Παλαιότερες

Αν φύγεις, φύγε τώρα

SportDay

Θυμάμαι μια από τις πρώτες φορές που ο Βαγγέλης Μυτιληναίος εμφανιζόταν στα επίσημα του Καυταντζογλείου. Δίπλα του καθόταν ο Αντώνης Ρέμος και μπροστά τους ένα τραπεζάκι καφενείου με το φλιτζάνι του καφέ του προέδρου να έχει σερβιριστεί επάνω σε σεμέν. Μια σκηνή που θύμιζε περισσότερο από γήπεδο εικόνα από το «Τρίτο Στεφάνι», όταν ο επίδοξος γαμπρός πρέπει να νιώσει άρχοντας επειδή η προίκα είναι λειψή. Στην περίπτωση του Μυτιληναίου, που πόθος του ήταν ο ΠΑΟΚ, η προίκα λεγόταν «κόσμος». Ο Βαγγέλης Μυτιληναίος, που έκρυβε κάτω από την εμφάνιση του επιχειρηματία έναν performer, γούσταρε ομάδα με λαό. Να τον χειροκροτάει, να τον αποδοκιμάζει έστω, αλλά να μην ακούγονται φωνές, αλλά βουή. Μπορεί και να ήταν ένας από τους βασικούς λόγους που εγκατέλειψε τον Ηρακλή, αλλά το δίδαγμα είναι ένα: ο παράγοντας που βάζει τα λεφτά του εκτός από κέρδος θέλει και αποδοχή. Και όσο λιγότερο είναι το πρώτο για να μείνει ο παράγοντας τόσο περισσότερο είναι το δεύτερο. Μια αρχή που θα μας απασχολήσει στην περίπτωση του Αστέρα Τριπόλεως.
Δυσαρεστημένοι από τον τρόπο που προχωράνε οι εργασίες γύρω από το γήπεδο της Τρίπολης, το ρεπορτάζ φέρει τους δύο ιδιοκτήτες της ΠΑΕ, τον Μπάκο και τον Καϋμενάκη να σκέφτονται αποχώρησή τους κοιτώντας προς την πλευρά της Παναχαϊκής. Επειδή λοιπόν αυτά τα ρεπορτάζ ποτέ δεν βγαίνουν από το μυαλό του συντάκτη, μπορεί να συμβαίνουν δύο τινά. Πράγματι, οι δύο ιδιοκτήτες να θέλουν να φύγουν ή να διοχετεύουν την είδηση δίνοντας deadline τα Χριστούγεννα για να έχει λυθεί το πρόβλημα. Παρά το ότι η εξέλιξη δεν με πείθει, αφού αν η πρόθεση ήταν πραγματική, θα υπήρχε δήλωση των ιδιοκτητών, και μόνο η διαρροή δείχνει πόσο εύθραυστη είναι η σχέση μιας ομάδας με τον ιδιοκτήτη της όταν ο δεύτερος νιώθει μεγαλύτερος από το ειδικό της βάρος.

Ας πάρουμε για παράδειγμα την Παναχαϊκή και τον Κώστα Μακρή. Τι να πει ο περουκοφόρος ηγέτης; «Εάν δεν μου κάνετε αυτό ή το άλλο θα σηκωθώ και θα φύγω»; Το πιθανότερο είναι αν το πει να του φωνάξουν και ταξί. Γιατί ανεξάρτητα από το πόσα εκατομμύρια λέει ο ίδιος και οι συνεργάτες του ότι έχουν βάλει στην ομάδα, οι κινήσεις του Μακρή δείχνουν ότι η Παναχαϊκή είναι μεγαλύτερο μέγεθος από τον ίδιο. Αντίθετα, ο Αστέρας Τρίπολης δεν ήταν ούτε καν η ομάδα της πόλης, που ήταν ο Παναρκαδικός. Το δίδυμο των ιδιοκτητών του τον πήρε από το πουθενά για να τον φέρει στη Σούπερ Λίγκα και το πιθανότερο είναι -αν φύγει- ότι ο Αστέρας γρήγορα θα επιστρέψει στην κατηγορία που ξεκίνησε.

Η διαρροή των ιδιοκτητών του Αστέρα μπορεί να είναι διπλωματική για να εκβιάσει εξελίξεις. Αν όμως είναι πραγματική, αν στη διαδρομή ανακάλυψαν ότι η Παναχαϊκή δίνει μεγαλύτερες δυνατότητες να καλυφθούν οι φιλοδοξίες τους, ό,τι είναι να γίνει ας γίνει σύντομα, νοικοκυρεμένα και ανώδυνα. Το να φεύγεις αφήνοντας πίσω σου μεσάζοντες και συντρίμμια δεν είναι αναγκαίο. Σήμερα ακόμα και ο Μυτιληναίος θα το έχει καταλάβει.



