Παλαιότερες

Λιγότερες διακηρύξεις, περισσότερη πίστη

SportDay

Από το Σάββατο, που η Εθνική διέλυσε τη Μάλτα, έχω διαβάσει δηλώσεις πέντε ποδοσφαιριστών που προαναγγέλλουν την κατάκτηση του επόμενου Euro. Αν ως κατηγορία θέλουμε να κάνουμε κάτι χρήσιμο για την ομάδα του Οτο Ρεχάγκελ, ας σταματήσουμε να δημοσιεύουμε συνεντεύξεις διεθνών μέχρι το επόμενο καλοκαίρι. Αν η κατάκτηση του Euro του 2004 ήταν θαύμα, το να λες «είμαι φαβορί για την κατάκτηση του Πανευρωπαϊκού του 2008 επειδή απέκλεισα τη Νορβηγία, τη Βοσνία και την Ουγγαρία» είναι ένας μεγαλοϊδεατισμός που μπορεί να πληρωθεί πολύ ακριβά. Τα θαύματα τα κάνεις. Σε καμία περίπτωση δεν τα προαναγγέλλεις.

Kατά τη διάρκεια των προκριματικών η Εθνική άλλαξε, βρήκε νέους πρωταγωνιστές, πέτυχε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα και στο τέλος πρόσφερε και θέαμα. Φτάνει η πρόοδός της για να ξανακατακτήσει το Euro; Δεν το ξέρω. Τα δύο τελευταία χρόνια η Εθνική μας έχει χάσει φιλικά ματς με τη Γαλλία, την Αγγλία και την Ισπανία. Αν απέναντι σε αυτές τις ομάδες μάζευε νίκες, θα τη βάζαμε δικαίως στην κατηγορία των φαβορί: τώρα δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα καλό αουτσάιντερ.

Υπερβολές

Γιατί λέγονται εύκολα τέτοιες υπερβολές; Ο πρώτος λόγος είναι διότι οι παίκτες διαπιστώνουν την πρόοδο της ομάδας και πιστεύουν ότι έτσι την υπογραμμίζουν. Ο δεύτερος, διότι κάποιοι, ειδικά οι παλιότεροι (ο Γιαννακόπουλος, ο Καραγκούνης κ.ά.) αναζητούν κι ένα νέο κίνητρο. Ο Βασίλης Τσιάρτας μού έλεγε πριν από λίγο καιρό ότι λίγο πριν η Εθνική αναχωρήσει για το ταξίδι της στην Πορτογαλία ένας αντίστοιχος προβληματισμός υπήρχε και τότε στις τάξεις των διεθνών. Μετά τη νίκη-πρόκριση επί της Ιρλανδίας και σε ολόκληρο σχεδόν το διάστημα της προετοιμασίας πριν από την έναρξη του Euro πολλές φορές είχε τεθεί το ερώτημα «ποιος πρέπει να είναι ο στόχος στα τελικά;». Ο Τσιάρτας, που ήταν από τους πιο αισιόδοξους και φιλόδοξους του γκρουπ, έλεγε από την αρχή ότι δεν υπάρχει λόγος να παίρνεις μέρος σε μια διοργάνωση, αν δεν έχεις ως σκοπό την τελική νίκη. Είναι, επίσης, ο μόνος που όταν η Εθνική μας έφτασε στη Λισσαβώνα δήλωσε στους Πορτογάλους δημοσιογράφος ότι στόχος της ομάδας είναι η συμμετοχή της στον τελικό. Τη δική του αισιοδοξία (που έδωσε λαβή για ουκ ολίγα ειρωνικά σχόλια και εντός Εθνικής!) δεν την είχαν όλοι οι υπόλοιποι. Ολοι, όμως, συμφωνούσαν ότι σκοπός πρέπει να είναι η διάκριση.

Πίστη

Φτάνει να διακηρύσσεις κάτι για να το καταφέρεις; Οχι πάντα. Στην περίπτωση, άλλωστε, της αποστολής της Εθνικής στο Euro του 2004 περισσότερο και από διακηρύξεις υπήρχε πίστη. Στο μυαλό του Ελληνα ποδοσφαιριστή που τότε φορούσε το εθνόσημο διάκριση σήμαινε να πετύχει η ομάδα του κάτι που δεν έχει κάνει καμία άλλη αντίστοιχη Εθνική Ελλάδας προηγουμένως. Είναι κοινό μυστικό ότι πολλοί από τους παίκτες εκείνης της Εθνικής όταν η ομάδα νίκησε την Πορτογαλία στο εναρκτήριο ματς ένιωσαν ότι η αποστολή είχε ολοκληρωθεί με επιτυχία, ανεξάρτητα από το ποια θα ήταν η τελική έκβαση. Το συμπέρασμα ήταν κατανοητό: η Εθνική είχε πετύχει την πρώτη νίκη της σε τελικά μεγάλης διοργάνωσης –δεν είχε ξανασυμβεί ποτέ. Οχι τυχαία, η Εθνική μας στην πρώτη φάση δεν ξανακέρδισε: η ισοπαλία με την Ισπανία και η ήττα από τους Ρώσους ήταν συνέπειες ενός είδους εφησυχασμού –ήρθαν εξαιτίας της σιγουριάς ότι η βασική δουλειά είχε γίνει.

