Παλαιότερες

Όταν ο τίτλος πήγε π-Αλι σε αυτόν...

SportDay

Στις αιματηρές ένοπλες συγκρούσεις της Μοζαμβίκης, που ζούσε την αρχή του τέλους της πορτογαλικής αποικιοκρατίας, εστίαζαν την προσοχή τους τα διεθνή Μέσα Ενημέρωσης τον Οκτώβριο του 1974. Την 30ή Οκτωβρίου, όμως, το επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος μετακινήθηκε από τη νοτιανατολική ακτή της Αφρικής σε ένα κεντρικότερο σημείο της. Στην Κινσάσα, πρωτεύουσα του Ζαΐρ. Η μάχη που επρόκειτο να γίνει εκεί δεν θα διεξαγόταν με σφαίρες, αλλά με γροθιές. Αντίπαλοι, δύο μνηστήρες του τίτλου του πρωταθλητή βαρέων βαρών. Αμφότεροι μαύροι Αμερικανοί. Τζορτζ Φόρμαν, 25 ετών: κάτοχος του τίτλου και μεγάλο φαβορί. Μοχάμεντ Αλι, 32 ετών: αμφισβητούμενος από τον Μάρτιο του '71. Τότε που ηττήθηκε από τον Τζο Φρέιζερ σε μια αναμέτρηση κατά τη διάρκεια της οποίας δύο θεατές πέθαναν από συγκοπή.

Φόρμαν και Αλι αποδέχθηκαν την πρόσκληση του προέδρου του Ζαΐρ, του δικτάτορα Μομπούτου, του οποίου το πλήρες όνομα καλό είναι να μην προφέρει απνευστί κανένας πυγμάχος πριν ανέβει στο ρινγκ. Θα χάσει τις μισές του δυνάμεις: Μομπούτου Σέσε Σέκο Κούκου Ν'Γκμπέντου Βα Ζα Μπάνγκα. Αναλόγων διαστάσεων ήταν και η γαλαντομία του Μομπούτου: προσέφερε πριμ 5 εκατομμυρίων δολαρίων στους δύο μονομάχους, επιθυμώντας διακαώς να συνδέσει το όνομά του με μια κορυφαία αθλητική στιγμή. Ποιος ξέρει, ίσως έτσι να «λησμονούσε» και το αθλητικό γεγονός που μήνες πριν τον είχε εξοργίσει: Γιουγκοσλαβία-Ζαΐρ 9-0 στο Μουντιάλ της Γερμανίας.

Εβδομήντα χιλιάδες θεατές κατέκλυσαν το στάδιο –ένθερμοι υποστηρικτές του Αλι στη συντριπτική τους πλειονότητα. Από τον δεύτερο γύρο ο Μοχάμεντ πυγμαχούσε κολλημένος στα σχοινιά. Αυτός «χόρευε» σωστά πάνω τους, εκείνα απορροφούσαν κάμποση από τη δύναμη των χτυπημάτων του Φόρμαν. Ο χρόνος περνούσε, αλλά το φαβορί αδυνατούσε να επιβληθεί. «Τζορτζ, έτσι θα νικήσεις; Τίποτε καλύτερο δεν έχεις;». Τέτοιες εκνευριστικές φράσεις απηύθυνε συνεχώς ο Αλι στον Φόρμαν, του οποίου οι επιθέσεις γίνονταν ολοένα και πιο σπασμωδικές. Η έκπληξη ξεπρόβαλλε προ των πυλών ή, εν προκειμένω, των σχοινιών του ρινγκ.

Τότε οι επευφημίες του πλήθους υπέρ του Μοχάμεντ εξελίχθηκαν σε επιτακτική προτροπή: «Ali, boma aye-yay!». Δηλαδή, «Αλι, ρίξε τον κάτω και σκότωσέ τον». Είτε το πλήθος κυριολεκτούσε είτε όχι, το δεύτερο ήμισυ της αξίωσής του, ευτυχώς, δεν ικανοποιήθηκε. Ο Φόρμαν έχασε απλώς τον αγώνα. Νοκ άουτ στον όγδοο γύρο. Ο Αλι ξαναγινόταν παγκόσμιος πρωταθλητής. Χρόνια αργότερα ο Τζορτζ θα πει: «Στο τέλος του τέταρτου γύρου κάρφωσε τα μάτια του πάνω μου. Κατόπιν κοίταξε ψηλά, σαν να έλεγε: τα κατάφερα! Ετσι ήταν, μια και είχε αντέξει χτυπήματα που μέχρι τότε δεν τα είχα ρίξει σε άλλον. Δεν γνώρισα ποτέ πιο αποφασιστικό άνθρωπο».

Ο αγώνας αυτός έμεινε στην Ιστορία ως «Βροντή στη Ζούγκλα» («Rumble in the Jungle»). Χρόνια αργότερα ο Αλι έμελλε να γράψει ένα χαρακτηριστικό άρθρο στο «Newsweek». Αν και ανέφερε ως μεγαλύτερη νίκη του ever εκείνη επί του Φρέιζερ το 1975 στη Μανίλα, τα 2/3 του άρθρου αφορούσαν το «Rumble in the Jungle». Και ο Φόρμαν: «Ο αγώνας στην Αφρική μάς ένωσε. Δεν λες "Μοχάμεντ Αλι" δίχως να πεις "Τζορτζ Φόρμαν". Αν ήξερα ότι εκείνη η αναμέτρηση θα σημάδευε τόσο τη ζωή μου, θα απολάμβανα περισσότερο ακόμα και την ήττα μου!».