Διάβαζα στο ρεπορτάζ του Παναθηναϊκού ότι ο Γκαλίνοβιτς επίσπευσε την επιστροφή του στην Ελλάδα, επειδή η γυναίκα του ήταν έγκυος και η κορούλα του έχει ίωση και πρέπει να την προσέξει, και σκεφτόμουνα πόσο έχει αλλάξει η κοινωνία και οι ποδοσφαιριστές τα τελευταία 50 χρόνια. Πριν από 50 χρόνια αν η γυναίκα ενός ποδοσφαιριστή ήταν έγκυος και η κόρη του είχε αρρωστήσει, αν ανήκε στον μέσο όρο θα έριχνε ένα βολέ στη μικρή σημαδεύοντας την έγκυο για να σηκωθεί και να ψήσει ένα καφέ. Μόνο αν ήταν φεμινιστής θα έλεγε στη γυναίκα του να πάρει την πεθερά του και να της πει να έρθει στο σπίτι και να προσέξει τη μικρή με ένα μισάωρο καβάτζα πριν φύγει για το καφενείο. Και αν ήταν και φεμινιστής και ερωτευμένος με τη γυναίκα του, μπορεί να σηκωνόταν από το τάβλι για να πάει στο νοσοκομείο και να κάνει δύο τσιγάρα μέχρι να μάθει αν το παιδί ήταν αγόρι ή κορίτσι. Οπως οι αδελφές λένε σήμερα ότι δεν πρέπει να κρίνουμε τις προτιμήσεις των άλλων, μη βιαστείτε και εσείς να κρίνετε μια εποχή που μοιάζει τόσο μακρινή όσο το Βυζάντιο. Ετσι ήταν τα πράγματα, και αν υπήρχε λόγος που ήταν έτσι είναι η οικογένεια. Με την τότε οικογένεια να μην έχει την παραμικρή σχέση με τη σημερινή.

Η μόνη περίπτωση να καταλάβει κάποιος σήμερα τι ήταν μια οικογένεια πριν από 50 χρόνια είναι να βρεθεί κοντά σε μια οικογένεια Τσιγγάνων. Οπου εκτός της μαμάς, του μπαμπά και των παιδιών στην οικογένεια ανήκουν γιαγιάδες και παππούδες, ανύπαντροι θείοι και χήρες θείες, ψυχοκόρες και ορφανά και κάθε λογής συγγενείς που στις σημερινές ελληνικές οικογένειες για να βρεθούν χρειάζεται teleconference σε broad band. Οι οικογένειες ήταν ευρύτεροι οργανισμοί που ακόμα και ο θάνατος δεν μπορούσε να κλονίσει, αφού όταν πέθαινε ένας θείος υπήρχαν τρεις-τέσσερις άλλοι για να καταμεριστεί η εργασία. Θορυβώδεις, βρόμικες για τα σημερινά μέτρα, χωρίς να αφήνουν περιθώρια για ιδιωτική ζωή, οι τότε οικογένειες ήταν σαν τις κατσαρίδες. Τις πάταγαν Τούρκοι, Γερμανοί, κομουνιστές και δωσίλογοι, αλλά συνέχιζαν να υπάρχουν χωρίς να αμφισβητούν τις αρχές τους και χωρίς να ψειρίζουν τα προβλήματά τους.

Διάβαζα στο ρεπορτάζ δηλώσεις του Γιούργκεν Μάχο, ότι δεν πρέπει να ταξιδέψει με αεροπλάνο και πρέπει να μείνει δύο εβδομάδες εκτός γηπέδου επειδή έπαθε διάσειση. Σαν ηρωική κίνηση προβαλλόταν ότι ο Μάχο δεν σκοπεύει να φορέσει μελλοντικά προστατευτικό κράνος, όπως ο Πετρ Τσεχ στην Τσέλσι. Μια κίνηση που με βρίσκει σύμφωνο, αφού ο ασφαλέστερος τρόπος καταστροφής του ποδοσφαίρου είναι ο υπερπροστατευτισμός. Μια λογική που κατέστρεψε την ερασιτεχνική πυγμαχία.

Σε ειδικό επίπεδο το κράνος ελάχιστα βοηθάει στις περιπτώσεις των διασείσεων. Ενα δερμάτινο κράνος απορροφά μέρος της ωστικής δύναμης, αλλά σε καμία περίπτωση σε τέτοιο σημείο που να προστατεύει από διασείσεις. Απόδειξη η ερασιτεχνική πυγμαχία, που knock out συνεχίζουν να υπάρχουν παρά την υποχρεωτική χρήση κράνους. Στο σημείο που το κράνος βοηθάει πράγματι είναι στις αμυχές και τα κοψίματα στο δέρμα, αλλά μόνο εάν εφαρμόζει καλά, αφού διαφορετικά το δέρμα σκίζεται από το κράνος που περιστρέφεται. Ενα άλλο όμως ενδιαφέρον στοιχείο είναι η διάσωση του τερματοφύλακα της εθνικής Αυστρίας από τους συμπαίκτες και το ιατρικό τιμ, που έτρεξε και τον βοήθησε να μην «καταπιεί την γλώσσα του».