Εγωισμός

Μετά την ήττα από τη Ρωσία δεν υπάρχει Ελληνας ποδοσφαιριστής που να έχει δηλώσει ότι η ομάδα θα αποκλείσει τη Γαλλία. Πιο πολύ και από δηλώσεις, η ήττα εκείνη και τα σχόλια που την ακολούθησαν είχαν ως ευεργετικό αποτέλεσμα την εμφάνιση ενός ξεχασμένου εγωισμού. Ο Τσιάρτας ισχυρίζεται ότι αυτός ο εγωισμός ήταν στην Πορτογαλία η κινητήρια δύναμη. «Παίζαμε», λέει χαρακτηριστικά, «για το όνομά μας, παρά για τις καριέρες μας. Αλλωστε, καριέρα είχαμε κάνει σχεδόν όλοι».

Θέληση

Πολύ συχνά πίσω από τα θαύματα κρύβονται ιστορίες ανθρώπινης θέλησης. Οταν είσαι δυνατός, όταν έχεις εμπιστοσύνη στον εαυτό σου και στις δυνάμεις σου, δεν χρειάζεται να το δηλώνεις: μπαίνεις στο γήπεδο και το αποδεικνύεις. Η Εθνική ομάδα μετά το τέλος της πρώτης φάσης, όταν βρέθηκε με αντιπάλους τους Γάλλους, τους Τσέχους και τους Πορτογάλους έκανε παιχνίδια τεράστιου ποδοσφαιρικού εγωισμού: θα έλεγα ότι λειτούργησε και μεγαλούργησε με το εγώ των παικτών της. Ο Νικολαΐδης παίζει με διαλυμένη την πλάτη, ο Σεϊταρίδης προσηλώνεται στο μαρκάρισμα του Ανρί, ο Καψής "σβήνει" τον Κόλερ, ο Χαριστέας είναι συγκεντρωμένος όσο ποτέ, ο ίδιος ο Τσιάρτας και ο Γιαννακόπουλος εκμεταλλεύονται την ευκαιρία που τους δίνει ο Ρεχάγκελ στο ματς με την Τσεχία για να δείξουν από τι πάστα είναι φτιαγμένοι. Οι παίκτες αυτοί κάνουν τα καλύτερα παιχνίδια τους μετά την πρώτη φάση. Ο Καραγκούνης, ο Μπασινάς, ο Φύσσας, ο Βρύζας, ο Ζαγοράκης και φυσικά ο Δέλλας είναι εξαρχής φορμαρισμένοι: όμως το αληθινά εντυπωσιακό είναι το ανέβασμα των υπολοίπων μετά την ήττα από τους Ρώσους, που θα μπορούσε να τους γονατίσει όλους. Η ομάδα του Euro τα κατάφερε επειδή συνδύαζε εγωισμό και απίστευτη θέληση, αλλά κυρίως διότι αντέδρασε εντυπωσιακά στο εκτός προγράμματος «χαστούκι»: τότε φάνηκαν οι αληθινοί άνδρες. Αυτή η αντίδραση κι αυτές οι αρετές δεν είναι μεταδοτικά στοιχεία: ή τα έχεις ή δεν τα έχεις. Δεν λέω ότι κάποιοι από τους τωρινούς δεν τα έχουν: λέω ότι περιμένω να δω αποδείξεις. Οι δηλώσεις είναι για κατανάλωση.

Διαχείριση

Κατά τη διάρκεια των προκριματικών ο στόχος της ομάδας ήταν αρχικά η πρόκριση και στη συνέχεια η πρωτιά. Στα τελικά μπορεί να συμβεί το ίδιο, μόνο που η μεγάλη δυσκολία της αποστολής μπορεί εν προκειμένω να παίξει στην ομάδα πολύ περίεργα παιχνίδια: στην Πορτογαλία η ολοένα αυξανόμενη θέληση δεν βασίστηκε σε διακηρύξεις, αλλά σε μια σχεδόν ανομολόγητη πίστη. Η πίστη δεν λείπει ούτε τώρα, όμως όταν ακούω υπερφίαλες προβλέψεις του τύπου «πάμε να το ξαναπάρουμε» δεν κρύβω ότι ανησυχώ. Η πρόκριση είναι επιτυχία, η διαχείρισή της δύσκολη υπόθεση...

