επί της Μπενφίκα με 2-1 στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Του πρώτου που κατέκτησε η Μίλαν. Και επειδή η μοίρα μερικές φορές είναι ιδιαίτερα γενναιόδωρη, η Μίλαν αλλά και η ποδοσφαιρική οικογένεια Μαλντίνι έχουν την ίδια φωτογραφία πατέρα και γιου, με δύο διαφορές. Το χρώμα και τα περίπου 40 χρόνια χρονική απόσταση.
Πόσοι άλλοι ποδοσφαιριστές μπορούν να περηφανευτούν ότι έζησαν το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο τριών δεκαετιών, αγωνιζόμενοι σε τόσο υψηλό επίπεδο, όπως έκανε ο Πάολο Μαλντίνι; Προσπαθώ να φανταστώ τον Πάολο Μαλντίνι σαν έναν άσημο ποδοσφαιριστή που αγωνίζεται σε μία μικρή ομάδα της Serie 2. Μου είναι αδύνατο.
Δεν ήταν μόνο η τύχη και η μοίρα. Ούτε η μεγάλη ιστορία του πατέρα του που θα έστρωνε τον δρόμο προς τη δόξα, ακόμα κι αν ο Πάολο ήταν μια μετριότητα. Ηταν το ταλέντο, η σκληρή δουλειά, η αγάπη για το παιχνίδι και η πίστη που είχε ο ίδιος ο Πάολο ότι μπορούσε να ξεπεράσει όχι μόνο τον πατέρα του, αλλά και πολύ μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές. Ο Πάολο Μαλντίνι είναι ο ευνοούμενος των θεών. Είναι ωραίος, πλούσιος, διάσημος και ευτυχισμένος.
Ο Αρμάνι πρώτος τον διάλεξε, ανάμεσα σε όλους τους Ιταλούς ποδοσφαιριστές, ως μοντέλο για τα ρούχα που σχεδίασε και ο Πάολο, που είναι ένας εξαίρετος οικογενειάρχης, παντρεμένος με μία πανέμορφη γυναίκα –επίσης μοντέλο– και έχει δύο γιους, δίνει την εντύπωση ότι ο πλούτος και η φήμη δεν τον επηρέασαν καθόλου και σπάνια η ζωή του έγινε αντικείμενο κουτσομπολιών.
Στις περισσότερες περιπτώσεις στην ιστορία, τα παιδιά μεγάλων ποδοσφαιριστών που ακολούθησαν τα βήματα των πατεράδων τους ήταν καταδικασμένα να ζουν στη σκιά τους και να αγωνίζονται να αποδείξουν ότι είναι σε θέση να κουβαλήσουν στους ώμους τους το ιστορικό τους όνομα. Ο Πάολο Μαλντίνι δεν είναι τέτοια περίπτωση.
Ρέκορντμαν συμμετοχών με τη Μίλαν και την εθνική Ιταλίας (στην οποία ο πατέρας του αγωνίστηκε μόλις 14 φορές), έχει κατακτήσει 7 πρωταθλήματα, έχει πάρει μέρος σε πέντε τελικές φάσεις Παγκοσμίου Κυπέλλου και έχει αγωνιστεί οκτώ φορές σε τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Οι πέντε ήταν όλες ανάμεσα στην περίοδο 1989-1995, τότε που η Μίλαν εθεωρείτο η μεγαλύτερη δύναμη του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου χάρη και στη διαβολική τριάδα των Ολλανδών Γκούλιτ, Ράικαρντ και Φαν Μπάστεν.
Ο Μαλντίνι περπάτησε τα περισσότερα χρόνια του αγωνιστικά παρέα με τον φίλο και συμπαίκτη του Μπίλι Κοστακούρτα, που ήταν λιγότερο προικισμένος και χαρισματικός και βρισκόταν πάντα στη σκιά του Μαλντίνι, ο οποίος όμως ομολογεί χωρίς ζήλια πως «πάντα έπρεπε να δουλεύω σκληρότερα, ενώ ο Πάολο είχε το χάρισμα του φυσικού ταλέντου».
