Το αμοντάριστο video από τα επεισόδια της Παιανίας που παίχτηκε στην εκπομπή του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου ήταν σοκαριστικό. Κυρίως για το μίσος στις φωνές των ανθρώπων που με βρισιές συνόδευσαν τις τελευταίες στιγμές του Φιλόπουλου. Λιγότερο σοκαριστικό, αλλά στην ίδια λογική, το πανό που σηκώθηκε στην κερκίδα των οπαδών του Αρη και αναφερόταν στην αναπηρία του Ξηροκώστα. Μια εβδομάδα πριν και πάλι στη Θεσσαλονίκη πέτρα πεταγόταν στο πούλμαν της αποστολής του Πανιωνίου. Τα γκαζάκια στο λεωφορείο της Citibank, που ήταν βαμμένο με τα χρώματα του ΠΑΟΚ, μπορεί να μην είχαν θύματα, αλλά αυτό ελάχιστα ενδιαφέρει. Το γεγονός που θα έπρεπε να ενδιαφέρει είναι ότι στην Ελλάδα άνθρωποι σκοτώνονται, μένουν ανάπηροι και περιουσίες καταστρέφονται με μόνη αφορμή το ποδόσφαιρο και η Αστυνομία έχει σηκώσει τα χέρια. Αφού το να περιμένουμε να βελτιωθεί η Αστυνομία μάλλον θα πάρει καιρό, το μόνο που απομένει είναι τα άμεσα μέτρα, που φυσικά ξεκινούν με τον νόμο που υποτίθεται ότι θα ψηφιζόταν στην προηγούμενη θητεία της ΝΔ και ακόμα τον περιμένουμε.
Ο οποίος νόμος το πρώτο που πρέπει να κάνει είναι να μεταβάλει τα club οργανωμένων σε «φίλους» των ομάδων που υποστηρίζουν. Οποιος θέλει να στηρίζει μια ομάδα και έχει δέκα, εκατό, χίλιους φίλους, να έχει δικαίωμα να το κάνει, αλλά χωρίς ιδιώνυμη αναγνώριση, όπως συμβαίνει σήμερα. Η de juris όμως αναγνώριση θα είναι αναποτελεσματική αν δεν συνοδευτεί από την de facto, όπως έγινε στην περίπτωση της ΑΕΚ.
Εάν οι ΠΑΕ θέλουν να δίνουν εισιτήρια στους οργανωμένους, είναι δεδομένο ότι θα βρίσκουν τρόπους να τα διοχετεύουν. Εάν δεν θέλουν να δίνουν, δεν χρειάζονται κάποιο νόμο που να τους το επιβάλει και το γεγονός αποδεικνύεται στην περίπτωση της ΑΕΚ. Οταν ο Ντέμης Νικολαΐδης αποφάσισε ότι τα εισιτήρια στους οργανωμένους θα κοπούν, αντιδράσεις υπήρξαν, κάποια πανό της «Original» σηκώθηκαν ανάποδα, η κερκίδα έμενε άδεια με το πανό «Σήμερα αργεί», αλλά η γραμμή της διοίκησης ήταν αποφασιστική και αδιαπραγμάτευτη. Μόνο όταν η διοίκηση της ΑΕΚ αποφάσισε ότι η κερκίδα είχε «ημερέψει» οι οργανωμένοι πήραν ξανά εισιτήρια, τα οποία και πάλι έκοψε μετά τη ρίψη των φωτοβολίδων.
Τώρα το μπαλάκι βρίσκεται στην πλευρά του court της Σούπερ Λίγκας. Εκτός από τις συζητήσεις για τη διαιτησία, την άρνηση να δοθούν λεφτά στη Β' και τη Γ' Εθνική, τις ανησυχίες για την έλλειψη χορηγών, η Σούπερ Λίγκα ασχολείται με το θέμα των επεισοδίων; Και εάν δεν ασχολείται, ποιος είναι ο λόγος; Υπάρχουν ομάδες που δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς τα εισιτήρια των οργανωμένων, υπάρχουν ομάδες που είναι δέσμιες ή υπάρχει αλήθεια στην επαναλαμβανόμενη θέση ότι οι οργανωμένοι αποτελούν τον στρατό των προέδρων των ομάδων, που σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως τα συλλαλητήρια, έστω και έμμεσα είναι αληθινό; Με τις ευχές μου η χορηγία του ΟΠΑΠ να γίνει 100 τρισεκατομμύρια. Μήπως όμως εκτός από τα χρήματα και τα σφυρίγματα η Σούπερ Λίγκα πρέπει επιτέλους να ασχοληθεί και με το ότι η υπόθαλψη εγκληματία είναι και αυτή έγκλημα;
«Αν γινόντουσαν αυτά που έγιναν στο Λάτσιο – Ολυμπιακός και το Πανιώνιος – Γαλατασαράι, ακόμα θα βρισκόμασταν στο γήπεδο», είπε ο αγλαός πρόεδρος της ΕΠΟ, Βασίλης Γκαγκάτσης. Ετσι, για να δείξει τι μίζεροι και καχύποπτοι είμαστε στα ματς εσωτερικού, ενώ στα ματς εξωτερικού καθόμαστε σαν τις κότες και μας πιστολίζουν οι διαιτητές. Allow me to differ, μπορώ να απαντήσω. Και το γράφω στα αγγλικά γιατί, όπως λένε, ο πρόεδρος μετά τα μαθήματα που έκανε νιώθει σίγουρος για τις γνώσεις του και θέλω να τον ψαρώσω ότι υπάρχουν λέξεις που δεν ξέρει.