Μας βολεύουν

Στην προ ενός μηνός συζήτηση που ξεκίνησε με την ερώτηση «γιατί γίνεται κάποιος διαιτητής;» μου στέλνει την απάντησή του και ο φίλος αναγνώστης Χρήστος Μυλωνάκης. Γράφει χαρακτηριστικά:

«Τελικά εμένα αυτό που μου μένει είναι η ενδιαφέρουσα συζήτηση, τα σχόλια και οι εμπειρίες που παρέθεσαν κάποιοι. Οι απαντήσεις είναι αρκετές και ο καθένας μπορεί να διαλέξει αυτή που του αρέσει. Οι πιο καχύποπτοι μπορούν να σκεφτούν ότι γίνεται κάποιος διαιτητής για τα λεφτά, τα χαρτζιλίκια, τις αρπαχτές κ.λπ. Κάποιοι πιο ρομαντικοί πιστεύουν ότι γίνεσαι ρέφερι από αγάπη για τον αθλητισμό, κάποιοι για να ικανοποιήσεις τη ματαιοδοξία σου και κάποιοι άλλοι μπορεί να πιστεύουν ότι υπάρχουν και άνθρωποι που τους αρέσει να αποδίδουν δικαιοσύνη (αν και θεωρώ δύσκολο να θέλεις να το κάνεις αυτό μέσα σε ένα σύστημα το οποίο μόνο δίκαιο δεν είναι). Μπορεί σε κάποιους να αρέσουν τα σορτσάκια των ποδοσφαιριστών (πλάκα κάνω), όλες οι απαντήσεις καλές είναι.

Η κουβέντα ότι η εξουσία είναι αφροδισιακή νομίζω ότι είναι η πιο σωστή. Το επόμενο που σκέφτομαι είναι το εξής: θέλουμε η διαιτησία να είναι σωστή; Αυτό το σκέφτομαι διότι με το ισχύον σύστημα της διαιτησίας μού φαίνεται κάπως δύσκολο να εμπλακεί και να προχωρήσει ένας άνθρωπος σωστός, σοβαρός, δίκαιος κ.λπ. Δεν θέλω να προσβάλω τους ανθρώπους που είναι διαιτητές και δεν λέω ότι δεν έχουν τις παραπάνω αρχές, αλλά νομίζω ότι κάπου συμβιβάζονται με την κατάσταση και ίσως παραμερίζουν λίγο αυτές τις αρχές τους για κάποιους λόγους που αυτοί ξέρουν. Εξαιτίας αυτής της ενδοτικότητας προέκυψε και το ερώτημα "γιατί κάποιος θέλει να γίνει διαιτητής και γιατί δεν αποχωρεί εύκολα από τον χώρο αυτόν;".

Δεν αμφιβάλλω ότι ο διαιτητής είναι το εύκολο θύμα. Οσο χειρότερος είναι τόσο πιο βολικά τον χρησιμοποιούν οι ομάδες, κυρίως προπαγανδιστικά: μια κακή διαιτησία καλύπτει εύκολα τα λάθη, τη γύμνια, τις κακές επιλογές. Επίσης, είναι πολύ βολικό να ασχολούνται όλοι (παράγοντες, οπαδοί, Τύπος κ.λπ.) με τα λάθη των διαιτητών, παρά να ασχολούνται με τα πραγματικά προβλήματα (γήπεδα, παίκτες, βία κ.λπ.), τα οποία συνήθως θεραπεύονται με ιδέες (που δεν υπάρχουν) και χρήμα (που δεν περισσεύει). Μάλλον μας βολεύουν οι διαιτητές και κάνουν τη ζωή των διοικούντων και των δημοσιογράφων ευκολότερη. Απ' ό,τι φαίνεται, μάλιστα, άνθρωποι να ασχοληθούν με τη διαιτησία έχοντας πλήρη γνώση της ανικανότητάς τους υπάρχουν εν αφθονία. Αναρωτιέμαι: μπορούμε άραγε να βρούμε κοινά στοιχεία μεταξύ διαιτητών και πολιτικών ή καλύτερα μεταξύ διαιτησίας και πολιτικής;».

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x