Στις 25 Αυγούστου του 2007, όταν ο Αντόνιο Πουέρτα της Σεβίλλης έπεσε αναίσθητος στο χορτάρι, οι συμπαίκτες του έτρεξαν για να τον γλιτώσουν από τον κίνδυνο να καταπιεί τη γλώσσα του. Την ίδια στιγμή στο γήπεδο μπήκαν μέλη του ιατρικού τιμ της Σεβίλλης και άρχισαν να απομακρύνουν βίαια τους συμπαίκτες του Πουέρτα. Γνωρίζοντας ότι είναι αδύνατον κάποιος άνθρωπος να καταπιεί την ίδια του τη γλώσσα.

Ο μύθος της γλώσσας που καταπίνεται έχει την προέλευσή του στον τρόπο που αντιμετωπίζονταν οι περιπτώσεις κρίσης επιληψίας όταν οι άνθρωποι νόμιζαν ότι οι εγκεφαλικές ταραχές οφείλονταν σε έλλειψη οξυγόνου, επειδή ο πάσχων κατάπινε τη γλώσσα του. Οποιος θυμάται, η συνηθισμένη πρακτική ήταν να βάζουν ένα κουτάλι στο στόμα, μια πρακτική που αρκετοί νόμιζαν ότι είχε σχέση με το μέταλλο, ενώ αντικείμενό της ήταν να κρατηθεί η γλώσσα κάτω. Η πρώτη φορά που είχα διαβάσει ότι ένας λιπόθυμος αθλητής είναι αδύνατον να καταπιεί τη γλώσσα του ήταν σε ένα «Sports Illustrated» της δεκαετίας του ’70. Επισήμαινε τον κίνδυνο επιδείνωσης των τραυματισμών στη σπονδυλική στήλη από άλλους αθλητές ή ακόμα και γιατρούς που ταρακούναγαν το κεφάλι του αναίσθητου αθλητή κάνοντας κάτι ανώφελο, αφού με το που ο άνθρωπος λιποθυμήσει ο μυς της γλώσσας ατονεί. Από εκείνη την εποχή και για τα επόμενα 30 χρόνια έχω διαβάσει μέχρι και 100 φορές για περιπτώσεις αθλητών που «την τελευταία στιγμή έσωσαν συμπαίκτη τους τραβώντας τη γλώσσα προς τα έξω». Δεν έχω όμως διαβάσει ούτε μία για αθλητή που πέθανε από ασφυξία καταπίνοντας τη γλώσσα του… Τέλος πάντων και αν δεν κάνουμε καμιά ζημιά κουνώντας το κεφάλι, το να τραβολογάμε τη γλώσσα κάποιου που έχει πέσει λιπόθυμος μπορεί να είναι ανώφελο, αλλά τουλάχιστον είναι kinky. Το να κάνουμε όμως το ίδιο κόλπο όπως κάθε χρόνο, όπως γίνεται και φέτος από τον Ολυμπιακό, δεν καταντάει κοροϊδία;

Επειδή το βλέπω να τρώμε Δεκέμβριο, Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Φώτα με την ιστορία του Ντελγάδο, επειδή έχω δει το ίδιο έργο να παίζεται περισσότερα χρόνια από την «Ποντικοπαγίδα» –και ποιο cast το παίζει είναι αδιάφορο–, μια κουβέντα από πλευράς Πέτρου λύνει όλα τα προβλήματα. «Πόσα λεφτά δίνει ο Ολυμπιακός για τον Ντελγάδο;». Και μην πει κάποιος ότι αυτά τα πράγματα δεν λέγονται. Το καλοκαίρι, αν θυμάστε, η Νυρεμβέργη είπε την προσφορά της για τον Λυμπερόπουλο περιλαμβανομένου και του ΦΠΑ και κανένας δεν την παρεξήγησε. Κυριλέ. «Τόσα δίνουμε και εάν θέλετε κλείνουμε τη συμφωνία». Γιατί έτσι όπως την πάμε τη διαπραγμάτευση με τον Ντελγάδο, στο τέλος από τα πρωτοσέλιδα θα νομίσω ότι την προσφορά την κάνουν οι Τσοχοχελάκηδες. Και έτσι και η Κρουζ Αζούλ πει το «ναι», είναι κομμάτι υπερβολή ο συμπαθής ποδοσφαιριστής να καταλήξει στον Παναιγιάλειο.

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x