Ας μου επιτρέψει λοιπόν ο πρόεδρος να διαφωνήσω, γιατί έξω δεν είχαν την ιστορία της Παράγκας, να ακούει όλη η χώρα συνομιλίες ανάμεσα σε παράγοντες, προέδρους και διαιτητές, που για να καταλάβεις τι έλεγαν υπήρχε και ο Κοκαλιάρης να σου τα κάνει πενηνταράκια. Εννιά χρόνια έχουν περάσει από τις κασέτες και τα περισσότερα πρόσωπα που ασχολούνταν τότε με το ποδόσφαιρο ασχολούνται και σήμερα. Υπάρχει φυσικά ο ισχυρισμός ότι τέτοια συμβαίνουν και σε άλλες χώρες, όπως το «calciopoli» στην Ιταλία. Είναι αλήθεια, αλλά στις χώρες που συνέβησαν υπήρξαν τιμωρίες τόσο σε ποινικό όσο και σε αθλητικό επίπεδο. Στην Ελλάδα σε επίπεδο αθλητικής δικαιοσύνης έχουμε πάντα μία τάση προς την αναπαράσταση. Δηλαδή να δεχθούμε ότι όλα γίνονται όχι στα σοβαρά, αλλά για να φανεί το δίκιο μας. Ο Γιάννης Γκούμας είχε κάνει την «αναπαράσταση» στον διαιτητή, που το δικαστήριο δέχτηκε ότι τον έσπρωξε επειδή ήθελε να του δείξει πώς τον είχε σπρώξει προηγουμένως ο αντίπαλός του. Ετσι και στο ελληνικό ποδόσφαιρο μπορεί να φτάσουν να λένε ότι δεν υπήρχε Παράγκα, αλλά οι συζητήσεις γινόντουσαν για να δείξουν πώς θα μιλάγανε αν η Παράγκα υπήρχε πραγματικά. Στην Ιταλία αφαιρέθηκε το πρωτάθλημα της Γιουβέντους και βγήκαν δικαστικές αποφάσεις μέσα σε μήνες. Στην Ελλάδα ό,τι είχε πάρει ο καθένας, το κράτησε και η υπόθεση της Παράγκας έκλεισε διά βουλεύματος.
Επίσης, δεν δέχομαι τη θέση των ανθρώπων της Σούπερ Λίγκας ότι η υπόθεση της Παράγκας μπορεί να κλείσει επειδή όλοι μαζί αποφάσισαν να κάνουν μια νέα αρχή. Οπως πιστεύανε οι αρχαίοι ημών τέτοιοι, που όλο τους μνημονεύουμε αλλά δεν ξέρουμε τι λέγανε, για να υπάρξει λύτρωση πρέπει προηγουμένως να υπάρξει τιμωρία. Εφόσον δεν υπήρξε η υπόθεση της Παράγκας, θα συνεχίσει να μας κυνηγάει όσο υπάρχει ποδόσφαιρο.
Το μεγάλο κουσούρι του ελληνικού ποδοσφαίρου είναι ότι οι παράγοντές του τρέμουν να αντιμετωπίσουν την αλήθεια. Για παράδειγμα ξεκίνησε η ΟΥΕΦΑ μια έρευνα για στημένα παιχνίδια στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Εξετάζονται αγώνες στους οποίους κατά ανεξακρίβωτες πληροφορίες εμπλέκονται και ελληνικές ομάδες. Αμέσως άρχισε το μπούρου μπούρου, για το ότι μας μπλέκουν επειδή ζηλεύουν το Euro, επειδή τους ενόχλησε η ένσταση του Πανιωνίου για τη διαιτησία με τη Γαλατασαράι και τα σχετικά. Και ότι η ΟΥΕΦΑ εξετάζει το ποσό σε στοιχήματα τύπου «"Δύο" στο ημίχρονο, "ένα" τελικό», τα επιλεγόμενα exotic bets που κάθε σοβαρό στοίχημα προκαλεί υποψίες.