Ο Πάολο έκανε το ντεμπούτο του στη Μίλαν το 1985 στην ηλικία των 16, προερχόμενος από τα φυτώρια της ομάδας, και από τότε μέχρι σήμερα δεν έχει αλλάξει ποτέ φανέλα. Και θα κρεμάσει φέτος το καλοκαίρι τα παπούτσια του στην ομάδα που αγάπησε τόσο, ώστε το 2003 δέχτηκε μείωση των αποδοχών του κατά 30%. Αν κάποτε υπάρχει περίπτωση να στοιχειώσει το «Μεάτσα», μαντεύετε –φαντάζομαι– ποιανού το φάντασμα θα κόβει βόλτες εκεί.
Δεξιότερα, Κουροπάτκιν!
Μερικά από τα μηνύματα αναγνωστών έχουν πλάκα. Οχι φυσικά όταν εκφράζουν μια άποψη ή διαφωνούν με τον γράφοντα, όσο όταν ζητούν διάφορα απίθανα πράγματα. Δεν εννοώ, βέβαια, τις περιπτώσεις εισιτηρίων για μεγάλα παιχνίδια ή για αυτόγραφα από ποδοσφαιριστές, πράγματα –φαντάζομαι– συνηθισμένα και σε άλλους συναδέλφους.
Μιλώ για ασυνήθιστα πράγματα, όπως πριν από λίγο καιρό, όταν δύο φοιτητές από ένα ΤΕΙ της περιφέρειας μου ζήτησαν να τους πω πού θα μπορούσαν –στο Διαδίκτυο– να βρουν οδηγίες για την κατασκευή δερμάτινης μπάλας. Ή για έναν πατέρα που με ρώτησε αν ξέρω ποια αναβολικά είναι τα πιο ασφαλή για την υγεία του μικρού του γιου, που έκανε κολύμβηση και τα οποία επιπροσθέτως δεν υπήρχε περίπτωση να ανιχνευθούν.
Σε ερωτήματα που έχουν να κάνουν με εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, η συμβολή των δημοσιογράφων τερματίστηκε από την ώρα που όλα μπορούν να απαντηθούν μέσω του Διαδικτύου. Παρ' όλα αυτά, ένας αναγνώστης, ο Αγγελος Κ., θεωρεί –όπως μου γράφει– ότι «...εσύ σαν κομμουνιστής πρέπει να ξέρεις τι σημαίνει η φράση "δεξιότερα, Κουροπάτκιν"…» και ζητεί να του απαντήσω.
Υποθέτω ότι ο αναγνώστης πιστεύει ότι ένας «κομμουνιστής» σαν την αφεντιά μου γνωρίζει τα πάντα για όποιο ρωσικό όνομα κυκλοφορεί στην πιάτσα και επειδή δεν έχει καθημερινή πρόσβαση σε υπολογιστή, μου έδωσε διορία μιας εβδομάδας να του απαντήσω μέσω της στήλης.
Βέβαια, από τη στιγμή που μου έστειλε μήνυμα μέσω υπολογιστή, φαντάζομαι ότι ο Αγγελος Κ. είτε δεν γνωρίζει πώς να ψάξει ή βαριέται ή δεν γνωρίζει αγγλικά. Λοιπόν, πρώτα απ' όλα, ο Κουροπάτκιν (φωτό κάτω), ένας Ρώσος στρατηγός, δεν ήταν κομμουνιστής. Στη σημερινή Σεν Γιαν της Κίνας από τις 20 Φεβρουαρίου έως τις 11 Μαρτίου του 1905 έγινε η σημαντικότερη μάχη του ρωσοϊαπωνικού πολέμου, που κράτησε 20 μέρες.