Δύσκολα ερμηνεύεται η αίγλη του «Rumble in the Jungle», αν δεν ληφθεί υπόψη η διάσταση που του είχε προσδώσει το πολιτικό κλίμα της εποχής. Ο Αλι είχε αναχθεί σε σύμβολο των κινημάτων που αντιμάχονταν τον πόλεμο στο Βιετνάμ και τις φυλετικές διακρίσεις. Το 1967 αρνήθηκε να καταταγεί στον αμερικανικό στρατό, δηλώνοντας: «Δεν εχθρεύομαι τους Βιετκόνγκ, άλλοι με έχουν αποκαλέσει σκυλάραπα». Του αφαιρέθηκε ο τίτλος του πρωταθλητή, αποκλείστηκε από κάθε αθλητική διοργάνωση για 3,5 χρόνια και καταδικάστηκε σε πενταετή φυλάκιση –ποινή που αργότερα αναιρέθηκε.

Η παρουσία του στην Αφρική το 1974 πρόσθεσε κι έναν αντι-αποικιοκρατικό συμβολισμό στο δίπτυχο «Βιετνάμ-ρατσισμός». Ολα αυτά ενώ μια αύρα δικαίωσης περιέβαλλε όσα ο Αλι ήθελε να πρεσβεύει: στην ουσία ο αμερικανικός στρατός είχε ηττηθεί στο Βιετνάμ –ασχέτως αν το τυπικό τέλος έμελλε να επέλθει τον Απρίλιο του επόμενου έτους. Το αποικιοκρατικό σύστημα –ειδικά στην Αφρική– κλυδωνιζόταν. Το σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ και η συνακόλουθη παραίτηση του προέδρου Νίξον, τον Αύγουστο του '74, ήταν επιπρόσθετο ηθικο-πολιτικό πλήγμα στη συντηρητική, φιλοπόλεμη «επίσημη» Αμερική. «Ο αγώνας στο Ζαΐρ ξύπνησε συνειδήσεις –ήταν για τον ρατσισμό, το Βιετνάμ, όλα», θα πει αργότερα ο Αλι, προσθέτοντας: «Ηθελα να επανασυνδέσω τους μαύρους της Αμερικής με την Αφρική».

Ολα κατανοητά από την πλευρά του. Ο δύσμοιρος Φόρμαν, όμως; Ηταν μήπως υποστηρικτής των διακρίσεων σε βάρος των Αμερικανών ομόχρωμών του; Μα δεν ήταν αναγκαίο κάτι τέτοιο. H περιρρέουσα ατμόσφαιρα χρειαζόταν έναν παρτενέρ για τον Αλι. Κάποιον αντίπαλό του (και) στο πεδίο των αξιών, της στάσης ζωής. Ο άχρωμος Φόρμαν «χρωματίστηκε» επειδή το απαιτούσαν οι περιστάσεις. Σε ταραγμένες εποχές, άλλωστε, δεν θεωρείσαι ουδέτερος εάν παραμένεις αμέτοχος. Ο Τζορτζ το διαπίστωσε αυτό για πρώτη φορά στους Ολυμπιακούς Αγώνες του '68 στο Μεξικό. Τότε κέρδισε χρυσό μετάλλιο, αλλά πολλοί ομόχρωμοί του τον χλεύασαν αποκαλώντας τον «μπαρμπα-Θωμά»: εξευτελιστική έκφραση, που υποδήλωνε δουλοπρεπή συμπεριφορά έναντι των λευκών. Ο Φόρμαν λοιδορήθηκε διότι πανηγύρισε κραδαίνοντας την αμερικανική σημαία, σαν κοινός, λευκός Αμερικανός.
Η «μαύρη κοινότητα» των ΗΠΑ, βλέπετε, είχε ήδη ανεβάσει τον πήχη των απαιτήσεών της από τους αθλητές της. Είχε προηγηθεί, στο Μεξικό, η συμβολική κίνηση των Σμιθ και Κάρλος. Των δρομέων οι οποίοι πάνω στο βάθρο ύψωσαν τη σφιγμένη γροθιά τους φορώντας μαύρα γάντια την ώρα της ανάκρουσης του αμερικανικού εθνικού ύμνου. Ηταν ο χαιρετισμός των «Μαύρων Πανθήρων». Το '68 ο Φόρμαν κατάλαβε ότι κάποιες στιγμές πρέπει «να αποφασίσεις με ποιους θα πας και ποιους θ' αφήσεις». Μάλλον το εμπέδωσε το '74, συνειδητοποιώντας πως το ίματζ του είχε ετεροκαθοριστεί. Διότι ειδάλλως, το συμβολικό «ταγκό» στην Κινσάσα θα φάνταζε ανάλατο...

Ακολουθήστε τον bwinΣΠΟΡ FM 94.6 στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι τα τελευταία νέα από την Ελλάδα και τον κόσμο.

close menu
x