Το να ποντάρει ένας παίκτης και το σπίτι του στη νίκη της μιας ή της άλλης ομάδας μπορεί να γίνει σε ένα στημένο παιχνίδι, αλλά είναι legitimate bet. Εύλογο ποντάρισμα. Το να ποντάρει κάποιος το σπίτι του στο ότι ένα ματς θα είναι «άσος» στο ημίχρονο και «δύο» τελικό αυτόματα τον κάνει ύποπτο. Ποια μελέτη και ποια ανάλυση των δύο ομάδων μπορεί να δώσει τέτοια πρόβλεψη; Δεν σημαίνει ότι εάν κάποιος ποντάρει αυτόματα ξέρει ότι το ματς ήταν στημένο. Για παράδειγμα μπορεί ο παίκτης να ποντάρει στο «διπλό» του ημιχρόνου κάποιας μεγάλης ομάδας που έπαιζε μεσοβδόμαδα στην Ευρώπη, υποθέτοντας ότι δεν θα μπορέσει να κρατήσει το αποτέλεσμα μέχρι το τέλος. Αλλά το σπίτι σου δεν το παίζεις σε τέτοιες προβλέψεις και όταν το ποντάρισμα έχει γίνει στο ματς Μπορστ Βλαβίνιους – Κουμάρι Ατζερμπαϊτζάν και πάει και κάθεται εκεί που το ήθελε ο παίκτης, ψύλλοι μπαίνουν στα αυτιά του μπουκ. Οταν λοιπόν το ποντάρισμα αυτό έχει επαναληφθεί μισή χιλιάδα φορές, επειδή το κάθε ποντάρισμα είναι υποχρεωτικά μικρό, ο μπουκ σταματάει να υποπτεύεται και είναι βέβαιος ότι τον στήσανε. Αλλο αν μπορεί ή όχι να το αποδείξει.
Σε κάθε ευνομούμενη χώρα ο μπουκ θα έχει την αρωγή των θεσμικών φορέων. Εδώ αυτό που μπορεί να περιμένει είναι να δει να του ανεμίζουν το κύπελλο του Euro σαν το εξαπτέρυγο, για να τον ξορκίσουν και να φύγει μακριά. Σε μία λοιπόν χώρα που ο καθένας ξέρει ότι τα πάντα μπορούν να κρύβουν κάποιο λόγο και υπάρχει η Παράγκα για να επιβεβαιώνει τις υποψίες, είναι λογικό και οι ομάδες να ψάχνονται να βρουν τι κρύβεται πίσω από τα σφυρίγματα. Αλλά όσοι λένε «για να μιλήσουμε επιτέλους για μπάλα» κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους. Το ποδόσφαιρο φτιάχτηκε για να βλέπεις μπάλα στο γήπεδο ή από την τηλεόραση, αλλά οι εφημερίδες για να διαβάζεις όλα τα άλλα. Το πιο συνηθισμένο παράδειγμα είναι «στις άλλες χώρες όμως δεν ασχολούνται με τη διαιτησία». Κατ’ αρχάς αμφιβάλλω. Τουλάχιστον ο Κάρπετ, που παρακολουθεί τον ιταλικό Τύπο, μου λέει ότι και στην Ιταλία ασχολούνται με τη διαιτησία όσο στην Ελλάδα. Επίσης, στον καθημερινό αγγλικό Τύπο, που τον ξέρω εγώ, μπορεί να μην ασχολούνται με τη διαιτησία, αλλά ασχολούνται με την προσωπική ζωή των παικτών, έναν τομέα που εμείς έχουμε ταμπού. Δεν χρειάζεται παρά να αναφέρω τον σκούφο του Ντέμη Νικολαΐδη τις τελευταίες μέρες. Ακούγεται ότι κάπου χτύπησε το κεφάλι του. Είμαι βέβαιος ότι πώς το έσπασε το ξέρουν μέχρι και 50 άτομα, αλλά το μάτι μου δεν πήρε να γράφτηκε κάτι κάπου. Αντίθετα, σε chat του Ιnternet καθόταν και τον έπαιζε ο Ασλι Γιάνγκ, βρέθηκε μία μαλάκω, που οικειοθελώς μίλαγε μαζί του, να τον καταδώσει και η είδηση «Τον παίζει ο Γιανγκ» έγινε πρωτοσέλιδο. Εδώ μια φορά επί Παθιακάκη είχε βγει ότι οι παίκτες της ΑΕΚ στην προετοιμασία είχαν λυσσάξει να χρεώνουν τσόντες στην τηλεόραση των δωματίων τους και όταν ψευτοβγήκε στη δημοσιότητα, χωρίς καν τα ονόματα, θεωρήθηκε έγκλημα καθοσιώσεως.
Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.