Εκεί ο Ρώσος στρατηγός Κουροπάτκιν είχε παρατάξει τη στρατιά του σε 80 χιλιόμετρα κατά μήκος της σιδηροδρομικής γραμμής. Από την άλλη πλευρά της γραμμής βρίσκονταν οι Ιάπωνες με τον στρατάρχη Ογιάμα. Αυτός έστειλε αρχικά στα δεξιά του 3 μεραρχίες, αλλά στις 3 Μαρτίου έστειλε στρατεύματα στα αριστερά του, για να υπερφαλαγγίσει τη δεξιά πλευρά των Ρώσων.
Οι δύο στρατιές προσπαθούσαν όλο αυτό το διάστημα να υπερφαλαγγίσει η μία την άλλη σ' ένα μήκος σχεδόν 10 χιλιομέτρων γραμμής του τρένου. Στο τέλος, ο Κουροπάτκιν, ουσιαστικά ηττημένος, συνέπτυξε τη στρατιά του 100 χιλιόμετρα βορειότερα, έχοντας χάσει 90.000 άνδρες, από τους οποίους οι 30.000 είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι.
Αλλά και οι Γιαπωνέζοι, έχοντας χάσει 40.000 άνδρες, δεν μπορούσαν να τον καταδιώξουν. Στην Αθήνα τώρα οι Ελληνες, και ιδίως οι απόστρατοι αξιωματικοί, παρακολουθούσαν τα γεγονότα με ενδιαφέρον και στο καφενείο του Ζαχαράτου στο Σύνταγμα γίνονταν ομηρικές συζητήσεις και διαφωνίες σχετικά με το ποια τακτική έπρεπε να ακολουθήσουν οι Ρώσοι για να κερδίσουν.
Εκείνη την εποχή τα νέα στην Αθήνα έφταναν με καθυστέρηση ημερών αλλά ορισμένοι θαμώνες απτόητοι, άσχετα από αυτό, συνιστούσαν από την Αθήνα στον Κουροπάτκιν να στείλει τα στρατεύματά του δεξιότερα! Η φράση λοιπόν «Δεξιότερα, Κουροπάτκιν» έμεινε στη ιστορία και χρησιμοποιείται για όλους εκείνους που συμβουλεύουν από μόνοι τους εκεί που δεν τους ζήτησαν τη συμβουλή τους είτε εκεί που δεν πρόκειται να χρειαστεί.
Η παραίτηση και οι ευθύνες
Εντάξει. Ο θόρυβος για τις δραστηριότητες του πρώην υπουργού Απασχόλησης ήταν μεγάλος και, με αποκορύφωμα την άδεια αναψυκτηρίου που χρησιμοποίησε για την ανέγερση του εξοχικού του, οδηγήθηκε σε παραίτηση.
Το ερώτημα ή μάλλον ένα από τα ερωτήματα έχουν να κάνουν με αυτό που οι Αγγλοσάξονες ονομάζουν follow up. Θα τιμωρηθεί για τις τυχόν παρατυπίες-παρανομίες του ο υπουργός; Και ποιος θα βεβαιώσει τις παρανομίες; Η ίδια πολεοδομία που χορήγησε την άδεια; Και τι γίνεται με όλες τις άλλες περιπτώσεις παρανόμων οικοδομών –με άδεια αναψυκτηρίου– που υπάρχουν στην περιοχή; Γιατί μέχρι τώρα δεν είχαν γίνει έλεγχοι; Οι παρανομίες-παρατυπίες επισύρουν πρόστιμα; Κι αν ναι, σε τι ύψος; Και έχουν εισπραχθεί όλα; Κι αν δεν έχουν εισπραχθεί, γιατί συμβαίνει αυτό;
Μία ακόμα περίπτωση που αποδεικνύει ότι σε αυτόν τον τόπο δεν υπάρχει πρόβλημα νόμων, αλλά πρόβλημα στην εφαρμογή τους.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.